Επιλογή Σελίδας

Του Βασίλη Κρίτσα

Ο Άγγελος του ελληνικού μπάσκετ ήταν από τις μεγαλύτερες καλαθομηχανές στην ιστορία του πρωταθλήματος. Κι αν κάποιοι σκέφτονται πόσους τίτλους θα έπαιρνε σε μια μεγαλύτερη ομάδα από το Περιστέρι, θα τον θυμόμαστε πάντα ακριβώς γιατί πέρασε μια ζωή στη δυτική όχθη και έγινε ο πρίγκιπάς της…

Ο Άγγελος Κορωνιός είχε την τύχη να προλάβει τη χρυσή περίοδο του ελληνικού μπάσκετ -και την εποχή των παχιών αγελάδων. Ένα από τα μεγαλύτερα αστέρια ενός πρωταθλήματος που αυτο-διαφημιζόταν τότε ως το “καλύτερο της Ευρώπης”, με σπουδαίες ομάδες και παίκτες. Κάτι σαν “γίγαντες” που πατούσαν στους ώμους άλλων “γιγάντων” -δεν είναι τυχαίο πως έτσι ονομάζεται (los gigantes) και το ισπανικό περιοδικό του μπάσκετ- κι ας μην ήταν ακριβώς γιγαντιαίο το παράστημά του, των 185 περίπου εκατοστών, για τα δεδομένα του αθλήματος.

Αν έπαιζε σε παλιότερες εποχές, μπορεί να μιλούσαμε για το μεγαλύτερο παίκτη της γενιάς του. Μια πραγματική καλαθομηχανή, με γλυκό και φαρμακερό μαζί (εξαρτάται από ποια μεριά το έβλεπες) σουτ και μεγάλη διεσδυτικότητα. Οργανωτής κι εκτελεστής με στόφα ηγέτη, που έφτασε να είναι από τους μεγαλύτερους σκόρερ στα χρονικά του ελληνικού πρωταθλήματος.

Αν πάλι έπαιζε στους σύγχρονους επαγγελματικούς καιρούς μας, μπορεί να είχε πάει πιο νέος σε κάποια μεγαλύτερη ομάδα και να έπαιρνε τους τίτλους που έλειψαν από τη συλλογή του. Είχε όμως την ευλογία και την “κατάρα” να δέσει το (Αγγελικό) όνομά του με το Περιστέρι, να πετάξει μαζί του προς την κορυφή και να ζήσει σχεδόν μια ολάκερη ζωή εκεί, πριν ανοίξει φτερά για άλλες πολιτείες, μακριά από τη δυτική όχθη.

Μεγάλωσε δίπλα στο πρώτο γήπεδο του Περιστερίου κι άρχισε να παίζει από μικρό παιδί με τα χρώματα της ομάδας, κερδίζοντας τις πρώτες διακρίσεις μαζί της από την κατηγορία μίνι. Έκανε ντεμπούτο στην πρώτη κατηγορία στα 16 του, για να γίνει βασικός μετά τον υποβιβασμό της ομάδας στην Α2. Την ανέβασε στην Α1, ως ηγέτης μιας σπουδαίας φουρνιάς, μαζί με τον Κασουρίδη, το Μυλωνά και το μακαρίτη σέντερ, το Φάσουρα, καθιστώντας την μία από τις ανερχόμενες δυνάμεις της εποχής, που ήταν σκληρό καρύδι για τους “μεγάλους”.

Κάθε χρονιά, ο Κορωνιός ήταν μέσα στην πρώτη δεκάδα των σκόρερ. Δεν κατάφερε ποτέ να κερδίσει τον τίτλο του πρώτου σκόρερ της σεζόν, κατάφερε όμως να περάσει τους επτά χιλιάδες πόντους στη μεγάλη κατηγορία και τις διάφορες εκδοχές της στο πέρασμα του χρόνου (Α’ Εθνική, Α1 και επαγγελματικό πρωτάθηλμα υπό την αιγίδα του ΕΣΑΚΕ) φτάνοντας στην έκτη θέση των σκόρερ όλων των εποχών.

