Του Νίκου Παπαδογιάννη
H αντικειμενική αλήθεια αυτής της Πέμπτης είναι ότι ο Ολυμπιακός ηττήθηκε φυσιολογικά στο λημέρι της πρωταθλήτριας Ευρώπης, από μία αρμάδα (στερημένη μεν από το λαμπρότερο αστέρι της, ωστόσο) φτιαγμένη για το «three-peat». Και πράγματι, έτσι είναι.
Όταν οι «ερυθρόλευκοι» ξανάρθουν σε θέση να κουβαλήσουν συμβόλαια όπως του Μίτσιτς, του Κλάιμπερν και του Λάρκιν, θα μας αναγκάσει να εξετάσουμε εξαρχής τα δεδομένα. Ο Ολυμπιακός έχει ως στόχο να διαψεύσει όσους θεωρούν την περυσινή πορεία του πυροτέχνημα και άλλο ουδέν. Μέχρι νεωτέρας, τουλάχιστον.
Υπάρχει και δεύτερη ανάγνωση, βέβαια. Στα δύο εκτός έδρας παιχνίδια που έχασε το τελευταίο οκταήμερο, ο Ολυμπιακός ξέμεινε από ενέργεια και από λύσεις πολύ πριν στρίψει στο τελικό βιράζ. Όταν ο αντίπαλος (Μακάμπι, Εφές) έβαλε πέμπτη ταχύτητα και παράλληλα αντιμετώπισε το ξύλο με ξύλο, ο πρωταθλητής Ελλάδας ξεγυμνώθηκε και υπέπεσε σε λάθη που πρόδιδαν κουρασμένο κορμί και μυαλό.
Σε τέτοιους αγώνες, με εύθραυστες ισορροπίες, ο Ολυμπιακός δεν έχει την πολυτέλεια να κουβαλήσει παίκτες με μηδενική προσφορά στο μπροστινό ήμισυ (Παπανικολάου) ή άκεφους (Βεζένκοφ) ή περαστικούς από το γήπεδο (Κάνααν). Ή να πάρει λιγοστά πράγματα από όλους τους παγκίτες του, πλην του Σλούκα που τον λογίζω για βασικό.
Οι «κόκκινοι» προσπαθούν να βρουν τις απαντήσεις μέσα από το σύστημά τους, αλλά τα μεγάλα ματς χρειάζονται και πρωταγωνιστές ικανούς να φέρουν στο παρκέ το απρόβλεπτο και το εξωφρενικό. Την απόφαση για αντικατάσταση του Τάιλερ Ντόρσεϊ με έναν ακόμη παίκτη ομάδας (Αϊζέια Κάνααν) φοβάμαι ότι ο Γιώργος Μπαρτζώκας θα τη βρει μπροστά του αρκετές φορές φέτος. Ήδη ο Αμερικανός έπαιξε μόλις 6 άγονα λεπτά απόψε (έχοντας χάσει τη θέση του βασικού από τον ΜακΚίσικ) και η κλεψύδρα του φαίνεται να αδειάζει.
Για να μη χάνουμε το δάσος από τα μάτια μας, η Εφές είναι ομαδάρα. Και δεν αναφέρομαι τόσο στο αναμφισβήτητο ταλέντο των περιφερειακών παικτών της, όσο στη χημεία και στην προπονητική σφραγίδα της, που φυσικά δεν άλλαξε καθόλου με την προσθήκη του γαλουχημένου στην ΤΣΣΚΑ του Ιτούδη Ουίλ Κλάιμπερν.
Εάν τα πρώτα τρίποντά της ήταν «στεγνά», εκτελεσμένα έξω από την άμυνα, αυτά που σημειώθηκαν στο δεύτερο μισό του αγώνα (10/17) προήλθαν από έξοχη κυκλοφορία της μπάλας με μπροστάρη τον σπουδαίο Βασίλιε Μίτσιτς ή από κακή ισορροπία και αργές περιστροφές της ξεζουμισμένης ελληνικής άμυνας.
Δεν ήταν φυσικά «απίθανα σουτ», όπως είπαν όσοι βαρέθηκαν να μαζεύουν τη μπάλα από το καλάθι. Όχι, όταν το εκτελούν προικισμένοι σουτέρ χωρίς ένα χέρι στο πρόσωπό τους. Ο Μίτσιτς και ο Κλάιμπερν δεν είναι από εκείνους που αφήνουν μία αποτελεσματική άμυνα 20 λεπτών να τους χαλάσει το μυαλό.
