Επιλογή Σελίδας

Του Zastro

Ο ανασφαλής Κόλινς είχε δώσει τη θέση του στον ευθύ και εκκεντρικό Τζάκσον, ο οποίος προτιμούσε να προσεγγίζει τους αγώνες βασιζόμενος στην ψυχολογία και τα mind games.

Ο Τζόρνταν τη λάτρεψε αυτήν την προσέγγιση, αυτή την εσωτερικότητα, σχεδόν θρησκευτικότητα του Φιλ. Οι μέθοδοι του Τζάκσον, με το ινδιάνικο ταμπούρλο πριν τους αγώνες, μπορεί να φαντάζουν τρελές στο ευρύ κοινό, για το εσωτερικό των Μπουλς όμως ήταν βάλσαμο. Ο Φιλ έκανε τους «Ταύρους» κάτι σαν ινδιάνικη φυλή, ο καθένας είχε τον ρόλο του και οι υπόλοιποι τον σέβονταν. Ο ίδιος ήταν ο τρελός μάγος, ο Τζόρνταν εκείνος που πρώτος θα ξέθαβε το τσεκούρι του πολέμου.

Ο Τζάκσον κατόρθωσε να μετατρέψει εκείνο το επίπονο “μόνος εναντίον όλων” του Μάικλ σε “μόνοι μας και όλοι τους”. Έδωσε στον Τζόρνταν να καταλάβει ότι ο εχθρός είναι απέναντι, όχι μέσα στην ομάδα και στο λιγότερο ταλέντο που έχουν οι συμπαίκτες του, τον απελευθέρωσε και τον έκανε πραγματικό leader. Σε εκείνον τον μυστικισμό του Τζάκσον στηρίχθηκε η σχέση τους, στο ιερό μυστήριο της «καύσης του λευκού βίσωνα» θεμελιώθηκε η γένεση της δυναστείας του Σικάγο, μιας από τις πιο ωραίες αθλητικές ιστορίες όλων των εποχών.

Το γεγονός ότι ο κόουτς ήταν χρόνια κοντά στην ομάδα τον είχε βοηθήσει αφάνταστα να αποκρυπτογραφήσει τον Τζόρνταν, να ερμηνεύσει συγκεκριμένες αντιδράσεις και συμπεριφορές, να μην χρειάζεται χρόνο προσαρμογής και ανοχής για τα χούγια του. Ήξερε ακόμα και την παραμικρή λεπτομέρεια, τι τον εκνεύριζε, τι τον ηρεμούσε, πόσο σου επέτρεπε να εμβαθύνεις σχετικά με τα προσωπικά του, να μιλήσεις για την οικογένειά του, να θίξεις ευαίσθητες χορδές όπως η μητέρα του, ο πατέρας του, τα αδέλφια του, η γυναίκα του, το παρελθόν.

Ήταν μια συνωμοσία πλανητών που μας χάρισε τα καλύτερα μπασκετικά μας χρόνια.

Η αλλαγή έγινε ορατή από το training camp. O Τζάκσον είχε ρίξει το 90% του βάρους στην άμυνα και στόχευε στο υψηλό αίσθημα ανταγωνιστικότητας του Τζόρνταν και των υπόλοιπων πιτσιρικάδων.

Αναγόρευσε σε ηγέτη #2 τον Πίπεν, στις προπονήσεις έβαζε τον έναν απέναντι στον άλλον, με ομηρικές μάχες να εκτυλίσσονται μπροστά στα μάτια των “μετριοπαθών” όπως ο Πάξσον ή των βετεράνων όπως ο Καρτράιτ. Στο ρόστερ προστέθηκε ο rookie Μπι Τζέι Άρμστρονγκ από την Αϊόβα, οι επίσης rookies Στέισι Κινγκ και Τζεφ Σάντερς και ανανέωθηκε ο Κρεγκ Χότζες, υπερπολύτιμο εργαλείο στο αμάλγαμα που δημιουργείτο.

Η μαγιά υπήρχε, η χημεία ξεκινούσε να δένει, έπρεπε μόνο να γίνει κατανοητό το σύστημα της «τριγωνικής επίθεσης» και κυρίως να το καταλάβει απόλυτα ο Τζόρνταν που απορούσε με το γεγονός ότι η μπάλα έπρεπε απαραιτήτως να περάσει από τα χέρια του Μπιλ Καρτράιτ, κάτι σαν τον γέρο της φυλής σε εκείνο το ιδιότυπο ινδιάνικο πείραμα του Τζάκσον.

Στην πρεμιέρα ο Τζόρνταν γράφει 54, τρίτη αγωνιστική οι Μπουλς κερδίζουν τους Πίστονς, αλλά κανείς δεν καταλαβαίνει τι ακριβώς παίζουν.

Η «τριγωνική επίθεση» δεν είναι εύκολη, είναι ένα σύστημα βασισμένο στο triple-post, το οποίο εμπλέκει και τα πέντε μέλη της πεντάδας που πρέπει διαρκώς να κινούνται και να πασάρουν στον σωστό χρόνο. Για χρόνια το παιχνίδι βασιζόταν στο isolation και στα one-on-one setups, το triple-post βγήκε από το χρονοντούλαπο, εξελιγμένο και δουλεμένο για χρόνια από τον Γουίντερ.

Όλο αυτό ήθελε χρόνο και χρόνο οι Μπουλς δεν είχαν πολύ, αφού το project του Κράους ήταν ήδη κατά ένα έτος ληξιπρόθεσμο. Όταν όμως ο Ράινσντορφ είδε για πρώτη φορά αρμονία στην ομάδα και όλον τον οργανισμό να είναι προσηλωμένος στον στόχο, η παράταση δόθηκε, ο Γουίντερ αναβαθμίστηκε πλήρως, από πλήρως αγνοούμενος γερο-ξεκούτης έγινε κάτι σαν γκουρού του μπάσκετ. Η πειθαρχία ήταν στρατιωτική.

Ο Τζόρνταν πιστεύει στο πλάνο, αλλά είναι ανυπόμονος. Όσο η σεζόν προχωράει και βλέπει ότι δεν έρχεται το climax τόσο οι αμφιβολίες γιγαντώνονται μέσα του.

Τα Χριστούγεννα ζητάει να δει τον Τζάκσον, να του εκφράσει τους προβληματισμούς του. Ο Τζάκσον τον ακούει προσεκτικά και, μόλις του απευθύνει την τελευταία ερώτηση, αντί να απαντήσει, ανοίγει το συρτάρι του και του δίνει ένα βιβλίο. Είναι το «Song of Solomon» της Τόνι Μόρρισον, μια αλληγορική νουβέλα σχετικά με τον αγώνα μιας Αφροαμερικανικής οικογένειας και του πρωτότοκου χρυσοθήρα, Μέικον «Milkman» Ντεντ, ήρωα του βιβλίου και “κάτι σαν Τζόρνταν”. Ο Μάικλ το πήρε, το διάβασε και δεν ξαναδιαμαρτυρήθηκε, ακόμα κι όταν οι σερί ήττες ξεσήκωναν θύελλα διαμαρτυριών και σκληρών άρθρων από τον Τύπο του Σικάγο.

Ακόμα και στις μεγάλες βραδιές του, όπως εκείνο το απίστευτο 69 πόντοι και 18 ριμπάουντς στο νικηφόρο παιχνίδι στο Κλίβελαντ, ο Φιλ τον προσγείωνε και τον παρότρυνε να κάνει τους συμπαίκτες του καλύτερους. Είναι προτιμότερο να πετύχαινε 40, να μοίραζε 10 παραπάνω ασίστ και η ομάδα να κέρδιζε άνετα παρά να κερδίζει στην παράταση με 69 δικούς του. Ο Τζόρνταν το αποδεχόταν αδιαμαρτύρητα, οι συμπαίκτες του δεν το πίστευαν σχεδόν, μερικοί μέχρι που είχαν αρχίσει και να τον συμπαθούν.

Οι Μπουλς τελικά ολοκλήρωσαν δεύτεροι στη Central, πίσω από τους Πίστονς, με ρεκόρ 55-27. Ο Τζάκσον το υποβάθμισε, ο Τζόρνταν μίλησε στα αποδυτήρια σαν πραγματικός αρχηγός πριν την έναρξη των play offs, εφιστώντας την προσοχή όλων στην τήρηση του πλάνου και όχι σε μια ευκαιριακή επιτυχία όπως την προηγούμενη σεζόν. Ήταν απίστευτη η αλλαγή.

Εύκολος πρώτος γύρος με τους Μπακς και μπροστά η Φιλαδέλφεια του «Σερ Τσαρλς». O Τζόρνταν είναι καταπληκτικός: 43.7 μ.ο. χωρίς να περιορίζει τους συμπαίκτες του, ο Πίπεν ξεκάθαρο δεύτερο βιολί να έχει την μπάλα αρκετή ώρα στα χέρια, ο καθένας τον ρόλο του. Πρόκριση στον Τελικό της περιφέρειας.

Και πάλι Πίστονς. Αυτήν τη φορά οι Μπουλς δεν έχασαν κάνοντας φασαρία. Για την ακρίβεια, έχασαν κερδίζοντας. Οι Πίστονς κέρδισαν μια πύρρειο πρόκριση στον Τελικό που ουσιαστικά σήμανε το τέλος της αυτοκρατορίας τους. Το αντιαθλητικό παίξιμο και το ξύλο ήταν παροιμιώδη, με κορυφαίο γεγονός το χτύπημα του Μπίλ Λαϊμπίρ στο έκτο παιχνίδι, όπου οι Μπουλς κερδίζουν και πάνε στο καθοριστικό έβδομο. Οι Μπουλς διαλύονται με 93-74, έχοντας τον Πίπεν και τον Πάξσον εκτός νυμφώνος λόγω προβλημάτων υγείας.

Όπως θα πει ο Τζόρνταν πολλά χρόνια αργότερα, είναι η ήττα που τον πείραξε πιο πολύ απ’ όλες στην καριέρα του αλλά και η τελευταία που κατάλαβε ότι χωρίς την ομάδα δεν μπορείς να κερδίσεις τίποτα.

