Επιλογή Σελίδας

Του Αλέξη Σπυρόπουλου

Πλέον, το “μάλλον” περιττεύει. Ηταν, πράγματι άκαιρο. Απόδειξη ότι έκτοτε, το κοντέρ έγραψε (εναντίον Ολυμπιακού, Παναθηναϊκού, ΑΕΚ) ένα αθροιστικό μηδέν-επτά.

Το γκρουπ, προκύπτει πως δεν ήταν έτοιμο για να υποστήριζε στο τερέν, match by match, μία τέτοια καμπάνια τέταρτης θέσης. Ισως, δεν ήταν έτοιμο…καν να ακούσει για μία τέτοια καμπάνια. Ο προπονητής που αντιλαμβάνεται το γκρουπ όσο κανείς, όφειλε να το γνωρίζει. Στη Νέα Φιλαδέλφεια, ο Αρης ολοκλήρωσε το παιγνίδι με αναμενόμενα γκολ 0,15. Σε απλά ελληνικά. Ως αυτή την ώρα να συνέχιζαν να παίζουν, πάλι γκολ δεν έβαζαν.

Το “δημόσιο” της συζήτησης, το πιθανότερο είναι ότι απλώς αφύπνισε. Οχι την ομάδα. Τους αμέσως επόμενους αντίπαλους της ομάδας. Και η ΑΕΚ με τη σειρά της, αντιμετώπισε την αναμέτρηση σαν αληθινό ντέρμπι. Σαν να υποδεχόταν στην ΑγιαΣοφιά, τον ΠΑΟΚ. Τον Παναθηναϊκό. Τον Ολυμπιακό. Ηταν κεφάτη, ευχάριστη να την παρακολουθεί κανείς, οπωσδήποτε κυριαρχική, σίγουρα συγκεντρωμένη. Οχι ακριβώς, η βραδυά που θα ήθελες να ήσουν απέναντί της.

Είδαμε ξανά, το τυπικό μοτίβο του αγκρέσιβ man-to-man σε ολόκληρο τον αγωνιστικό χώρο. Ωθησαν τον Αρη έτσι, να χάνει τη μία μετά την άλλη τις κατοχές πηγαίνοντας στις μεγάλες μπαλιές. Υστερα, με τον αεικίνητο Πινέδα στον “σκληρό πυρήνα” της δράσης, με την εγνωσμένη one-touch ικανότητα του Πόνσε, αν θέλετε με τη στήριξη και του Αθανασιάδη σε ένα υποσχόμενο σουτ του Σαβέριο αμέσως μετά το δύο-μηδέν, τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους.

Και μοναδική ερώτηση απέμενε, ενόψει του…κακού παρελθόντος της ΑΕΚ εφέτος, το “για πόσο”. Για πόσην ώρα. Η διάρκεια του καλού. Η απάντηση είναι, ότι εδώ το καλό κράτησε 60-65 λεπτά. Αλλά ο Αρης στο τελευταίο ημίωρο, ακόμη και με το 4-4-2 (με τον Μάνου Γαρθία αριστερό χαφ) για περίπου ένα δεκαπεντάλεπτο, ή με ό,τι άλλο πριν ή εν συνεχεία, δεν ήταν ο ΠΑΟΚ της προηγούμενης Κυριακής για να καταστρέψει άλλο ένα, από 2-0 σε 2-2, πάρτι. Ο φάκελος έκλεισε, με την ΑΕΚ σε απλή διαχείριση ασφαλείας.

Ηταν μία Κυριακή, όχι τόσο για να δούμε τα αποτελέσματα που έτσι κι αλλιώς δύσκολα θα ξέφευγαν από το φυσιολογικό. Οσο για να αξιολογήσουμε την τρέχουσα αγωνιστική κατάσταση, των δύο ομάδων που (όσο Ολυμπιακός και ΠΑΟΚ πορεύονται με το ένα πόδι στη Σούπερ Λιγκ και με το άλλο πόδι στο Κόνφερενς Λιγκ) είναι τα κατ’ εξοχήν φαβορί της κούρσας. Και υπ’ αυτή την έννοια, τουλάχιστον στην ταπεινή εκτίμησή μου, ο αγώνας ΑΕΚ-Παναθηναϊκός την άλλη Τετάρτη στη Νέα Φιλαδέλφεια είναι…το μισό τρόπαιο.

Με τον Παναθηναϊκό, νιώθω ότι συμβαίνει το εξής. Η Λαμία (πριν τη Λεωφόρο) είχε δεχθεί τέσσερα γκολ από την ΑΕΚ, τρία από τον Αρη, τρία από τον ΠΑΟΚ, πέντε από τον Ολυμπιακό. Το όλον, δεκαπέντε. Κι όμως, στο πράσινο συλλογικό θυμικό προϋπήρχε μια κάποια αμφιβολία. Μια ανασφάλεια. Θα πει κανείς, ναι, εύλογη απόρροια των δύο αγώνων με τη Λαμία στην κανονική περίοδο. Και κάτι περισσότερο, ενδεχομένως. Απόρροια, μιας διάχυτης αίσθησης πως ο Παναθηναϊκός είναι ομάδα που “δεν έχει μπέσα”.

