Του Αλέξη Σπυρόπουλου
Η ήττα, σε μαθαίνει. Πολλά περισσότερα, ως γνωστόν, από τη νίκη. Η διαφορά του ΠΑΟΚ Νέας Φιλαδέλφειας με τον ΠΑΟΚ Νέου Φαλήρου είναι (όχι ένας, όχι δύο ή τρεις, καν τέσσερις ή πέντε) έξι ποδοσφαιριστές. Δεξιός μπακ, οι δύο στόπερ, δεκάρι, ο ένας ακραίος επιθετικός, σέντερ-φορ. Αλλοι παίκτες, άλλα χαρακτηριστικά, άλλη ψυχοσύνθεση. Extreme makeover. Η διαφορά του Ολυμπιακού με την Ουέστ Χαμ και του Ολυμπιακού με τον ΠΑΟΚ, είναι ένας ποδοσφαιριστής. Ο αριστερός μπακ. Κίνι, αντί Ορτέγα. Οι άλλοι δέκα, απαράλλακτοι. Copy paste. Στις ίδιες θέσεις, σε ίδιο σχηματισμό, στους ίδιους ρόλους. Το ποδόσφαιρο είναι συναίσθημα, εννοείται, πριν και πάνω από καθετί άλλο. Η νίκη είναι η ονείρωξη. Αλλά η ποδοσφαιρική ανάλυση, δεν (μπορεί να) έχει συναίσθημα.
Ο Ολυμπιακός στόχευσε να πιέσει…σαν ΑΕΚ, τον ΠΑΟΚ. Εκ περιτροπής οι δύο από τους τρεις κόκκινους χαφ, έκλειναν με καθαρό μαν-του-μαν τους δύο μέσους του Δικέφαλου ώστε να τους βγάλουν εκτός build-up. Ομως ο Μπράντον και ο Μουργκ έδιναν στην ομάδα τους, καλύτερη δυνατότητα στο σπάσιμο της αντίπαλης πίεσης. Ο Μπράντον του Καραϊσκάκη, ήταν Μπράντον Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Ανεκτίμητος. Ο Μουργκ σήμερα, είναι Πέλκας 2018-19. Δεν έχω, πιο υψηλό κοπλιμάν να του προσφέρω. Ο Μουργκ, πλέον είναι μάλλον αδύνατον να μάθει κόλπα Κωνσταντέλια. Ωστόσο ο Κωνσταντέλιας έχει στον Μουργκ, ολοζώντανο παράδειγμα μάθησης στην καθημερινότητά του. Πώς να παίζει, με απλότητα. Με ουσία. Ο Κωνσταντέλιας στη φάση που ευρίσκεται, το υγιές και το αίσιο για την προοπτική του είναι να διψάει για να μαθαίνει.
Κύλησε ένα (το πρώτο) ημίχρονο…ισοπαλίας. Οχι στο σκορ, στην εικόνα. Μια εικόνα, ισοτιμίας. Ισορροπίας. Ο Ολυμπιακός με την πίεση, δημιούργησε στον εαυτό του μια ευκαιρία στο ένα-μηδέν. Από το τυφλό διώξιμο του Κοτάρσκι. Χέσε/Φορτούνης/Ντανιέλ Ποντένσε, ακριβώς όπως Γένσον/Μάνταλος/Πινέδα. Απέτρεψε το ένα-μηδέν, ο Κοτάρσκι με το αδιανόητο μπλοκ. Ο ΠΑΟΚ δημιούργησε στον εαυτό του επίσης, μια ευκαιρία για το μηδέν-ένα. Εν πρώτοις, με τον “άγιο κανονισμό” του πλεονεκτήματος (το “επαγγελματικό” φάουλ του Αλεξανδρόπουλου στον Σάστρε δεν σταμάτησε την επίθεση). Εν συνεχεία, δια της εγνωσμένης οδού. Αμεση αλλαγή πλευράς με τον Μουργκ, μεταφορά της μπάλας από δεξιά προς τα αριστερά, για να παίξουν Μπάμπα/Τάισον. Τι γίνεται, όταν παίζουν Μπάμπα/Τάισον; Από απέναντι, έρχεται μέσα και πατάει ο Ζίβκοβιτς. Ο Πασχαλάκης δεν το απέτρεψε.
Στη συνθήκη ισοδυναμίας λοιπόν, δεν έγραψε το ταμπλό ένα-μηδέν, έγραψε μετά μηδέν-ένα. Οι στιγμές. Οχι κάποια θεαματική κυριαρχία “όπως Παναθηναϊκός” τις προάλλες στην έδρα του Ολυμπιακού. Από στιγμές μια φορά ή από κυριαρχία μιαν άλλη φορά, στην ανάπαυλα ο Ολυμπιακός βρέθηκε στον ίδιο παρονομαστή. Να πρέπει, να κυνηγήσει. Για αρχή, την ισοφάριση. Και, δια της ισοφαρίσεως, ένα μομέντουμ ανατροπής. Και με τον Παναθηναϊκό στο μηδέν-ένα και με τον ΠΑΟΚ στο μηδέν-ένα, ο Ολυμπιακός μπήκε και άσκησε παρεμφερή πίεση. Με τον Παναθηναϊκό, έκατσε γρήγορα. Με τον ΠΑΟΚ, δεν έκατσε. Εκείνο που έκατσε γρήγορα, ήταν…το ένστικτο του Πορόσο. Ενας σέντερ-μπακ, που τις προηγούμενες ημέρες είχε επαινεθεί μάλλον ασύμμετρα.
