Του Νίκου Παπαδογιάννη
Aνάμεσα στους 16 μπασκετμπολίστες που κατέκτησαν τον τίτλο του MVP της Εuroleague πριν τον Σάσα Βεζένκοβ, με αφετηρία το 2004-5 όταν αθλοθετήθηκε για πρώτη φορά το έπαθλο, ένας και μοναδικός μεταπήδησε στο ΝΒΑ και έκανε καριέρα στην απέναντι ακτή του Ατλαντικού: ο πληθωρικός και ασυγκράτητος Λούκα Ντόντσιτς, που δεν αποκλείεται μελλοντικά να πετύχει πρώτος το νταμπλ: κορυφαίος στην Ευρώπη (το 2018, στα 19 του χρόνια), κορυφαίος και στην Αμερική.
Από τους υπόλοιπους, ο Αντρέι Κιριλένκο υπήρξε Ολ-Σταρ στο ΝΒΑ, αλλά αυτό συνέβη πολύ πριν το 2012, όταν ψηφίστηκε ΜVP στην Euroleague ως μέλος της ΤΣΣΚΑ. Μετά τον δραματικό τελικό της Κωνσταντινούπολης, ο πολυτάλαντος Ρώσος ξαναπέρασε τον ωκεανό για μία διετία, αλλά τα καλύτερα χρόνια του ήταν πια παρελθόν.
Ζυγίζοντας τους τρεις Έλληνες MVP, ο Βασίλης Σπανούλης (2013) απέτυχε στο ΝΒΑ, ο Θοδωρής Παπαλουκάς (2007) δεν είχε ποτέ στα χέρια του μία ρεαλιστική πρόταση, ενώ ο Δημήτρης Διαμαντίδης (2011) θεωρούσε -ανεξήγητα- τον εαυτό του κατώτερο των απαιτήσεων.
Ο Άντονι Πάρκερ, δις MVP παρακαλώ στην από δω όχθη (2005, 2006), έζησε μία αρκετά γόνιμη εξαετία στο Τορόντο και στο Κλίβελαντ μετά τους θριάμβους του με τη Μακάμπι, αλλά ουδέποτε ξεπέρασε τη μετριότητα στο ΝΒΑ. Ο Ραμούνας Σισκάουσκας (2008) κάθισε στα ευρωπαϊκά αυγά του, όπως και ο Σέρχι Γιουλ (2017). Ο Χουάνκι Ναβάρο (2009), ο Μίλος Τεοντόσιτς (2010), ο Σέρχιο Ροντρίγκεθ (2014), ο Νεμάνια Μπιέλιτσα (2015), ο Νάντο Ντε Κολό (2016) πέρασαν από το ΝΒΑ σε παραγωγική ηλικία και ελάχιστα ακούμπησαν, όπως και ο Γιαν Βέσελι (2019), στα νιάτα του αυτός.
Ο Βάσα Μίτσιτς (2020), μόλις τώρα, στα 29 του, νιώθει ότι δεν τον χωράει ο τόπος και μετακομίζει στην αινιγματική Νέα Ορλεάνη. Ο Νίκολα Μίροτιτς (2021), κομμένος και ραμμένος για το σύγχρονο ΝΒΑ και φυσικά πολύ ανώτερος του Σάσα Βεζένκοβ, έκανε μία συμπαθητική καριέρα 312 αγώνων και 13,2 πόντων στο ΝΒΑ μεταξύ 2014-19, αλλά δεν αποτίναξε ποτέ την ετικέτα του βαριεστημένου γυρολόγου και απέτυχε παταγωδώς όταν κλήθηκε να σηκώσει ευθύνες, στους φιλόδοξους Μπακς του 2019.
Η Ευρώπη μπορεί να έχει «καλύτερες ομάδες» από το ΝΒΑ, ομάδες που αποδίδουν καλύτερα από το σύνολο των θεωρητικών δυνατοτήτων τους εννοώ, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι καλύτεροι Ευρωπαίοι παίκτες μπορούν να πάνε στο ΝΒΑ και να το κατακτήσουν ως ανεξάρτητες νησίδες. Η αποτυχία παιχταράδων όπως ο Μπιέλιτσα ακούγεται σοκαριστική, αλλά όχι τόσο όσο το στραπατσάρισμα Αμερικανών γκαρντ που έχουν στο dna τους «μπάσκετ ΝΒΑ» και συχνά μοιάζουν μεγαλύτεροι από το ίδιο το παιχνίδι στην Ευρώπη. Τι μας διδάσκουν τα αποτυχημένα πρόσφατα περάσματα λ.χ. του Μάικ Τζέιμς από το ΝΒΑ;
Υπάρχουν βεβαίως και αντιπαραδείγματα: ο Ντομάντας Σαμπόνις, συμπαίκτης του Βεζένκοβ πλέον στο Σακραμέντο, είναι Ολ-Σταρ στο ΝΒΑ, αλλά έφυγε από την Ευρώπη σχεδόν ανώνυμος, ενώ στο πρόσφατο Ευρωμπάσκετ αλλού πατούσε και αλλού βρισκόταν. Τηρουμένων των αναλογιών, το τελευταίο ίσχυσε ακόμα και για τον Νίκολα Γιόκιτς. Ας το αποδώσουμε στις διαφορές των κανονισμών και της αγωνιστικής φιλοσοφίας. Άλλωστε δεν είναι αυτό το θέμα του σημερινού σημειώματος.
