Ο Γιάννης Αλαφούζος και ο Γιώργος Δώνης είναι το ζευγάρι που χωρίζει αλλά συνεχίζουν να μένουν μαζί «για τα παιδιά». Ενα κλασικό λάθος. Ταλαιπωρούν τον εαυτό τους, σε μια συμβατική συμβίωση. Καταλήγουν να ταλαιπωρούν και τα παιδιά.
Το ζευγάρι που χωρίζει, πάντοτε θέλει μία αυτοεπιβεβαίωση πολιτισμού. Οχι για να κάνουν καλό στα παιδιά. Μόνο για να αντιμετωπίσουν την τύψη ότι κάνουν κακό στα παιδιά. Τα παιδιά όμως, καταλαβαίνουν. Πολλά περισσότερα, απ’ όσα το ζευγάρι νομίζει ότι καταλαβαίνουν.
Αντί λοιπόν, ενόσω η σχέση του ζευγαριού έχει ήδη διαρραγεί, να συντηρείται ενώπιον των παιδιών ένα πρόσχημα πολιτισμού, η καθαρή (όσο επώδυνη) λύση δεν παύει να είναι η μοναδική λύση. Χωρίζουμε, και παίρνουμε τις ευθύνες που αυτό συνεπάγεται, ώστε έπειτα να προχωρήσει ο καθένας στον δρόμο του.
Ηταν το κριτήριο που με έκανε ευθύς εξαρχής να εκτιμήσω ότι όλο αυτό στην post-season του Παναθηναϊκού, παρά την ενθαρρυντική αρχή στο ματς με την ΑΕΚ, θα είχε κοντή ημερομηνία λήξης. Οταν χωρίζεις αλλ’ εξακολουθείς να μένεις μαζί, από κει και μετά στην καθημερινότητα το παραμικρό στον άλλον είναι ενοχλητικό.
Εντελώς προβλέψιμα συνεπώς, επιπλέον δίχως ένα κεντρομόλο διακύβευμα στα πλέι-οφ του πρωταθλήματος, τα παιδιά οδηγήθηκαν να δώσουν μία σειρά αγώνων καταδικασμένη σε fade-out.
Το ετερόκλητο γκρουπ, φευγάτοι και παραμένοντες, για πόσο θα ήταν εφικτό να συντονίζονται στο κοινό μήκος κύματος; Για πόσο θα μπορούσαν να προσποιούνται, όπως οι πολιτισμένοι γονείς, ότι δεν τρέχει στην οικογένεια τίποτα;
Οσοι έπαιξαν την Κυριακή στον Πειραιά, ή παίζουν το Σάββατο στην Κρήτη, το τελευταίο ματς με τη φανέλα του Παναθηναϊκού, το έπαιξαν. Είναι ο καιρός για τη στροφή σε όσους έχουν μπροστά (και είναι αφοσιωμένοι στον στόχο) να παίξουν ακόμη πολλά ματς με τη φανέλα του Παναθηναϊκού.
Ο εκνευρισμός, τα μαλώματα, η ανασφάλεια, ο ζόφος στην ατμόσφαιρα, εν τέλει το να ξυπνάς και να μη σου βγαίνει η όρεξη να πας στη δουλειά, το κάνει χειρότερο. Τα άλλα επτά παιγνίδια ως το φινάλε ωστόσο, δεν είναι ένα “αναγκαίο κακό”. Ο Παναθηναϊκός δεν είναι…η Β’ Εθνική για να το βλέπει έτσι και να κατεβάσει μονομιάς τα ρολά. Και να ήθελαν, δεν το μπορούν άλλωστε.
Ο Παναθηναϊκός, όπου/όποτε εμφανίζεται ν’ αγωνιστεί, είναι ο Παναθηναϊκός, τελεία. Αδιαπραγμάτευτο. Το μοναδικό που στο εξής έχουν να κάνουν, είναι το αναγκαίο κακό να το γυρίσουν σε, όσο γίνεται, καλό. Ειδάλλως, καθόλου δεν αποκλείεται το τελικό κόστος να είναι βαρύτερο από την οικονομοτεχνική επιβάρυνση, εάν περί αυτού εν τέλει πρόκειται, ενός διαζυγίου.
Η στροφή σε όσους φιλοδοξούν να παίξουν πολλά ματς με τη φανέλα του Παναθηναϊκού, είναι η προσοχή στην ακαδημία. Το ίδιο όπως το σημειώναμε την προηγούμενη φορά και για τον ΠΑΟΚ, η ακαδημία δεν νοείται παρά να είναι ενεργό κομμάτι του rebuilding. Ας κυκλοφορεί για ξόδεμα τώρα, πιο πολύ χρήμα απ’ όσο πριν. Δεν έχει να κάνει. Η ακαδημία δεν είναι μονάχα…για όταν είμαστε φτωχοί.
Και το ένα εδώ, δηλαδή η ισπανική στελέχωση του τεχνικού επιτελείου, δεν αναιρεί το άλλο. Τη συστηματική αξιοποίηση του ελληνικού στοιχείου του youth sector. Ο Αστέρας Τρίπολης, από τη day-one της ιστορίας του στη Σούπερ Λιγκ, βασίστηκε στους ισπανόφωνους. Και συγχρόνως, στοχευμένα επένδυσε στην ακαδημία. Από χθες, χάρη στον Κυριακόπουλο από τη Θύελλα Πάτρας, το ταμείο του κλαμπ είναι κατά ένα εκατομμύριο πιο άνετο.
Κι αν κοιτάξει κανείς πίσω, ανάμεσα σε δεκάδες ισπανόφωνους που παρέλασαν στην Τρίπολη όλ’ αυτά τα χρόνια, τι είναι το πρώτο που έρχεται στο μυαλό όταν λες Αστέρας; Ενας Φορτούνης κι ένας Μπακασέτας, ένας Κουρμπέλης, ένας Κυριακόπουλος, ένας Κώτσιρας, μακάρι ένας Δουβίκας αύριο-μεθαύριο…
Για να το κλείσουμε, όπως το ξεκινήσαμε σήμερα. Τι είναι το καλό “για τα παιδιά”. Μιλώντας για youth sector, όποιος είναι διευθυντής/εκπαιδευτής/γονιός στις λεγόμενες αναπτυξιακές ηλικίες (επιτρέψτε μου το ακραίο της έκφρασης…) απαγορεύεται να μη έχει διαβάσει το βιβλίο “Πάσα στην Ψυχή” του εξαιρετικού Αχιλλέα Υφαντίδη. Κυκλοφορεί, από τις εξειδικευμένες εκδόσεις sportbook.
Πυκνό σε νοήματα, ευχάριστο και ξεκούραστο στην αφομοίωσή τους. Οχι προπονητική μέθοδος, όχι τεχνική ανάλυση. Ψυχολογία και επικοινωνία. Οχι για το ποδόσφαιρο που βλέπουμε, τόσο. Οσο για το ποδόσφαιρο που νιώθουμε.
πηγή: sdna.gr