Στη λήξη και με τους πάντες περίλυπους, πήρε τον λόγο στα αποδυτήρια: «Hey, now we’ve gotta go over the top, and I’m gonna take us there. If you don’t want to be on the boat, get off»! Τους άφησε όλους να πάνε διακοπές με αυτήν την φράση. Ήταν μεν εκνευρισμένος, αλλά είχε κουραστεί να χάνει, δεν άντεχε για την ακρίβεια να χάνει άλλο. Ήδη στις ΗΠΑ είχε αρχίσει το γνωστό σενάριο του «μεγάλου που δεν θα κερδίσει ποτέ τίποτα, του καταραμένου καλύτερου» κλπ. Ήταν άλλωστε απόλυτα συνηθισμένο αυτό στο ΝΒΑ, μια πραγματική “ασθένεια” που έπληξε πολλούς “εξωπραγματικούς” παίκτες στην εποχή τους, οι οποίοι δεν κέρδισαν τίποτα, διότι έπεφταν πάνω σε καλύτερες ομάδες, πιο άρτιες και πιο έτοιμες, αν και με λιγότερο ταλέντο.

Δεν ήταν κάτι νέο, έγινε και πριν και μετά από αυτόν, συνεπώς ουδεμία έκπληξη. Αυτή η “νόσος” νικήθηκε ακριβώς την περίοδο 1990-1991 και έμεινε απλώς μια ανάμνηση, μια αναφορά στο ξεκίνημα της καριέρας στην περίπτωση του Τζόρνταν.

Μια ξεθωριασμένη ανάμνηση, ένα παράδοξο που σήμερα δεν μπορεί παρά να χαρίζει ένα χαμόγελο σε εκείνους που έζησαν και θυμούνται τη συζήτηση της εποχής, τους τόνους μελάνης που είχαν χυθεί για να εξηγήσουν την “κατάρα” του Τζόρνταν, ο οποίος ναι μεν είναι ο καλύτερος, αλλά είναι καταδικασμένος να μείνει χωρίς δαχτυλίδι, χωρίς το Πρωτάθλημα («Παγκόσμιο Πρωτάθλημα», όπως αρέσκονται να το αναφέρουν οι Αμερικανοί) που θα του χάριζε την αιωνιότητα.

Μετά από ένα πολυσυζητημένο «Nike Trip» στην Ευρώπη και κάποιες παλινωδίες με κάποιους αγώνες επίδειξης για τον αμερικανικό στρατό, τα οποία έφεραν ένα είδος μποϋκοτάζ στα προϊόντα του από την Αφροαμερικανική κοινότητα, ο Τζόρνταν επιστρέφει στο Σικάγο και την πέντε μηνών έγκυο (στον Μάρκους) Χουανίτα, ώστε να ηρεμήσει από το πολιτικό παιχνίδι που στήθηκε γύρω του και να προετοιμαστεί για τη σεζόν των αποδείξεων.

Ο Κράους, μετά την πολλοστή αποτυχημένη προσπάθεια να φέρει στο Σικάγο τον Γουόλτερ Ντέιβις, κατέληξε στον Ντένις Χόπσον για τα guard, προσέθεσε στα forward τον πολύ γνωστό μας Κλιφ Λέβινγκστον από την Ατλάντα και υπέγραψε και τον Σκοτ Γουίλιαμς, έναν ψηλό εκτός draft από το North Carolina, για να αποκτήσει έναν ακόμα protegè ο Τζόρνταν.

Αυτήν τη φορά η «τριγωνική επίθεση» δούλευε στην εντέλεια, ο Τζόρνταν μπορούσε και ήξερε να αντιδρά σε κάθε περίπτωση και υποπερίπτωση που είχε διδάξει ο Τεξ, συμπαρέσυρε τους πάντες στους ρυθμούς του.

Η βασική πεντάδα δούλευε ρολόι, το πρόβλημα υπήρχε, μόνο όταν στο παζλ ερχόταν κάποιο κομμάτι από τον πάγκο. Άρμστρονγκ, Χότζες, Περντιού, Κινγκ, Λέβινγκστον, Γουίλιαμς και Χόπσον δούλευαν πολύ, ίσως περισσότερο από κάποιους βασικούς, αλλά δεν είχαν ούτε τον χρόνο ούτε το ταλέντο των starters.

Στην άμυνα όμως το πράγμα είχε αγγίξει το τέλειο. Οι Μπουλς περιόριζαν τους αντιπάλους ακόμα και σε πέντε πόντους σε μια περίοδο, όπως τον Δεκέμβριο εναντίον των Cavs στο Stadium. Έκαναν 30 σερί νίκες εντός έδρας, κέρδισαν 61 παιχνίδια, νέο ρεκόρ στην ιστορία τους, ο Τζόρνταν κατέκτησε το δεύτερο MVP της καριέρας του, συμπεριλήφθηκε εκ νέου στην καλύτερη πεντάδα, ψηφίστηκε και για την καλύτερη αμυντική πεντάδα, βγήκε πέμπτη φορά πρώτος σκόρερ με 31.5 μ.ο.

Στον πρώτο γύρο των play offs ήρθε το sweep κόντρα στους εν πλήρη ανακατασκευή Νικς. Στη συνέχεια, ένα εύκολο 4-1 με τους Sixers και μπροστά στο Σικάγο πλέον ήταν ο δαίμονας. Οι «Bad Boys», ο Αϊζάια, o Ντουμάρς, o Μαχόρν, ο Λαϊμπίρ, o Ρόντμαν, η πολύ σκληρή άμυνα του Ντέιλι, στα όρια του αντιαθλητικού. Αυτήν τη φορά όμως η σειρά δεν ξεκίνησε ποτέ. Οι Μπουλς επιτέλους δεν ήταν μόνο Τζόρνταν, ήταν μια ομάδα με όλη τη σημασία της λέξης, μια απόλυτα συγκεντρωμένη μηχανή, προγραμματισμένη να νικά. 4-0 απόλυτη επικράτηση.

Οι Πίστονς προσπάθησαν να διασώσουν την αξιοπρέπειά τους στο τέταρτο ματς, αλλά έχασαν τα πάντα. Πάνω απ’ όλα έχασαν την τιμή τους, όταν η πιο εμβληματική φιγούρα τους, ο Αϊζάια Τόμας, βιαστικά έκανε νόημα στους συμπαίκτες του να αποχωρήσουν στα αποδυτήρια χωρίς καν να περιμένουν την κόρνα της λήξης, προκειμένου να μην υποχρεωθούν να συγχαρούν τους αντιπάλους τους. Με εκείνη την κίνηση ο Τόμας ουσιαστικά έθετε εαυτόν εκτός Ολυμπιακής ομάδας, ο Ντέιλι δεν του το συγχώρεσε ποτέ.

Ο Τζόρνταν θα ήθελε πολύ να κρατήσει περισσότερο εκείνη η στιγμή, μπροστά του όμως είχε το πρώτο μεγάλο ραντεβού της καριέρας του, την πρώτη φορά σε τελικούς. Και τι τελικούς…Σικάγο Vs Λέικερς, Τζόρνταν Vs Μάτζικ.

Ο Μάικλ ξαναβρίσκει και τους δύο συμφοιτητές, Τζέιμς Ουόρθι και Σαμ Πέρκινς, οι τρεις τους έχουν καλές σχέσεις πλέον, ενώ με τον Μάτζικ τα πράγματα ακόμη είναι παγωμένα, αν και αμβλυμένα σε σχέση με εκείνο το περιβόητο freeze-out του 1985, το οποίο ο Τζόρνταν εξακολουθεί να μην ξεχνάει ποτέ.

Στον πρώτο αγώνα της σειράς, τα παλιά φαντάσματα επέστρεψαν για να στοιχειώσουν τον MJ. Οι Λέικερς επιβλήθηκαν με 93-91 χάρη σε ένα σουτ τριών του Πέρκινς.

Πολλοί προέβλεψαν sweep, είχαν υπολογίσει όμως χωρίς το ιστορικό μέχρι σήμερα «perfect match»: Οι Μπουλς σούταραν με 62% ευστοχία (50 στα 81 σουτ), το πρώτο ημίχρονο έκλεισε στο 48-43, ένα +5 που άφηνε το παιχνίδι ανοιχτό. Στην τρίτη όμως περίοδο, τα 17 στα 20 σουτ δεν άφησαν περιθώρια, παρόλο που οι Λέικερς έκαναν ό,τι ήταν δυνατόν για να παρακολουθήσουν, εκείνη η τρίτη περίοδος υπήρξε αποφασιστική για τη σειρά, ίσως και για την ιστορία του ΝΒΑ.

Πίπεν και Γκραντ με 20 πόντους ο καθένας, Πάξσον και Καρτράιτ 16 και 12. Επιπλέον ο Σκότι αποδείχθηκε καταλυτικός και στον περιορισμό του Μάτζικ, κρατώντας τον στο φτωχό 4 στα 13 σουτ, αποδιοργανώνοντας πλήρως το pick’n’roll του Λος Άντζελες. O Τζόρνταν υπήρξε θεϊκός: σκόραρε 33 πόντους με 15 στα 18 σουτ, τα 13 εκ των οποίων ήταν συνεχόμενα εύστοχα, έκανε ίσως το καλύτερο παιχνίδι της καριέρας του, ένα από τα καλύτερα στην ιστορία του NBA.

Σε εκείνο το δεύτερο παιχνίδι έγινε και η φάση που επαναλαμβάνεται ασταμάτητα έκτοτε σε όλα τα αφιερώματα των τελικών, μια εποποιΐα που το «NBC» παρουσιάζει κάθε -μα κάθε- χρονιά, προσθέτοντας απλώς μια αναφορά: «just perfect».

