Του Νίκου Παπαδογιάννη
Κάθε Δεκέμβριο χρόνια τώρα, παλιά αγαπημένη συνήθεια, καυγαδίζω για το δημοψήφισμα του ΠΣΑΤ, αυτό (από το 1954 κιόλας) που αναδεικνύει τους Κορυφαίους της Χρονιάς.
Όταν δεν έχω με ποιον να τσακωθώ, αντιμέτωπος με τα «ουδείς ασχολείται» πολλών συναδέλφων, πάω στον καθρέφτη και τσακώνομαι μόνος μου.
«Δεκεμβριανά» ονόμαζα τις εχθροπραξίες, όποτε ανοίγαμε σχετική συζήτηση με τον Συρίγο στην Ελευθεροτυπία.
Και τι άλλο να κάνω, δηλαδή, δεκεμβριάτικα; Να καθίσω να ακούσω χριστουγεννιάτικα τραγούδια; Προτιμώ να ξεριζώσω τα αυτιά μου ή να τα σφαλίσω με βουλοκέρι. Τουλάχιστον με το γκάλοπ του ΠΣΑΤ βγάζω το άχτι μου.
Για τους μη γνωρίζοντες, ΠΣΑΤ πάει να πει Πανελλήνιος Σύνδεσμος Αθλητικών Συντακτών. Τα χρόνια πριν και κατά τη διάρκεια του «Αθήνα 2004» είχε εξελιχθεί σε αυλόγυρο της Γιάννας, αλλά αυτή είναι άλλη θλιβερή συζήτηση..
Ας πούμε ότι τώρα είναι σε καλύτερο φεγγάρι, ο σύνδεσμός μας. Για αύριο μεθαύριο δεν βάζω το χέρι μου στη φωτιά.
Επειδή σε τούτη τη συζήτηση χρειάζεται και λιγο background, σημειώστε ότι εμείς οι μπασκετικοί ήμασταν καρφί στο μάτι και αγκάθι στα πλευρά, όταν καβαλήσαμε το άλογο του 1987. Και το καλάμι, ορισμένοι.
Διεκδικήσαμε σελίδες επί σελίδων στις πολιτικές και αθλητικές εφημερίδες, γίναμε φίρμες, βγήκαμε στις τηλεοράσεις, κάναμε περιγραφές, ταξιδέψαμε πολύ, βγάλαμε καλά χρήματα, κατακτήσαμε αξιώματα.
Η παλαιά τάξη πραγμάτων, που σε πολλές περιπτώσεις σκάμπαζε μόνο από μπάλα ή πολύ λιγότερα, και μιλούσε ελληνικά του καφενείου ή πολύ χειρότερα, βρέθηκε ξαφνικά να παραμερίζεται από μία νεοφερμένη φουρνιά.
Ουρανοκατέβατη μεν, από τον ουρανό που μας έφερε τον Νίκο Γκάλη, αλλά στελεχωμένη από δημοσιογράφους μορφωμένους, σπουδαγμένους, ταξιδεμένους, νέους, φιλόδοξους, καταρτισμένους και γνώστες του αντικειμένου.
Το μπάσκετ κατάπιε το ποδόσφαιρο με συνοπτικές διαδικασίες και τα παιδιά του Συρίγου έπιασαν αστραπιαία όλες τις πολεμίστρες.
Ο ίδιος ο Φίλιππος, που ήδη τον θεωρούσαμε πατριάρχη στα τέλη της δεκαετίας του ’80, ήταν μόλις 39 χρονών όταν έκανε τις εμβληματικές περιγραφές του Ευρωμπάσκετ ‘87. Και 40 όταν έβγαλε το περιοδικό «Τρίποντο», τον Νοέμβριο του 1988.
Πώς υποδέχθηκαν την εκτόξευσή του οι παλιοσειρές; Όποιος ζεσταίνεται και θέλει να νιώσει βροχή από παγάκια δεν έχει παρά να αναζητήσει το θρυλικό βίντεο όπου οι Διακογιάννης, Συρίγος και Κωνσταντάρας προλογίζουν τις μεταδόσεις του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος στίβου 1982 στο νεότευκτο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας.
Το είδα προχθές σε ένα ρετρό αφιέρωμα της ΕΡΤ (από αυτά που σπικάρει ο φίλος Κωνσταντίνος Καμάρας) και διασκέδασα διασκέδαση μεγάλη. Ψάξτε το στο YouTube ή στην ίστοσελιδα της ΕΡΤ και θα με θυμηθείτε.
Ε, αυτό το παγερό κλίμα πολλαπλασιάστε το επί χίλια και θα πάρετε μία ιδέα για τη θερμοκρασία που αντιμετωπίσαμε εμείς τα μειράκια που «μεγαλώσαμε» χάρη στην Εθνική ομάδα και τον Άρη μετά το σωτήριον έτος 1987.