Ο Σάσα Βεζένκοβ είναι ο ίδιος Βεζένκοβ που κατέβηκε τελευταίος από το ράφι με τα αζήτητα της εποχής Μπλατ στον Ολυμπιακό. Η απογείωσή του στα χέρια του Γιώργου Μπαρτζώκα την τελευταία διετία -με αρχικό σημείο αναφοράς την παλαιότερη συνύπαρξη στη Μπαρτσελόνα- τον παρέλαβε από τον πάγκο των Πειραιωτών (οι οποίοι κάθε χρόνο έψαχναν αλλού «τεσσάρι» για ρεζέρβα του Πρίντεζη…) και τον έστειλε σε μία ανερχόμενη και ήδη εξαιρετική ομάδα του ΝΒΑ, με μεικτή αμοιβή 20 εκατομμυρίων δολαρίων για την επόμενη τριετία.
Ο πολυτάλαντος Βεζένκοβ κατέκτησε τον κόσμο με το σπαθί του χωρίς να του χαριστεί ποτέ τίποτε και αποχωρεί αφήνοντας πίσω του μόνο φίλους και επαίνους, την ίδια ώρα που π.χ. ο Κώστας Σλούκας -και πριν από αυτόν ο Βασίλης Σπανούλης– κατηγορείται εκεί έξω για αχαριστία, φιλοχρηματία και αιθεροβαμοσύνη. Ο Βεζένκοβ της τελευταίας διετίας άπλωσε τα χέρια του και άγγιξε κορυφές που ούτε ο ίδιος φανταζόταν.
Το κρίσιμο σταυροδρόμι τον βρήκε σε ηλικία κάπως οριακή, αφού -όπως πολύ καλά γνωρίζει από τις οικογενειακές συζητήσεις ένας από τους νέους συμπαίκτες του…- είναι ελάχιστοι οι Ευρωπαίοι που μετακομίζουν στο ΝΒΑ στα 28 τους και ακόμη λιγότεροι εκείνοι που δικαιώνονται από τούτη την απόφαση. Δείτε ξανά ορισμένα από τα ονόματα που αναφέρονται στην αρχή του κειμένου. O Tεοντόσιτς ήταν 30άρης όταν πρωτοφόρεσε τη φανέλα των Κλίπερς, o Nαβάρο 27 όταν πήγε στο Μέμφις. Αμφότεροι μετάνιωσαν οικτρά και γύρισαν πίσω πολύ γρήγορα.
Ο Αλέξανδρος Βεζένκοβ αγνόησε την καρδιά του και -κάπως κυνικά και επαγγελματικά- συμβουλεύτηκε το μυαλό του. Στα 28 σου χρόνια είτε κάνεις το σάλτο στα βαθιά για να δεις αν μπορείς να κολυμπήσεις είτε επωμίζεσαι το βάρος του «what if» εφ’ όρου ζωής. Τα χρήματα είναι πάρα πολλά, αλλά όχι πάρα πολύ περισσότερα από αυτά -τα καθαρά- που του υποσχόταν ο Ολυμπιακός για την επόμενη τετραετία.
Στη «χειρότερη» περίπτωση, μπορεί να γίνει νέος Μίροτιτς και να επιστρέψει από τις ΗΠΑ στον Πειραιά (ή σε άλλη πόλη της «γηραιάς ηπείρου») στα 30 ή στα 31 του για να διεκδικήσει τον ευρωπαϊκό τίτλο που άγγιξε αλλά δεν κατέκτησε. Προηγουμένως, όμως, θα μετρήσει πόσα απίδια βάζει ο σάκος στα δύσβατα παρκέ του ΝΒΑ, όπου όπως είδαμε καταποντίστηκαν παίκτες πολύ καλύτεροι από τον ίδιο. Το ζητούμενο δεν είναι απλώς να παίξει για να εξωραΐσει το βιογραφικό του, αλλά να αφήσει και το στίγμα του.
