Του Νίκου Παπαδογιάννη
Οι οπαδοί είχαν μάτια μόνο για τις μεταγραφές αεροδρομνίου και λόγια μόνο για χυδαία μαλλιοτραβήγματα, οι Σλουκειάδες μονοπώλησαν τα πρωτοσέλιδα, οπότε το απρόσμενο μορατόριουμ των ημερών πέρασε στα ψιλά. Μέσα στα λαλάκα του καλοκαιριού, τώρα τελευταία την έμαθα αυτή τη λέξη και πολύ μου άρεσε, η Euroleague και η FIBA φιλήθηκαν στο στόμα και αποφάσισαν από κοινού να θάψουν το τσεκούρι του πολέμου.
Τη λύση που δόθηκε στο φλέγον πρόβλημα των «παραθύρων» θα μπορούσε να τη βρει και μικρό παιδί, αλλά δύο γεμάτες δεκαετίες τώρα οι μεγαλόσχημοι του ευρωπαϊκού μπάσκετ φέρονται σαν πεισματάρικα μυξιάρικα που κάποιος τους άρπαξε το παγωτό και το πέταξε στο πάτωμα. Από την πρώτη κιόλας μέρα της εικονομαχίας, βάλθηκαν όλοι να κρατούν την αναπνοή τους μέχρι να σκάσουν. Ώσπου κόντεψε να σκάσει το ίδιο το μπάσκετ…
Στο εξής η Euroleague θα διακόπτεται για τους αγώνες των Εθνικών ομάδων τον Φεβρουάριο, ενώ το «παράθυρο» που προγραμματιζόταν για τον ερχόμενο Νοέμβριο θα μείνει κλειστό. Τι πιο απλό; Το καλεντάρι χωράει μια χαρά τις υποχρεώσεις των συλλόγων, ακόμα και τώρα που φαίνεται ότι θα υιοθετηθεί η αμερικανόπνευστη ιλαροτραγωδία του play-in tournament. Την επόμενη σεζόν, το στρίμωγμα των ημερομηνιών θα είναι ακόμα μικρότερο, αφού τα φώτα των Ολυμπιακών Αγώνων θα σβήσουν στα μέσα του Αυγούστου.
Χρειάστηκε στοιχειώδης συνεννόηση για να βρεθεί λύση και κάποιου είδους εκατέρωθεν συνθηκολόγηση, αφού ουδείς ήθελε να ομολογήσει ήττα σε αυτόν τον γελοίο πόλεμο. Η Euroleague έκανε εδώ και χρόνια αυτό που γούσταρε αδιαφορώντας πλήρως για τις Εθνικές ομάδες, οι Φιμπαίοι απαντούσαν με αλχημείες που βάφτιζαν το ψάρι κρέας και τις Εθνικές Ελπίδων (ή Απελπισίας) Εθνικές Ανδρών και η κοινή γνώμη χαχάνιζε με την καρδιά της.
Οι απώλειες ήταν και παραμένουν τεράστιες. Όταν η πρωταθλήτρια Ευρώπης Σλοβενία αποκλείστηκε από το Μουντομπάσκετ του 2019 επειδή υποχρεώθηκε να αγωνιστεί στα προκριματικά με τα δεύτερα, το άθλημα υπέστη βαρύτατο πλήγμα. Η παρέα του Λούκα Ντόντσιτς θα μπορούσε να φτάσει ακόμα και στο χρυσό μετάλλιο στο Πεκίνο.
Παραδόξως, η Ελλάδα είναι μία από τις ελάχιστες χώρες που βγήκαν αλώβητες -αν όχι ωφελημένες- από το αλαλούμ. Η συσπείρωση των διψασμένων για διάκριση «εφεδρικών» πίσω από τον βάναυσα αδικημένο Θανάση Σκουρτόπουλο και τον Κώστα Κώτση οδήγησε σε μία σειρά από απρόσμενες νίκες και υπερήφανες προκρίσεις, χωρίς ουσιαστικά να απειληθεί η ομαλότητα.
Οι Ευρωλιγκάτοι παίκτες πρόσφεραν χείρα βοηθείας όποτε το επέτρεψαν οι συνθήκες, αλλά είναι «τα δεύτερα» και «τα τρίτα» που δικαιούνται τα περισσότερα εύσημα για τις επιτυχίες της Εθνικής των παραθύρων. Και που δεν έχουν να απολογηθούν σε κανέναν για τις -λιγοστές- νίλες.
