Επιλογή Σελίδας

Του Βασίλη Σαμπράκου

Έκανε αρκετά πράγματα σωστά ο Παναθηναϊκός στο κυριακάτικο ντέρμπι. Ή πιο σωστά, έκανε αρκετά πράγματα καλά και στο επιθετικό κομμάτι – δηλαδή όταν είχε την μπάλα. Στις περισσότερες παραμέτρους του παιχνιδιού η απόδοσή του κυμάνθηκε στον μέσο όρο ή λίγο πιο πάνω από τον μέσο όρο του στο τρέχον πρωτάθλημα. Γιατί δεν αξιοποίησε την υπεροχή του, δηλαδή γιατί δεν πέτυχε γκολ; Επειδή δεν δημιούργησε ευκαιρίες για γκολ, και έγραψε την δεύτερη χαμηλότερή του τιμή xGoals στο πρωτάθλημα (0.46). Η προηγούμενη χαμηλότερη τιμή ήταν το 0.14 στο Καραϊσκάκη. Σε πολλά κομμάτια της, η απόδοση του Παναθηναϊκού στο ντέρμπι της Λεωφόρου ήταν καλύτερη από την απόδοση που είχε στο ντέρμπι του Καραϊσκάκη. Και αν κανείς προσεγγίσει αυτό το ματς από αυτή την οπτική γωνία διαπιστώνει πρόοδο του Παναθηναϊκού στην διάρκεια του τριμήνου που έχει μεσολαβήσει. Δηλαδή στην Λεωφόρο εμφανίστηκε μια καλύτερη και πιο ισορροπημένη ομάδα συγκριτικά με εκείνη που είχε εμφανιστεί στο Καραϊσκάκη.

Γιατί δεν κατάφερε να δημιουργήσει κλασικές ευκαιρίες ο Παναθηναϊκός; Επειδή δεν βρήκε τρόπο να διασπάσει τις αμυντικές γραμμές του Ολυμπιακού. Και δεν το κατάφερε για δύο λόγους: Επειδή δεν μπόρεσε να ανεβάσει τον ρυθμό της ανάπτυξης των επιθέσεων, και επειδή δεν βρήκε το θάρρος για να επιδιώξει μονομαχίες, να κάνει ντρίμπλες και να μπει στην περιοχή με τον τρόπο που κατάφερε να δημιουργήσει ο Χουάνκαρ την ευκαιρία του Μακέντα στο 41’ο λεπτό.

Ο Παναθηναϊκός δεν ανέβασε τον ρυθμό της ανάπτυξης των επιθέσεων επειδή η αγωνιστική κατάσταση του Μαουρίτσιο και η κόπωση του Βιγιαφάνιες δεν του έδωσαν τα στοιχεία που χρειαζόταν. Προκειμένου να ανεβάσει μια ομάδα τον ρυθμό, δηλαδή να παίξει με λιγότερες επαφές με την μπάλα ανά ποδοσφαιριστή απαιτούνται συντονισμένες και συγχρονισμένες ομαδικές τακτικές ενέργειες – δηλαδή κινήσεις χωρίς την μπάλα. Ο Παναθηναϊκός δεν τις είχε. Και γι’ αυτό δυσκολεύτηκε πολύ να δημιουργήσει χώρους για να επιτεθεί απέναντι στον συνωστισμό του Ολυμπιακού. Χάρη στην καλή τοποθέτηση και την συγκέντρωσή της η ομάδα του Πέδρο Μαρτίνς μίκραινε διαρκώς τον χώρο στον Παναθηναϊκό και δεν τον άφηνε να βρει τρόπο να διασπάσει τις γραμμές της.

Η “μοναξιά” του Βιτάλ

Απέναντι σε αυτή την κατάσταση ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς αντέδρασε, με την επιλογή του Ματέους Βιτάλ. Πόνταρε στην ικανότητά του να επιτίθεται με την μπάλα στον αντίπαλό του και να δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για την ολοκλήρωση μιας επίθεσης. Ο Βραζιλιάνος, που ήταν στην καλύτερη κατάσταση που έχει βρεθεί τον τελευταίο καιρό, την έκανε την δουλειά – δηλαδή σε 30’ λεπτά δοκίμασε περισσότερες ντρίμπλες (5) από την πλειονότητα των συμπαικτών του (μόνο ο Παλάσιος δοκίμασε περισσότερες – 8) και είχε το μεγαλύτερο ποσοστό επιτυχίας στις ντρίμπλες (80%). Μια δική του ενέργεια, μια σέντρα, ήταν αυτή που δημιούργησε την πιο αξιόλογη επιθετική προσπάθεια του Παναθηναϊκού στο β’ ημίχρονο – την κεφαλιά του Ιωαννίδη στο 80’ λεπτό. Ο Βιτάλ όμως δεν είχε μεγάλη συμπαράσταση από τους κεντρικούς μέσους κι έτσι δεν κατάφερε να γίνει αποφασιστικός.

Ο παράγοντας Εμβιλά

Όταν όμως προσπαθείς να κατανοήσεις τι “έφταιξε” σε μια ομάδα και δεν πέτυχε τον στόχο της πρέπει να κοιτάζεις τι έκανε και ο αντίπαλος. Στην προκειμένη περίπτωση ο Παναθηναϊκός “σταμάτησε” πάνω στον Γιάν Εμβιλά, ο οποίος έδωσε ένα μικρό ρεσιτάλ της θέσης του στο αμυντικό κομμάτι. Οι κατά 75% επιτυχημένες ενέργειές του στο παιχνίδι, η αποτελεσματικότητά του στις μονομαχίες (65% επιτυχία) τα 6 κοψίματα και οι 9 επανακτήσεις κατοχής της μπάλας τεκμηριώνουν την αίσθηση με την οποία έμενες παρακολουθώντας το παιχνίδι στη Λεωφόρο. Μολονότι θεωρητικά, στην αλληλεπίδραση των σχηματισμών, ο Παναθηναϊκός υπερτερούσε αριθμητικά, με 3 κεντρικούς μέσους εναντίον 2, ο Εμβιλά στην φάση της άμυνας έκανε για 2 και κάλυπτε αυτό το έλλειμα. Χάρη στις τοποθετήσεις του και στις αποφάσεις που λάμβανε με τον συνήθη δυναμισμό και την συνήθη αποφασιστικότητά του, ο Γάλλος βρέθηκε όπου χρειάστηκε, τόσο εκτός όσο και εντός μεγάλης περιοχής του Ολυμπιακού για να σταματήσει τον Παναθηναϊκό κάθε φορά που οι ποδοσφαιριστές του έβρισκαν τρόπο να φτάσουν στα τελευταία 20 μέτρα του τερέν.

Στη θέση του Γιοβάνοβιτς δεν θα ήμουν χαρούμενος με την απόδοση στο τελικό στάδιο των επιθέσεων, αλλά σίγουρα θα ήμουν ικανοποιημένος από τη στάση της ομάδας μου. Θα έφευγα πάντως με το παράπονο από την ομάδα μου, ίσως και από τον εαυτό μου επειδή η ομάδα δεν κατάφερε να αποβάλει την πίεση της ανάγκης να μη χάσει, ή πιο σωστά να τη μετατρέψει σε παράγοντα παρακίνησης για υπερβατική απόδοση και να μη την αφήσει να της φρενάρει την επιθετικότητά της.

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This