Επιλογή Σελίδας

Του Νίκου Παπαδογιάννη

Αντιλαμβάνομαι πόσο οξύμωρο θα ακουστεί αυτό που ετοιμάζομαι να γράφω, αλλά έτσι ακριβώς αισθάνομαι, λίγο πριν φύγω από το Βερολίνο: το καλύτερο Ευρωμπάσκετ όλων των εποχών ήταν ταυτόχρονα το χειρότερο.

Η FIBA ασφαλώς θα καυχηθεί για τις ματσάρες που έγιναν, για τις εκπλήξεις, για τα θαύματα, για το σασπένς, για τα γεμάτα γήπεδα στις πέντε πόλεις, για τη λάμψη των υπέρλαμπρων αστέρων, για το υψηλό επίπεδο κάποιων αγώνων, για την παρουσία εκλεκτών καλεσμένων από το Αμέρικα, για την οργανωτική αρτιότητα των Γερμανών. Και για το γλυκό, απόλυτα αληθινό, παραμύθι της Ισπανίας.

Τώρα που σβήσουν τα φώτα, όμως, η αίσθηση που μένει στην παλιοσειρά των 15 Ευρωμπάσκετ είναι ότι το φετινό ήταν μάλλον φιάσκο, παρά θρίαμβος. Και δεν αναφέρομαι στο εμπορικό σκέλος, όσο στο καθαρά αγωνιστικό. Ούτε μιλώ για την, πράγματι μετριότατη, διαιτησία.

Οι τρεις σούπερ σταρ από το ΝΒΑ, Αντετοκούνμπο, Γιόκιτς και Ντόντσιτς έφαγαν τα μούτρα τους και έμειναν εκτός ημιτελικών, μολονότι οι ίδιοι έπαιξαν πολύ καλά. «Στο ΝΒΑ κερδίζουν οι καλύτεροι παίκτες, ενώ στην Ευρώπη οι καλύτερες ομάδες», παρατήρησε δηκτικά ο Ντέιβιντ Μπλατ.

Πες το ψέματα. Παρ’ όλο που η ταχυδύναμη και η αθλητικότητα ξεπερνούν πλέον κάθε προηγούμενο, το Ευρωμπάσκετ ήταν τελικά ένας θρίαμβος του «σκεπτόμενου», με κορωνίδα τον θρίαμβο της Ισπανίας, αλλά και την πορεία των Πολωνών.

Ίσως έπρεπε να το σκεφτούμε τριπλά πριν το δαιμονοποιήσουμε, εμείς που δεν έχουμε δα ούτε κορμιά ούτε πόδια ούτε σουτέρηδες, παρά μόνο μυαλό, ομαδικότητα και χημεία. Και Γιάννη.

Η Πολωνία πέτυχε έκανε συντρίμμια την απογοητευτική Σλοβενία, πολύ γελάσαμε ομολογώ εκείνο το βράδυ, αλλά η παρουσία της στα ημιτελικά κατέστρεψε το άτυπο «φάιναλ-φορ», αφού ο ημιτελικός με τη Γαλλία ήταν για γέλια, ο δε μικρός τελικός με τους Γερμανούς μία μπανιέρα μετριότητας.

Η Γερμανία είχε καλή ομάδα και χίλια μπράβο της που επέστρεψε στα μετάλλια μετά από 17 χρόνια, αλλά απομυθοποιήθηκε στα χέρια των δύο τελευταίων αντιπάλων της, πάνω που οι εραστές του δόγματος «δεν πειράζει» την αποθέωναν ως τάχα αχτύπητο και άτρωτο παγοθραυστικό.

Στον δε τελικό προκρίθηκαν δύο ομάδες που δεν είχαν καμία δουλειά να βρίσκονται εκεί. Οι Γάλλοι παρουσιάστηκαν σε μαύρο χάλι στο Ευρωμπάσκετ και μπήκαν στη γιορτή όχι από παράθυρα, αλλά από χαραμάδες: 0/2 βολές ο Οσμάν (και καπάκι λάθος πάσα και λάθος άμυνα) στο πρώτο νοκ-άουτ, 0/2 βολές ο Φοντέκιο (και καπάκι κακή άμυνα) στο δεύτερο.

Εάν δεν αποφάσιζε κάποια τυφλή θεά να τους δώσει πίσω όσα τους στέρησε τότε στο Βελιγράδι, οι «μπλε» θα επέστρεφαν στο Βελιγράδι 8 μέρες πριν τον τελικό. Αντ’ αυτού, κέρδισαν ένα μετάλλιο που τους κολακεύει πολύ. Ιδίως μετά την αποκαρδιωτική εμφάνισή τους στον χθεσινό τελικό.

