Του Κωνσταντίνου Κωλαΐτη
Ο Γάλλος συγγραφέας Louis Aragon όριζε το θαύμα ως την έκρηξη της αντίφασης μέσα στο πραγματικό. Ναι, μπορεί το γεγονός ότι ο Τίμο Βέρνερ και ο Κάι Χάβερτς σκόραραν σε ίδιο παιχνίδι της Τσέλσι μετά από 64 και 85 ημέρες αντίστοιχα να μην εκλαμβάνεται ακριβώς ως θαύμα, δεν παύει, όμως, να φέρνει στην επιφάνεια την εκρηκτική αντίφαση της μέχρι τώρα πραγματικότητάς στο φρούριο των Μπλε.
Δύο παίκτες που σκόραραν από κοινού 40 (28-12) γκολ την περασμένη σεζόν στην ελίτ των γερμανικών γηπέδων και που συμμετείχαν σε άλλα 14 (8-6 ασίστ), έχουν φτάσει σε σημείο να θεωρείται είδηση το ένα γκολ που σημειώνουν (ακόμη και) στο FA Cup, (ακόμη και) κόντρα στη Μόρκαμ. Είδηση διπλή, μάλιστα, από τη στιγμή που το πέτυχαν αμφότεροι στο ίδιο ματς.
Το βασικό δίπολο των ανερχόμενων σταρ του γερμανικού ποδοσφαίρου, αυτοί για τους οποίους ξοδεύτηκαν 133 εκατ. ευρώ από το ίδιο ταμείο με διαφορά δύο μηνών, μετατράπηκε αναπάντεχα σε δίδυμο συμπαικτών που πασχίζουν να διακρίνουν τα όρια και τις αντοχές τους. Τη θέση τους στον κόσμο της Premier League, των Λονδρέζων ειδικότερα.
Have Werner and Havertz found their level? ? pic.twitter.com/C2cwkLn1KK
— Goal (@goal) January 10, 2021
Με δεδομένο τον μεταγραφικό «οργασμό» του καλοκαιριού, που ακολούθησε το διάστημα «ξηρασίας» και την απαγόρευση μεταγραφών, τόσο η απόκτηση του Βέρνερ όσο (κυρίως) του Χάβερτς αντιμετωπίστηκαν ως πολυτέλεια εν καιρώ πανδημίας. Ενδεχομένως ως εχέγγυο για άμεση στροφή στον πρωταθλητισμό και τον «επεκτατισμό», που έλειπε τις τελευταίες σεζόν από τους στόχους του κλαμπ. Αυτόματα, ξεχείλωσαν τη λίστα των απαιτήσεων για τον Φρανκ Λάμπαρντ, ο οποίος είδε γρήγορα τον σεβασμό που κέρδισε στην πρώτη του χρονιά με τα… πιτσιρίκια, να μετατρέπεται σε αέναη κριτική και αμφισβήτηση.
Φτάνοντας σχεδόν στου δρόμου τα μισά φέτος, οι δύο νεαροί σταρ των Πάντσερ μοιάζουν αποστασιοποιημένοι από τον κορμό της ομάδας, περισσότερο ως μία ξεχωριστή οντότητα που «πρέπει» να λειτουργήσει, αλλά λείπει το manual. Υπάρχουν, όμως, οι προϋποθέσεις αυτό να βρεθεί, προτού η αποτυχία και η στάμπα του «under-achiever» στοιχειώσει για τα καλά το όνομα του Φρανκ Λάμπαρντ;
Νέοι Αζάρ ή νέοι Ντε Μπρόινε;
«Όλα είναι καινούρια για αυτούς τους δύο, αποκτήθηκαν με γνώμονα το σήμερα και το αύριο. Δεν έχω, όμως, την παραμικρή αμφιβολία ότι και οι δύο θα γίνουν τεράστιοι παίκτες για αυτόν τον σύλλογο. Οι άνθρωποι που τους αμφισβητούν θα πρέπει να θυμηθούν τους προηγούμενους τοπ παίκτες που ήρθαν στο Νησί σε μικρή ηλικία. Ο Εντέν Αζάρ είναι ένα καλό παράδειγμα».
