Του Νίκου Παπαδογιάννη
Τις στιγμές που έζησε η Εθνική ανδρών πόλο σήμερα στην πισίνα «Τατσούμι» του Τόκιο, ο Νίκος Γκομώλης και οι άλλοι συνάδελφοι της ΕΡΤ τις περιέγραψαν ως μοναδικές και ανεπανάληπτες.
Όχι. Δεν ισχύει. Εμείς οι μπασκετικοί τις έχουμε ξαναζήσει, στην ίδια πινέζα του παγκόσμιου χάρτη, πριν από 15 χρόνια.
Λίγα χιλιόμετρα βορειότερα. Με μπάλα διαφορετικού χρώματος. Με μετάλλιο από ίδιο υλικό. Με παρόμοια χαρμολύπη στο τέλος.
Όσο παρακολουθούσα εναγωνίως τον τελικό του πόλο, σήμερα, φοβόμουν ότι θα πεταγόταν από κάποια γωνιά ο Γκαρμπαχόσα με σκουφάκι και να μπουμπουνίσει κανένα τρίποντο.
Εάν στη θέση των Σέρβων υδατοσφαιριστών ήταν οι Ισπανοί -που έχασαν στο αμήν τον ημιτελικό της Παρασκευής όπως έχασε στο αμήν η Αργεντινή από την Ισπανία τον ημιτελικό του Μουντομπάσκετ 2006-, το σκηνικό θα ήταν απόλυτα ταιριαστό.
Πιστεύω ότι αύριο μεθαύριο οι υπέροχοι πολίστες μας θα συνειδητοποιήσουν αυτό που έχουν από χρόνια καταλάβει και οι Έλληνες μπασκετμπολίστες της γενιάς του 2005-06.
Η παρουσία σε έναν παγκόσμιο τελικό είναι κορωνίδα καριέρας, ακόμα και αν συνοδευτεί από ήττα.
Και, όχι, δεν είναι προτιμότερο να βγει κάποιος 3ος παρά 2ος, όπως επιμένει η λαϊκή σοφία των γηπέδων.
Μπορεί ο χάλκινος να τελειώνει τις υποχρεώσεις με νίκη και ο ασημένιος με ήττα, αλλά το παλκοσένικο του τελικού είναι φτιαγμένο από άλλο μέταλλο. Πασπαλισμένο με χρυσόσκονη.
Ο δεύτερος στους Ολυμπιακούς Αγώνες ή στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα είναι πολύ περισσότερα από το «τίποτα» του χιλιοφορεμένου αμερικανόπνευστου αφορισμού.
Όχι σχεδόν τρίτος, αλλά σχεδόν πρώτος.
Στο τσάρτερ της επιστροφής της Εθνικής μπάσκετ από το Τόκιο, το 2006, τα μούτρα όλων ήταν κατεβασμένα μέχρι το πάτωμα του γιγάντιου αεροπλάνου.
Οι δημοσιογράφοι και οι συνοδοί πετούσαν από χαρά για το θαύμα της Σαϊτάμα, οι αθλητές όχι.
Τα περισσότερα μετάλλια ήταν κλειδωμένα στο αμπάρι με τις αποσκευές και είδα κι έπαθα μέχρι να βρω ένα για να φωτογραφηθώ μαζί του.
Κάποιοι στα ορεινά ξανάβλεπαν τον τελικό και πάσχιζαν να καταλάβουν πώς μία ομάδα πέφτει από τους 101 πόντους του ημιτελικού στους 47 του τελικού.
Δεν ήταν ακριβώς «τσάρτερ της χαράς» εκείνη η πολύωρη πτήση, αν και θα ‘πρεπε.
Παρακολουθώντας τα μεθεόρτια του σημερινού τελικού του πόλο, θυμήθηκα για λίγο τις θλιμμένες εκφράσεις των καλαθοσφαιριστών του 2006.
Ο εκπληκτικός γκολκήπερ Μάνος Ζερδεβάς έκλαιγε και ο Γιάννης Φουντούλης προσπαθούσε να τον παρηγορήσει.
Οι περισσότεροι Έλληνες παίκτες είχαν παραμερίσει τα «ζήτω» του μεταλλίου και προσπαθούσαν μουτρωμένοι να πείσουν εαυτούς και αλλήλους ότι «δεν πειράζει».
«Δεν περίμενα να δω τους συμπαίκτες μου τόσο στενοχωρημένους», ομολόγησε ο νηφάλιος Φουντούλης. «Μου έκανε τεράστια εντύπωση».
Ο αρχηγός της Εθνικής μπάσκετ του 2006, Μιχάλης Κακιούζης, ήταν ο πιο σκασμένος απ’ όλους, τότε. Αλλά και ο μοναδικός που είχε το μετάλλιο πρόχειρο.
Πώς δεν πειράζει; Πειράζει. Τέτοιες ευκαιρίες δεν εμφανίζονται κάθε χρόνο στον δρόμο ομάδων όπως η Εθνική Ελλάδας, οποιουδήποτε αθλήματος.
Για τους Σέρβους, για τους Ισπανούς ή για τους Αμερικανούς, στο πόλο ή στο μπάσκετ, οι παγκόσμιοι τελικοί είναι σχεδόν ρουτίνα.
Η Ουγγαρία μετράει 9 χρυσά Ολυμπιακά μετάλλια στην υδατοσφαίριση. Η Σερβία ανεβαίνει στο Ολυμπιακό βάθρο ανελλιπώς από το 2004.