Στην πραγματικότητα, ένας σέντερ-μπακ με θωριά που είναι εκεί μονάχα για να διώχνει “όπου να ‘ναι” την κάθε μπάλα που, από χαμηλά ή από ψηλά, έρχεται, τελεία. Ο Πορόσο παίζει, ενενήντα με την παρόρμηση της στιγμής και δέκα με τη σκέψη για τη στιγμή. Μικρός είναι, θα μου πεις. Ο Κουλιεράκης είναι “τρία και” χρόνια πιο μικρός. Η δική του ποσόστωση όμως, παρόρμηση με σκέψη, είναι πολύ πιο μπαλαντζαρισμένη. Αυτό που έκανε ο Πορόσο με τον ΠΑΟΚ, το έκανε και στην Κρήτη. Με τον ΠΑΟΚ, μες στην περιοχή. Με τον ΟΦΗ, κανα-δυο μέτρα έξω από την περιοχή. Με τον ΠΑΟΚ, ήταν μηδέν-ένα και πέναλτι. Με τον ΟΦΗ, ήταν δύο-μηδέν και φάουλ. Αλλά η παρόρμηση, δεν διαφέρει.
Για να πιέσει, ο προπονητής του Ολυμπιακού απέσυρε τον Αλεξανδρόπουλο και έφερε τον Μασούρα. Με τον Αλεξανδρόπουλο, οι πιο άνετοι ήταν οι σέντερ-μπακ του ΠΑΟΚ. Με τον Μασούρα, πιο άνετοι έγιναν οι χαφ του ΠΑΟΚ. Πάντοτε, εφόσον απαγορεύεται να παίζεις…με δώδεκα, κάτι παίρνεις, κάτι παραχωρείς. Στην παραχώρηση επάνω, υπεισήλθε η παράμετρος-Πορόσο. Εκεί ήταν που, για περίπου μισό ημίχρονο, ο Ολυμπιακός όντως “το έχασε”. Η παρτίδα, με τους άνετους χαφ, ξέφυγε. Μπορεί να συμβεί. Οταν συμβαίνει, δεν είναι απαραίτητο να καθορίζει την επαγγελματική υπόσταση και την αξιοσύνη του προπονητή, ή του γκρουπ. Παίζουμε πολύ εύκολα, από Κυριακή σε Κυριακή, με αυτά τα πράγματα. Πηγαινοφέρνουμε, εναλλάσσουμε για πλάκα από εβδομάδα σε εβδομάδα, τους μάγκες και τους δάγκες. Δεν πάει, έτσι.
Δεν το έχασε ο Ολυμπιακός, με τον Αλεξανδρόπουλο. Επειδή, δηλαδή, έπαιξε με τρεις κεντρικούς μέσους. Με τον Αλεξανδρόπουλο μέσα, τα “αναμενόμενα γκολ” ήταν 0,46 Ολυμπιακός, 0,39 ΠΑΟΚ. Στο δεύτερο ημίχρονο, τα αναμενόμενα γκολ έγιναν 0,42 Ολυμπιακός, 2,14 ΠΑΟΚ. Αλλο τόσο δεν το έχασε ο Ολυμπιακός, με τον Μασούρα. Συνέπεσε να το χάσει, ενόσω ήταν ο Μασούρας μέσα. Αλλά όχι, λόγω του Μασούρα. Το έχασε ξεκάθαρα, λόγω της στιγμής Πορόσο. Με τον Μασούρα μέσα άλλωστε, και υπεράνω όλων με τον Φορτούνη φυσικά, στο φινάλε αυτό το γκρουπ έβγαλε νοοτροπία. Είχαν φάει τέσσερα στο κεφάλι, η κερκίδα άδειασε, όλα έσβησαν, οι ίδιοι δεν έσβησαν. Δεν παραιτήθηκαν. Γκολ ο Φορτούνης, κεφαλιά ο Σολμπάκεν δίπλα στην εστία, το σουτ του Φορτούνη που έβγαλε ο Κοτάρσκι, γκολ ο Μασούρας. Ο,τι πρόλαβαν.
Και αυτά, οι τέσσερις φάσεις για γκολ του Ολυμπιακού μετά τα τέσσερα γκολ του ΠΑΟΚ, είναι κομμάτι του σεναρίου. Είναι μέρος του έργου. Η απαρέγκλιτη άποψή μου είναι ότι τα ωραιότερα ματς τελειώνουν όπως αρχίζουν. Στο γήπεδο. Ακόμη καλύτερα, στο γεμάτο γήπεδο. Να γίνουν όλα, να τα δούμε όλα από την αρχή ως το τέλος, να μη χάσουμε το παραμικρό της δράσης, να μη κόβεται βιαίως το φιλμ “επάνω στο καλύτερο”. Αν χρειαζόμουν συνήγορο υπερασπίσεως γι’ αυτό, το ματς Ολυμπιακός-ΠΑΟΚ δίνει πανίσχυρο επιχείρημα.
Πηγή: Sdna