Επιλογή Σελίδας


Του Νίκου Παπαδογιάννη

Η θητεία του Γιάννη Σφαιρόπουλου στη Μακάμπι έμοιαζε, τελικά, με τον ίδιο τον Σφαιρόπουλο: ήταν σταθερή, σεμνή, χωρίς τρομερές εξάρσεις, αθόρυβη, ποιοτική, αποτελεσματική, με ήθος, με ύφος.

Ολοκληρώθηκε άδοξα με τις συνήθεις άναρθρες κραυγές, όταν ο πυρήνας των θυροφιλάθλων -που κόντρα στη γενική πεποίθηση είναι ποδοσφαιρογενής- απαίτησε «να πέσουν κεφάλια» μετά από μία οδυνηρή ήττα εντός των τειχών.

Και επειδή ήταν αδύνατο να καρατομηθούν παίκτες, όπως θα έπρεπε βάσει όσων συνέβησαν, αποκεφαλίστηκε ο προπονητής.

Η κορωνίδα της τριετίας ήταν ο τίτλος του 2020, όταν μία Μακάμπι αποδεκατισμένη κατόρθωσε να κατακτήσει το πρωτάθλημα με προπονητικές αλχημείες και με πρωτοπαλίκαρο ένα 19χρονο παιδί, τον Ντένι Άβντια.

Την προηγούμενη χρονιά, MVP στην κατάκτηση του εγχώριου τίτλου αναδείχθηκε ένας ρολίστας, ο Τζον ΝτιΜπαρτολομέο.

Έτσι είναι οι ομάδες του Σφαιρόπουλου. Όλα κινούνται γύρω από το δόγμα του προπονητή, χωρίς φανφάρες, αλλά με σπουδή και φαιά ουσία.

Αλλά η Μακάμπι δεν ήταν ποτέ τέτοιου είδους ομάδα. Ούτε σήμερα ούτε χθες ούτε τον παλιό καλό καιρό.

Παραδοσιακά χτισμένη γύρω από παίκτες Αμερικανούς, φαίνεται δύσκολο να συγκροτήσει έναν πυρήνα συμπαγή και προπονητικά στέρεο.

Δεν είναι κάθε μέρα του αγίου Μαγκί και του αγίου Σαρπ και του αγίου Πάρκερ και του αγίου Μπλούδενταλ.


Τις καλύτερες ημέρες της, η Μακάμπι τις έζησε όταν οι Αμερικανοί της ήταν παίκτες ομάδας (όπως οι προαναφερθέντες, αλλά και οι Χάφμαν, Έιντσον κ.α.) και ποτίστηκαν από το savoir faire παικτών Ευρωπαίων (Γιασικέβιτσιους, Βούιτσιτς) και παλαιότερα Ισραηλινών (Τζάμσι, Μπέρκοβιτς, Κάτας, Eλιάχου κ.λ.π.).

Ο Σφαιρόπουλος έζησε τις καλύτερες μέρες του στο Τελ Αβίβ όταν έχτισε «ομάδα του προπονητή». Και τις χειρότερες, όταν υποχρεώθηκε να ποντάρει σε βαριεστημένους λεγεωνάριους.

Για να το πω διαφορετικά, προκοπή με Σκότι Ουίλμπεκιν και με Ντέρικ Ουίλιαμς δεν γίνεται, παρά μόνο στη φέξη και στη χάση.

Στο ιδιότυπο οικοσύστημα της Μακάμπι, οι ιδανικοί προπονητές είναι οι λιγότερο παρεμβατικοί, αλλά και περπατημένοι στα δύσβατα κατατόπια του Τελ Αβίβ: Ντέιβιντ Μπλατ, Πίνι Γκέρσον, Σβι Σερφ, Ραλφ Κλάιν.

Ο Γιάννης Σφαιρόπουλος δεν είναι από εκείνους που καθίσουν στην άκρη και θα αφήσουν τους παίκτες να κάνουν το κομμάτι τους, από τη στιγμή μάλιστα που δεν είχε Σάρας και Βούιτσιτς.