Για τις ομάδες που μοιράστηκαν το βάθρο με τους Έλληνες διεθνείς στο Μουντομπάσκετ της Σαϊτάμα, ας μη τα ξαναλέμε.
Η ελληνική Εθνική ποδοσφαίρου του 2004 ξεχώρισε επειδή έκανε πράξη το «carpe diem» στα γήπεδα της Πορτογαλίας. Πειράζει, λοιπόν, και πονάει.
Αλλά …δεν πειράζει. Και ας πονάει λίγο, για λίγο.
Το Ολυμπιακό μετάλλιο είναι ένα τεράστιο κατόρθωμα για τα χρυσά ασημένια αγόρια του πόλο, που χτυπούσαν επίμονα την πόρτα εδώ και δεκαετίες.
Το ματς-χαρτοκόπτης, για να δανειστώ την καίρια φράση του Θανάση Παπακωνσταντίνου, ήταν -όπως συνήθως- ο προημιτελικός, τον οποίο είχαν σημαδέψει οι πολίστες μας με μπλε μαρκαδόρο από τις μέρες του Προολυμπιακού τουρνουά κιόλας.
«Δεν είναι τόσο κοντινό το μετάλλιο ούτε τόσο μακρινό», μου είχε πει ο Άγγελος Βλαχόπουλος σε μία συνέντευξη για το Documento, τον περασμένο Μάρτιο.
«Ο προημιτελικός θα είναι ο κομβικός αγώνας απέναντι σε ομάδα που συνήθως είναι στα μετάλλια και διεκδικεί ακόμη και χρυσό: Σερβία, Ισπανία, Μαυροβούνιο, Κροατία. Αυτό το ματς μπορεί να μας φέρει στην κορυφή και να ζωντανέψει το όνειρό μας».
Αποδείχθηκε ότι είχε δίκιο. Είχε πει και κάτι άλλο όμως, ο διεθνής πολίστας. «Λίγο ακόμα και θα γινόμασταν ρόμπα».
Πότε; Σε έναν άλλο προημιτελικό, αυτή τη φορά στο Προολυμπιακό τουρνουά του Φεβρουαρίου (σαν να λέμε Ελλάδα-Νιγηρία 2012 στο Καράκας…), όπου η Εθνική μας απειλήθηκε με αποκλεισμό από τη μέτρια Γαλλία, την οποία απέκλεισε στα πέναλτι.
Εκείνη τη μέρα, κινδύνευσε σοβαρά να γίνει ωραία, νέα και ατυχής. Την έσωσε ο Ζερδεβάς. Αυτός που σήμερα έκλαιγε. Ο MVP της πορείας.
Τους τελευταίους μήνες είχα τη χαρά να γνωρίσω τρεις τουλάχιστον από τους ασημένιους Ολυμπιονίκες του πόλο: Γιάννη Φουντούλη, Ντίνο Γεννηδουνιά, Άγγελο Βλαχόπουλο.
Για την ποιότητα του χαρακτήρα τους, δεν έχω λόγια. Τα παιδιά είναι εκπληκτικά, μαλαματένια. Είχα ακούσει πολλά και όλα επαληθεύτηκαν στην πράξη.
Όσα πέρασαν από το γυαλί της τηλεόρασης αυτές τις μέρες, και δεν αναφέρομαι μόνο στα γκολ, στις αποκρούσεις και στον παίκτη παραπάνω, δεν είναι παρά ένας πιστός καθρέφτης της πραγματικότητας.
Στο πρόσωπο της Εθνικής πόλο, που ζητάει συγγνώμη για τη χαρά της (Φουντούλης) και που επισημαίνει ότι δεν είναι ώρα για πυροτεχνήματα όταν μία χώρα έχει πόλεμο (Καπότσης), ο ελληνικός αθλητισμός έχει τον «παίκτη παραπάνω» που χρειαζόταν.
Πλέον, τα παιδιά επιβραβεύτηκαν με ένα Ολυμπιακό μετάλλιο, ασημένιο αλλά, ας πούμε, επίχρυσο.
Όπως της Εθνικής μπάσκετ του 2006, αλλά με λιγότερα «εγώ» και λιγότερα πλούτη.
Μακάρι να τους υποδεχθεί αύριο κονβόι αυτοκινήτων στην Αττική Οδό, σαν εκείνο που περίμενε εμάς όταν επιστρέφαμε νυχτιάτικα από τη Σαϊτάμα.
Το θέαμα των καμένων δασών από το φινιστρίνι του αεροπλάνου, όμως, θα είναι ερεβώδες και δυσοίωνο.
Τώρα που επιτέλους τελειώσαμε με τα αθλητικά αυτού του γεμάτου φτηνές συγκινήσεις καλοκαιριού, είναι θαρρώ η ώρα για να ασχοληθούμε με όσους και όσα καταπίνουν τη ζωή μας και τη φτύνουν αμάσητη.
Ώρα να τραβήξουμε κουπί σαν τον Στέφανο Ντούσκο, να κάνουμε άλματα όπως ο Μίλτος Τεντόγλου, να αιωρηθούμε πάνω από την τσουρουφλισμένη γη σαν τον Λευτέρη Πετρούνια, να κολυμπήσουμε κόντρα στο ρεύμα όπως οι πολίστες.
Η μπάλα και τα μετάλλια δυστυχώς δεν χρησιμεύουν σε τίποτε. Είναι θλιβερό να προσπαθήσουμε να αντλήσουμε εθνική υπερηφάνεια από αυτά.
Πηγή: Gazzetta