Ο Φρανκ Λάμπαρντ δεν σταματά να βάζει το χέρι του στη «φωτιά» για τα δύο νεοαποκτηθέντα αστέρια του, όπως θα έκανε κάθε σοβαρός προπονητής που σέβεται τον εαυτό του, τους ίδιους τους παίκτες και το πλάνο του κλαμπ. Η ψύχραιμη και κατευναστική του ατάκα του αντικατοπτρίζει σε μεγάλο βαθμό τον ρεαλισμό, αυτό που ισχύει. Ποτέ δεν ήταν εύκολο για έναν ξένο ποδοσφαιριστή σε μικρή ηλικία να κάνει το «μπαμ» στην PL χωρίς μεταβατική περίοδο. Και σίγουρα δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από τώρα το προσδόκιμο της απόδοσής τους, από τη στιγμή που έχουν υπογράψει συμβόλαιο ως το 2025.
Ο Κέβιν Ντε Μπρόινε είναι ένα ακόμη παράδειγμα που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει. Συμπτωματικά και το δικό του πεδίο προσαρμογής ήταν η Τσέλσι, μόνο που σε εκείνη την περίπτωση ο προπονητής, Ζοσέ Μουρίνιο, έδωσε το ελεύθερο για την αποχώρησή του. Δεν πάλεψε για να τον φέρει στο «Στάμφορντ Μπριτζ», δεν υπερασπίστηκε με τόση θέρμη το ταλέντο που έβλεπε στις προπονήσεις. Κι αυτός ακριβώς είναι ο κίνδυνος και στην περίπτωση των Βέρνερ-Χάβερτς, να αποδειχθεί, δηλαδή, πρόωρο το άλμα τους στην Premier League και να επιστρέψουν κάποια στιγμή ώριμοι και έτοιμοι πλέον, αλλά σε αντίπαλο στρατόπεδο.
Αν πάλι ο Εντέν Αζάρ (πρέπει να) είναι ο οδηγός, μια προοπτική στην οποία θέλουν να πιστεύουν άπαντες οι φίλοι της Τσέλσι, τότε οφείλεται να εξεταστεί η χρησιμότητα και το αγωνιστικό status που απέκτησε ο Βέλγος σε σχέση με τους Βέρνερ και Χάβερτς υπό τις οδηγίες του «Φράνκι».
Εκτός του ότι ο Αζάρ συμμετείχε σε 10 γκολ στα πρώτα του 8 ματς στην Premier League, επίδοση που, μάλλον, καταρρίπτει την αναλογία του Άγγλου τεχνικού, είχε και το πλεονέκτημα ενός πολυμορφικού «μπουκαδόρου», που είχε αποδείξει ότι μπορεί να παίζει και στα δύο άκρα και ως δεύτερος επιθετικός. Τελικά, «κλείδωσε» στην αγαπημένη του αριστερή πτέρυγα. Ωστόσο, ο Λάμπαρντ ακόμη δεν έχει ξεκάθαρη στόχευση ή τακτική για το πού χρησιμοποιεί τους δύο Γερμανούς σταρ και που αποδίδουν καλύτερα.
Ο Τίμο Βέρνερ ταλαιπωρήθηκε πολύ στην αρχή της σεζόν με τα βαριά κορμιά και το physical παιχνίδι που καλείται να αντιμετωπίσει ως μοναδικός σέντερ φορ, για αυτό και συχνά ξεκινά από τα πλάγια, με στήριγμα είτε τον Έιμπραχαμ είτε τον Ζιρού. Συνεπώς, πέρα από τη δυσκολία προσαρμογής, βιώνει την εμπειρία της Αγγλίας ως επιστροφή στα θρανία, μαθαίνοντας να βγαίνει από το comfort-zone που είχε συνηθίσει στη Λειψία παίζοντας στην κορυφή.