Ο Τζόρνταν απέφυγε τον προσωπικό φρουρό του με μια “πλαστική” προσποίηση, μπήκε στο ζωγραφιστό και απογειώθηκε για το -αναμενόμενο- κάρφωμα. Την μπάλα την είχε στο δεξί του χέρι, όταν ο Έι Σι Γκριν ορθώθηκε μπροστά του για να τον σταματήσει. Κάθε άλλος παίκτης θα είχε πασάρει ή θα προσπαθούσε να πάρει το φάουλ αναζητώντας την επαφή, έστω θα προσπαθούσε να περάσει την μπάλα πάνω από το χέρι του αμυντικού και να δώσει καμπύλη στην τροχιά. Όχι όμως ο Τζόρνταν. Eν πτήση, πέρασε την μπάλα από το δεξί στο αριστερό, απέφυγε με μια απίστευτη κίνηση του σώματος τον Έι Σι Γκριν, ο οποίος έμεινε έκπληκτος να απορεί κοιτώντας τον «Air» να αφήνει την μπάλα στο καλάθι. Just perfect.

Συγκλονιστικό και το τρίτο παιχνίδι στο Σικάγο, όπου οι Μπουλς επικράτησαν με 104-96 στην παράταση, κατά τη διάρκεια της οποίας ο Τζόρνταν σκόραρε τους έξι από τους 12 πόντους της ομάδας.

Το τέταρτο παιχνίδι πιο άνετο: 97-82 και η σειρά στο 3-1, το δαχτυλίδι λαμπύριζε, ήταν πιο κοντά από ποτέ. Οι Λέικερς, παγιδευμένοι στην άμυνα και τη διάθεση των Μπουλς, πυροβολούσαν άσφαιρα. 36% στα σουτ, με μόνον διασωθέντα έναν συγκινητικό Βλάντε Ντίβατς, ο οποίος αποδείχθηκε o πιο αξιόπιστος κρίκος των Λέικερς, κλείνοντας εκείνη τη σειρά με μέσους όρους Hall of Famer: 18.2 πόντους, 8.8 ριμπάουντ και 2.4 κοψίματα.

Το πέμπτο ματς είναι το ματς του Τζον Πάξσον, οι δικοί του 10 πόντοι στο τελευταίο πεντάλεπτο έκριναν τον τίτλο, δικαίως ανακηρύχθηκε σε αφανή ήρωα εκείνης της βραδιάς.

Η σειρά όμως ανήκε σε έναν. Ο Τζόρνταν ολοκλήρωσε τους πέντε αγώνες των τελικών, έχοντας τρομακτικά στατιστικά: 31.2 πόντοι, 56% στα σουτ και 85% από τη γραμμή. Επιπλέον, 11.4 ασίστ, 6.6 ριμπάουντ, 1.4 μπλοκ και 2.8 κλεψίματα.

Με το που τελείωσε το πέμπτο παιχνίδι, έτρεξε στα αποδυτήρια του Forum. Εκεί, με τον πατέρα του, Τζέιμς, στα αριστερά και τη Χουανίτα δεξιά, έκλαψε. «I’m numb», ήταν η φράση που ψέλλισε ως -επιτέλους- Πρωταθλητής του ΝΒΑ. Ήταν η πρώτη δικαίωση για πολλά χρόνια αμφισβήτησης, το πρώτο δαχτυλίδι και, ως γνωστόν, ποτέ δεν είναι ξανά σαν την πρώτη φορά.

Την ίδια στιγμή στο παρκέ, ο Τζακ Νίκολσον, αιώνιος Λέικερ fan, αγκάλιαζε τον Φιλ Τζάκσον και ο Μάτζικ έψαχνε τον Τζόρνταν. Πήγε στα αποδυτήρια, ζήτησε να τον δει. Του είπε με ειλικρίνεια ότι θέλει να θάψουν τις όποιες παλιές διαφορές, του έδωσε συγχαρητήρια και ευχήθηκε όλα αυτά να είναι η απαρχή μιας ειλικρινούς και δυνατής φιλίας. Ο Τζόρνταν συγκινήθηκε ξανά, ο Μάτζικ ήταν το είδωλο των παιδικών του χρόνων, ο ίδιος είχε αλλάξει, δεν ήταν πια ο άξεστος rookie από το North Carolina, ήταν ο Μάικλ Τζόρνταν.

Μετά το καθιερωμένο πάρτι στο Ritz Carlton στη Μαρίνα Ντελ Ρέι, οι νικητές Μπουλς επέστρεψαν στο Σικάγο όπου τους περίμεναν στο Grand Park περισσότεροι από 700.000 άνθρωποι. Όλοι με την ίδια φράση κολλημένη στο στόμα: «I wanna be like Mike». Έγινε μέχρι και trademark από τη Gatorade, έναν από τους δεκάδες σπόνσορες του Τζόρνταν, που είδε τη δημοτικότητά του να εκτοξεύεται σε επίπεδα που και ο ίδιος δεν μπορούσε να φανταστεί.

Αγκαλιάστηκε μέχρι και με τον Κράους, η ευτυχία ήταν έκδηλη σε όλο το Σικάγο εκείνον τον καιρό, ο Μάικλ ήταν επιτέλους ευτυχισμένος.

Αποφάσισε να χαλαρώσει το καλοκαίρι, παίζοντας γκολφ με τον Εσκίνας, ο οποίος στο μεταξύ χρωστούσε πια 98.000 δολάρια στον Τζόρνταν από διάφορα στοιχήματα μέσα στη σεζόν. Ο Εσκίνας τού πρότεινε ένα κλασσικό “διπλά ή τίποτα”, ο Τζόρνταν δέχτηκε αμέσως. Για δέκα μέρες στο Aviara Golf Club του Σαν Ντιέγκο έπαιζαν γκολφ, στοιχηματίζοντας όλο και πιο “χοντρά”. Ο Τζόρνταν όχι μόνο έχασε τα 98 χιλιάδες δολάρια αλλά έφτασε να χρωστάει στον Εσκίνας 626.000. Ήταν πολύ εκνευρισμένος που έχανε συνέχεια, όταν ο Εσκίνας τού είπε να σταματήσουν, αντιπρότεινε “διπλά ή τίποτα”. O Εσκίνας κοντοστάθηκε. Πια μιλούσαν για 1.25 εκατ. δολάρια. Ο Τζόρνταν ξαναέχασε και εξοργισμένος αποχώρησε.

Επέστρεψε στο Γουίλμινγκτον να τιμηθεί, παρόντος του Ντιν Σμιθ, άρχισε να κλαίει, ενώ δεν το συνήθιζε ποτέ. Η Χουανίτα έτοιμη σκούπισε τα δάκρυα και απέδωσε τα πάντα στη συγκίνηση από την εκδήλωση αλλά και από την είδηση ότι επιλέχθηκε για την Ολυμπιακή ομάδα των ΗΠΑ στους Αγώνες της Βαρκελώνης. Ο Σμιθ κούνησε απλώς το κεφάλι του.

It’s Karma

Το τηλέφωνο του Τζόρνταν χτυπούσε συχνά από διαφορετικούς αριθμούς. Ήταν κάθε φορά ο Εσκίνας που -στην αρχή διακριτικά και μετά πιο επίμονα- ζητούσε τα χρήματά του. Ο Τζόρνταν απαντούσε πότε με εκνευρισμό, πότε με χιούμορ. Ένα απόγευμα όμως του είπε ότι θα προτιμούσε να τον σκοτώσει από το να ξεπληρώσει ένα τόσο ανόητο χρέος.

Σχεδόν την ίδια εποχή κυκλοφορεί και ένα άκρως αρνητικό βιβλίο για την εικόνα του από τον Σαμ Σμιθ, με τίτλο «The Jordan Rules», το οποίο επιχειρούσε να αποκαθηλώσει το προφίλ που με κόπο είχε χτιστεί από τον ίδιο και τη Nike αλλά και να διαβάλει την παρουσία του στο Σικάγο. Το βιβλίο είχε τόσο αρνητική χροιά, ώστε κατόρθωσε να συμφιλιώσει πλήρως τον Τζόρνταν με τον Κράους. Όταν μαθεύτηκε ότι μια από τις πηγές του συγγραφέα ήταν ο Χόρας Γκραντ, το κλίμα στην ομάδα έγινε πολύ άσχημο.

Ο Τζάκσον προσπαθεί να ξανανεώσει την ομάδα, κυρίως να βρει την χρυσή τομή για να δουλέψουν μαζί ο Γκραντ με τον Τζόρνταν. Οι Μπουλς ήταν το φαβορί, αλλά πολύ γρήγορα έρχεται ένα τεράστιο χτύπημα για ολόκληρη τη λίγκα.

Ήταν 7 Νοεμβρίου του 1991, όταν ο Λον Ρόουζεν, ατζέντης του Μάτζικ, τηλεφώνησε στον Τζόρνταν την ώρα της προπόνησης. Του είπε τα μαντάτα. Ότι ο Μάτζικ είχε διαγνωσθεί με τον ιό HIV, ότι έχει AIDS. Ο Τζόρνταν έμεινε ατάραχος, ενώ ο Ρόουζεν τον ρωτούσε αν είναι εκεί ή έπεσε η γραμμή. Μετά από κάποια δευτερόλεπτα, άκουσε την μπάσα φωνή να τον ρωτάει: «Is he gonna die»?

Λίγες μέρες αργότερα, ο Μάτζικ ανακοίνωσε την άμεση αποχώρησή του από την ενεργό δράση, έχοντας δίπλα του τη γυναίκα του, Κούκι. Το NBA, την ίδια χρονιά όπου λάνσαρε την «Dream Team» στον πλανήτη, είχε δεχτεί ένα από τα μεγαλύτερα πλήγματα στην ιστορία του, αφού κανείς δεν γνώριζε τότε αν ο Μάτζικ θα επιζήσει, αν είναι απλώς φορέας ή ασθενής.