Οι Ισπανοί αποθεώθηκαν από όλες τις κατευθύνσεις μετά τον θρίαμβό τους στον ημιτελικό επί των Γερμανών και ξανά χθες, που ισοπέδωσαν τους αφελείς και αφερέγγυους Γάλλους για να επιστρέψουν στην κορυφή.

Και πράγματι, δεν χωράει κριτική σε μία χώρα που μαζεύει 9 μετάλλια το ίδιο καλοκαίρι ή που μετράει 14 Ευρωπαϊκά, Παγκόσμια και Ολυμπιακά μετάλλια μέσα σε 22 χρόνια. Αν δεν το προσέξατε, η «ρόχα» είναι από χθες ταυτόχρονα πρωταθλήτρια Κόσμου και Ευρώπης. Ελλιπής το σήκωσε στο Πεκίνο, ελλιπής και στο Βερολίνο.

Η σκληρή αλήθεια, όμως, είναι ότι οι Ισπανοί έφτασαν στο βάθρο του Ευρωμπάσκετ χάρη στις εμφανίσεις ενός παίκτη που ουδέποτε είχε την παραμικρή σχέση με τη χώρα. Η εξωφρενική «μεταγραφή» του Λορέντζο Μπράουν μας έφερε μπροστά στην απόλυτη στρέβλωση: ένας βέρος Αμερικανός, παρ’ ολίγον MVP στο Πρωτάθλημα των Ευρωπαίων! Φοβάμαι ότι εδώ τελειώνει κάθε συζήτηση.

Προσοχή, δεν έχω πρόβλημα με τους αλλοδαπούς που αποκτούν την υπηκοότητα μετά από χρόνια ευδόκιμης υπηρεσίας (σπορ στο οποίο οι Ισπανοί διακρίνονται από την εποχή του Μπράμπεντερ και του Λούικ, μέχρι το πρόσφατο του Μίροτιτς), ούτε με τους μισούς-μισούς τύπου Ντόρσεϊ ή Ταρπέι, ούτε με τα παιδιά της μετανάστευσης.

Πιστεύω μάλιστα ότι η εκκωφαντική απουσία μεταναστόπουλων από τις Εθνικές ομάδες της Ελλάδας (κρυμμένη πίσω από την όψιμη κρατική κονσομασιόν προς τους Αντετοκούνμπο) αποτελεί κοινωνικό στίγμα για τη χώρα μας.

Οι Γερμανοί έχουν τον Σρέντερ και τον Τίμαν, οι Ισπανοί τον Γκαρούμπα και τον Σάιθ, οι Γάλλοι μία ολόκληρη στρατιά με τη βοήθεια των αποικιών και πάει λέγοντας.

Το παζάρι των διαβατηρίων, όμως, όπως μας το δίδαξε ο ακραιφνής Βορειομακεδών ΜακΚάλεμπ, είναι μία γελοιότητα ολκής, στην οποία η Ελληνική Ομοσπονδία αρνείται διαχρονικά να προσχωρήσει. Ή μήπως βρισκόμαστε μπροστά σε επανεξέταση των δεδομένων και της στρατηγικής;

Οι Ισπανοί, που κοκορεύονται -δικαίως- ότι χτυπούν το ντέφι για να χορεύει φλαμένκο σύσσωμο το ευρωπαϊκό μπάσκετ, αποδείχθηκαν κυνικότεροι των κυνικών. Χωρίς τον «Λορένθο» Μπράουν, θα σκόνταφταν και αυτοί στο πρώτο εμπόδιο της τελικής φάσης, δηλαδή τη Λιθουανία.

Να τοι, όμως, καμαρωτοί στο υψηλότερο σκαλί του βάθρου. Πάλι. Και, ξέρετε, δεν ήταν πάντοτε έτσι. Όσο και αν ακούγεται απίστευτο στα αυτιά των νεότερων, η Ισπανία κέρδισε το πρώτο ευρωπαϊκό τρόπαιο της Ιστορίας της μόλις το 2009 στο Κατοβίτσε, 22 ολόκληρα χρόνια μετά το αντίστοιχο ελληνικό.

Οι δε Γάλλοι έχουν πατήσει την κορυφή, οποιαδήποτε κορυφή σε επίπεδο Ανδρών, μόνο μία φορά, το 2013 με τα όργια του Πάρκερ στη Λιουμπλιάνα, όταν ξεφορτώθηκαν τους Ισπανούς στον ημιτελικό. Μέχρι και το 2009, η Ελλάδα είχε περισσότερα Ευρωπαϊκά τρόπαια από Γάλλους και Ισπανούς μαζί. Τους Γάλλους τους νικάμε ακόμα και σήμερα.

