O Nίκος Παπαδογιάννης αφήνει στην άκρη τη σαμπάνια της Σαϊτάμα και δοκιμάζει λίγη από την πικρή σανγκρία της Σαϊτάμα.
Το ετήσιο τελετουργικό μου, όποτε το ημερολόγιο δείχνει 1 Σεπτεμβρίου, απαιτεί προβολή του ημιτελικού Ελλάδας-ΗΠΑ στο μπαλκόνι, με σβηστά φώτα, συνοδεία κρύου σάκε και γιαπωνέζικου μεζέ, από dvd μονταρισμένο με τη δική μου περιγραφή, όπως αυτή ακούστηκε στα ερτζιανά του Σπορ FM.
Δεν χρειάζεται να μου γράψετε στα σχόλια ότι είμαι ψωνάρα, το ομολογώ αυτοβούλως. Και εσείς, όμως, θα κάνατε το ίδιο στη θέση μου, αν είχατε ζήσει από κοντά το θαύμα της Σαϊτάμα. Ο ημιτελικός του Μουντομπάσκετ 2006 ήταν μία από τις ωραιότερες μέρες της ζωής μου.
Φέτος, με έπιασε η μαζοχιστική περιέργεια μετά το τέλος της προβολής και είπα να παρακολουθήσω, «καπάκι», ένα ματς που δεν ξανάδα μετά τη διεξαγωγή του. Τον τελικό της ίδιας διοργάνωσης.
Έδιωξα τις αράχνες από το dvd, ξεσκόνισα τις σκόνες, έδιωξα με μια άγρια χειρονομία τα φαντάσματα που εμφανίστηκαν απρόσκλητα και γέμισα το ποτήρι του σάκε με πικρό καφέ.
Πώς είναι δυνατόν, να έπαιξε η Ελλάδα τελικό Παγκοσμίου Πρωταθλήματος μπάσκετ και να μην είδα έστω μία φορά το βίντεο σε 14 χρόνια; Πώς είναι δυνατόν, οι ίδιοι παίκτες που βάζουν 101 πόντους στον ΛεΜπρόν και στον Καρμέλο να κολλάνε στους 47 δύο βράδια αργότερα;
Πώς είναι δυνατόν να πέρασαν κιόλας δεκατέσσερα χρόνια;
Η Ισπανία, αν θυμάστε, έπαιξε ημιτελικό με την Αργεντινή και τη νίκησε με 75-74, χάρη σε ένα άστοχο σουτ του Ντελφίνο στην εκπνοή. Μισό λεπτό νωρίτερα, είδε τον Πάου Γκασόλ να αποχωρεί κουτσαίνοντας και εμάς να πανηγυρίζουμε στα ορεινά των κερκίδων.
Μετά το στραπάτσο του 2004, στον Ολυμπιακό προημιτελικό της Αθήνας, φοβόμασταν πάρα πολύ τους Αργεντινούς και καθόλου τους Ισπανούς. Πιστεύαμε ότι τους είχαμε του χεριού μας, ακόμα και με τον Πάου παρόντα.
Την προηγούμενη χρονιά, στο Βελιγράδι, εμείς σηκώσαμε το τρόπαιο και εκείνοι έμειναν εκτός τετράδας. «Φέρτε μας το χρυσό από τώρα», αναφώνησα, μέσα στον ενθουσιασμό μου, κλείνοντας τη μετάδοση του ημιτελικού στη Σαϊτάμα Αρένα. Αμ δε…
Σκαλίζοντας το παρελθόν, θυμήθηκα λεπτομέρειες τις οποίες είχα ξεχάσει. Όταν η Ισπανία έφτασε στον τελικό, ήταν εξίσου αήττητη με ελόγου μας: 8 αγώνες, 8 νίκες.
Πριν το ραντεβού με τους Αργεντινούς, είχε ξεπαστρέψει κατά σειρά σε νοκ-άουτ αναμετρήσεις τη Σερβία (87-75) και τη Λιθουανία (89-67). Τις άλλες ευρωπαϊκές υπερδυνάμεις.