Για μεγάλο διάστημα κανείς δεν ασχολείται με το απόλυτο φαβορί για το repeat, Σικάγο, ο Κράους εξακολουθεί να κάνει trades (έστειλε τον Ντένις Χόπσον στο Σακραμέντο για έναν ακόμα αναπληρωματικό guard, τον Μπόμπι Χάνσεν) και ο Τζάκσον να αποθεώνει τους παίκτες του στις συνεντεύξεις Τύπου για να τους προστατεύσει.

Τον Δεκέμβριο, σε μια περιπολία ρουτίνας της αστυνομίας στη Σάρλοτ, συλλαμβάνεται ένας γνωστός dealer κοκαΐνης, ο Τζέιμς «Slim» Μπούλερ. Έχει στην κατοχή του μια επιταγή ύψους 57.000 δολαρίων, οπισθογραφημένη από τον Μάικλ Τζόρνταν. Ισχυρίζεται ότι πρόκειται για δάνειο, ακριβώς το ίδιο πράγμα ισχυρίζεται και ο δικηγόρος του Τζόρνταν στο Σικάγο. Αργότερα, όταν ο Μπούλερ κατηγορείται για ξέπλυμα χρήματος, ο Τζόρνταν θα κληθεί να καταθέσει. Μια υπόθεση το επιμύθιο της οποίας δεν μάθαμε ποτέ.

Ενάμιση μήνα μετά την περίεργη επιταγή, ο Έντι Ντάου, ένας “ενεχυροδανειστής” που ασχολείτο κυρίως με δάνεια για αποφυλακίσεις καταδίκων, δολοφονείται στον ύπνο του μέσα στο σπίτι του.

Εκλάπησαν από το σπίτι 20.000 δολάρια σε μετρητά μέσα από ένα ασημένιο σταχτοδοχείο, δεν αγγίχτηκαν επιταγές ύψους 108.000 δολαρίων που βρέθηκαν σε έναν μεταλλικό χαρτοφύλακα. Οι επιταγές ήταν όλες οπισθογραφημένες από τον Μάικλ Τζόρνταν. Ο δικηγόρος της οικογένειας Ντάου ισχυρίστηκε στον ανακριτή ότι οι επιταγές αφορούσαν σε χρέη προερχόμενα από παράνομο τζόγο. Για την ακρίβεια κατέθεσε ότι ήταν χρέη του Τζόρνταν προς έναν συμβολαιογράφο από τη Βόρεια Καρολίνα, ονόματι Ντιν Τσάπμαν, και προς δύο ακόμα πρόσωπα, τα οποία δεν κατονόμασε και ο ανακριτής προσδιόρισε ως πιθανούς εκπροσώπους του οργανωμένου εγκλήματος.

Αποδείχτηκε ότι ο Ντάου όντως είχε παραστεί σε τουλάχιστον τρία γκολφ events που διοργάνωσε ο Τζόρνταν στην έπαυλή του στο Hilton Head Island, στις ΗΠΑ ξέσπασε ένα τρομερό σκάνδαλο με ατέλειωτες πληροφορίες και “πληροφορίες”, συζητήσεις, talk shows, αναλύσεις επί αναλύσεων. Ζητήθηκε επιτακτικά από τον κομισσάριο του ΝΒΑ, Ντέιβιντ Στερν, να διεξαχθεί έρευνα για τις δραστηριότητες του Τζόρνταν, διατάχθηκαν δύο που αποδείχτηκαν ατελέσφορες. Η Nike δεν άργησε να πάρει θέση, μόλις έναν χρόνο πριν είχε ανανεώσει τη συνεργασία της με τον «Air» και έπρεπε να προστατεύσει με κάθε κόστος το προϊόν. Ο Ντάστι Κιντ, εκπρόσωπος Τύπου της εταιρείας, μετά από ασφυκτική πίεση των μέσων απάντησε ότι και ο Τζόρνταν είναι άνθρωπος, μπορεί να διαχερίζεται τον ελεύθερό του χρόνο όπως εκείνος κρίνει καλύτερα, δεν είναι ούτε ο Πρόεδρος, ούτε ο Ποντίφικας.

Οι Μπουλς εν τω μεταξύ συνέχιζαν τρένο, είχαν φτάσει σε ρεκόρ 37-5, τα απόνερα όμως όλης εκείνης της επικοινωνιακής λαίλαπας δεν άργησαν να κάνουν την εμφάνισή τους στον Τζόρνταν.

Σε ένα συγκλονιστικό ματς με τη Γιούτα που έφτασε στην τρίτη παράταση, ο Τζόρνταν επιτίθεται στον διαιτητή, Τόμι Γουντ, με κουτουλιά και αποβάλλεται για πρώτη φορά στην καριέρα του. Όλοι αποδίδουν τα νεύρα στα “γεγονότα”.

Μετά το All Star Game του Ορλάντο, όπου επιστρέφει σε μια συγκινητική στιγμή ο Μάτζικ, ο Τζόρνταν από την απόλυτη σιωπή περνάει στην αντιπέρα όχθη και το άλλο άκρο. Παραχωρεί μια τρομερή συνέντευξη στην «Tribune» και τη δημοσιογράφο Ισαακσόν, όπου παραδέχεται ότι έχει κάποιες πληγές στο κορμί και την ψυχή του, όπως όλοι οι άνθρωποι. Παραδέχεται στην έκπληκτη δημοσιογράφο ότι είχε εμπλακεί με έναν κύκλο ανθρώπων του υποκόσμου, ότι είχε εθιστεί στον τζόγο, κυρίως σε μαραθωνίους πόκερ και σε επί τόπου στοιχήματα σε αγώνες γκολφ.

Ήταν μια απίστευτη συνέντευξη, με τον Τζόρνταν να ανοίγει την ψυχή του, να ακουμπάει τα πάντα, ακόμα και τη ζωή του με τη Χουανίτα, εκτός ασφαλώς από το θέμα των γονιών του.

Τις επόμενες μέρες δείχνει απελευθερωμένος, στο μεθεπόμενο εντός έδρας παιχνίδι των Μπουλς σκοράρει 44 με τον Εσκίνας προσκεκλημένο του σε διακεκριμένες θέσεις στο παρκέ, δίπλα στη Χουανίτα. Αργότερα θα βγουν μαζί και για φαγητό. Ο Εσκίνας βρίσκει την ευκαιρία και ζητά διακριτικά τη διευθέτηση του χρέους, έστω και μέρους αυτού. Ο Τζόρνταν επικαλείται προβλήματα ρευστότητας και τον παραπέμπει στο ερχόμενο φθινόπωρο.

Αγωνιστικά οι Μπουλς πετούν, κλείνουν τη σεζόν με ρεκόρ 67-15, Ο πρώτος γύρος στα play offs ήταν ένα σχεδόν banal 3-0 απέναντι στο “βρέφος” του Μαϊάμι, στην πρώτη εμφάνιση των Χιτ στην post season.

Ενώ ανέμεναν τον αντίπαλο στον δεύτερο γύρο, διακριτικά μελετούσαν τη σειρά των Πίστονς κόντρα στη Νέα Υόρκη.

O αρχιτέκτονας του showtime, Πατ Ράιλι, είχε χτίσει τη Νέα Υόρκη κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση των «Bad Boys», μόνο που οι Νικς ήταν ακόμα πιο αθλητικοί, ακόμα πιο “κακοί”, ακόμα πιο σκληροί. Προκρίθηκαν, κάνοντας την έκπληξη, και από εκείνο το σημείο ξεκίνησε μια από τις πιο χαρακτηριστικές κόντρες στην ιστορία του ΝΒΑ, ένα rivalry που όμοιό του δεν έχει ξαναεμφανιστεί μέχρι σήμερα και δεν μπορούσε να περιμένει κανείς εκείνη την εποχή.

Είναι ίσως η πιο σκληρή σειρά αγώνων που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν οι “ανίκητοι” Μπουλς σε οποιονδήποτε από τους έξι τίτλους που κατέκτησαν τη δεκαετία του ’90, όπως θα πει αργότερα ο Τζόρνταν, είναι η επιτομή της αδρεναλίνης να παίζεις στο Madison Square Garden, το πιο “εχθρικό” γήπεδο που συνάντησε στην καριέρα του. Επιτέλους όλοι ξαναμιλούσαν για μπάσκετ.

Στον πρώτο αγώνα οι Νικς αγγίζουν την τελειότητα στην άμυνα, περιορίζουν τους Μπουλς σε (σχεδόν) τραγικά ποσοστά, Τζόρνταν συμπεριλαμβανομένου, αποδράμουν από το Chicago Stadium με ένα αναπάντεχο 89-94 στη φαρέτρα τους, το οποίο επί της ουσίας μεταφέρει το πλεονέκτημα έδρας στη Νέα Υόρκη.

Στο δεύτερο παιχνίδι οι Μπουλς επικρατούν με αίμα 86-78, είναι εκνευρισμένοι, δεν έχουν αντίδοτο στην άμυνα του Ράιλι, o ίδιος ο Τζόρνταν παρουσιάζεται αγνώριστος. Παρά το γεγονός ότι βγαίνει πρώτος σκόρερ, τα ποσοστά του είναι άθλια, διαμαρτύρεται για το hand checking των αντιπάλων, ασφυκτιά στις συνδυασμένες άμυνες του Ράιλι και νιώθει για μέρες τους πόνους στο κορμί του από τις συγκρούσεις με τους πολύ αθλητικούς ψηλούς των Νικς. Υπάρχει αντίδοτο;

Ο «MJ» θα απαντήσει στο τρίτο παιχνίδι, στο αλαλάζον Madison Square Garden, θα ξεσπάσει οδηγώντας τους Μπουλς σε μια πολύ δύσκολη νίκη με 94-86.

Όταν οι «Ταύροι» ήταν σε θέση να ανακτήσουν το πλεονέκτημα έδρας, Τύπος και ειδικοί θεώρησαν τη σειρά περαιωθείσα, ήταν αδύνατον για όλους να επαναληφθεί το τέλειο αμυντικό παιχνίδι των Νικς, οι οποίοι δεν είχαν αντίδοτο στον «Air».