Το γκάλοπ του ΠΣΑΤ στις δεκαετίες που ακολούθησαν έγινε πιστός καθρέφτης αυτού του φατριασμού. Σε πολύ περισσότερες από μία χρονιές, η ποδοσφαιρική ψήφος γινόταν μονομπλόκ και έβγαζε τέρατα.
Ελληνικές ομάδες μπάσκετ κατακτούσαν ευρωπαϊκά τρόπαια και μολαταύτα τερμάτιζαν 2ες ή 3ες πίσω από, ξέρω γω, τον Παναθηναϊκό ή τον Ολυμπιακό ή την ΑΕΚ, που απλώς έβγαινε πρωταθλητής Ελλάδας στο ψωραλέο κλωτσοσκούφι.
Βεβαίως υπήρχε και άλλου τύπου διχασμός, χρωματιστός αυτός, από τη στιγμή που υπεισέρχεται στη συζήτηση και το οπαδικό κριτήριο.
Όποιος νομίζει ότι «δημοσιογράφος» βαμμένος κόκκινος θα ψηφίσει ποτέ οποιοδήποτε τμήμα του Παναθηναϊκού, και τούμπαλιν, πλανιέται πλάνη οικτρά. Καλώς όρισες, ξένε, στον τόπο μας.
Προκειμένου να νικηθεί το μπάσκετ και να βγάλουν στον σκασμό τα ενοχλητικά «Συριγόπαιδα», εφευρέθηκαν απίθανες αλχημείες. Ακόμα και στα ενδότερα του Συνδέσμου.
Για παράδειγμα, η «Εθνική άρσης βαρών» και η «Εθνική στίβου» εντάσσονταν επί χρόνια στην κατηγορία «Ομάδες» και φυσικά μονοπωλούσαν την ψήφο των …άλλων, δηλαδή των ουκ ολίγων συντακτών που ασχολούνται με τα περιθωριακά σπορ, από βόλεϊ και κάτω.
Από εκεί ξεπήδησε και το μπάσκετ, ναι, μόνο που δαύτο ψήλωσε απότομα και έβλεπε τις λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις με υπεροψία. Η οποία φυσικά ήταν και παραμένει ενοχλητική.
Κάπως έτσι γίνονται τα ατομικά σπορ ομαδικά, γατάκια! Στη δημοσιογραφία όλα γίνονται.
Σε μία τουλάχιστον περίπτωση, το 2007 αν δεν με απατά η μνήμη, η ομάδα μπάσκετ του Παναθηναϊκού μποϊκοτάρισε τη γιορτή του ΠΣΑΤ με τη σύμφωνη γνώμη Γιαννακόπουλων και Ομπράντοβιτς, επειδή –μολονότι πρωταθλήτρια Ευρώπης- νικήθηκε στην ψηφοφορία από την Εθνική ποδοσφαίρου.
Το κατόρθωμα της τελευταίας ήταν ότι …δεν αποκλείστηκε στα προκριματικά του Euro 2008. Εννοείται, ότι κορυφαίος προπονητής ψηφίστηκε την ίδια χρονιά ο Ότο Ρεχάγκελ.
Ο κραταιός Άρης της εποχής Γκάλη, Γιαννάκη, Ιωαννίδη δεν αναδείχθηκε ούτε μία φορά Ομάδα της Χρονιάς στην Ελλάδα. Ποτέ των ποτών.
Το 2006, χρονιά θριάμβων του Θοδωρή Παπαλουκά, Αθλητής της Χρονιάς στην Ελλάδα αναδείχθηκε ο Περικλής Ιακωβάκης. Και το 2005, ο Άρης Γρηγοριάδης. Το 2009, έτος Διαμαντίδη, ο Βλάσης Μάρας.
Τα τελευταία χρόνια ατόνησε η συντεχνιακή αντιπαλότητα, ίσως επειδή οι δημοσιογράφοι του μπάσκετ απέχουν συλλήβδην από την ψηφοφορία του ΠΣΑΤ.
Έστω και έτσι, η απροθυμία των αθλητικών συντακτών να ψηφίσουν τον Γιάννη Αντετοκούνμπο (ο οποίος δεν συμπεριλήφθηκε καν στους προτεινόμενους αθλητές τη χρονιά του πρώτου MVP, επειδή «δεν πληρούσε τα κριτήρια») αποτελεί όνειδος για τον κλάδο.
Τα κριτήρια μπορείτε εύκολα να τα φανταστείτε, εκτός αν πιστεύετε ότι δεν υπάρχουν δημοσιογράφοι που αποκαλούν τον Γιάννη «αράπη» ή «Νιγηριανό» ή «αχάριστο» ή «ανθέλληνα». Οπότε, και πάλι, καλώς ήρθατε στον πλανήτη Ελλάδα.