Που είναι ικανή για το ο,τιδήποτε ανά πάσα ώρα και στιγμή, στο πλήρες εύρος του φάσματος μεταξύ ζενίθ και ναδίρ. Να, σου λέει, πάντοτε θα βρει…πώς να φάει το πρώτο γκολ! Το βρήκε πάλι, όντως. Δεν ήταν, το μεμονωμένο λάθος χαλαρότητας του Κώτσιρα στην πιο απλή και αβίαστη πάσα. Κατεγράφησαν, πέντε-έξι όμοια λάθη στις εύκολες επαφές με τη μπάλα. Του Κώτσιρα το κρατήσαμε στο μνημονικό, διότι ήταν το μόνο που κόστισε. Τα άλλα, μολονότι συνέβησαν εξίσου, παρεγράφησαν.

Εμένα, εάν κανείς ερωτά, αυτή τη φορά ο Παναθηναϊκός μου άρεσε. Μου άρεσε πολύ. Επαιξαν καλά, πέρα από το ατομικό, στο συνδυαστικό σκέλος που είναι και το πιο ενδιαφέρον. Κινήθηκαν στους χώρους αρμονικά, βρέθηκαν ο ένας με τους άλλους, έβγαλαν “και με το παραπάνω” τις ευκαιρίες. Είχε τη σημασία του, όλο αυτό. Διότι άλλη μία φορά, είδαμε κάτι καινούργιο. Ενα 4-2-2-2 δίχως wingers, με δύο δεκάρια “μέσα”, τα δεκάρια που έμοιαζαν “η αρχή και το τέλος” των πάντων, ο Μπερνάρ και ο Μπακασέτας.

Δεν έχει να κάνει, αν ήταν η Λαμία. Εχει να κάνει, με την ομαδική λειτουργία του Παναθηναϊκού όποιος και να είναι στην άλλη άκρη του τερέν. Η Λαμία, το ξέραμε άλλωστε, είναι ένα γκρουπ με ωραίες, τις σωστές, αρχές. Με αυτές τις αρχές που τους πήγαν ως την, ανήκουστη στο παρελθόν του σωματείου, έκτη θέση. Και φυσικά, κι αυτό το ξέραμε, είναι άμαθοι να παίζουν σερί ΠΑΟΚ-Ολυμπιακό-Παναθηναϊκό-Παναθηναϊκό-Ολυμπιακό-ΠΑΟΚ.

Ο Παναθηναϊκός όμως, ανεξαρτήτως, ήταν “όπως έπρεπε”. Εχω την υποψία δε, ότι (εάν νοείται “μέτρο” στην πείνα και στη δίψα για τον τίτλο) η πείνα και η δίψα στην πλευρά του Παναθηναϊκού είναι κατά τι πιο…άγρια απ’ όσο σε οποιαδήποτε άλλη (κίτρινη, μαύρη, κόκκινη) πλευρά. Παρατηρεί κανείς ας πούμε, πώς “κακιώνει” ο λίντερ Ιωαννίδης. Ενας θαυμάσιος παίκτης, ένας θαυμάσιος συμπαίκτης. Ενας…τρελαμένος, παίκτης και συμπαίκτης. Πώς κακιώνει, ποδοσφαιρικά. ‘Η και όχι μόνο ποδοσφαιρικά!

Ξεκάθαρα, δεν τον νοιάζει τίποτα. Δεν βλέπει τίποτα. Δεν ακούει τίποτα. Δεν ενδιαφέρεται για τα stats, για την καριέρα, για το ίματζ, για το συμβόλαιο, για το εξωτερικό. Το μόνο πράγμα στο οποίο επιτρέπει χώρο ανάμεσα στις παρωπίδες του, είναι το πρωτάθλημα…τελευταία αγωνιστική με τον Ολυμπιακό στην Αλεξάνδρας. Εκεί, τελειώνουν όλα. Το έπειτα, σήμερα δεν υπάρχει. Θα υπάρξει, όταν θα είναι η ώρα για να υπάρξει.

Οι πιθανότητες του Παναθηναϊκού σε αυτό, στο να παίξει το πρωτάθλημα την τελευταία αγωνιστική με τον Ολυμπιακό στην Αλεξάνδρας, εννοείται πως είναι δυνατές. Για να είμαι ειλικρινής, υπολογίζω πως στο έμπα του Μαΐου, δηλαδή σε δύο εβδομάδες από τώρα, ο Παναθηναϊκός θα έχει αναρριχηθεί στην πρώτη θέση της βαθμολογίας. Και από αυτήν, από την pole position… για να το πούμε στη γλώσσα που αρέσει στον Ιωαννίδη, θα παίξει “ό,τι έχει και δεν έχει” στο φινάλε με τον ΠΑΟΚ και με τον Ολυμπιακό.

Πηγή: Sport DNA

Pin It on Pinterest

Shares
Share This