Ο πανούργος Εργκίν Αταμάν («two cups», που έλεγε και μια ψυχή) βρήκε μία αμυντική λύση με το ζευγάρωμα του Σλούκα με τον αθλητικό Μπράιαντ και υποχρέωσε τον Ολυμπιακό σε κακές επιθέσεις, ένεκα και της πρόωρης κόπωσης. Στο δεύτερο μισό του αγώνα, οι «κόκκινοι» του Πειραιά μέτρησαν 6/12 δίποντα (έναντι 10/14 στο πρώτο ημίχρονο), 4/15 τρίποντα, 8 ασίστ και 14 λάθη.
«Ήμασταν πνευματικά ανέτοιμοι», ομολόγησε ο ασίσταντ Γιώργος Μποζίκας, δίχως άλλες εξηγήσεις. «Χάσαμε την αυτοσυγκέντρωσή μας», πρόσθεσε ο Γιαννούλης Λαρεντζάκης. Ναι, αλλά γιατί συμβαίνει αυτό κατ’ επανάληψη; Δεν είναι ο δημοσιογράφος αρμόδιος να το ερμηνεύσει, αλλά οι προπονητές και οι αθλητές.
Οι τρεις καυτοί περιφερειακοί της Εφές σούταραν μαζί 12/22 τρίποντα, πέτυχαν 61 πόντους (έναντι 71 σύσσωμου του Ολυμπιακού) και μοίρασαν 13 ασίστ, ο ένας στον άλλον τις περισσότερες. Η πυξίδα των «ερυθρολεύκων» για την επόμενη μέρα είναι προφανέστατα το ρεσιτάλ των πρώτων λεπτών (0-10, 13-20, 26-37), αλλά η ζωή αποδεικνύει ότι είναι πολύ δύσκολο να κρατηθεί ο αμυντικός πήχης τόσο ψηλά επί 40 λεπτά. Απέναντι στη Μπάγερν, ίσως ναι. Με την Εφές και τη Μακάμπι, ασφαλώς όχι.
Η δική μου αίσθηση είναι ότι ο Ολυμπιακός χρειάζεται μία διορθωτική κίνηση, με προσθήκη ενός αθλητικού περιφερειακού, ικανού στο κάθετο παιχνίδι και στο σκοράρισμα. Σαν αυτόν που άφησε να του φύγει πριν από 4-5 μήνες, για να μη ψάχνουμε στα τυφλά.
Κλείνω το κείμενο υπενθυμίζοντας αυτό που έγραψα στην πρώτη παράγραφο. Η ήττα από την πρωταθλήτρια Ευρώπης μπροστά στο κοινό της δεν είναι σε καμία περίπτωση καταστροφική. Ο Ολυμπιακός έπρεπε να προσέξει περισσότερο την τελική διαφορά για να μην αγχωθεί σε πιθανή ισοβαθμία, αλλά και αυτό ακόμη αποτελεί υποσημείωση στο κεφάλαιο της βραδιάς.
Ο Δεκέμβριος μπήκε με μία μικρή στραβοτιμονιά, όχι αρκετή για να χύσει το γάλα του διμήνου που προηγήθηκε. Περισσότερο υποψιάζομαι ότι τον θορύβησε η μασημένη τροφή που δόθηκε από Αταμάν και Κάτας στον «αιώνιο εχθρό» εν όψει του δευτεριάτικου ραντεβού στο Φάληρο, παρά καθαυτές οι ήττες από Εφές και Μακάμπι.
Ο μοναδικός αντίπαλος που μπορεί να κάνει τον Ολυμπιακό να τρέχει και να μη φτάνει αυτή την εποχή, εάν και εφ’ όσον βρει τρόπο να τον νικήσει και μάλιστα μέσα στο σπίτι του, είναι, κακά τα ψέματα, ο Παναθηναϊκός. Όχι στην Euroleague, αλλά στo ελληνικό πρωτάθλημα, που πολλούς στον Πειραιά τους καίει περισσότερο από τα ευρωπαϊκά μεγαλεία.
Πηγή: Gazzetta