Ο Γιάννης, που πέντε χρόνια σερί τρυπάει όλα τα πιθανά και απίθανα ταβάνια στο ΝΒΑ και αποτελεί κορυφαίο πρεσβευτή της χώρας στο εξωτερικό, που θα ‘πρεπε να αποτελεί εθνικό σύμβολο διάβολε, έχει αναδειχθεί Αθλητής της Χρονιάς στην πατρίδα του μόνο μία φορά, το 2020. Υποθέτω ελλείψει άλλου.
Μάλιστα το γκάλοπ της συγκεκριμένης χρονιάς ξεχάστηκε λόγω πανδημίας και οργανώθηκε στο πόδι, την άνοιξη του 2021, χωρίς να διεξαχθεί καν γιορτή. Τα αποτελέσματα ανακοινώθηκαν τον …Ιούλιο.
Λίγους μήνες νωρίτερα, ο Γιάννης έπιασε παράμερα τον Έλληνα μάνατζέρ του και αστειεύτηκε με χιούμορ που εγώ τουλάχιστον το ένιωσα ως χαστούκι: «Έχω κερδίσει τα πάντα, αλλά μεγάλος στόχος μου παραμένει ο τίτλος του ΠΣΑΤ», του είπε.
Δεν μπορώ να σας περιγράψω πόσο γέλασε η συγγραφέας της βιογραφίας του Γιάννη, Μίριν Φέιντερ, όταν της αποκάλυψα ότι Αθλητής της Χρονιάς το 2019 στην Ελλάδα αναδείχθηκε από τους δημοσιογράφους ο Στέφανος Τσιτσιπάς.
Ξεκαρδισμένη, όταν επιχείρησα να της εξηγήσω τα κριτήρια περί εθνικής διάκρισης κ.ο.κ., ψέλλισε μόνο τρεισήμισυ λέξεις: «But it’s Giannis!»
Μα, είναι ο Γιάννης! Ε, και;
Θα κερδίσει και φέτος το έπαθλο του ΠΣΑΤ ο πρωταθλητής Γιάνναρος των 50 πόντων και της αστρονομικής εκτόξευσης;
Πιθανότατα όχι, αφού είχε να ανταγωνιστεί στην ψηφοφορία τους χρυσούς Ολυμπιονίκες Μίλτο Τεντόγλου και Στέφανο Ντούσκο, χώρια τους Πετρούνια (4ος) και Τσιτσιπά (5ος). Πανάξιοι όλοι, για να μη μπερδευόμαστε.
Πήγα να ξεκινήσω προκαταβολικό καυγά για το θέμα, αλλά δεν βρήκα αντίπαλο. «Ουδείς ασχολείται», μου είπαν. Οπότε, έβαλα ν’ ακούσω κάλαντα για να ηρεμήσω.
Η οπαδική ψήφος, βέβαια, παραμένει ορατή διά γυμνού οφθαλμού και δεν πεθαίνει με τίποτε.
Οι «πράσινοι» ψήφισαν τον μαραθωνοδρόμο Κώστα Γκελαούζο και τον ανέβασαν στην 6η θέση, οι «κίτρινοι» την ομάδα χάντμπολ της ΑΕΚ που μπήκε στην κορυφαία τριάδα και οι «κόκκινοι» την ποδοσφαιρική ομάδα του Ολυμπιακού, η οποία τερμάτισε 4η, λίγο πιο πίσω από την αντίστοιχη του πόλο των Γυναικών.
Μπορεί, πάλι, όλα αυτά να τα φαντάζομαι και να μην υπάρχει καμία απολύτως συμπαιγνία ενάντια στο μπάσκετ. Άτιμο πράγμα η μανία καταδίωξης, ιδίως σε εμάς τους «boomers».
Και πάλι, όμως, θα πανηγυρίσω, αν αύριο το σηκώσει ο Γιάννης και θα λύσω το ζωνάρι αν ηττηθεί. Και καπάκι θα ξεκινήσω εκστρατεία για το γκάλοπ του 2022, με επιχείρημα το μετάλλιο που θα πάρει η Εθνική στο Ευρωμπάσκετ!
Πώς είπατε; Ναι, σίγουρο το έχω. Αρκεί να εμφανιστούμε χωρίς απώλειες και να μη ψάχνουμε προπονητή Ιούλιο μήνα.
Οι Κορυφαίοι του 2022 θα ανακοινωθούν και θα βραβευτούν αύριο το απόγευμα, στο Μέγαρο Μουσικής. Η Μαρία Σάκκαρη στις Γυναίκες (νικήτρια και πέρυσι) και η Εθνική Ανδρών υδατοσφαίρισης στις Ομάδες θεωρούνται ακλόνητα φαβορί.
Σας αφήνω, για να πάω να ρίξω το κουκί μου.
Πηγή: Gazzetta