Μέχρι που φθάσαμε στο τέταρτο ματς. Ο αγώνας είναι πιο σκληρός από ποτέ, η ένταση είναι εξωπραγματική μέσα στο παρκέ, οι συγκρούσεις και οι επαφές αγγίζουν τα όρια της σωματικής βίας, το “ξύλο” των Νικς είναι δυσεξίτηλο. Η Νέα Υόρκη κερδίζει, 2-2, αναπάντεχα, όλη η Αμερική μένει με το στόμα ανοιχτό.

Το πέμπτο ματς στο Ιλινόι αποκτά έναν απροσδόκητο χαρακτήρα, η άμυνα των Νικς (ξανα)περιορίζει τους Μπουλς αλλά όχι εκείνον. Ο Μάικ σταματάει στους 37, οι Μπουλς επιβάλλονται ξανά με αίμα 96-88 και ξαναγίνονται το φαβορί. Κάπου εκεί οι περισσότεροι ανέμεναν ότι οι Νικς δεν έχουν άλλη βενζίνη στο ρεζερβουάρ, δεν είναι δυνατόν να ξαναδείξουν τέτοια και τόση προσήλωση στην άμυνα, είναι φύσει αδύνατον να παίζεις τόσο physical για έξι σερί παιχνίδια σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα.

Έκαναν λάθος. Η Νέα Υόρκη κερδίζει με 14, σχεδόν διαλύει τους Μπουλς μέσα στο σπίτι τους, στέλνει το μήνυμα ότι δεν είναι ανίκητοι, δεν είναι υπεράνθρωποι, λυγίζουν.

Η πίεση είναι τεράστια, το έβδομο και τελευταίο παιχνίδι γίνεται talk of the country στις ΗΠΑ, ξεφεύγει από τα κλειστά αθλητικά όρια της λίγκας, είναι πρώτο θέμα στα late shows, αρχίζει και αφορά σε ανθρώπους που μέχρι τότε δεν είχαν επαφή με τα play offs του ΝΒΑ, δεν ασχολούνταν γενικά με το μπάσκετ.

Πριν το «παιχνίδι της δεκαετίας», ο Τζόρνταν αποσύρεται σε ένα μικρό δωμάτιο με τον πατέρα του. Είναι σε τεράστιο δίλημμα, οι οδηγίες του Φιλ, η εμμονή με το πλάνο δεν αντικατοπτρίζουν τη δική του οπτική για τον τρόπο που μπορεί να καμφθεί το εμπόδιο των Νικς. Είναι η εξαίρεση στον κανόνα της «τριγωνικής επίθεσης», η μοναδική φορά όπου ο Μάικλ διαφωνεί σιωπηρά με τον Φιλ και κάνει του κεφαλιού του.

«What should I do, dad? Should I take over»? O Τζέιμς Τζόρνταν κοιτάζει στα μάτια τον γιο του, διακρίνει την φλόγα και την εσωτερική αναγκαιότητα της επιβολής, τον πληγωμένο εγωισμό του καλύτερου. «I’d take over», είναι η απάντηση.

Και ο γιος του φρόντισε να το «αναλάβει».

Στα πρώτα λεπτά η Νέα Υόρκη προηγείται με 7-4. Είναι το τελευταίο προβάδισμα στο παιχνίδι, η τελευταία φορά όπου αισθάνθηκαν να ελέγχουν την κατάσταση.

Οι Μπουλς ξεφεύγουν και τότε μπαίνει σε εφαρμογή το σχέδιο του αποσυντονισμού, ο μοναδικός τρόπος που είχε απομείνει στους Νικς να γυρίσουν το παιχνίδι. Υψώνουν το -στα όρια του αντιαθλητικού- αμυντικό τείχος τους, αλλά δεν είναι αρκετό.

Το ξύλο είναι ανείπωτο, ο εμβληματικός badass ΜακΝτάνιελ, ο οποίος επίσης είναι γνωστός μας από το πέρασμά του στον Ηρακλή, αρχίζει να επικεντρώνεται στον αγαπημένο του στόχο: τον Σκότι Πίπεν. Ο Εξέβιερ ΜακΝτάνιελ, ένα δίμετρο θηρίο γεμάτο μούσκουλα με τρομερή φυσική δύναμη, ένας θρύλος του «Big Apple», σε όλη τη σειρά έχει διαλύσει τη φανέλα με το «33» των Μπουλς. Είναι το έβδομο παιχνίδι, τώρα ή ποτέ. Περίπου τρία λεπτά πριν λήξει η πρώτη περίοδος, απωθεί βίαια τον Πίπεν που προσπαθεί να απομακρυνθεί γρήγορα. No big deal. Τριάντα δευτερόλεπτα αργότερα, οι διαιτητές σφυρίζουν επιθετικό φάουλ στον “X-Man”, οποίος, επιστρέφοντας αθόρυβα στην άμυνα, χτυπάει τον Πίπεν. Ο Σκότι δεν αντιδρά και πάλι, ο Εξέβιερ φωνάζει κάτι στο πρόσωπό του και πηγαίνει να του επιτεθεί.

Ο Τζόρνταν είναι εκεί παραδίπλα και παρακολουθεί να εκτυλίσσεται μια μάχη που παραπέμπει σε νόμο της ζούγκλας. Η σκηνή γράφει ιστορία.

Κολλάει το πρόσωπό του σε εκείνο του ΜακΝτάνιελ, τα βλέμματα είναι δολοφονικά, το trash talk μοναδικό, oι κάμερες απαθανατίζουν μια εξαγριωμένη και σεληνιασμένη εικόνα του «MJ» να φωνάζει με τις φλέβες πεταμένες στον “X-Man” «Fuck you, motherfucker, fuck you»!

Οι διαιτητές τούς χωρίζουν αμέσως, τεχνική ποινή και για τους δύο. Τα πνεύματα ηρεμούν, η δουλειά όμως είχε γίνει, το μήνυμα ήταν σαφές: no fear. Οι «Ταύροι» δεν δέχονται τον εκφοβισμό, στη ζούγκλα, αν χρειαστεί, θα μετατραπούν κι εκείνοι σε άγρια θηρία, θα παλέψουν για το τομάρι τους.

«Jordan took over», όπως ακριβώς είχε πει στον πατέρα του, το παιχνίδι δεν ήταν ούτε τακτικό ούτε όπως όλα τ’ άλλα. Ήταν το σημείο που άλλαξε την ιστορία, η στιγμή που η ομάδα ακολούθησε τον αριθμό «23»,  αναγάγοντάς τον σε leader παντού. Υποκλίθηκε ακόμα και ο Τζάκσον, συνηγόρησε ακόμα και ο Κράους.

Το Σικάγο δεν χάνει ποτέ το προβάδισμα, και ο τελευταίος αναπληρωματικός που μπαίνει να ξεκουράσει τους βασικούς παίζει με το μαχαίρι στα δόντια, όταν οι Νικς επιστρέφουν στην απέλπιδα προσπάθεια να το γυρίσουν, oι Μπουλς παίζουν τρομακτική άμυνα, οι “σκληροί” μένουν άποντοι για πέντε ολόκληρα λεπτά.

Όλα τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Τελικό 110-81. «Αποκαταστάθηκε η τάξη», είναι ο τίτλος της «Chicago Tribune» την επόμενη μέρα, για ένα από τα πιο δημοφιλή παιχνίδια που έγιναν ποτέ.

Παρά την απίστευτη ένταση και κούραση από την θρυλική σειρά με τους Νικς, απέμεναν οι «Καβς» για το τυπικό της υπόθεσης.

Η πρόκριση στους τελικούς δεδομένη, εκεί περίμενε το Πόρτλαντ, μια ομάδα δυνατή, Κλάιντ Ντρέξλερ, Ντάνι Έιντζ, Κλιφ Ρόμπινσον, Τέρι Πόρτερ, Μπακ Γουίλιαμς. O «Clyde the Glyde» είναι το αντίπαλο δέος του Μάικλ, αλλά μετά από μια τόσο έντονη σειρά όπως εκείνη με τους Νικς οτιδήποτε φαινόταν παιχνιδάκι.

14 Ιουνίου του 1992 το Σικάγο γιορτάζει το back to back στον έκτο Τελικό εναντίον του Πόρτλαντ, σε μια σειρά που έμεινε στην ιστορία περισσότερο για τους 35 πόντους του Τζόρνταν σε ένα ημίχρονο, με έξι εύστοχα σουτ τριών πόντων.

Μια κουραστική σεζόν από όλες τις απόψεις έφτασε στο αίσιο τέλος της, ο Τζόρνταν (και o Πίπεν) είχε όμως ενώπιόν του τη Βαρκελώνη. O Κράους έψαχνε τρόπο να ακυρώσει τη συμμετοχή του για να ξεκουραστεί και να αδειάσει το μυαλό του από τα ζητήματα που τον απασχόλησαν, η Nike δεν διαφωνεί, αφού η US Basketball επέλεξε την Adidas ως main sponsor.

Βρίσκεται η χρυσή τομή με την Ολυμπιακή Επιτροπή και τους σπόνσορες, υπεισέρχεται και το πατριωτικό στοιχείο κατόπιν παρέμβασης του Προέδρου των ΗΠΑ και η «Dream Team» κατεβαίνει πλήρης στους αγώνες.

Τζόρνταν, Μάτζικ, Στόκτον, Ντρέξλερ, Μάλιν, Πίπεν, Μπερντ, Μπάρκλεϊ, Μαλόουν, Γιούιν, Ρόμπινσον, συν το μοναδικό κολεγιόπαιδο, τον Κρίστιαν Λάετνερ.

Προπονητής ήταν ο Τσακ Ντέιλι, πρώην προπονητής του Ντιτρόιτ, ο οποίος μόλις είχε αναλάβει τους Νετς. Μάτζικ και Μπερντ είχαν κληθεί τελευταία στιγμή μετά από μακροήμερες διαβουλεύσεις, ήταν ένας ελάχιστος φόρος τιμής σε δύο καριέρες απαράμιλλες, ένα απαραίτητο “τιμής ένεκεν” σε δύο από τους πιο σπουδαίους όλων των εποχών. Τελευταία στιγμή κλήθηκε και ο Σκότι Πίπεν για να αντικαταστήσει τον politically correct δηλωθέντα «τραυματία», Αϊζάια Τόμας.