Την ίδια ώρα, ο Χάβερτς μοιάζει να μη χωράει σε κανένα πλάνο και αγωνιστικό σχέδιο του Λάμπαρντ. Όταν η μεταγραφή του ανακοινώθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο, η παρουσία των Ζίγιες-Μάουντ-Πούλισικ πέραν του Βέρνερ, «φώναζε» ότι δύσκολα θα χωρούσε λειτουργικά και ο ψηλόλιγνος, ντελικάτος μεσοεπιθετικός. Όπως είχε αναλύσει πέρυσι ο Γιώργος Καραμάνος, ο Χάβερτς είναι ένα υβριδικό «φάντασμα» που κινείται αρμονικά μεταξύ των γραμμών και ουσιαστικά δεν μπορείς να χαρτογραφήσεις το παιχνίδι του σε μία θέση. Δεν είναι εξτρέμ, δεν είναι 10άρι, δεν είναι φορ, καθαρόαιμο ή δεύτερο. Κι αυτή η μοναδικότητα στο στυλ του δεν φαίνεται να συνάδει με το στήσιμο της ομάδας του Λάμπαρντ, καθιστώντας σε έναν βαθμό δίκαιη την αμφισβήτηση των media και του Τζέιμι Κάραχερ, όταν δήλωνε πως δεν μπορεί να καταλάβει τον λόγο που η Τσέλσι πλήρωσε 80 εκατ. ευρώ για να τον κάνει δικό της.
Θα πετύχουν ή θα αποτύχουν μαζί
Ίσως το ξεχωριστό προφίλ του Χάβερτς να ταίριαζε περισσότερο στα σύγχρονα καλούπια του Πεπ Γκουαρδιόλα και της Μάντσεστερ Σίτι. Εκεί που ελλείψει Αγουέρο και Γκάμπριελ Ζέσους, επιστρατεύονται οι Φεράν Τόρες και Ραχίμ Στέρλινγκ σε ρόλο κρυφού φορ, στον οποίο ο Κάι διέπρεψε ουκ ολίγες φορές με τη Λεβερκούζεν. Εκεί που το συνδυαστικό ποδόσφαιρο των Πολιτών θα έβρισκε απόλυτα εφαρμογή με τη φύση του 20χρονου πρώην σταρ των Ασπιρίνων.
Ίσως, πάλι, ο Βέρνερ να γινόταν από την αρχή αυτό που περιμένει η γερμανική κοινή γνώμη, αν η επιθυμία του Χάνσι Φλικ να τον κάνει κάτοικο Μονάχου το περασμένο καλοκαίρι έπειθε τη διοίκηση της Μπάγερν. Το «θα» των ονειροπόλων, το «ίσως» των συνωμοσιολόγων και το «αν» των νοσταλγών, όμως, δεν έχουν την παραμικρή σημασία στο δικό τους παρόν. Χάβερτς-Βέρνερ ζουν το τώρα ανάμεσα σε ζόρια, δυσκολίες και προκλήσεις και έχουν αφήσει οριστικά πίσω τους απότομα τα χρόνια της «αθωώτητας».
Βάσει της μέχρι στιγμής πορείας τους, δείχνουν ότι υπάρχουν δύο επιλογές για το μέλλον στην Τσέλσι: θα πετύχουν μαζί ή θα ξεχαστούν μαζί. Έστω ότι οι πιθανότητες κλίνουν προς το θετικό σενάριο, πόσο σίγουρος, όμως, μπορεί να είναι ο Φρανκ Λάμπαρντ ότι θα επωμισθεί την επιτυχία, τη δικαίωση για την επιλογή του; Ο δικός τους βαθμός εξέλιξης και ωρίμανσης θα καθορίσει πιθανώς και το αποτύπωμα του Λάμπαρντ στον πάγκο της ομάδας που έγινε θρύλος. Στη χειρότερη, θα αποδείξει αν εκείνος θα προλάβει να αποσυνδέσει τα καλώδια της ωρολογιακής «βόμβας» που έχει στα χέρια του, πριν αυτή τον τινάξει εκτός της τεχνικής ηγεσίας του συλλόγου.