Εφ’ όσον μιλάμε για «ερυθρόλευκης» απόχρωσης προπονητές, νομίζω ότι, φιλοσοφικά, στη Μακάμπι θα ταίριαζε περισσότερο ο Γιώργος Μπαρτζώκας.

Ο Σφαιρόπουλος έμεινε στο Γιαντ Ελιάου 3 χρόνια και 3 μήνες. Δεν είναι δα μικρό επίτευγμα, για ξένο προπονητή, που ουσιαστικά δεν είχε ξαναδουλέψει έξω από τη χώρα του.

Ομολογώ ότι τον περίμενα λιγότερο επιτυχημένο αυτόν τον κάπως αταίριαστο γάμο, εφ’ όσον μάλιστα η Μακάμπι έμεινε μακριά από ευρωπαϊκή διάκριση.

Αυτή, βέβαια, της τη στέρησε ο κορονοϊός. Η περίοδος 2019-20, που τελικά ακυρώθηκε, βρήκε τη Μακάμπι σε τροχιά πλέι-οφ, με ρεκόρ 19-9 και στην 5η θέση της κατάταξης.

Πιστεύω ότι το δυσκολότερο στοίχημα, και επίτευγμα, του Σφαιρόπουλου ήταν να αποτρέψει τους κλυδωνισμούς, σε μία μακρά περίοδο βασανιστηρίων λόγω Covid-19.

Το απομονωμένο Ισραήλ παρουσιάζει τελικά εξαιρετικούς δείκτες στην αντιμετώπιση της πανδημίας, αλλά ταλαιπωρήθηκε όσο ελάχιστες χώρες στο ξεκίνημα.

Και έζησε περιόδους σκληρής καραντίνας, με όσα αυτό συνεπάγεται. Δεν ήταν καθόλου εύκολο να παραμείνει μία ομάδα ανταγωνιστική υπό αυτές τις συνθήκες.

Το καθαρό μυαλό και η οξυδέρκεια του στωικού Σφαιρόπουλου κράτησαν τους τοίχους όρθιους, ακόμα και όταν παίκτες αποχωρούσαν έντρομοι από τη χώρα.

Επαναλαμβάνω, ότι το πρωτάθλημα του 2020 -σε άδειες εξέδρες- ήταν εποποιία. Και εικάζω ότι την παραπάνω άποψη συμμερίζεται και ο ίδιος ο Γιάννης.

Επιστρέφοντας στο 2018, η άποψή μου είναι γνωστή και έγκαιρα καταγεγραμμένη: το διαζύγιο με τον Σφαιρόπουλο ήταν ιστορικό λάθος για τον Ολυμπιακό.

Ο προπονητής που οδήγησε μια απλώς καλή ομάδα και ουδόλως ζάπλουτη σε δύο ευρωπαϊκούς τελικούς το 2014 και 2017 (τους οποίους είχε την ατυχία να παίξει στην έδρα του αντιπάλου) έπρεπε να ανταμειφθεί με νέο πολυετές συμβόλαιο και όχι με απολυτήριο.

Eιδικά ο Ολυμπιακός του 2017 ήταν ένα προπονητικό θαύμα και, βάσει έμψυχου υλικού, δεν είχε καμία δουλειά να παίζει σε τελικό Euroleague.

Θυμηθείτε τη σύνθεση στο Σινάν Ερντέμ της δεύτερης φοράς: Σπανούλης, Πρίντεζης, Παπανικολάου, Μάντζαρης, άγουρος Μιλουτίνοφ, άγουρος Παπαπέτρου, Γκριν, Μπερτς, σακατεμένος Γιανγκ, Αγραβάνης, Τολιόπουλος, Ουότερς.

Αυτοί νίκησαν την ΤΣΣΚΑ και διεκδίκησαν το τρόπαιο απέναντι στη γηπεδούχο Φενέρ και το φλογισμένο κοινό της. Με τους Λοτζέσκι, Χάκετ παροπλισμένους.