Τα ένδοξα γηρατειά, που είχαν σχεδόν αποστρατευτεί από την Εθνική ομάδα ή δεν βρήκαν ποτέ ευκαιρία για να φορέσουν τα μπλε, αποτέλεσαν τον πρώτο πόλο ενότητας και αγωνιστικότητας: ο Βασιλόπουλος, ο Μαργαρίτης, ο Αθηναίου, ο Μάντζαρης, ο Κακλαμανάκης, ο Κασελάκης, ο Γιαννόπουλος, ακόμα και ο Μπουρούσης που ερχόταν από την Κίνα για να παίξει.
Οι νεότεροι παίκτες, που σχεδόν πάντοτε μένουν εκτός νυμφώνος από τις μεγάλες διοργανώσεις, κλήθηκαν να αποδείξουν ότι μπορούν να μεγαλώσουν εν μία νυκτί και να σηκώσουν ευθύνες: ο Λούντζης, ο Φλιώνης, ο Ρογκαβόπουλος, ο Μωραΐτης, ο Γόντικας, ο Τανούλης, ο Μουράτος, ο Χουγκάζ, ο Κουζέλογλου, τα Καλαϊτζάκια.
Για ορισμένους από τους «παραθυράτους» διεθνείς, οι αγώνες του Φλεβάρη και του Νοέμβρη έγιναν πολύτιμο βήμα αγωνιστικής ενηλικίωσης ή επιστροφής και συχνά εξαργυρώθηκαν με μεταγραφές σε μεγαλύτερες ομάδες: Λαρεντζάκης, Αγραβάνης, Μποχωρίδης, Τσαλμπούρης, Χαραλαμπόπουλος, Χρυσικόπουλος, Τσαϊρέλης, Γκίκας, Κατσίβελης. Ο Μανώλης Χατζηδάκης είναι πιθανό να παίξει στο Μουντομπάσκετ που πλησιάζει, αλλά θα δυσκολευτώ να τον αναγνωρίσω αν τον δω στον δρόμο με πολιτικά.
Όλοι, μα όλοι, φορούσαν τη μπλε φανέλα και φούσκωναν από υπερηφάνεια. Κανένας δεν αγκομαχούσε και κανένας δεν βαρυγκομούσε. Κάπως έτσι, η Εθνική των «παραθύρων» κέρδισε σχεδόν όλους τους αγώνες που θα μπορούσε να κερδίσει αυτά τα χρόνια (με αφετηρία εκείνο το διπλό στο Λέστερ με το νικητήριο τρίποντο του Γιάννη Αθηναίου), συνέχισε την πορεία της χωρίς να χρεωθεί την παραμικρή απουσία, μας χάρισε πυροτεχνήματα όπως η πρόσφατη νίκη επί των Σέρβων στα Λιόσια και σχημάτισε κάποιου είδους δεξαμενή, ώστε να αντληθούν από αυτήν δυνάμεις τώρα που προμηνύεται λειψανδρία και αποψίλωση.
Αντιλαμβάνομαι ότι δεν υπάρχουν πιθανότητες διάκρισης εάν η «επίσημη αγαπημένη» πάει στη Μανίλα χωρίς 6-7 βασικούς, αλλά ένα κομμάτι του εαυτού μου ανυπομονεί να δει την Εθνική του Ρογκαβόπουλου, του Λούντζη, του Μαντζούκα, του Μωραΐτη και του Καλαϊτζάκη. Ας μη ξεχνάμε, ότι οι περισσότεροι αστέρες της δεύτερης χρυσής γενιάς έγιναν εμβλήματα όταν κλήθηκαν να κολυμπήσουν στα βαθιά με την Εθνική ομάδα και όχι φορώντας πράσινα ή κόκκινα ή κίτρινα.
Πριν μπουν στο αεροπλάνο για το Βελιγράδι τον Σεπτέμβριο του 2005, ο Παπαλουκάς, ο Διαμαντίδης, ο Σπανούλης, ο Ζήσης, ο Παπαδόπουλος, ο Κακιούζης και οι υπόλοιποι πρωταθλητές δεν ήταν -στα μάτια του μέσου φιλάθλου- παρά ένα τσούρμο από «λούζερς», που δεν είχαν καμία δουλειά να φοράνε τις φανέλες του Γκάλη, του Γιαννάκη, του Φασούλα και του Χριστοδούλου. Ο μόνος που γνώριζε καλά ποιος τον δρόμο προς το αύριο ήταν ο Παναγιώτης Γιαννάκης: ο συνδετικός κρίκος εκείνης της ομάδας με τους ήρωες του 1987.
Πηγή: Gazzetta