Η προσωπική μου πρόβλεψη είναι ότι ο Βεζένκοβ θα χρειαστεί να βελτιώσει αισθητά το παιχνίδι του για να σταθεί και να πάρει κάτι παραπάνω από τον ρόλο του τέταρτου φόργουορντ που θα χρεώνεται ρόλο spot shooter για να ανοίγει τις αντίπαλες άμυνες ως απειλή από το τρίποντο και να ξεκουράζει τους βασικούς επί 15-18 λεπτά.
Θα χρειαστεί να παίξει με τη μπάλα στο παρκέ για να κερδίσει λεπτά και στο «3», να δυναμώσει το κορμί του για να μην εξοριστεί από τις ρακέτες, να γίνει κοντολογίς παίκτης ΝΒΑ και όχι Ευρώπης. Παιχταράς Ευρώπης, σύμφωνοι, αλλά η έμφαση μέχρι νεωτέρας πέφτει στο: Ευρώπης. Η ταχύτητα με την οποία βελτιώνεται τώρα που έφτασε στα χρόνια της ωριμότητας είναι το ισχυρότερο εφόδιό του. Δείτε αγώνες του 2020 και θα δυσκολευτείτε να τον αναγνωρίσετε.
Προσπαθώ να πω ότι ο Βεζένκοβ θα δυσκολευτεί πολύ μακριά από το σύστημα του Ολυμπιακού (όπως δυσκολεύτηκε οσάκις αυτό βραχυκυκλώθηκε από ισχυρούς και οξυδερκείς αντιπάλους), αφού δεν είναι συνηθισμένο φαινόμενο στο ΝΒΑ η χημική εξίσωση που κάνει όλους τους παίκτες μίας ομάδας -αυτόφωτους και ετερόφωτους- καλύτερους απ’ ό,τι «είναι».
Το πρόβλημα, βεβαίως, δεν το έχει πια ο Σάσα Βεζένκοβ, που άλλωστε θα φορέσει τη φανέλα μίας ανερχόμενης, νεανικής και οψίμως φιλόδοξης ομάδας του ΝΒΑ σε τόπο ηλιόλουστο και σαγηνευτικό, έναντι πακτωλού χρημάτων και μακριά από την τοξικότητα της Ελλάδας, αλλά ο Ολυμπιακός. Η αποχώρηση του Βεζένκοβ και πιθανόν του Σλούκα οδηγεί σε αναγκαστική αναδόμηση, όπου θα πρέπει να βρεθούν κομμάτια με παρόμοια -δυσεύρετα και πανάκριβα- χαρακτηριστικά ή να επανεξεταστεί το παζλ.
Οι γενναιόδωρες ανανεώσεις των συμβολαίων του Γουόκαπ, του Φαλ και του ΜακΚίσικ σε συνδυασμό με την επιστροφή των Μιλουτίνοβ, Ουίλιαμς-Γκος προδίδουν σωφροσύνη, ταυτόχρονα όμως κάνουν την ομάδα πιο «δύσκαμπτη» σε ό,τι αφορά το αγωνιστικό πλάνο της και διόλου νεανική, καθώς όλοι οι παίκτες πλην Λούντζη είναι από 29 και πάνω. Η φημολογούμενη στρατολόγηση του Μίροτιτς είναι ορθή από αγωνιστικής πλευράς (αφού η ταυτότητά του μοιάζει πολύ με του Βεζένκοβ, όπερ ομαλή μετάβαση) και λανθασμένη με όλα τα υπόλοιπα κριτήρια: ηλικιακά, ιεραρχικά, οικονομικά κ.ο.κ.
Πώς θα κινηθεί στο εξής ο Ολυμπιακός με τα πρόσθετα 1,3 εκατομμύρια ευρώ των Κινγκς στο ταμείο του; Θα προσπαθήσει να φτιάξει ομάδα μίας ή δύο χρήσεων με στόχο το ευρωπαϊκό σκήπτρο του 2024 και 2025 ή θα αναζητήσει ενέσεις φρεσκάδας και εναλλακτικές συνταγές;
Σε κάθε περίπτωση, δεν θα είναι καθόλου εύκολο να παραμείνει εξίσου δυνατός και σταθερός στην ευρωπαϊκή κορυφογραμμή εφ’ όσον χάσει έναν ή και δύο παίκτες επιπέδου MVΡ, με ξεχαρβαλωμένο μάλιστα τον ελληνικό πυρήνα του. Κάτι μου λέει ότι σήμερα αυξήθηκαν αρκετά οι πιθανότητες παραμονής του Σλούκα στον Πειραιά.
Πηγή: Gazzetta