Είναι αποτυχία η 5η θέση στην οποία προσγειώθηκε η Εθνική μας σε αυτό το Ευρωμπάσκετ των γκρεμισμένων ονείρων; Στα χαρτιά του κυνικού και του αντικειμενικού μελετητή, όχι. Εάν κάποιοι απέτυχαν, αυτοί είναι οι πρωταθλητές του 2017 Σλοβένοι, που αποκλείστηκαν από τα φτωχόπαιδα της Πολωνίας, αλλά και οι Σέρβοι, που είδαν τις πλάτες των Ιταλών και δεν έφτασαν ούτε στα προημιτελικά. Η Σλοβενία του Ντόντσιτς και η Σερβία του Γιόκιτς, υπενθυμίζω.

Στα χαρτιά, η 5η θέση δεν είναι δα καταστροφή, για το χρεοκοπημένο μπάσκετ του χρεοκοπημένου αθλητισμού της χρεοκοπημένης σε όλα τα επίπεδα Ελλάδας. Αποτελεί όμως αποτυχία και κατακεφαλιά, διότι την κρίσιμη ζαριά δεν την παίξαμε καθόλου. Άδικα την περίμεναν, την επίσημη αγαπημένη τους, εκατοντάδες Έλληνες χθες στη Mercedes-Benz Arena.

Οι Γερμαναράδες τσαλαπάτησαν το σαρκίο μας δίχως την παραμικρή αντίσταση και επικράτησαν κατά κράτος, αγωνιστικά, πνευματικά και προπονητικά. Όπως αποδείχθηκε στα επόμενα δύο παιχνίδια της, δεν ήταν δα καμιά υπερομάδα η Γερμανία. Εμείς την κάναμε να δείχνει μεγαλύτερη από ότι ήταν, με τα δύο απελπιστικά δεκάλεπτα του προημιτελικού (πρώτο και τρίτο).

Το μονοπάτι που χώριζε την Εθνική μας από το χρυσό μετάλλιο συνιστά μία χρυσή, χαμένη ευκαιρία, ίσως την τελευταία που θα βρούμε ποτέ στο διάβα μας. Ελπίζω ολόψυχα να διαψευστώ, αλλά φοβάμαι ότι το Βερολίνο ήταν το κύκνειο άσμα αυτής της ομάδας. Και πάντως όχι «η αρχή των πάντων», όπως βαυκαλίζονται πολλοί, γνωστικοί και μη.

Αν μη τι άλλο, το Βερολίνο έβγαλε στον αφρό τις τρεις χώρες που καλλιεργούν τον αθλητισμό συστηματικότερα από κάθε άλλη ευρωπαϊκή. Στο βάθρο στριμώχτηκαν η ομάδα που εκπροσωπεί το κορυφαίο πρωτάθλημα της γριάς ηπείρου (Ισπανία), η ομάδα που καθρεφτίζει το καλύτερο αναπτυξιακό πρόγραμμα (Γαλλία) και η ομάδα που εκμεταλλεύτηκε ιδανικά τα γεννητούρια ενός κατάξανθου σουπερνόβα από τα σπλάχνα της (Γερμανία).

Εμείς με τι θράσος απαιτούμε να τους κοιτάξουμε αυτούς στα μάτια και να συγχρωτιστούμε μαζί τους στα σαλόνια; Με ποιες υποδομές, με ποια οργάνωση, με ποιους συλλόγους, με ποια σχολεία, με ποιες επενδύσεις, με ποιους παράγοντες;

Βγάζουμε συγκυριακά μεγάλους παίκτες και προπονητές, αλλά η διαρκής παρουσία της Εθνικής ομάδας στην παγκόσμια κορυφογραμμή επί 35 χρόνια είναι, για να είμαστε δίκαιοι, ένα εκτυφλωτικό κατόρθωμα, ένα πυροτέχνημα διαρκείας.

Ας είμαστε, λοιπόν, ρεαλιστές. Θα μπορούσαμε να βγούμε φέτος 1οι στην Ευρώπη, αλλά στην αληθινή ζωή δεν είμαστε ούτε 5οι. Τα παλικάρια που μας έφεραν τόσο ψηλά, που μας έκαναν να ονειρευόμαστε και να ερωτευόμαστε, αξίζουν μια βαθιά υπόκλιση ευγνωμοσύνης.

Πηγή: Gazzetta