Η προετοιμασία θα γίνει στο αθλητικό κέντρο La Jolla στην Καλιφόρνια, όπου δυστυχώς υπάρχει και γήπεδο γκολφ.

Ο Τζόρνταν απέφευγε τις διπλές προπονήσεις, βρισκόταν με τον Εσκίνας και έπαιζαν γκολφ τζογάροντας. Είχε κατορθώσει να ρίξει το χρέος στις 902.000 δολάρια, ο Εσκίνας στο βιβλίο του ισχυρίζεται ότι έχανε επίτηδες για να πέσει το ποσό σε λογικά επίπεδα και επιτέλους να πληρωθεί. Ο Τζόρνταν δεν κρύβεται, τζογάρει ανοιχτά μπροστά σε συμπαίκτες και διάφορους κολεγιακούς stars που συμμετείχαν στις προπονήσεις. Είναι η τελευταία φορά που “συνεργάζεται” με τον Ρίτσαρντ Εσκίνας, Nike και US Basketball σχεδόν τον εξαναγκάζουν να κλείσει επιτέλους αυτή την υπόθεση και να πάψει να βλέπει τον Εσκίνας. Σύμφωνα με τον ίδιο τον Εσκίνας, το deal έκλεισε στις 300.000 δολάρια, άνθρωποι κοντά στον Τζόρνταν, από την άλλη, λένε ότι ο «επιστήθιος φίλος» από το Σαν Ντιέγκο έλαβε 200.000 δολάρια σπασμένες σε τέσσερεις επιταγές των 50.000 η κάθε μία, υπογεγραμμένες από τη Χουανίτα Βανόι-Τζόρνταν.

Στο ευρύ κοινό επικρατούσε παροξυσμός για την «Dream Team», την «Ομάδα Όνειρο» που θα διαλύσει τους πάντες και τα πάντα στο διάβα της. Ο αντίκτυπος στα μέσα ενημέρωσης δεν είχε προηγούμενο, η λατρεία με την οποία υποδέχτηκαν τους παίκτες οι Ευρωπαίοι ήταν μοναδική. Συχνά τα παιχνίδια ξεκινούσαν με τους αντιπάλους να βγάζουν φωτογραφίες με τα ινδάλματά τους από το ΝΒΑ.

Ο Στερν άρπαξε την ευκαιρία χωρίς χρονοτριβή, το έκανε σύστημα με στόχο την παγκοσμιοποίηση του αμερικανικού μπάσκετ. Είναι η χρυσή εποχή του ΝΒΑ.

Οι Αμερικανοί κατέκτησαν το Χρυσό μετάλλιο σαν σε αγώνες επίδειξης και πολύ γρήγορα οι αστέρες έσπευσαν να αποσυρθούν για να προετοιμαστούν για την επόμενη πολύ δύσκολη σεζόν.

Ο Κράους ήταν στη Βαρκελώνη, είχε ακολουθήσει διακριτικά τον Τζόρνταν για την υπόθεση Εσκίνας, αλλά ήθελε να δει από κοντά και το επόμενο μεγάλο prospect του, τον Τόνι Κούκοτς, τον οποίον προόριζε για αντικαταστάτη του αφιονισμένου Πίπεν.

It’s Over

Στην επιστροφή στο Ο’ Χέαρ, o Τζόρνταν οδηγείται αμέσως στο ιδιαίτερο γραφείο του διοικητή ασφαλείας, τον ενημερώνει ότι υπάρχει κλήτευση για την υπόθεση του «Slim» Μπούλερ. Παραδέχεται τα πάντα στο δικαστήριο, δηλώνει εξερχόμενος ότι υπόσχεται πως θα μετριάσει αλλά δεν θα κόψει τον τζόγο. Απλώς θα ποντάρει μικροποσά. Προσπαθεί να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, ρωτά ο ίδιος τους δημοσιογράφους εάν θα ασχοληθούν καθόλου και με το threepeat και όχι μόνο με τον τζόγο. Η επικοινωνιακή του ικανότητα τού επιτρέπει να ξεγλιστρήσει, το πρόβλημα όμως παραμένει. Ο Τζόρνταν παραδέχεται ανοιχτά πλέον ότι είναι εθισμένος στον τζόγο, όσο και να ωραιοποιηθεί η κατάσταση, αυτή είναι. Ξεκάθαρα. Οι ΗΠΑ δείχνουν να αποδέχονται την αχίλλειο πτέρνα του ήρωά τους, η Nike ξανακάνει τα στραβά μάτια, αφού τα δολάρια έρρεαν ασταμάτητα, ο Τζάκσον, o Ράινσντορφ και o Κράους εξακολουθούσαν να κάνουν ότι δεν ξέρουν, δεν κατάλαβαν.

Οι Μπουλς με τον Καρτράιτ  στα 35, τον Πάξσον στα γεμάτα 32 και προερχόμενο από εγχείρηση, τον Πίπεν με προβλήματα στο γόνατο, στηρίζονται αποκλειστικά στην αφομοίωση της «τριγωνικής επίθεσης» και την αγωνιστική ωρίμανση του Τζόρνταν. Αφήνουν τη regular season στους Σανς, μέχρι την άνοιξη όπου το θηρίο ξυπνάει και ξεκούραστο πια είναι έτοιμο να μπει στα play offs.

Τα αίματα έχουν ανάψει από τον Μάρτιο, όταν σε ένα αδιάφορο παιχνίδι με τους Μπούλετς, ένας rookie, ο Λάμπραντφορντ Σμιθ, σκοράρει 37 και κάνει το λάθος να πάει γεμάτος υφάκι στον Τζόρνταν και να του πει μειδιώντας «ωραίο παιχνίδι, Μάικ».

Ο μικρός λησμονούσε ότι οι Μπουλς ήταν on the road για το κλείσιμο της σεζόν και σε δύο ημέρες ξαναέπαιζαν στην Ουάσινγκτον.

Ο Τζόρνταν ζητάει από τον Μπομπ Κόστας να πει δυο λόγια στη μεικτή ζώνη: «Θα σκοράρω 37 πόντους στο ημίχρονο, ευχαριστώ».

O Κόστας μένει με το μικρόφωνο στο χέρι. Το “θέμα” παίρνει διαστάσεις, γεννιούνται στοιχήματα από το πουθενά, οι Μπούλετς προσαρμόζουν τα πλάνα στον περιορισμό του Τζόρνταν στο πρώτο ημίχρονο κι ας χάσουν με 50. Ο Τζόρνταν ξεκινάει το παιχνίδι με οκτώ στα οκτώ σουτ. Στο ημίχρονο έχει πετύχει 36 πόντους, τελειώνει το ματς με 47 και ξαναπάει χαμογελαστός στον Μπομπ Κόστας:

«Κοιτάχτε, το επινόησα όλο αυτό για να έχω κίνητρο να ετοιμαστώ για τα play offs, δεν φταίει πουθενά ο μικρός των Μπούλετς, ουδέποτε μου είπε τέτοιο πράγμα, είναι ένα παιδί γεμάτο ταλέντο με ολόκληρη καριέρα μπροστά του».

Δεύτερη φορά όπου ο Κόστας μένει με το μικρόφωνο στο χέρι, γρήγορα όμως γίνεται κατανοητό το mind game του Τζόρνταν, αφού κυκλοφορούν οι πρώτες φήμες περί αποχώρησής του από την ενεργό δράση. Κανείς δεν πήρε στα σοβαρά εκείνες τις φήμες, η αλήθεια είναι ότι ο Τζόρνταν είχε εκμυστηρευτεί την πρόθεσή του στον μέντορά του στο UNC, Ντιν Σμιθ, και σε κάποιους συμπαίκτες του.

Οι Μπουλς κλείνουν τη σεζόν με 57 νίκες, δεύτερο καλύτερο ρεκόρ πίσω από τους πεινασμένους Νικς. Όλοι περίμεναν έναν ολόκληρο χρόνο την επανάληψη της μονομαχίας Μπουλς-Νικς, το Σικάγο σκουπίζει Ατλάντα και Κλίβελαντ κι είναι συνεπές στο ραντεβού.

Ο Τζόρνταν δείχνει να έχει αφήσει πίσω του τις μαύρες σκέψεις, δύσκολα όμως μπορούσε κανείς να μπει στο μυαλό του τότε, ακόμα και ο Τζάκσον είχε αποστασιοποιηθεί.

H Νέα Υόρκη είχε προσπαθήσει να μειώσει την απόσταση σε ταλέντο, να γεφυρώσει το χάσμα με τους Μπουλς και να κατακτήσει το πολυπόθητο Πρωτάθλημα που αναζητούσε από τον καιρό του Ουόλτ Φρέιζερ. Ο ΜακΝτάνιελ είχε αποχωρήσει μετά από ένα πολύκροτο trade, κατηγορώντας τον Ντέιβιντ Φολκ ότι είχε δεχθεί πιέσεις και από τον ίδιον τον Τζόρνταν προκειμένου να αποχωρήσει από τη Νέα Υόρκη. Οι Νικς ήταν πολύ δυνατοί. Καθοδηγούμενοι από έναν εξαιρετικό Πάτρικ Γιούιν που έκλεισε τη regular season με 24.2 πόντους, 12.2 ριμπάουντ και δύο μπλοκ ανά παιχνίδι, είχαν το καλύτερο ρεκόρ της Ανατολής με 60 νίκες και έναν Ράιλι αποφασισμένο και βέβαιο ότι έχει βρει τη μαγική συνταγή για να εκθρονίσει τους Μπουλς.

Το πρώτο ματς ήταν ισορροπημένο μέχρι την τέταρτη περίοδο. Η άμυνα της Νέας Υόρκης και πάλι ήταν καθοριστική και περιόρισε τον Τζόρνταν στα 10/27 σουτ.

