Του Γιάννη Μάριου Παπαδόπουλου
Κάθε άλλο παρά… σπάνιο είναι ένα παιδί να ακολουθεί τα επαγγελματικά βήματα των γονιών του και δη του πατέρα του. Ειδικά στην περίπτωση που ο γονιός είναι επιτυχημένος επιχειρηματίας ή επιστήμονας, είθισται τα παιδιά να έχουν ένα… κίνητρο παραπάνω, ώστε να βαδίσουν στην πεπατημένη που έχουν δημιουργήσει οι πρόγονοί τους. Στον μηχανοκίνητο αθλητισμό, ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι απολύτως έτσι. Ειδικά στη Formula 1, το γεγονός ότι οι συμμετέχοντες στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα είναι λίγοι, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι ένας νεαρός οδηγός που είχε έναν επιτυχημένο πατέρα, θα μπορέσει να ακολουθήσει τα βήματά του. Τουναντίον, είναι πολλά τα παραδείγματα γιων, οι οποίοι προσπάθησαν να κάνουν καριέρα στο motorsport, όμως δεν κατάφεραν ούτε καν να πλησιάσουν τους διάσημους πατέρες τους, όπως, παραδείγματος χάριν, ο Mattias Lauda. Η ιστορία έχει δείξει ότι ελάχιστες οικογένειες έχουν ευτυχήσει να δουν και τον πατέρα και τον γιο να φτάνουν στη Formula 1.
Jos και Max Verstappen
Όταν ο Max Verstappen έκανε το ντεμπούτο του στη Formula 1 το 2015, ήταν μόλις 17 ετών. Με αυτόν τον τρόπο, ακολούθησε τον πατέρα του Jos, στο άθλημα. Από τότε είχε φανεί το πηγαίο ταλέντο του. Κατάφερε να αφήσει όλον τον κόσμο άφωνο, όταν το 2016 στη Βαρκελώνη, στον πρώτο αγώνα του με τη Red Bull, πήρε μιαν εντελώς ανέλπιστη νίκη. Πολλοί θεωρούν ότι είναι ο μελλοντικός Παγκόσμιος Πρωταθλητής της Formula 1. Είναι εξαιρετικά γρήγορος, φανταστικός στο βρεγμένο, ανελέητος στο στεγνό. Τα επιτεύγματά του έχουν ήδη ξεπεράσει αυτά του πατέρα του του, του Jos, ο οποίος οδήγησε για τις Benetton, Simtek, Footwork, Tyrrell, Stewart, Arrows και Minardi, επιτυγχάνοντας δύο βάθρα σε 106 εκκινήσεις.
Graham και Damon Hill
Ο πρώτος πιλότος που κατάφερε και ακολούθησε τα επιτεύγματα του πατέρα του, κατακτώντας έναν τίτλο στη F1. Ο πατέρας του Damon, Graham, κέρδισε τον τίτλο δύο φορές το 1962 και το 1968, ενώ ο μοναδικός τίτλος του Damon ήταν το 1996. Ο Damon μπήκε αργά στη Formula 1 και έκανε το ντεμπούτο του το 1992 σε ηλικία 31 ετών με τη Brabham. Την επόμενη χρονιά πήγε στη Williams, όταν ο Riccardo Patrese έφυγε για την Benetton. Ο Hill αγωνίστηκε δίπλα στον τρεις φορές Παγκόσμιο Πρωταθλητή, Alain Prost και στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και ήταν ο κύριος αντίπαλος του Michael Schumacher. Ο Graham Hill κέρδισε 14 γκραν πρι και ανέβηκε 36 φορές στο βάθρο σε 176 εκκινήσεις από το 1958 μέχρι το 1975. Αντιθέτως, η καριέρα του Damon διήρκεσε μόλις οκτώ χρόνια, από το 1992 έως το 1999, με απολογισμό 122 αγώνες, 22 νίκες, 42 βάθρα και 20 pole positions.