Τους πέντε αγώνες του –ομολογουμένως εύκολου- Ομίλου της στην α’ φάση τους κέρδισε με συνολική διαφορά +140 πόντων. Μόνο οι Αργεντινοί ζόρισαν τη «ρόχα». Δηλαδή, οι χρυσοί Ολυμπιονίκες.
Tώρα πάρτε βαθιά ανάσα και ρίξτε μία προσεκτική ματιά στη σύνθεση της Εθνικής Ισπανίας του 2006.
Η Ισπανία της Σαϊτάμα είχε για 9ο παίκτη τον Ρούντι Φερνάντεθ, 10ο τον Σέρχιο Ροντρίγκεθ και 11ο τον Μαρκ Γκασόλ, ενώ στη βασική της οχτάδα περιλαμβάνονταν οι Ναβάρο στα 26 του, ο Καλδερόν στα καλύτερά του, ο Γκαρμπαχόσα με το σουτ-φαρμάκι, ο παιχταράς Χιμένεθ που έκανε τα πάντα σωστά, ο Ρέγιες δίχως τα χρονάκια του.
Και, μέχρι τον τελικό, ο Πάου Γκασόλ. Κοντολογίς, η Ισπανία λάνσαρε για πρώτη φορά την υπερομάδα που κυριάρχησε στα ευρωπαϊκά γήπεδα τα επόμενα 10-15 χρόνια. Κατά πάσα πιθανότητα, θα μας κέρδιζαν έτσι κι αλλιώς.
Η εικόνα του αγώνα δικαιώνει το συμπέρασμα με το οποίο κλείσαμε τότε την αυλαία και αναπαράγουμε κάθε χρόνο για παρηγοριά. Η υπερπροσπάθεια του ημιτελικού εξόντωσε την Εθνική μας και άφησε τις μπαταρίες της ολόαδειες.
Από τα πρώτα λεπτά κιόλας, η μπάλα ξέμενε στα χέρια των Ελλήνων διεθνών και πολλά σουτ εξαπολύονταν υπό κάκιστες προϋποθέσεις. Η ισπανική άμυνα κατάπινε ζωντανή την ελληνική ομάδα, με ανελέητο ξύλο, ιδίως μέσα στις ρακέτες. Και αργότερα με ζώνη.
Το αμυντικό πλάνο του Πέπου Ερνάντεθ ξεκινούσε από συνεχή νταμπλ-τιμ (και τριπλ-τιμ) στον Έλληνα σέντερ, τον οποίο οι δικοί μας τάιζαν συστηματικά για να εκμεταλλευτούν την απουσία του Πάου Γκασόλ.
Αυτό που δεν προσέξαμε έγκαιρα εμείς οι πρόωροι πανηγυριστές ήταν ότι πίσω από τον τραυματισμένο Καταλανό γίγαντα κρύβονταν δύο μετρ της άμυνας, με γερό κορμί και κοφτερό μυαλό.
Ο 26χρονος Φελίπε Ρέγιες ξεκίνησε βασικός και δεν άφησε ούτε ανάσα στον Λάζαρο Παπαδόπουλο, ενώ ο άγουρος Μαρκ Γκασόλ έπαιξε στα ίσα τον Σχορτσανίτη. Ναι, ο 21χρονος Μαρκ για τον οποίο λέγαμε ότι έπαιζε στην Εθνική με μέσον! Ο μετέπειτα κορυφαίος σέντερ του σύμπαντος.
Η ελληνική ομάδα αναζήτησε τη λύση στο μακρινό σουτ, αλλά οι καλοί της γκαρντ ένιωθαν τα χέρια της βαριά. Ο Παπαλουκάς πέτυχε το πρώτο του καλάθι στο 14ο λεπτό, ο Διαμαντίδης στο 21ο, ο Σπανούλης στο 31ο.