Εκείνο όμως που δέσποσε ήταν η δημιουργία ενός ακόμα μύθου, του Τζον Σταρκς. Στην τέταρτη περίοδο, o προσωπικός αντίπαλος του Τζόρνταν σε άμυνα και επίθεση με τέσσερα συνεχόμενα τρίποντα χαρίζει τη νίκη και τον αέρα του φαβορί στους Νικς.

Η επόμενη μέρα βρήκε τον Τζόρνταν θυμωμένο και άδειο. Μετά την απογευματινή προπόνηση πήγε να μιλήσει με τον πατέρα του και αμέσως μετά νοίκιασε μια λιμουζίνα για να πάει στο Ατλάντικ Σίτι, ακολουθώντας και πάλι τη συμβουλή του Τζέιμς ο οποίος είχε προτείνει μια βραδιά χαλάρωσης και διασκέδασης στο καζίνο. Περίπου δύο ώρες μετά τα μεσάνυχτα, ένας από τους πελάτες του καζίνο είδε τον Τζόρνταν και ενημέρωσε τον Χάρβεϊ Άρατον, διάσημο δημοσιογράφο των «New York Times». Ο Άρατον δεν δημοσιεύει αμέσως την είδηση, αφενός δεν είχε δεύτερη πηγή επιβεβαίωσης και αφετέρου ήθελε να περιμένει την έκβαση του αγώνα την επόμενη μέρα και στη συνέχεια να “χτυπήσει” στην πρώτη σελίδα.

Στο δεύτερο ματς ο Μάικλ έχει και πάλι άσχημα ποσοστά. Δέκα στα 32 σουτ, νέα νίκη των Νικς με 96-91 και προβάδισμα 2-0 στη σειρά.

Το αποφασιστικό καλάθι του αγώνα ήταν και πάλι του Σταρκς, ο οποίος ξεπέρασε τον Τζόρνταν στο “ένας εναντίον ενός” και κάρφωσε με μανία πάνω από το κεφάλι του, συνθλίβοντας και τους παριστάμενους ψηλούς. Ακόμα και σήμερα το συγκεκριμένο κάρφωμα μνημονεύεται στη Νέα Υόρκη: «The Dunk». Είναι η φάση που μετέτρεψε τον Τζον Σταρκς από ήρωα της μιας βραδιάς σε legend σε μια από τις πιο δύσκολες πιάτσες του πλανήτη.

Την επόμενη μέρα, η είδηση ​​της παρουσίας του Τζόρνταν στο Ατλάντικ Σίτι κάνει τον γύρο του κόσμου. Η κριτική είναι ανηλεής, πιο έντονη από ποτέ, ξεπερνά τα όρια του επιτρεπτού. Ήταν γνωστό και είχε τρόπον τινά “συγχωρεθεί” ότι στον Μάικλ άρεσε να τζογάρει και να παίζει τυχερά παιχνίδια, αλλά η διανυκτέρευση στο Ατλάντικ Σίτι πριν από έναν τόσο σημαντικό αγώνα θεωρήθηκε απαράδεκτη, σχεδόν έγκλημα. Ο Τζόρνταν θάφτηκε ζωντανός, ο Τύπος βρήκε την ευκαιρία να τονίσει όλα τα αρνητικά στοιχεία του χαρακτήρα του, όλες τις μαύρες στιγμές της καριέρας του, παρουσιάστηκε ως άρρωστος με τον τζόγο, μια πολύ σοβαρή υπόθεση που στην Αμερική λαμβάνει κολοσσιαίες διαστάσεις και πολύς κόσμος αντιμετωπίζει πρόβλημα.

Αρχικά αντέδρασε ψύχραιμα και προσπάθησε να εξηγηθεί σε μια πρόχειρη συνέντευξη Τύπου, αλλά εφημερίδες και τηλεόραση δεν υπήρχε περίπτωση να υποβαθμίσουν το γεγονός. Οι τοπικοί σταθμοί του Σικάγο ασχολούνταν 24/7 με το θέμα, ειδικοί και “ειδικοί” κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι ο Τζόρνταν ήταν εθισμένος στον τζόγο, κάποιοι πιο τολμηροί είχαν ξαναφέρει στο φως και κάποιες σχέσεις του με το οργανωμένο έγκλημα, επέμεναν ότι χρωστάει ακόμα πολλά λεφτά από αποτυχημένα στοιχήματα.

Οι Μπουλς κέρδισαν, αλλά ο Τζόρνταν ήταν τραγικός: τρία στα 18 σουτ, μπόρεσε να συνεισφέρει ουσιαστικά πασάροντας (11 ασίστ) στο τελικό 103-83, με το οποίο δεν ασχολήθηκε κανείς. Οι Νικς είχαν κάνει ένα τραγικό λάθος, αδιαφορώντας για το τρίτο παιχνίδι και στοχεύοντας στη δύναμη της έδρας τους. Είχαν βρει τους Μπουλς στα πρόθυρα της κατάρρευσης, έναν Τζόρνταν καταρρακωμένο και πληγωμένο βαθύτατα από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και άφησαν την ευκαιρία να περάσει ανεκμετάλλευτη.

Εκεί χάθηκε η σειρά για τη Νέα Υόρκη, εκεί ξαναγύρισε το κέρμα υπέρ του Τζόρνταν, ο οποίος αποσύρθηκε στο σπίτι του, επέβαλε εμπάργκο στους δημοσιογράφους και απευθύνθηκε σε ειδικό ψυχολόγο για να αποφύγει τον σκόπελο της καταστροφής. Ο εγωισμός του ήταν υπέρμετρος, ήταν αδύνατον να αποδεχθεί να λύσει τα όποια θέματα τον απασχολούσαν, αποδομώντας τον μύθο του. Γι’ αυτό και αποφάσισε πρώτα “να τελειώσει τη δουλειά” και μετά να θέσει εαυτόν απέναντι στο πρόβλημα.

Ήταν το τέλος για τους Νικς. Στο τέταρτο παιχνίδι ο Τζόρνταν σκοράρει 54 πόντους, έχοντας 60% στα σουτ και έξι στα εννέα τρίποντα. Το τελικό 105-95 ήρθε απόλυτα φυσιολογικά, η σειρά πήγε στο 2-2 και το πέμπτο ματς αναμενόταν με τεράστιο ενδιαφέρον.

Το πέμπτο ματς είναι (και πάλι) από τα πιο σκληρά όλων των εποχών: 44 δεύτερα πριν το τέλος με το σκορ στο 95-94, οι Μπουλς χάνουν την επίθεση και η κατοχή περνάει στη Νέα Υόρκη. Ο Γιούιν έχει ανέβει στο high post και βλέπει τον Τσαρλς Σμιθ ελεύθερο. Ο forward των Νικς θα ζήσει τον απόλυτο εξευτελισμό: τέσσερα σουτ στη σειρά, τέσσερεις τάπες. Δύο από τον Πίπεν και δύο από τον Τζόρνταν. Θαρρείς και η μπάλα επέστρεφε από καπρίτσιο στα χέρια του, θαρρείς και κάποιος έπρεπε να αναλάβει το βάρος του μαρτυρίου και σαν σύγχρονος Σίσυφος να χαθεί στο inception του ονείρου της κατάκτησης του τίτλου. Τελικό 97-94. Μάικλ Τζόρνταν 29 πόντους, 10 ριμπάουντ, 14 ασίστ.

Το έκτο παιχνίδι δεν είχε καμία σημασία μετά το σημάδι της μοίρας, οι Μπουλς επιβάλλονται με συνοπτικές διαδικασίες 96-88. Το κακό ξορκίστηκε, η Νέα Υόρκη είναι πλέον η “καταραμένη”.

Στους τελικούς περίμενε ο Μπάρκλεϊ στην καλύτερη σεζόν της καριέρας του στο Πρωτάθλημα, με 25.6 πόντους και 12.2 ριμπάουντ, στατιστικά που του είχαν χαρίσει τον τίτλο του MVP, στερώντας από τον Τζόρνταν το τρίτο συνεχόμενο τρόπαιο.

Το κλίμα για τη φανέλα με το «23» δεν ήταν καλό και παρά τη ζεν αντιμετώπιση ένα καινούργιο γεγονός ήλθε να διαταράξει τον ψυχισμό του. Πριν το πρώτο παιχνίδι των τελικών δημοσιεύεται το βιβλίο του Εσκίνας, όπου ουσιαστικά εξιστορείται το backstory των μεταξύ τους παιχνιδιών στο γκολφ, αποκαλύπτοντας ότι πίσω από τη διασκέδαση κρύβονταν στοιχήματα για μεγάλα χρηματικά ποσά, συναντήσεις με ανθρώπους του υποκόσμου και πάνω απ’ όλα ένας τεράστιος όγκος χρεών που ξεπερνούσε το 1.5 εκατ. δολάρια.

Ξεσπά νέο σκάνδαλο, η ιδιωτική ζωή του «MJ» βρισκόταν κάθε μέρα-όλη μέρα σε τηλεοράσεις και εφημερίδες, είχε ξεκινήσει η αποδόμηση ενός μύθου, η Αμερική ήθελε να εκδικηθεί “τον καλύτερο”, έμοιαζε να ψάχνει από καιρό την ευκαιρία να βρει το ψεγάδι που θα τον κάνει γήινο, απτό, ανθρώπινο.

Ο Τζόρνταν αναγκάζεται να σπάσει το εμπάργκο στα ΜΜΕ και παραχωρεί μια συνέντευξη στο «NBC», η οποία προβλήθηκε στο ημίχρονο του πρώτου τελικού. Στη συνέντευξη ο «MJ» παραδέχτηκε ότι έχασε χρήματα παίζοντας γκολφ με τον Εσκίνας, αλλά η δική του εκδοχή των γεγονότων απείχε παρασάγγας από όσα αναφέρονταν στο βιβλίο.

