Του Δημήτρη Μπίζα
Κάποτε, ήταν το ‘next big thing’ της F1, μετά έγινε πρωταθλητής, έφυγε και γύρισε για να αποδείξει ότι ποτέ δεν έχασε το ταλέντο και τις ικανότητές του. Ο Kimi Raikkonen αμφισβητείτο πάντα μέσα στα χρόνια, αλλά τελικά, έπαιρνε αυτό που ήθελε.
Ο Kimi-Matias Raikkonen γεννήθηκε στις 17 Οκτωβρίου 1979, στο Espoo της Φινλανδίας – μία επαρχιακή πόλη όπου, όπως και σε όλη τη χώρα, το motorsport λατρεύεται σαν θρησκεία. Εκείνος, ξεκίνησε επαγγελματικά το karting στα 10 του χρόνια, ενώ ο πρώτος του αγώνας στο εξωτερικό ήταν στο Μονακό, πέντε χρόνια μετά. Μάλιστα, συνέβη κι ένα ευτράπελο: κατά τη διάρκεια του αγώνα, έσπασε το τιμόνι του, αλλά συνέχισε, ειδοποιώντας τους μηχανικούς του για τη ζημιά κουνώντας στον αέρα το τιμόνι. Η πρώτη του μεγάλη διάκριση θα ερχόταν το 1998, όταν θα κατακτούσε το Nordic Championship, στην τελευταία του χρόνια στα go-karts.
Το 1999 θα τον έβρισκε στη βρετανική Formula Renault, την οποία και θα κατακτούσε, ενώ το 2000 θα κέρδιζε 7 από τους 10 αγώνες του Formula Renault UK Championship. Συνολικά, σε αυτές τις δύο κατηγορίες της Formula Renault, κέρδισε 13 εκ των 23 αγώνων.
Αυτά τα αποτελέσματα έπεισαν τον ιδρυτή και διευθυντή της Sauber, Peter Sauber, να δώσει στον Raikkonen την ευκαιρία να δοκιμάσει για την ομάδα του το 2000, σε Μουτζέλο, Χερέθ και Βαρκελώνη. Τα αποτελέσματα από αυτά τα τεστ χάρισαν στον Φινλανδό το πρώτο του συμβόλαιο στην F1, μετά από μόλις δύο σεζόν σε αγώνες μονοθέσιων.
Αρκετοί άσκησαν κριτική προς την ελβετική ομάδα για αυτήν της απόφαση, θεωρώντας πως το να υπογράψουν με έναν τόσο άπειρο οδηγό, ήταν σφάλμα, ενώ ο πρόεδρος της FIA, Max Mosley, ήταν διστακτικός στο να δώσει τη superlicense στον Raikkonen, κάτι που τελικά έγινε χάρη στον Sauber.
Στην πρώτη του χρονιά, ο Kimi θα βαθμολογηθεί τέσσερις φορές, ξεκινώντας από την πρεμιέρα του πρωταθλήματος στην Αυστραλία, με καλύτερο τερματισμό την 4η θέση σε Αυστρία και Καναδά.
Το 2002, οι επιδόσεις του Raikkonen εντυπωσίασαν όχι τη Ferrari (όπως θα αναμενόταν λόγω της σχέσης της Sauber με τη Scuderia), αλλά τον Ron Dennis, που εξασφάλισε τις υπηρεσίες του 22χρονου τότε οδηγού για τη McLaren. Η πενταετία στο Woking χαρακτηρίστηκε από όμορφες στιγμές, πρωτιές, επιτυχίες, παραλίγο τίτλο, αλλά και πολλές δυσκολίες, ατυχίες και αστοχίες, που κράτησαν πίσω και τον ίδιο, και την ομάδα του.