Ήταν διαρκώς μήλο της έριδος για τις μεγαλύτερες -ή απλώς πιο πλούσιες- ομάδες, κατάφερε όμως να απογαλακτιστεί από την ομάδα που τον ανέδειξε και γιγαντώθηκε μαζί του, μόλις στα 29 του χρόνια, χάρη στη συναίνεση του Κορασίδη. Η συνέχεια ήταν μάλλον αναντίστοιχη των προσδοκιών, όμως.

Πήγε στην ΑΕΚ, όπου κέρδισε τους μοναδικούς τίτλους της ενήλικης καριέρας του, ένα Σαπόρτα και ένα Κύπελλο Ελλάδας, χωρίς να θυμίζει όμως τον ηγέτη του Περιστερίου, για να οδηγήσει το δικέφαλο στη διεκδίκηση του πρωταθλήματος. Μετά από μια διετία, πήγε στον ΠΑΟΚ, όπου κάποτε η κερκίδα δονούνταν από το σύνθημα “έλα στον ΠΑ-έλα στον ΠΑΟΚ Κορωνιέ…”. Πέτυχε όμως μια κακή περίοδο της ομάδας, με οικονομικά προβλήματα και τη μάστιγα Μπατατούδη.

Στη συνέχεια πέρασε από το Μαρούσι και τον Πανιώνιο, για να κλείσει την καριέρα του στον Ολυμπιακό. Όλα όμως φαίνονταν να έρχονται τη λάθος στιγμή, να έχουν λάθος timing, για τον ίδιο ή για τις ομάδες που επέλεγε -πχ τους ερυθρόλευκους, που διένυαν μεταβατική περίοδο και δεν ήταν έτοιμοι να χτυπήσουν τίτλο. Ακόμα και η φυγή του από το Περιστέρι φάνηκε να έρχεται αργά, τη λάθος στιγμή, αν δηλαδή δεν ήταν λάθος η ίδια.

Τα χρόνια του στο Περιστέρι ήταν αυτά που του άνοιξαν την πόρτα για την Εθνική, όπου έγραψε πάνω από 100 συμμετοχές και σχεδόν χίλιους πόντους, φτάνοντας μαζί της δύο φορές στην τετράδα της Ευρώπης και του κόσμου (στο Ευρωμπάσκετ του 97′ και το Παγκόσμια της Αθήνας αντίστοιχα).

Στη συνέχεια, ο Κορωνιός δοκίμασε την τύχη του ως προπονητής, αλλά μάλλον δε σκότωσε ποτέ τον παίκτη μέσα του. Η πιο αξιόλογη στιγμή του ήταν ο τίτλος της Α2 με το Σπόρτινγκ και οι θητείες του στην ΑΕΚ, με την οποία ανέπτυξε ιδιαίτερο δεσμό, αλλά φάνηκε να κλείνει αυτό το κεφάλαιο, μετά το άδοξο τέλος της συνεργασίας του και την παρεξήγηση με τον κουμπάρο του, Ντράγκαν Σάκοτα.

Το 2018, το Περιστέρι τον τίμησε για την προσφορά του, ως το μεγαλύτερο παίκτη της ομάδας. Κι αν οι περισσότεροι σκέφτονται πως μπορεί να είχε κερδίσει πιο πολλούς τίτλους αν έπαιρνε μεταγραφή νωρίτερα, στην πράξη μακριά της μπορεί να τα έχανε όλα και να ήταν ένα από τα πολλά ταλέντα που δεν ξεδιπλώθηκαν ποτέ στις μεγάλες ομάδες και τα κατάπιε η πίεση και ο ανταγωνισμός.

Πηγή: Κατιούσα