Του Νίκου Παπαδογιάννη
Τις ώρες που προηγήθηκαν του πρώτου ημιτελικού του φάιναλ-φορ, η Ζαλγκίριο Αρένα και τα λοιπά μπασκετικά στέκια του Κάουνας έμοιαζαν με το πέρασμα της Κασσάνδρας. Έψαχνες να εντοπίσεις ουδέτερο πρόθυμο να χαρακτηρίσει τον Ολυμπιακό «φαβορί» και δεν έβρισκε ούτε με το φανάρι του Διογένη. Όλος ο κόσμος και τ’ αδέλφια του μιλούσαν για ένα ματσάρισμα στριφνό, για έναν αντίπαλο που δεν ταίριαζε καθόλου στους παίκτες του Μπαρτζώκα, για μία Σταχτοπούτα που στο ένα πόδιο φορούσε γοβάκι Λουμπουτέν και στο άλλο μπότες Βέρμαχτ.
Ήταν λοιπόν τόσο καλή η Μονακό; Ήταν τόσο υπερτιμημένος ο Ολυμπιακός; Σε αυτήν εδώ τη στήλη, διαβάσετε ότι η διαφορά ποιότητας ανάμεσα στις δύο ομάδες ήταν ορατή διά γυμνού οφθαλμού και ότι, διάβολε, η Μονακό δεν είναι Γιουγκοπλάστικα. «Διαισθάνομαι ότι έχουμε μπροστά μας έναν ημιτελικό χωρίς ιστορία και ότι στο τέλος θα βρίσκεται στο παρκέ ο Λούντζης», έγραφα.
Σύμφωνοι, δεν ήταν ακριβώς ματς χωρίς ιστορία ο ημιτελικός που τόσο συζητήθηκε. Ολοκληρώθηκε ωστόσο με διαφορά κοντά στους 15 πόντους υπέρ του δυνατού, με τους αμνούς να ξεχωρίζουν αδιαπραγμάτευτα από τα ερίφια και με τις Κασσάνδρες κρυμμένες έξω από το μαντρί. Και, ναι, με τον Μιχάλη Λούντζη στο παρκέ.
Κάποτε, ο Ολυμπιακός κατέκτησε το ευρωπαϊκό τρόπαιο δίνοντας 15 συνολικά αγώνες. Δεκαπέντε! Φέτος έφτασε αισίως τους 40 σε ρυθμούς που ζαλίζουν και δεν έχει παρά να κερδίσει έναν αγώνα για να δικαιώσει την εικόνα υπεροχής τόσων μηνών. «Έκπληξη θα είναι όταν χάνει», έγραφα, από τον Οκτώβριο κιόλας.
Προσπαθώ να πω, ότι δεν υπάρχει πια χώρος για τις Σταχτοπούτες και για τις πρωτάρες. Τα φάιναλ-φορ είναι η φωλιά του θηρίου και το θηρίο βρυχάται φέτος με προφορά πειραιώτικη και χροιά βιομηχανική. Η χειρουργική ακρίβεια με την οποία ο Ολυμπιακός κατακρεούργησε τη Μονακό μέσα σ’ ένα δεκάλεπτο ήταν η επιτομή μίας ομάδας κομπιούτερ που μπορεί να έχει ζεστή καρδιά, αλλά αν την ανοίξεις θα βρεις μέσα βίδες, ελατήρια και γρανάζια.
Στον τελικό με τη Ρεάλ, ο Ολυμπιακός καλείται να παίξει, για μία τελευταία φορά, μπάσκετ μηχανής. Κινδυνεύει από το μυαλό του και μόνο από αυτό: το μυαλό που ορισμένες φορές θολώνει, άλλοτε νιώθει το «πρέπει», ενίοτε ναρκισσεύεται, είναι τέλος πάντων το τρωτό σημείο του.
Απέναντι στη Μονακό, η εκκίνηση πρόδιδε άγχος, υπερβάλλοντα ζήλο, ατολμία που από κάποιους ερμηνεύτηκε ως δειλία. Εμείς οι παλιοί θυμηθήκαμε τον τελικό του ’97 στη Ρώμη, όταν η Μπαρτσελόνα προηγήθηκε με 12-2 και ο Ολυμπιακός δεν μπορούσε να σκοράρει ούτε με καρφώματα στο ανοιχτό γήπεδο.
«Αλλά η απόσταση που μας χώριζε από τον αντίπαλο ήταν μεγαλύτερη από κάθε άλλη φορά και δεν υπήρχε περίπτωση να λυγίσουμε», μου έλεγε πρόσφατα ο Γιώργος Σιγάλας. Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς φρόντισε να κρατήσει την ομάδα του ήρεμη και οι Ισπανοί ισοπεδώθηκαν στο ξεκίνημα του β’ ημιχρόνου. Σας θυμίζει κάτι το μοτίβο;
Στο ζευγάρωμα του Ολυμπιακού με τη Ρεάλ, για 2023 μιλάμε τώρα, διαισθάνομαι ότι οι Ισπανοί βρίσκονται ήδη στην «τρίτη περίοδο». Σπεύδω να προλάβω τους κινδυνολόγους -και τον πεσσιμιστή εαυτό μου που τόσο ξεκαρδιστικά σατιρίστηκε από το «Κουλούρι»- και χαρακτηρίζω τον Ολυμπιακό γκραν φαβορί του αυριανού τελικού, με πιθανότητες επιτυχίας όχι μικρότερες από 70-80 τοις εκατό.