Στην πρώτη του χρονιά, κατάφερε να ανέβει στο βάθρο από την πρεμιέρα κιόλας, στη Μελβούρνη, και για ακόμη τρεις φορές (με καλύτερο τερματισμό τη 2η θέση στη Γαλλία). Δεν κύλησαν όλα όμως ομαλά για τον ίδιο, αφού σε 17 αγώνες, μηχανικά προβλήματα και ατυχήματα του στέρησαν τον τερματισμό σε 10 εξ αυτών, αφήνοντάς τον μόλις 6ο στη βαθμολογία.
Το 2003, ήταν η πρώτη πραγματικά καλή χρονιά για τον ‘Iceman’, όπως πλέον τον αποκαλούσε ο Dennis κι όλοι οι φίλαθλοι του σπορ. Στο δεύτερο αγώνα της σεζόν, στη Μαλαισία, θα πανηγύριζε την πρώτη του νίκη, έχοντας εκκινήσει από την 7η θέση, κάτι που φάνηκε να επαναλαμβάνει και στον επόμενο, στη Βραζιλία, προτού η FIA επανεξετάσει το φινάλε του GP και κρίνει πως η νίκη έπρεπε να πάει στον Giancarlo Fisichella. Ο Φινλανδός έδωσε το τρόπαιό του πριν το επόμενο Grand Prix, στον Άγιο Μαρίνο, όπου και πάλι ήρθε 2ος. Η McLaren χρησιμοποιούσε ακόμα το σασί του 2002, σε μία πολύ εξελιγμένη μορφή φυσικά, αλλά αυτό δεν εμπόδισε τον ίδιο να συνεχίσει τις εκπληκτικές εμφανίσεις, κατακτώντας ακόμα έξι βάθρα. Έφτασε ακόμα και να διεκδικεί τον τίτλο, αν και οι επιδόσεις του Michael Schumacher στο δεύτερο μισό της σεζόν δεν του άφησαν και πολλά περιθώρια.
Το άκρως ενθαρρυντικό 2003 ακολουθήθηκε από το καταστροφικό 2004. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι στους πρώτους επτά αγώνες, ο Raikkonen έχει καταφέρει να πάρει μόλις 1 βαθμό. Η MP4-19 ήταν ένα νέο, αλλά και τρομερά αναξιόπιστο μονοθέσιο, κι αυτό οδήγησε τη McLaren στο να φέρει μία σημαντική αναβάθμιση στη Γαλλία: την MP4-19B. Τα αποτελέσματα δεν βελτιώθηκαν σημαντικά, μέχρι το Βελγικό GP, όπου ο Kimi θα κατακτούσε μία νίκη από το πουθενά. Εκκίνησε 10ος, όμως μέχρι τον 11ο γύρο ήταν στην πρωτοπορία και κρατήθηκε εκεί, χάρη στη στρατηγική και στην ταχύτητα που άρχισε να δείχνει το μονοθέσιο.
Ακολούθησαν άλλα δύο βάθρα σε Κίνα και Βραζιλία, για να κλείσει έτσι μία δύσκολη, σχεδόν γλυκόπρικη χρονιά για τον ίδιο.
Το 2005 ήταν μία διαφορετική περίπτωση, σε κάθε επίπεδο. Νέα αεροδυναμικά πακέτα, νέος teammate στο πρόσωπο του Juan Pablo Montoya, και νέος αντίπαλος. Η Renault με τον Fernando Alonso ήταν πλέον το φαβορί για τον τίτλο, κι ο ‘Iceman’ ήταν για πρώτη φορά μετά το 2003 στη διεκδίκηση του πρωταθλήματος.
Ο κανονισμός που δεν επέτρεπε στις ομάδες την αλλαγή ελαστικών κατά τη διάρκεια του αγώνα ανέδειξα ορισμένα προβλήματα της MP4-20 στη διαχείριση των Michelin, όμως οι επιτυχίες δεν άργησαν να έρθουν. Νίκες σε Ισπανία, Μονακό και Καναδά έφεραν τον Raikkonen σε τροχιά τίτλου. Ακολούθησαν κι οι αντίστοιχες σε Ουγγαρία και Τουρκία, αλλά και σε Βέλγιο κι Ιαπωνία (με το μνημειώδες προσπέρασμα στον Fisichella να του χαρίζει την πρωτιά τότε), όμως τα συνολικά αποτελέσματα του Alonso τον έφεραν πρωταθλητή από τη Βραζιλία κιόλας, τρεις αγώνες πριν το τέλος.
