Επιλογή Σελίδας

 

Του Δημήτρη Καρύδα

Η αποχώρηση του Δημήτρη Ιτούδη από τον πάγκο της εθνικής ομάδας δεν αποτέλεσε έκπληξη. Τουλάχιστον για όσους ξέραμε ορισμένα πράγματα ή για όσους μπορούσαν να διαβάσουν πίσω από τις γραμμές στις ‘’διαρροές’’ δημοσιογράφων που πρόσκεινται φιλικά στην ομοσπονδία. Προφανώς το ζητούμενο το διάστημα που μεσολάβησε από το τέλος του παγκοσμίου μέχρι την ημέρα που ο Ιτούδης ανακοίνωσε ένα ‘’βελούδινο’’ διαζύγιο ήταν αρκετό για να λυθούν οι όποιες διαφορές των δύο πλευρών. Ο ίδιος ο Ιτούδης είχε πει στη Μανίλα ότι ‘’έχω συμφωνία τριών ετών και από την πλευρά μου σκοπεύω να την τιμήσω’’. Όπως λέγεται οι δύο πλευρές κατέληξαν σε μια συμφωνία, ο Ιτούδης πήρε τα χρήματα της τρίτης χρονιάς από την ομοσπονδία και αποχώρησε θέτοντας τον εαυτό του στη διάθεση της ομάδας. Όλα καλά και όλα ωραία μπορεί να πει κάποιος…Πολιτισμένα πράγματα.

Στο κομμάτι που αφορά τον πρώην, πλέον, ομοσπονδιακό προπονητή η ομοσπονδία είχε φροντίσει ήδη να προχωρήσει σε μια μικρής έκτασης αποδόμηση. Ο Βαγγέλης Λιόλιος έχει αποκτήσει πολύ γρήγορα ένα μικρό αριθμό εμπίστων δημοσιογράφων που φρόντισαν να πληροφορήσουν όλους εμάς τους αδαείς ότι υπήρχαν διάφορα θέματα: Πρόβλημα συμπεριφοράς του Ιτούδη, απροθυμία πολλών παικτών να παίξουν για αυτόν στην εθνική. Είναι πάλι προφανές ότι η αλήθεια μπορεί να βρίσκεται κάπου στη μέση. Φυσικά επί μια διετία και ειδικότερα φέτος που οι αρνήσεις συμμετοχής έπεσαν βροχή κανείς δεν μίλησε προκαταβολικά για τέτοια θέματα. Μόνο μετά την αδυναμία μιας πετσοκομμένης εθνικής να παίξει στην οκτάδα του παγκοσμίου αρχίσαμε σιγά σιγά να τα μαθαίνουμε ή να ακούμε για αυτά. Δεν γνωρίζω αν ο Ιτούδης είναι ιδιαίτερος χαρακτήρας, προσωπικά δεν είχα και δεν έχω πρόβλημα μαζί του τα πολλά χρόνια που τον γνωρίζω. Εάν τώρα ορισμένοι παίκτες ή όλοι οι παίκτες δεν πήγαν εξαιτίας του στη Μανίλα αυτό σημαίνει ότι όλο το καλοκαίρι οι ‘’πληροφορίες’’ και οι ειδήσεις ήταν απλά φούμαρα και κάποιος δούλευε ψιλό γαζί τον κόσμο. Πάμε παρακάτω…

Η αποχώρηση ενός προπονητή ή καλύτερα η πίεση σε ένα προπονητή να αποχωρήσει μας γυρίζει πολλά χρόνια πίσω και σε εποχές που ο Βαγγέλης Λιόλιος ευαγγελιζόταν ότι έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Προσωπικά τον είχα πιστέψει και στις όποιες προσωπικές συζητήσεις είχα όλο αυτό το διάστημα μαζί του είχα όλη την καλή διάθεση να τον πιστέψω. Τα έργα του όμως τον διαψεύδουν. Πρακτικά έκανε ότι και ο προκάτοχος του. Μετά από ένα κακό τουρνουά αλλάζει προπονητή. Χάσαμε πια το μέτρημα. Η Σερβία, η Γερμανία, η Ιταλία έχουν αλλάξει έξι φορές προπονητή η κάθε μια από το 2000. Εμείς οκτώ από το 2009 και η καταμέτρηση συνεχίζεται. Να ρίξουμε όλα τα βάρη στον Ιτούδη; Να τα ρίξουμε. Αρα η απλή λογική λέει ότι πλέον τα προβλήματα θα λυθούν ως δια μαγείας. Δεν είμαι τόσο αισιόδοξος, για την ακρίβεια δεν δηλώνω καθόλου αισιόδοξος. Είμαστε στο όριο να πληρώσουμε κοντά 3 εκατομμύρια ευρώ για να πάρουμε τη διεξαγωγή ενός προολυμπιακού τουρνουά και στην ουσία να αγοράσουμε μια τελευταία δόση ελπίδας όχι μόνο για το ελληνικό μπάσκετ αλλά για τον Γιάννη Αντετοκούνμπο και τη γενιά των 90άρηδων που κλείνει τον κύκλο της σύντομα. Αν σας θυμίζει κάτι αυτό δεν έχετε άδικο. Κάποτε αγοράσαμε και με άδηλους πόρους που ποτέ δεν έγιναν γνωστοί μια wild card. Όλα τριγύρω αλλάζουν και όλα τα ίδια μένουν….Η διαφορά είναι ότι τώρα μπορεί να κάνουμε απόσβεση τα 3 εκατομμύρια μέσω χορηγιών, εισιτηρίων κλπ.