Δεν ξέρω αν μπορεί να ανταπεξέλθει το γέρικο κορμί της «βασίλισσας» στο high energy, υψηλών οκτανίων παιχνίδι του Ολυμπιακού. Ούτε έχει η Ρεάλ αντίδοτα (όπως αυτά της Μονακό) για να προκαλέσει βραχυκυκλώματα και να μετατρέψει τον τελικό σε μάχη χαρακωμάτων, όπως το περυσινό ξυλίκι του Βελιγραδίου με την Εφές, που πήγε αγκομαχώντας σε επιθέσεις 20-22 δευτερολέπτων και τελείωσε με 58-57.
Με όλο τον σεβασμό προς τη γηραιά κυρία της Μαδρίτης, second unit με τρεις υπέργηρους, έναν σακατεμένο και ένα παιδάκι δεν μπορεί να φτουρήσει απέναντι στον Ολυμπιακό που πίνει κηροζίνη. Και θέλω να πιστεύω ότι ο τελικός θα κριθεί πρωτίστως εκεί: στα αποθέματα ενέργειας, στις λύσεις, στος βάθος, στις δυνάμεις, στους αυτοματισμούς. Ακόμα και με τους Γιαμπουσέλ, Ντεκ, Πουαριέ στη σύνθεσή της, η Ρεάλ ηττήθηκε δύο φορές από την Παρτιζάν στη Μαδρίτη. Ας μη πάμε πιο πίσω, στο φετινό νταμπλ του Ολυμπιακού απέναντί της.
Η επιρροή του Έντι Ταβάρες στο παιχνίδι της Ρεάλ (και των αντιπάλων της) είναι εκκωφαντική, περισσότερο από οποιουδήποτε άλλου παίκτη στην Ευρώπη. Ουσιαστικά, ο κύκλωπας από το Κάπε Βέρντε είναι μια άμυνα μόνος του χωρίς καλά καλά να παίζει άμυνα: οι αντίπαλοι φοβούνται ακόμα και τον ίσκιο του. Περιμένω να δω αύριο αλχημείες και σοφιστείες από τον Τσους Ματέο, προκειμένου να προστατευτεί ο ψηλός από τα φάουλ και να πειραχτεί το μυαλό των «ερυθρολεύκων», με πολλά ανοιχτά σουτ από την περιφέρεια.
Θα επιστρατεύσει ζώνες; Λουριά; Προσευχές; Ικεσίες προς τους αθάνατους της Βαλχάλλα; Ο Φαλ θα ταϊστεί ανελέητα προκειμένου να δημιουργηθεί φθορά στον Ταβάρες, πολλά λέι-απ θα επιχειρηθούν κάτω από τα ρουθούνια του κτήνους, αλλά το πρώτο στοίχημα θα είναι να αξιοποιηθούν τα μακρινά σουτ για να ανοίξει η ισπανική άμυνα.
Η Ρεάλ απέκλεισε τη Μπαρτσελόνα του Σάρας, αλλά ήταν η Μπαρτσελόνα του Σάρας αυτή που νίκησε χθες τον εαυτό της: με προβλέψιμο και αναχρονιστικό μπάσκετ, με εμμονικά ποσταρίσματα απέναντι σε άμυνα που πόνταρε σε αυτά ακριβώς, με τον σταρ των 3 εκατομμυρίων ετησίων να πέφτει στις δαγκάνες που ούτε ο ίδιος ο Χέζονια ήξερε ότι είχε. Και καλύτερα να μην αναφερθώ στην «άμυνα» που έπαιξε η Μπάρτσα στο τελευταίο πεντάλεπτο απέναντι στον τετραπέρατο και πανούργο Τσάτσο Ροντρίγκεθ.
Ο Ολυμπιακός δεν φαίνεται να κινδυνεύει από ιδεοληψίες και μούχλιασμα. Θα χάσει τον τελικό μόνο αν γίνουν μαγικά: αν σουτάρει ο ίδιος 3/25 τρίποντα απέναντι σε άμυνα με τέσσερις καρέκλες, αν έχουν ο Μούσα και ο Χεζόνια και ο Ουίλιαμς-Γκος γενέθλια, αν πεταχτεί από τον πάγκο κανένα φάντασμα τύπου Κοζέρ, αν ανακαλύψουν το ελιξήριο της νεότητας οι λεβεντόγεροι Γιουλ και Ρούντι, αν ξυπνήσουν τα φαντάσματα των ελληνοϊσπανικών αναμετρήσεων.
Και τέλος πάντων, αν είναι να σταματήσει ο Μάριο Χέζονια μέσα σε 48 ώρες και τον Μίροτιτς και τον Βεζένκοβ, ας πάρει αυτός την κούπα και το MVP στο σπίτι του, για να τελειώνουμε. Δεν ήρθαμε στο Κάουνας για να καταλήξουμε σε κανένα ψυχιατρείο του παγερού βορρά ούτε για να δούμε τη Ρεάλ των σαραντάρηδων αυτοδύναμη κυβέρνηση, Τόπο στα νιάτα, μωρέ!
Πηγή: Gazzetta