Το 2006 έμελε να είναι η τελευταία χρονιά του στη McLaren, και μία από τις χειρότερες στην καριέρα του. Οι Βρετανοί έχασαν έδαφος έναντι της Renault, κι αυτό σε συνδυασμό με την άνοδο της Ferrari υπό το νέο καθεστώς των V8 κινητήρων, άφησαν τον Φινλανδό εκτός κούρσας. Πέμπτος στο πρωτάθλημα, με 65 βαθμούς (σχεδόν τους μισούς σε σχέση με το 2005), και μόλις μερικά βάθρα στο ενεργητικό του.
Η ανακοίνωση της αποχώρησης του Michael Schumacher από την ενεργό δράση έφερε λίγες μέρες μετά και την ανακοίνωση της μετακίνησης του Kimi Raikkonen στη Ferrari, με τριετές συμβόλαιο.
Στην Αυστραλία, έγινε ο πρώτος οδηγός της Ferrari που πήρε νίκη στο ντεμπούτο του με τους Ιταλούς, κάτι που είχε κατακτήσει ο Nigel Mansell το 1989 στη Βραζιλία με την επάνοδο των ατμοσφαιρικών κινητήρων στο Π.Π. της F1. Αυτό το θετικό ξεκίνημα στη σεζόν προμήνυε μία καλή χρονιά για τον ίδιο – και πράγματι, ήταν. Ακόμα κι όταν άρχισε να χάνει έδαφος έναντι των Fernando Alonso και Lewis Hamilton στο πρώτο τρίτο της σεζόν, κατάφερε με βάθρα και πέντε νίκες (από τη Γαλλία και μετά), να ανακάμψει και να πάρει κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή τον τίτλο. Ο οδηγός που τόσο πάλεψε για να εδραιωθεί και να ξεφύγει από τις κακοτοπιές τα προηγούμενα χρόνια, πήρε τελικά αυτό που του αναλογούσε. Γινόταν ο τρίτος Φιλανδός πρωταθλητής στην F1, μετά τους Keke Rosberg και Mika Hakkinen (που υπήρξε και μέντοράς του), και έφερε τη Scuderia ξανά στην κορυφή, μετά από δύο χρόνια.
Όμως, όπως και στην πενταετία με τη McLaren, έτσι και με τη Ferrari, ποτέ δεν έρχονταν δύο καλές σεζόν μαζί. Έτσι, το 2008 βρίσκει τον Raikkonen πίσω κι από τον Felipe Massa σε απόδοση. Ίσως να ήταν και η πρώτη χρονιά στην οποία δεν τον πρόδωσε το μονοθέσιό του, αλλά που ο ίδιος δεν μπόρεσε να είναι ανταγωνιστικός. Έμεινε τρίτος στη βαθμολογία, πίσω από τον πρωταθλητή Hamilton και τον Massa, παίρνοντας όμως δύο νίκες σε Μαλαισία και Ισπανία, συνεισφέροντας στην κατάκτηση του πρωταθλήματος των κατασκευαστών για τη Scuderia.
Το 2009 ήταν μία ιδιαίτερη χρονιά για την F1 στο σύνολό της. Οι παραδοσιακές δυνάμεις του σπορ «έβλεπαν την πλάτη» των ανερχόμενων Brawn, Red Bull και Toyota, κι αυτό αναπόφευκτα επηρέασε και την απόδοση του Raikkonen εκείνη τη σεζόν. Ωστόσο, κατάφερε να πάρει τη μοναδική νίκη της Ferrari εκείνη τη χρονιά, στο Βέλγιο, ενώ ανέβηκε στο βάθρο των νικητών κι άλλες τρεις φορές.