Ακόμη και αν ο Ιτούδης έκανε όλα τα λάθη του κόσμου πριν και κατά τη διάρκεια του παγκοσμίου κάποιος τον προσέλαβε. Αν δεν ήταν ο κατάλληλος, αν είχε θέματα συμπεριφοράς, αν ήταν ανεπιθύμητος στους παίκτες έπρεπε να το γνωρίζει. Αν δεν το γνώριζε το λάθος ή τα λάθη δεν ήταν προφανώς του Ιτούδη αλλά εκείνου που του εμπιστεύθηκε την ομάδα. Όταν μετά από ένα κακό τουρνουά φεύγει αμέσως ο προπονητής επιστρέφουμε σε μια εποχή που οι προπονητές θα ακούν εθνική ομάδα και θα στρέφουν την πλάτη τους. Μπορεί η Μανίλα να μην είναι….νίλα για την καλά στρωμένη καριέρα του Ιτούδη ρωτείστε όμως τον Ζούρο και τον Κατσικάρη να σας μιλήσουν για τις δικές τους εμπειρίες και πόσο τους κόστισε η απόφαση να δουλέψουν στην εθνική ομάδα.

Δεν θέλω να είμαι άδικος με τον Βαγγέλη Λιόλιο άλλωστε είναι πολύ φρέσκος στη θέση του για να τα κάνει όλα σωστά. Στη Μανίλα στάθηκε δίπλα στην ομάδα και φρόντισε να βρεθούν εισιτήρια επιστροφής για τους παίκτες. Κάποτε τους διεθνείς ως τιμωρία γιατί αποκλείστηκαν από τη Νιγηρία στο προολυμπιακό τους είχαν παρατήσει μόνους τους στην άλλη άκρη του πλανήτη. Μικρή λεπτομέρεια: Οι παράγοντες της ομοσπονδίας τότε είχαν ήδη γυρίσει στην Ελλάδα. Ο νυν πρόεδρος της ΕΟΚ ανέλαβε την ευθύνη των λαθών του κάτι που επίσης είναι μια πρόοδος σε σχέση με το παπικό αλάνθαστο του προκατόχου του. Περιμένουμε να μας πει ευθαρσώς και τα λάθη του κάποια στιγμή. Για την ώρα έχουμε ακούσει και αρκετά ‘’θα’’ που παραπέμπουν σε Παπανδρεικό ΠΑΣΟΚ. Στο κομμάτι της εθνικής η αλήθεια είναι ότι δύσκολα μπορεί να του καταλογίσει κάποιος σοβαρά λάθη. Θωράκισε εξ΄αρχής την ομάδα με δύο πρώην διεθνείς, τον Δήμο Ντικούδη και τον Νίκο Ζήση που είναι κοινή ομολογία ότι έχουν κάνει εξαιρετική δουλειά. Ξέρουν τις καταστάσεις από τη σκοπιά του πρώην αθλητή, πράττουν με λογική και αυτό είναι μια τεράστια αναβάθμιση σε σχέση με τους ερασιτέχνες μαθητευόμενους μάγους που είχαν παλαιότερα τους αντίστοιχους ρόλους. Το πρόβλημα όμως της εθνικής δεν ξεκινάει ούτε τελειώνει στους παρόντες (ή τους απόντες) αλλά είναι πολύ πιο βαθύ…Και μάλλον πολύ πιο σύνθετο.

