Του Νίκου Παπαδογιάννη
Ο Δημήτρης Διαμαντίδης είναι «σειρά» με τον Πάου Γκασόλ και με τον Λουίς Σκόλα, 41 ετών. Για την ακρίβεια, έξι μέρες μικρότερος από τον Αργεντινό και δύο μήνες μεγαλύτερος από τον Ισπανό. Ο Διαμαντίδης φόρεσε για τελευταία φορά τα μπλε στις 4 Σεπτεμβρίου 2010 στην Πόλη, έντεκα χρόνια πριν το «αντιός» των δύο συνομηλίκων του.
Ο Θοδωρής Παπαλουκάς είναι σήμερα 44 ετών, τρία χρόνια μεγαλύτερος από τους Σκόλα και Πάου Γκασόλ. Ο Παπαλουκάς φόρεσε για τελευταία φορά τη φανέλα της Εθνικής ομάδας στις 20 Αυγούστου 2008 στο Πεκίνο, δεκατρία χρόνια πριν τον Αργεντινό και τον Καταλανό.
Ο Βασίλης Σπανούλης κλείνει το Σάββατο τα 39 του, είναι δηλαδή δύο χρόνια μικρότερος από τον Σκόλα και τον Πάου Γκασόλ. Ο Σπανούλης έπαιξε για τελευταία φορά στην Εθνική Ελλάδας στις 17 Σεπτεμβρίου 2015 στη Λιλ, μία εξαετία πριν κρεμάσουν τη φανέλα με το εθνόσημο ο Ισπανός και ο Αργεντινός.
Ο Νίκος Ζήσης συμπληρώνει σε λίγες μέρες τα 38 του, είναι συνεπώς τρία χρόνια νεότερος από τον Σκόλα και τον Πάου Γκασόλ. Ο Ζήσης αποχαιρέτησε την «επίσημη αγαπημένη» την ίδια μέρα με τον Σπανούλη, στη Γαλλία. Έξι χρόνια πριν αποχωριστούν τη δική τους «επίσημη αγαπημένη» ο Ισπανός και ο Αργεντινός.
Ο Νίκος Χατζηβρέττας, 44, έντεκα χρόνια πριν από τους Σκόλα, Πάου. Ο Κώστας Τσαρτσαρής, 41 στα 42, έντεκα χρόνια και αυτός. Ο Δήμος Ντικούδης, 44, δεκατέσσερα χρόνια. Ο Λάζαρος Παπαδόπουλος, 41, δεκατέσσερα χρόνια και αυτός. Ο Αντώνης Φώτσης, 40, οχτώ χρόνια. Ο Μιχάλης Κακιούζης, 44, δεκατέσσερα χρόνια.
Ξέρω ότι δεν είναι όλες οι περιπτώσεις ίδιες. Άλλος είπαν «σταματάω» στα 30 και άλλος στα 33, άλλος ζήτησε να εξαιρεθεί για έναν χρόνο και έκτοτε δεν ξανακλήθηκε, κάποιοι θα έπαιζαν μέχρι σήμερα αν δεν είχαν κοπεί από τον προπονητή.
Αλλά η μελαγχολία παραμένει ίδια κι απαράλλαχτη. Πού θα βρισκόταν σήμερα η Εθνική ομάδα, εάν τα εκλεκτά τέκνα της έδειχναν την αφοσίωση και την αυτοθυσία των Ισπανών ή των Αργεντινών;
Ο Σκόλα και ο Πάου θα κρεμάσουν τη φανέλα τους –εάν την κρεμάσουν- στα 41 τους. Ο Μαρκ Γκασόλ στα 36. Ο Τζινόμπιλι στα 39. Ο Νοβίτσκι στα 38. Ο Ντιαό στα 36. Ο Πάρκερ στα 34. Ο Νοσιόνι στα 36.
Οι Ισπανοί είχαν στο Τόκιο –εκτός από τους δύο Γκασόλ- τον 36χρονο Ρούντι, τον 35χρονο «Τσάτσο», τον 34χρονο Γιουλ, τον 33χρονο Κλαβέρ.
Έστω, με μονοετή διαλείμματα, όλοι αυτοί οι λεβεντόγεροι. Έστω, με σκόρπιες απουσίες. Έστω, χωρίς την πρόσθετη καταπόνηση π.χ. των Προολυμπιακών τουρνουά με τα οποία εμείς μπλέξαμε από το 2008 και έπειτα.
Δεν είπαν όμως, «τέλος» και «τόπο στα νιάτα». Δεν παραμέρισαν. Δεν κάθισαν στην άκρη. Παρέμειναν διαθέσιμοι. Έλεγαν «πάνω απ’ όλα η Εθνική ομάδα» και το εννοούσαν κιόλας.
Και μιλάμε για χώρες (ειδικά την Ισπανία και τη Γαλλία) όπου υπάρχει πληθώρα ικανότατων παικτών στα μετόπισθεν. Εμείς δεν έχουμε αντάξιους διαδόχους των «big four» ούτε είχαμε των παλιών «big four», αν πρέπει να πάμε πιο πίσω.