Προς το τέλος εκείνης της σεζόν, η Ferrari ανακοίνωσε πως, παρά το γεγονός ότι ο Φινλανδός είχε συμβόλαιο και για το 2010, δεν θα συνέχιζε να αγωνίζεται για λογαριασμό της. Με τις διαπραγματεύσεις με τη McLaren να πέφτουν στο κενό, και με την πρόταση της Mercedes να άρεται όταν τελικά δέχτηκε να οδηγήσει για αυτήν ο Michael Schumacher, ο Raikkonen έμεινε εκτός F1 για το 2010.
Μην έχοντας θέση στην F1 για το 2010, ο Raikkonen στράφηκε σε άλλες μορφές motorsport, και συγκεκριμένα στα rally. Πρώτη του επαφή με τις ειδικές διαδρομές ήταν το Arctic Lapland Rally, τον Ιανουάριο του 2009, ενώ το ντεμπούτο του στο WRC έγινε το 2009, στο Rally Φινλανδίας – μόλις τέσσερις μέρες μετά το Ουγγρικό Grand Prix. Στο Group N, ο ‘Iceman’ ήταν τρίτος στην κατηγορία του και 15ος γενικής, προτού εγκαταλείψει στην τελευταία ειδική του Σαββάτου.
Ως εκ τούτου, δεν ήταν έκπληξη η ανακοίνωση την 4η Δεκεμβρίου 2009, που έκανε κι επίσημη την ένταξή του στη Citroen Junior Team για το πρωτάθλημα του 2010. Με τον C4 WRC στα χρώματα της Red Bull και τον Kaj Lindstrom στο δεξί μπάκετ, ο Kimi άνοιγε μία νέα σελίδα στην αγωνιστική πορεία του.
Στην Ιορδανία ήρθε ο πρώτος τερματισμός στους βαθμούς, ενώ στην Τουρκία ήρθε εκείνη τη χρονιά το καλύτερό του αποτέλεσμα, που ήταν η 5η θέση.
Το 2011 τον βρίσκει στο μπάκετ του Citroen DS3 WRC, και με τη δική του ομάδα, την ICE 1 Racing, με σαφώς μειωμένο πρόγραμμα, αφού συμμετείχε σε 9 εκ των 13 rally. Μέχρι και τη Γερμανία, είχε βαθμολογηθεί σε όποιον αγώνα έδωσε το παρόν, όμως στα τρία τελευταία rally, μέτρησε ισάριθμες εγκαταλείψεις.
Μέχρι και σήμερα, αυτό που έρχεται πρώτα στο μυαλό των απανταχού motorsport fans όταν θυμούνται την διετία 2010-2011 του Raikkonen είναι η αστάθειά του, η ασυνέπεια που είχε στους τερματισμούς. Πράγματι, ο Φινλανδός, προερχόμενος από τις πίστες, δεν είχε την εμπειρία, τα εχέγγυα για να πετύχει και στο περιβάλλον των ειδικών διαδρομών.
Για αυτό δοκίμασε την τύχη του και στο NASCAR, υπογράφοντας στις 2 Απριλίου με την Kyle Busch Motorsports, της Toyota, για να συμμετάσχει σε ορισμένους αγώνες του Truck Series. Καλύτερος τερματισμός του, η 15η θέση στο Charlotte Motor Speedway, ενώ στα τέλη Μαΐου δοκίμασε και με την Robby Gordon Motorsports, όμως είχε ένα ατύχημα και το deal δεν καρποφόρησε.
Ήδη από τον Σεπτέμβριο το 2011 είχε ακουστεί πως ο Raikkonen κυνηγούσε την επιστροφή του στην Formula 1, με την ομάδα της Williams. Η ομάδα του Grove δεν επιβεβαίωσε ποτέ αυτές τις φήμες, και τελικά, στις 29 Νοεμβρίου 2011, ανακοινώθηκε πως θα επέστρεφε πράγματι στο σπορ, αλλά για λογαριασμό της Lotus, υπογράφοντας διετές συμβόλαιο.