Παρότι ως ιδιοκτήτης του Προμηθέα ο κ. Λιόλιος έκανε θαύματα στην Πάτρα με τα φυτώρια του Προμηθέα και κέρδισε δίκαια επαίνους δεν έχουμε δει από την ομοσπονδία ένα θαρραλέο πρόγραμμα που να αφορά την ανάπτυξη σε βάθος κάτι που αποτελεί το νούμερο 1 πρόβλημα του μπάσκετ αυτή τη στιγμή. Τον είδαμε να δίνει το πράσινο φως για την εισαγωγή ξένων-κοινοτικών και στις μικρότερες εθνικές κατηγορίες ή να θεσπίζει το διπλό δελτίο αλλά όλα αυτά είναι ‘’ασπιρίνες’’ σε πρωταθλήματα που ο μέσος όρος ηλικίας των Ελλήνων παικτών είναι ή ξεπερνάει τα 35! Και επειδή κανείς δεν μπορεί να βγάλει με το ζόρι στη σύνταξη ένα παίκτη περιμέναμε τη θέσπιση των ‘’δεύτερων ομάδων’’ στις οποίες θα αγωνίζονταν αποκλειστικά έλληνες μπασκετμπολίστες που τελειώνουν το εφηβικό και δεν έχουν χώρο στους μεγάλους ή τους μικρομεσαίους της Α1 για να παίξουν. Αν δεν με απατά η μνήμη μου ήταν στις προγραμματικές δηλώσεις που είχε κάνει ο κ.Λιόλιος πριν από δύο χρόνια αναλαμβάνοντας την ομοσπονδία. Αυτή τη στιγμή το ελληνικό μπάσκετ έχει πάψει να παράγει παίκτες και όσους παράγει τους βάζει στην βαθιά κατάψυξη μέχρι τα 22-23 για να…..ωριμάσουν. Όσοι δεν αναζητούν έγκαιρα την τύχη τους στο εξωτερικό όταν βγαίνουν από την κατάψυξη θυμίζουν τελειωμένους παίκτες που απλά κυνηγάνε χωρίς φιλοδοξία το επόμενο συμβόλαιο. Τα παιδικο-εφηβικά πρωταθλήματα έχουν γίνει πεδίο δράσης των μάνατζερ και πεδίο μάχης για την κατάκτηση πολυπόθητων μορίων για τις Πανελλαδικές. Οι ακαδημίες των ομάδων είναι ο πιο εύκολος τρόπος για να γεμίζουν τα ταμεία τους πουλώντας όνειρα και ελπίδες σε εύπιστους γονείς που νομίζουν ότι ο κανακάρης τους είναι ο επόμενος Τζόρνταν. Τίποτε δεν έχει αλλάξει…

Επειδή για τους περισσότερους το θέμα της ανάπτυξης είναι ‘’ψιλά γράμματα’’ ας πάμε πάλι στους τίτλους της πρώτης σελίδας που είναι και εμπορικοί. Είναι περίπου βέβαιο ότι σε ένα δύο μήνες θα ανακοινωθεί η πρόσληψη του Βασίλη Σπανούλη στο πόστο του ομοσπονδιακού προπονητή. Ο Σπανούλης εκτός όλων των άλλων μπορεί να δημιουργήσει ένα όραμα και μια συσπείρωση της ομάδας ενόψει Προολυμπιακού. Ενδεχόμενα μια πανστρατιά να είναι πιο εύκολη υπόθεση. Στο θετικό κομμάτι της ιστορίας αφού προπονητής δεν στεριώνει στην εθνική ομάδα ας δημιουργήσουμε ένα δικό της. Αρκεί να είμαστε διατεθειμένοι να ανεχτούμε και να δεχτούμε τα όποια λάθη του ή να ζήσουμε με μερικά ακόμη πικρά καλοκαίρια. Επίσης, δεν αρκεί να βρεθεί ο ομοσπονδιακός προπονητής αλλά πέρα από την πρώτη ομάδα να δημιουργήσει και να ηγηθεί ενός προγράμματος εθνικής μπασκετικής ανάπτυξης, ενός συνολικού πλάνου, διαφορετικά από το 2025 και μετά η ποιότητα των παικτών που έρχονται είναι τουλάχιστον επισφαλής για να μιλάμε για επιστροφή σε δόξες, μεγαλεία και διακρίσεις. Δυστυχώς η εθνική μας έχει μικρύνει πολύ πια σαν μέγεθος και κάθε καλοκαίρι μικραίνει περισσότερο. Σε λίγα χρόνια θα παίζουμε απλά με στόχο να προκριθούμε στους τελικούς ενός Ευρωμπάσκετ ή ενός παγκοσμίου. Ο Σπανούλης μπορεί να είναι η κατάλληλη προπονητική λύση. Αλλά αν είναι απλά ο ένας επόμενος προπονητής που θα πληρώσει την επόμενη αποτυχία τότε ας τον αφήσουν στην ησυχία του και στην πολλά υποσχόμενη προπονητική του καριέρα την οποία θα κληθεί να βάλει στη ‘’γκιλοτίνα’’ της εθνικής ομάδας.

Πηγή: Nova Sports

Pin It on Pinterest

Shares
Share This