Οι δύο τελευταίοι σούταραν μαζί 0 στα 10 τρίποντα, ενώ οι Ναβάρο, Γκαρμπαχόσα έβαλαν 10 στα 20! Εκτός των Κακιούζη (17 π.), Παπαλουκά (10 π.), Φώτση (7 π.), οι υπόλοιποι Έλληνες διεθνείς μέτρησαν 0/13 τρίποντα και 5/20 σουτ.
Ο τελικός απολογισμός των ριμπάουντ ήταν 40-32 υπέρ της Ισπανίας, ενώ των ασίστ 16-9. Θυμίζω ότι ο Παπαλουκάς είχε μοιράσει μόνος του 12 ασίστ στον ημιτελικό.
Σε κάποια φάση, δεχθήκαμε τέσσερις συνεχόμενες τάπες. Η Εθνική Ελλάδας δεν είχε ίχνος φρεσκάδας ή διαύγειας. ΄Ηταν ένα λευκό φάντασμα, που διεκδίκησε το μερίδιό της στην τιμή των όπλων για λίγα λεπτά και μετά παραδόθηκε αμαχητί.
Η πρώτη περίοδος ολοκληρώθηκε με σκορ 12-18, αλλά η δεύτερη ξεκίνησε με δύο καλάθια του Ναβάρο και δύο απανωτά τρίποντα του Γκαρμπαχόσα. Αυτό το 0-10 αποδείχθηκε χαριστική βολή, αφού η διαφορά έφτασε στους 20 πόντους πριν ολοκληρωθεί το ημίχρονο.
Πίσω στην Ισπανία, ο κόσμος που είχε πλημμυρίσει το «Παλάθιο ντε Ντεπόρτες» της Μαδρίτης για να παρακολουθήσει τον τελικό από γιγαντοοθόνες χόρευε εκστασιασμένος τσουγκρίζοντας ποτήρια με εορταστική σανγκρία. Εμείς, πάλι, μείναμε με τη γλύκα.
«Θα πάρουμε ρεβάνς του χρόνου μέσα στο σπίτι τους», υποσχέθηκαν σε εαυτούς και αλλήλους οι πιο αισιόδοξοι από τους 600-700 Έλληνες που ταξιδέψαμε στην Ιαπωνία.
Αλλά ο διαβόητος ημιτελικός του Ευρωμπάσκετ 2007 αξίζει το δικό του σημείωμα, όπως και η κατραπακιά που δέχθηκαν οι Ισπανοί από τους Ρώσους του Μπλατ στο ματς του –χαμένου- τίτλου.
Η απονομή των τροπαίων στη Σαϊτάμα βρήκε τους Έλληνες παίκτες να βιώνουν σκυθρωποί τη μεγαλύτερη, ίσως, διάκριση της ζωής τους. Το ύφος τους ήταν λες και πήγαιναν σε μνημόσυνο.
Την επόμενη μέρα, στο τσάρτερ της επιστροφής, είχαν όλοι τους μούτρα κατεβασμένα μέχρι το πάτωμα. Είδα κι έπαθα μέχρι να πείσω κάποιον να μου δείξει το ασημένιο μετάλλιό του για να το ψηλαφίσω.
Ο χαμένος τελικός έμεινε στο θυμικό των πρωταγωνιστών του ως ανάμνηση εξίσου ισχυρή με αυτήν του θριαμβευτικού ημιτελικού. Η μεγάλη ευκαιρία για έναν παγκόσμιο τίτλο κλειδώθηκε παντοτινά στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας.
«Εάν μπορούσα να ξαναπαίξω ένα ματς από την καριέρα μου, θα διάλεγα τον τελικό του 2006 με τους Ισπανούς στην Ιαπωνία», ομολόγησε στο τέλος της λαμπρής καριέρας του ο Δημήτρης Διαμαντίδης.
Εάν η καλή μάγισσα βρει με κάποιο ξόρκι τρόπο να πραγματοποιήσει την επιθυμία του, τότε ναι, υπόσχομαι ότι θα βλέπω το βίντεο κάθε χρόνο. Μέχρι τα βαθιά γεράματα.
πηγή: gazzetta.gr