Το πρώτο του βάθρο δεν άργησε να έρθει, αφού στο Μπαχρέιν (τον 4ο αγώνα της χρονιάς) ήρθε 2ος, για να ακολουθήσουν άλλα τέσσερα σε Ισπανία, Βαλένθια, Γερμανία και Βέλγιο.
Η απόδοση της E21 ήταν τέτοια που του επέτρεπε να είναι ψηλά στην κατάταξη στην πλειονότητα των αγώνων, αλλά να του χαρίσει και μία νίκη. Στις 4 Νοεμβρίου, 3 χρόνια και 4 μήνες από την τελευταία του νίκη, ο Raikkonen πανηγύρισε ξανά, στο Άμπου Ντάμπι. Το ‘Leave me alone, I know what I’m doing’ έχει μείνει στην ιστορία ως το πιο αντιπροσωπευτικό team radio του ‘Iceman’, και ο Φινλανδός απέδειξε πως γύρισε με υψηλές βλέψεις.
Raikkonen και Lotus συνέχισαν μαζί και το 2013, παίρνοντας τη νίκη στην πρεμιέρα του πρωταθλήματος στην Αυστραλία, και συνεχίζοντας με έξι βάθρα μέσα στη χρονιά. Το κλείσιμο της σεζόν εκείνης βρήκε τον Kimi στο σπίτι του, αφού υπεβλήθη σε επέμβαση στη μέση του κι έμεινε εκτός δράσης για τους αγώνες σε ΗΠΑ και Βραζιλία.
Το ίδιο διάστημα, η Ferrari ανακοίνωσε την επιστροφή του στο Μαρανέλο το 2014, στο κατώφλι της υβριδικής εποχής της Formula 1. Με την F14 T να υπολείπεται αρκετά του ανταγωνισμού, ο Raikkonen βρισκόταν μακριά από τον καλό του εαυτό. Έχασε από τον Fernando Alonso στην εσωτερική μάχη, είχε ως καλύτερο αποτέλεσμα την 4η θέση στο Βέλγιο και πλέον ήλπιζε σε ένα καλύτερο 2015.
Πράγματι, η SF15-T ήταν πολύ καλύτερη της προκατόχου της και κατάφερε να ανέβει ξανά στο βάθρο δις: στη Σιγκαπούρη (όταν κέρδισε ο Sebastian Vettel) και στο Άμπου Ντάμπι.
Σε παρόμοια επίπεδα κινήθηκε και το 2016, μετρώντας και πάλι δύο τερματισμούς στην πρώτη τριάδα, όντας όμως και πάλι στη σκιά του teammate του.
Τις τελευταίες δύο σεζόν, η αναγεννημένη Ferrari του επέτρεψε να ανεβάσει αρκετά την απόδοσή του, να φτάσει ακόμα και στην pole position στο Μονακό, και τελικά, να γυρίσει στις νίκες μετά από 5 χρόνια, στο Austin.
Ο οδηγός που χαρακτηρίστηκε ως τεμπέλης, ελλιπής κινήτρου, ακατάλληλος να ηγηθεί μίας ομάδας, πάντα κατάφερνε να διαψεύδει τους πολέμιούς του, να είναι αγαπητός σε όλη την κοινότητα της F1, να αφοπλίζει με την ειλικρίνεια και την δωρικότητά του, και να χαρίζει θέαμα.
Στατιστικά της καριέρας του στη Formula 1:
- Σεζόν: 2001-2009, 2012-2021
- Ομάδες: Sauber, McLaren, Ferrari, Lotus, Alfa Romeo Racing
- Εκκινήσεις: 353
- Πρωταθλήματα: 1 (2007)
- Νίκες: 21
- Βάθρα: 103
- Pole positions: 18
- Ταχύτεροι γύροι: 46
Πηγή: 4 Τροχοί