Keke και Nico Rosberg
Ο Nico Rosberg ήταν ήδη ένας εξαιρετικά υπολογίσιμος πιλότος από την πρώτη χρονιά του με τη Williams το 2006, πολύ πριν του δοθεί η ευκαιρία να ενταχθεί στη Mercedes και να αγωνιστεί δίπλα στον Michael Schumacher. Ο Rosberg στάθηκε αντάξιος του επτά φορές Παγκόσμιου Πρωταθλητή, αλλά ήταν τα πράγματα διαφοροποιήθηκαν άρδην, όταν teammate του έγινε ο Lewis Hamilton. Οι δύο τους ήταν, ως γνωστόν, φίλοι από την εποχή των καρτ, αλλά αυτή η σχέση εξελίχθηκε σε ξεκάθαρο… πόλεμο στη Formula 1. Η εκρηκτική τους αντιπαλότητα κορυφώθηκε το 2016, όταν κέρδισε τον τίτλο ο Rosberg κιαι αποχώρησε αμέσως μετά από το σπορ. Τόσο μεγάλη ήταν η πίεση του να κερδίσει τον πιο επιτυχημένο οδηγό της Formula 1… Ο πατέρας του, Keke, οδηγούσε, επίσης, για τη Williams και κέρδισε τον τίτλο το 1982, έχοντας τότε μόλις μία νίκη μέσα στη σεζόν! Συνολικά κατέκτησε πέντε νίκες και είχε 17 βάθρα κατά τη διάρκεια των 114 αγώνων του στη Formula 1.
Gilles και Jacques Villeneuve
Ο Jacques Villeneuve έκανε ένα συγκλονιστικό ντεμπούτο με τη Williams το 1996 και κέρδισε τον τίτλο την επόμενη σεζόν. Οι τολμηρές προσπεράσεις του και η ψυχραιμία του τον έκαναν ήρωα, όπως ήταν και ο πατέρας του, ο Gilles Villeneuve. Ο Gilles αγωνίστηκε για τη McLaren και τη Ferrari και σκοτώθηκε με τραγικό τρόπο στο γκραν πρι του Βελγίου το 1982, δίχως να καταφέρει να πάρει τον τίτλο, αλλά έχοντας έξι νίκες και 13 βάθρα στο ενεργητικό του.
Satoru και Kazuki Nakajima
Ο Kazuki Nakajima έκανε το ντεμπούτο του στη Formula 1 στον τελευταίο αγώνα του 2007 στη Βραζιλία, αντικαθιστώντας τον Alex Wurz, ο οποίος είχε αποχωρήσει από την ενεργό δράση. Ο Ιάπωνας παρέμεινε δύο σεζόν στη Williams, αλλά δεν μπόρεσε να προσφέρει βαθμούς όπως ο Rosberg, ο teammate του. Έκτοτε σημείωσε σημαντική επιτυχία στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Αντοχής για λογαριασμό της Toyota. Ο πατέρας του, Satoru, αγωνίστηκε 74 φορές στη Formula 1 και ήταν ο πρώτος Ιάπωνας οδηγός που πήρε βαθμούς στη Formula 1 και συγκεκριμένα στο γκραν πρι του Σαν Μαρίνο το 1987, όπου τερμάτισε έκτος, παρότι ήταν μόλις ο δεύτερος αγώνας του στην κορωνίδα του μηχανοκίνητου αθλητισμού.
Nelson και Nelson Piquet Jr.
Ο Piquet Junior είναι ο γιος του τρεις φορές Πρωταθλητή, Nelson Piquet. Έκανε το ντεμπούτο του στη Formula 1 το 2008 με τη Renault, όπου ήταν teammate του Fernando Alonso. Ωστόσο, η αγωνιστική του καριέρα καταβαραθρώθηκε μετά το περιβόητο «crashgate» στο γκραν πρι της Σιγκαπούρης το 2008, όπου κρίθηκε ότι έπεσε επίτηδες στον προστατεύτικο τοίχο, κατ’ εντολή της ομάδας, για να βοηθήσει τον Alonso να κερδίσει τον αγώνα. Είχε ένα πέρασμα από το NASCAR, το Rallycross, κέρδισε τον τίτλο στη Formula E το 2015 και τώρα τρέχει σε βραζιλιάνικα stock cars με τη δική του ομάδα.