Έναν ή δύο ή τρεις, σύμφωνοι, αλλά όχι περισσότερους. Άλλοι την αντέχουν τη λειψανδρία. Εμείς όχι.
Θυμηθείτε ποιοι φόρεσαν τη γαλανόλευκη στα τελευταία Προολυμπιακά τουρνουά και θα συμφωνήσετε. Τη γαλανόλευκη της Ελλάδας και όχι της Ιταλίας ή της Αργεντινής.
Δεν έχω κουράγιο να ξεκινήσω εκ νέου την ίδια συζήτηση. Η αδιαπραγμάτευτη και δίχως εξαιρέσεις θέση μου είναι γνωστή, όπως και οι κόντρες που αυτή προκάλεσε.
Επικαλούμαι όμως το γραπτό μήνυμα που έλαβα από φίλο Ολυμπιονίκη τρίτου αθλήματος στο ξεκίνημα των Αγώνων του Τόκιο.
«Ρε Νίκο, μόνο εμένα πειράζει που βλέπω όλες τις ομάδες μπάσκετ να παίζουν με τους καλύτερους παίκτες τους μεχρι τα 40+, και οι δικοί μας σταμάτησαν απ τα 30; Είδα Γκασόλ και συγκινήθηκα, βλέπω Μπατούμ και Σκόλα τώρα. Σερί σεζόν με Ολυμπιακούς και Μουντομπάσκετ».
Τι να του απαντούσα; Του έδωσα λινκ για 1-2 παλαιότερα σχόλιά μου και τον παρέπεμψα στους μοναδικούς ανθρώπους που έχουν απάντηση στο παραπάνω ερώτημα.
Δηλαδή, στους ίδιους τους πρόωρα κουρασμένους παίκτες. «Ο καθένας έχει δικαίωμα να κάνει κουμάντο στο κορμί του, αλλά κανένας δεν έχει δικαίωμα να εξαιρείται από την κριτική», πρόσθεσα εν είδει disclaimer.
Και φυσικά δεν τους φταίει ο …Βασιλακόπουλος. Είναι ένα χρήσιμο άλλοθι για όποιον ψάχνει τέτοιο, αλλά σε ελάχιστες –όχι πρωτοκλασάτες- περιπτώσεις αληθινό.
Ούτε κανένας αποχώρησε από την Εθνική εξαιτίας της …διαιτησίας της Α1. Ας μη κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας.
Το κατευόδιο που επιφύλαξαν συμπαίκτες, αντίπαλοι, ουδέτεροι και περαστικοί στον Σκόλα, στο τέλος του αγώνα Αυστραλίας-Αργεντινής, θα το ονειρευόταν οποιοσδήποτε αθλητής. Το ίδιο και τα γλυκόλογα με τα οποία επιστήθιοι φίλοι και επιστήθιοι εχθροί αποχαιρετούν τους δύο Γκασόλ.
Περιττό, ή μάλλον χρήσιμο, να επισημάνω, ότι οι προαναφερθέντες είχαν πολυετή θητεία και στις μικρές Εθνικές ομάδες των πατρίδων τους, πράγμα που ισχύει για κάποιους δικούς μας, αλλά όχι για όλους.
Από τους κορυφαίους Έλληνες μπασκετμπολίστες, ο μοναδικός που μπορεί να ισχυριστεί ότι έζησε τέτοιες στιγμές όσο φορούσε μπλε ήταν ο Παναγιώτης Γιαννάκης, το 1996 στην Ατλάντα.
Ούτε ο Γκάλης ούτε ο Φασούλας ούτε ο Χριστοδούλου ούτε ο Σιγάλας ούτε ο Αλβέρτης ούτε κάποιος από τους νεότερους. Εδώ, ναι, φταίει και ο Βασιλακόπουλος!
Περισσότερο, όμως, φταίνε οι ίδιοι. Προτίμησαν να κατεβούν από το παλκοσένικο με συνοδεία λοξά βλέμματα και πικρά λόγια, παρά με τις τιμές που τους έπρεπαν.
Για να είμαι τίμιος με τον αναγνώστη, η εικόνα της ξεπλυμένης και κάπως μουχλιασμένης Εθνικής Ισπανίας μάλλον θλίψη μου προκαλούσε, παρά ευχαρίστηση.
Αλλά αυτή είναι διαφορετική συζήτηση. Ας ήταν και οι δικοί μας διαθέσιμοι και ας μη τους καλούσε ο προπονητής. Ας πηγαίναμε στο Τόκιο και στο Ρίο και στο Λονδίνο ας μυρίζαμε και φορμόλη, που λέει ο λόγος.
Αν κάποιος νομίζει ότι η Εθνική θα έχανε π.χ. από τη Νιγηρία του 2012 με Διαμαντίδη, Παπαλουκά, Τσαρτσαρή, Ντικούδη, Χατζηβρέττα στη σύνθεσή της, ή ότι πλήρης θα τερμάτιζε πίσω από τους Βορειομακεδόνες ή όπως αλλιώς τους έλεγαν τότε στο Ευρωμπάσκετ του 2011, καλύτερα να σταματήσουμε εδώ τη συζήτηση, γιατί μιλάμε διαφορετική γλώσσα.
Πηγή: Gazzetta