Το παιχνίδι τελειώνει, οι Μπουλς κερδίζουν 100-92, με τον Τζόρνταν να τελειώνει με 31 πόντους και τον Πίπεν να προσθέτει 27. Μετά το τέλος, στην αίθουσα Τύπου πανδαιμόνιο. επί μία ώρα ο Τζόρνταν απαντάει σε οτιδήποτε άλλο εκτός από μπάσκετ: χρέη, Εσκίνας, μαφία, εθισμός στον τζόγο, οικογενειακά προβλήματα, ό,τι βάζει ο νους. Υπομένει στωικά και με παροιμιώδη ψυχραιμία απαντά σε όλες τις ερωτήσεις.

Υπό την σκιά του σκανδάλου διεξάγεται και ο δεύτερος τελικός. Ο «Σερ Τσαρλς» κάνει ό,τι μπορεί. Σκοράρει 42 πόντους, κατεβάζει 13 ριμπάουντ, αλλά το Σικάγο ξανακερδίζει.

Η σειρά πάει στο Ιλινόι, το ματς είναι ισορροπημένο και πάει στην παράταση, αφού στην τελευταία περίοδο ο Τζόρνταν κάνει μηδέν στα 10 σουτ και βγάζει εκνευρισμό.  Δεύτερη παράταση, φεστιβάλ μπάσκετ από Τζόρνταν, Μπάρκλεϊ και έναν συγκινητικό Νταν Μάρλι, τρίτη παράταση. Μ’ ένα σερί 9-0 οι Σανς βγάζουν την ψυχή τους στο παρκέ και κερδίζουν 129-121 σε έναν από τους απολαυστικότερους τελικούς ever.

Ο «MJ» απάντησε την επόμενη μέρα, αψηφώντας την κούραση και τον ψυχολογικό πόλεμο, σκοράροντας 55 πόντους στο 3-1 των Μπουλς. Στην άλλη όχθη,  το triple-double του Μπάρκλεϊ (32 πόντους, 12 ριμπάουντ και 10 ασίστ) αποδείχθηκε λίγο για να δώσει τη νίκη στους Σανς.

To Φοίνιξ θα αντιδράσει στο πέμπτο παιχνίδι, παρά τους 42 πόντους του Τζόρνταν θα πάει τη σειρά σε έκτο ματς, καθοδηγούμενο από έναν λυσσασμένο Μπάρκλεϊ που ψάχνει εναγωνίως ένα δαχτυλίδι Πρωταθλητή.

Το έκτο ματς είναι τρομερό, 14 δευτερόλεπτα και 4 δέκατα πριν το τέλος οι Μπουλς χάνουν με δύο, αλλά έχουν την μπάλα και την ευκαιρία είτε να οδηγήσουν το ματς στην παράταση είτε να κατακτήσουν το τρίτο συνεχόμενο Πρωτάθλημα. Όλους κι όλους έχουν πετύχει εννέα πόντους και οι εννέα από τον Τζόρνταν. O «MJ» επαναφέρει από την πλάγια γραμμή στον Πάξσον, ο οποίος του επιστρέφει αμέσως την μπάλα, παρά το γεγονός ότι όλο το Φοίνιξ έχει πέσει πάνω του. Ο Τζόρνταν θα δει τον Πίπεν, ο οποίος όμως είναι επίσης κλεισμένος από τον Μαρκ Γουέστ και πασάρει στον Γκραντ. Ο Γκραντ διστάζει και δεν παίρνει το σουτ, άλλωστε έχει μόλις δύο πόντους στα τελευταία δύο παιχνίδια. Ο διοπτροφόρος power forward βλέπει με την κόρη του ματιού τον Τζον Πάξσον ακροβολισμένο έξω από την γραμμή. Ο «Παξ» θα κάνει την κίνηση μηχανικά. Nothing but net. Αυτό ήταν το καλάθι του διάσημου three-peat.

Η γιορτή δεν κράτησε πολύ, η ατμόσφαιρα ήταν βαριά. Τα νέα άρχισαν να κυκλοφορούν γρήγορα, μόλις μια ημέρα μετά το παιχνίδι. Ο Μάικλ Τζόρνταν δημοσιοποιεί μέσω δικών του ανθρώπων ότι σκέπτεται σοβαρά να σταματήσει το μπάσκετ.

Ήταν μόλις 30 ετών, στο αποκορύφωμα της καριέρας του. Για πολλούς ήταν ήδη ο κορυφαίος, ο καλύτερος που υπήρξε ποτέ στο άθλημα. Για άλλους, αν όχι ο καλύτερος, ανήκε σίγουρα στους τρεις καλύτερους όλων των εποχών. Για όλους όμως είχε ακόμη πολλά να προσφέρει στον κόσμο του μπάσκετ.

Το σκάνδαλο που είχε προκύψει σχετικά με την πτήση του στο Ατλάντικ Σίτι και το βιβλίο του Εσκίνας τον είχε επηρεάσει, δεν ήταν όμως εκείνο που τον λύγισε, δεν ήταν το βασικό συστατικό της αποστασιοποίησής του από το άθλημα που απογείωσε. Ο βασικός λόγος της αποχώρησης ήταν μια τραγωδία που έπληξε την οικογένεια Τζόρνταν μία νύχτα του Αυγούστου.

Ο Τζέιμς Τζόρνταν επέστρεφε από την κηδεία ενός φίλου του στη Βόρεια Καρολίνα. Οδηγούσε ένα πολυτελές Lexus που του είχε δωρίσει ο γιος του, όταν, σύμφωνα με την αστυνομική έκθεση, αποκαμωμένος από την κούραση, είχε αποφασίσει να σταματήσει στον παράδρομο για να ξεκουραστεί. Οι δράστες είδαν το πολυτελές αυτοκίνητο σταθμευμένο, πλησίασαν και πυροβόλησαν δύο φορές στο κατεβασμένο παράθυρο της θέσης του οδηγού. Τον δολοφόνησαν εν ψυχρώ, τον λήστεψαν και στη συνέχεια πέταξαν το πτώμα του σε ένα κοντινό αλσύλλιο.

Ο Τζέιμς συνήθιζε να μη δίνει σημεία ζωής για αρκετές ημέρες, ήταν μια συμπεριφορά που ουδέποτε προκαλούσε ιδιαίτερη ανησυχία στην οικογένεια. Όταν όμως η απουσία άρχισε να γίνεται αισθητή και οι μέρες περνούσαν, ολόκληρη η οικογένεια Τζόρνταν ξεκίνησε να ανησυχεί σοβαρά. Ξεκίνησε μια ενδελεχής έρευνα και από ιδιωτικούς ντετέκτιβς, ο «MJ» δεν φείδεται χρημάτων προκειμένου να βρει τον πατέρα του.

Το αυτοκίνητο βρέθηκε τελικά σε ένα παράπλευρο χαντάκι, λίγο αργότερα ανακαλύφθηκε ότι το πτώμα του Τζέιμς Τζόρνταν είχε βρεθεί λίγες μέρες πριν και, καθότι κανείς δεν είχε εντοπιστεί από τις Αρχές για να τον αναγνωρίσει, το πτώμα οδηγήθηκε στο κρεματόριο και αποτεφρώθηκε σύμφωνα με τον νόμο. Τα οδοντιατρικά αρχεία επιβεβαίωσαν ότι ήταν πράγματι εκείνος, μετά από αντιπαραβολή του dna της οδοντοστοιχίας του με την αποτεφρωμένη γνάθο.

Οι εφημερίδες πληροφορήθηκαν το θλιβερό γεγονός, το οποίο αμέσως θεωρήθηκε ότι ήταν μια προειδοποίηση προς τον «MJ» από τη μαφία, ψιθυριζόταν ότι εκείνος ήταν ο κύριος υπεύθυνος για αυτόν τον θάνατο. Λίγες ημέρες αργότερα, οι δολοφόνοι βρέθηκαν και φυλακίστηκαν, η μαφία, τα στοιχήματα και τα χρέη δεν είχαν καμία σχέση με τη δολοφονία, ήταν μια απλή και θλιβερή περίπτωση δολοφονίας για ληστεία, όπως χιλιάδες ακόμα στη «χώρα της ευκαιρίας». Οι φήμες όμως και οι ψίθυροι είχαν καταρρακώσει τον Τζόρνταν, κινδύνευε σοβαρά να οδηγηθεί στην έσχατη λύση του εγκλεισμού σε ίδρυμα, ώστε να αντιμετωπίσει την κατάθλιψη.

Στο μυαλό του υπήρχε μόνο μια λύση, η οποία περιέκλειε και τιμωρία για τους αδηφάγους και αδίστακτους διώκτες του. Η ανακοίνωση έγινε στο Berto Center στις 6 Οκτωβρίου, σε μια συνέντευξη Τύπου. Ο «MJ» βλοσυρός σε ένα τραπέζι, δίπλα του η γυναίκα του, Χουανίτα, ο Φιλ Τζάκσον και o Τζέρι Ράινσντορφ. Γύρω του όλοι οι συμπαίκτες του στους Μπουλς. Κατηγορεί τον Τύπο ότι έχει παίξει σημαντικό ρόλο στην απόφασή του, διαμαρτύρεται ότι η ζωή του είχε καταστεί κολαστήριο εξαιτίας των κυνηγών της “είδησης” και του κίτρινου Τύπου.

Ο μόνος τρόπος να επιστρέψει σε φυσιολογικούς ρυθμούς είναι να αποσυρθεί και να ξαναβρεί την εσωτερική γαλήνη του, να πενθήσει απερίσκεπτος τον πατέρα του.

Την επόμενη ημέρα, η «Chicago Sun-Times» βγαίνει με οκτάστηλο τίτλο «Say it ain’t so, Mike». Ήταν όμως έτσι ακριβώς.

Πηγή: Athletes’ Stories

Ο πρώτος χορός του Michael Jordan

Η απογείωση του Michael Jordan

Ο Μάικλ Τζόρνταν θα είναι πάντα ο #1

Pin It on Pinterest

Shares
Share This