Jan και Kevin Magnussen
Ο Δανός Kevin Magnussen έκανε ένα συγκλονιστικό ντεμπούτο με τη McLaren το 2014, ανεβαίνοντας στο δεύτερο σκαλί του βάθρου στην Αυστραλία. Όμως, δυστυχώς, αυτό ήταν το καλύτερο αποτέλεσμά του εκείνην τη σεζόν και συνάμα το μοναδικό βάθρο της καριέρας του στο σπορ. Το 2016 τελείωσε γι’ αυτόν πριν καν… αρχίσει, καθώς αγωνίστηκε μόνο στο πρώτο γκραν πρι της σεζόν, στην Αυστραλία, αντικαθιστώντας τον Fernando Alonso. Ακολούθησαν τα χρόνια στη Renault και στη Haas, με τον Magnussen να δείχνει τη μαχητικότητά του, όμως να μην καταφέρνει να ανεβεί ξανά στο πόντιουμ. Ο πατέρας του, Jan, είχε μία συμμετοχή για τη McLaren στη Formula 1 και 23 για τη Ford. Όπως συνέβη με τον Kevin, και αυτός έστρεψε την προσοχή του στα sports cars μετά το τέλος της καριέρας του στη Formula 1.
Sir Jack και David Brabham
Ο νεότερος γιος τού τρεις φορές Παγκόσμιου Πρωταθλητή της Formula 1, Sir Jack Brabham, ο David είχε 30 συμμετοχές στη Formula 1. Έκανε το ντεμπούτο του το 1990 με την ομάδα που έφερε το επώνυμό του, αλλά στην πραγματικότητα κατάφερε να εκκινήσει μόλις στους μισούς από τους 16 αγώνες της σεζόν, έχοντας έναν (!) τερματισμό, στο Πωλ Ρικάρ, στην 15η θέση και τρεις γύρους πίσω από τον νικητή, Alain Prost. Επέστρεψε στη F1 το 1994 με την ομάδα της Simtek, αλλά μετά τον θάνατο του teammate του Roland Ratzenberger, η ομάδα διαλύθηκε στο τέλος της σεζόν. Τα επόμενα χρόνια ο David ασχολήθηκε με τους αγώνες αντοχής, κατακτώντας νίκες και τίτλους. Όμως, στη Formula 1 δεν κατάφερε να ακολουθήσει τα χνάρια του διάσημου πατέρα του.
Mario και Michael Andretti
Ενώ ο πατέρας του, ο Mario, γνώρισε τεράστια επιτυχία στη Formula 1 κατακτώντας τον τίτλο το 1978, ο Michael δεν μπόρεσε να τα καταφέρει. Μόλις μία σεζόν διήρκεσε η καριέρα του στη Formula 1, ανεβαίνοντας στο τρίτο σκαλί του βάθρου στη Μόντσα με τη McLaren MP4/8. Αυτός έμελλε να είναι και ο τελευταίος αγώνας του στη Formula 1, μιας και αμέσως επέστρεψε στα Indy Cars, όπου η καριέρα του ήταν σαφώς πιο επιτυχημένη.
Emerson και Christian Fittipaldi
Άλλος ένας οδηγός που προσπάθησε να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, ακολουθώντας τα βήματα του διάσημου πατέρα του, ο οποίος είχε κατακτήσει το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Formula 1. Σε αντίθεση με τον Emerson, ο Christian ποτέ δεν ευτύχησε να έχει στα χέρια του ένα πραγματικά καλό μονοθέσιο. Μολαταύτα, έκανε κάποιες φιλότιμες προσπάθειες για να ανεβεί στο βάθρο, με κορυφαίες στιγμές του τις τέταρτες θέσεις το 1993 στη Νότια Αφρική με τη Minardi και το 1994 στην Άιντα της Ιαπωνίας (στο γκραν πρι του Ειρηνικού Ωκεανού) και στο Χοκενχάιμ με τη Footwork. Αργότερα μεταπήδησε και αυτός στα σπορ αυτοκίνητα, όπου γνώρισε μεγαλύτερη επιτυχία.