Ο Σφαιρόπουλος είναι προπονητής φτιαγμένος για ελληνική ομάδα, αλλά δουλειές Euroleague στην Ελλάδα δεν υπάρχουν. Καλά καλά, ούτε εκτός των τειχών.

Τεχνικός με τέτοιο βιογραφικό δεν πρόκειται να εργαστεί στο Eurocup ούτε στο BCL, εκτός πια και να φτάσει σε σημείο απελπισίας.

Εάν κρίνω από την παρόμοια πορεία του Μπαρτζώκα, πριν την επιστροφή του στον Πειραιά, μπορεί ο ορίζοντας του Σφαιρόπουλου να κρύβει μία διετία αναδουλειάς και ανασυγκρότησης.

Ξέρω ότι σκέφτεστε το ίδιο πράγμα που σκέφτομαι κι εγώ. Ναι, στην Εθνική ομάδα αναφέρομαι.

Ο Βαγγέλης Λιόλιος έχει ακουμπήσει όλα του τα αυγά στο καλάθι του Δημήτρη Ιτούδη, αλλά η άρνηση της ΤΣΣΚΑ θα πρέπει να θεωρείται σχεδόν βέβαιη.

Το αυτί μου έπιασε ότι ο Σφαιρόπουλος είχε θεωρηθεί εξαρχής «εναλλακτική λύση» σε περίπτωση ναυαγίου του σχεδίου για Ιτούδη. Ακόμα και πριν από το φευγιό του από τη Μακάμπι.

Μήπως είναι η κατάλληλη στιγμή για μία -κοινή συναινέσει- αλλαγή πλεύσης;

Μία πιθανή συνεργασία της ΕΟΚ με τον Σφαιρόπουλο θα έχει προφανώς ως ορίζοντα το Ευρωμπάσκετ 2022, αλλά μπορεί να πιάσει και τα «παράθυρα» που βλέπουν στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2023, αφού ο 55χρονος Θεσσαλονικιός δεν έχει άλλες δουλειές αυτή την εποχή.

Μέχρι και full time συνεργασία μπορεί να συμφωνηθεί, αν θέλουν η νύφη, ο γαμπρός και το μείον μετά την αποχώρηση της Eurobank ταμείον!

Ο Σφαιρόπουλος άλλωστε δεν είναι τόσο χρωματισμένος, ώστε να εγερθούν αντιρρήσεις από το «πράσινο» στρατόπεδο. Ούτε υπήρξε ποτέ …προκλητικός, για να μιλήσω με τη γλώσσα που καταλαβαίνουν οι φανατικοί.

Οι κινήσεις της νέας διοίκησης στο θέμα του προπονητή (και στα περισσότερα από τα υπόλοιπα) μοιάζουν ασυνάρτητες και σπασμωδικές, αλλά η διαλλακτικότητα των «αιωνίων» εν όψει των αγώνων με την Τουρκία αλλάζει το κλίμα και ξαναφέρνει την Εθνική στο πρώτο πλάνο.

Η επιστροφή του ικανότατου Σφαιρόπουλου στην ελεύθερη αγορά προσφέρει μία μεγάλη ευκαιρία για την «επίσημη αγαπημένη» και ίσως και για τον ίδιο.

Ο Σφαιρόπουλος διακόνησε το τιμ των Ομοσπονδιακών τεχνικών επί σειρά ετών (στο πλευρό των Πετρόπουλου Ιωαννίδη, Γιαννάκη το 2001-04, αλλά και του Καζλάουσκας το 2009-10, μαζί με τον Δημήτρη Πρίφτη) και αναμφίβολα την πονάει την ομάδα όσο λίγοι.

Θα είναι, ίσως, ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση την κατάλληλη εποχή.

Εξάλλου, ποιος προπονητής με τα σύγκαλά του, Έλληνας ή ξένος, θα έκανε κόνξες μπροστά στην προοπτική συνεργασίας με τον κορυφαίο μπασκετμπολίστα του πλανήτη;

Πηγή: Gazzetta