Reg και Tim Parnell
Ο γεννημένος στο Derbyshire, Tim Parnell, έλαβε μέρος σε τέσσερα γκραν πρι της Formula 1, κάνοντας το ντεμπούτο του στις 18 Ιουλίου του 1959 στο Aintree. Εκκίνησε σε δύο από τους αγώνες, αλλά δεν κατάφερε να πάρει βαθμό, οδηγώντας τη Reg Parnell Racing Cooper του πατέρα του. Ο πατέρας του, Reg, είχε κρεμάσει τα αγωνιστικά του γάντια μόλις πέντε χρόνια νωρίτερα. Ο καλύτερος τερματισμός του Tim Parnell ήταν η 10η θέση στο ιταλικό γκραν πρι του 1961 στη Μόντσα. Από το 1970 έως το 1974 ήταν επικεφαλής της ομάδας της BRM στη Formula 1, ενώ μετά τον θάνατο του πατέρα του το 1964, ανέλαβε τη διεύθυνση της Reg Parnell Racing. Ο Reg Parnell έλαβε μέρος σε επτά γκραν πρι της Formula 1, ανεβαίνοντας στο βάθρο το 1950 στον πρώτο αγώνα στην ιστορία του σπορ, στο Σίλβερστοουν, με μία Alfa Romeo 158 και συγκεντρώνοντας συνολικά εννέα βαθμούς στο πρωτάθλημα.
Andre και Teddy Pilette
Ο Theodore «Teddy» Pilette συμμετείχε σε τέσσερα γκραν πρι, το πρώτο εκ των οποίων «εντός έδρας», στο Βέλγιο, στις 12 Μαΐου 1974 με την ομάδα Motor Racing Developments, τη γνωστή σε όλους μας Brabham, του Bernie Ecclestone. Γιος του Andrι Pilette και εγγονός του Thιodore Pilette, ξεκίνησε την καριέρα του στα καρτ, αλλά το πέρασμά του από τη F1 ήταν σύντομο. Αργότερα εργάστηκε στις ταινίες Grand Prix, και Le Mans, με πρωταγωνιστή τον Steve McQueen, και αγωνίστηκε στη βρετανική σειρά Aurora. Ο πατέρας του, Andrι, πραγματοποίησε το ντεμπούτο του στη F1 το 1951 με την Ecurie Belgique στο Σπα. Συμμετείχε σε 14 γκραν πρι της Formula 1 συγκεντρώνοντας μόλις 2 βαθμούς, από μία πέμπτη θέση στο βελγικό γκραν πρι του 1954 με την Equipe Gordini.
Manfred και Markus Winkelhock
Τεχνικά, ο Manfred είχε την καλύτερη καριέρα στη F1, 3εκκινώντας σε 47 αγώνες και κατακτώντας δύο βαθμούς στη Βραζιλία το 1982. Ωστόσο, ο γιος του, Markus, κατάφερε κάτι μοναδικό: στον πρώτο (και τελευταίο) αγώνα της καριέρας του στη Formula 1, το ευρωπαϊκό γκραν πρι του 2007 στο Νίρμπουρινγκ, ήταν πρωτοπόρος του αγώνα, ο οποίος εντέλει διακόπηκε λόγω έντονης βροχόπτωσης. Σύμφωνα με τον Bob Varsha από την ομάδα σχολιασμού του Speed Channel, ο Winkelhock είναι ο μοναδικός οδηγός στην ιστορία της Formula 1 που εκκίνησε τελευταίος και οδήγησε τον αγώνα στο πρώτο του γκραν πρι. Και λόγω της κόκκινης σημαίας και της επανεκκίνησης του συγκεκριμένου αγώνα, είναι,ι επίσης, ο μοναδικός οδηγός στην ιστορία του σπορ, ο οποίος εκκίνησε τελευταίος αλλά και… πρώτος στο ίδιο γκραν πρι!
Jonathan και Jolyon Palmer
Ο συμπαθής Jolyon δεν ακολούθησε τον πατέρα του, Jonathan Palmer, μόνο στη Formula 1, αλλά και στο… μπουθ των σχολιαστών των αγώνων, δουλεύοντας για το BBC και εσχάτως για το F1TV. Προήχθη στη Formula 11 το 2016, αφού κέρδισε τον τίτλο στο GP2, αλλά στα δύο χρόνια του με τη Renault δεν μπόρεσε να φτάσει τον Magnussen ή τον Nico Hulkenberg και εγκατέλειψε τους αγώνες το 2017. Ο πατέρας του, Jonathan, αγωνίστηκε στη Formula 1 μεταξύ 1983 και 1989 και οδήγησε για τις Tyrrell, Williams, RAM και Zakspeed. Κέρδισε 14 βαθμούς στο πρωτάθλημα σε 83 εκκινήσεις.
Πηγή: Car & Driver