Επιλογή Σελίδας

Του Βασίλη Σαμπράκου

Οποιαδήποτε συζήτηση σχετικά με το Μάντσεστερ Σίτι – Ρεάλ, πρέπει να βασίζεται στην αρχή ότι το ποδόσφαιρο που μας προσέφεραν ήταν βγαλμένο από τις φαντασιώσεις όσων αντιλαμβάνονται το Champions League ως το κορυφαίο ποδοσφαιρικό θέαμα της εποχής. Εβλεπες τον 4ο διαιτητή να σηκώνει την ταμπέλα για να δείξει τον έξτρα χρόνο και έκανες την ευχή να δείξει 30’ και όχι 3’ επιπλέον λεπτά. Κι ας ήξερες ότι δεν θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερος ο χρόνος των καθυστερήσεων επειδή πραγματικά δεν υπήρξαν τέτοιες, δεδομένου ότι ο διαιτητής σφύριξε ελάχιστα στο ματς.

Μια δεύτερη ματιά στα δεδομένα του παιχνιδιού, μέσα από το Wyscout, στοιχειοθετεί και επαληθεύει την αίσθηση που άφησε το ματς στον θεατή: Η Μάντσεστερ Σίτι δεν έχτισε σημαντικό προβάδισμα πρόκρισης κι ας απέδωσε, στην φάση κατοχής της μπάλας, ποδόσφαιρο κορυφαίας ποιότητας επειδή η Ρεάλ κατάφερε να την χτυπήσει στις αδυναμίες της στο αμυντικό κομμάτι.

Οι αριθμοί δείχνουν ότι η Σίτι εκτέλεσε κοντά στους μέσους όρους του τελευταίου ημερολογιακού έτους. Τα xGoals της ήταν 2.5, όταν ο μέσος όρος της είναι 2.26. Το ποσοστό ολοκλήρωσης των οργανωμένων επιθέσεών της ήταν 25%, με τον μέσο όρο της στο 26.6%. Το ποσοστό ακρίβειας στα σουτ της (40%) ήταν κοντά στον μέσο όρο της (38.6%). Γιατί της “ξέφυγε” λοιπόν το ματς; Επειδή επέτρεψε στην Ρεάλ να ολοκληρώσει πολύ μεγαλύτερο ποσοστό επιθέσεων συγκριτικά με αυτό που επιτρέπει κατά μέσο όρο στον αντίπαλό της. Κατά μέσο όρο η Σίτι επιτρέπει στον αντίπαλο να ολοκληρώνει το 23.2% των επιθέσεών του. Η Ρεάλ ολοκλήρωσε το 46,67%, δηλαδή έφτασε σε σουτ στις μισές εκ των οργανωμένων επιθέσεών της (15/7). Το ίδιο θεαματική είναι η επίδοση της Ρεάλ και στο ποσοστό της ευστοχίας. Βρήκε εστία κατά (50%), όταν ο μέσος αντίπαλος της Σίτι βρίσκει εστία στα σουτ του σε ποσοστό 36.2%.

Όλα τα παραπάνω έχουν περισσότερες από μια ερμηνείες. Δηλαδή σημαίνουν ότι η Σίτι αμύνθηκε λιγότερο αποτελεσματικά, αλλά σημαίνουν και ότι η Ρεάλ έβγαλε την ποιότητά της στο επιθετικό κομμάτι. Κάπως έτσι συνέβη όλο αυτό που είδαν τα μάτια μας. Η εκτέλεση του Καρίμ Μπενζεμά στο πρώτο του γκολ είναι το highlight που εξηγεί την ιστορία του παιχνιδιού. Η Ρεάλ έχει την ποιότητα, τις προσωπικότητες, την αυτοπεποίθηση και τη νοοτροπία για να πετυχαίνει στο φετινό Champions League πράγματα που μοιάζουν αδύνατα για τις συνηθισμένες ευρωπαϊκές ομάδες.

Στη φάση άμυνας, της Σίτι δεν της έλειψε η ένταση και η αποφασιστικότητα, γι’ αυτό και επικράτησε στο 65.5% των αμυντικών μονομαχιών. Της συνέβη να πληγωθεί αρκετές φορές στην αρνητική μετάβαση, από την φάση επίθεσης στην φάση άμυνας, και αυτό γιατί ο Πεπ Γκουαρδιόλα έκανε την τακτική επιλογή να τοποθετεί την άμυνά του ψηλά και να κρατά από 7 έως και 10 ποδοσφαιριστές στο αντίπαλο μισό κατά το χτίσιμο των επιθέσεων της Ρεάλ. Με αλλά λόγια της συνέβη επειδή στο μεγαλύτερο διάστημα του παιχνιδιού ο Γκουαρδιόλα ήθελε να δώσει την μάχη με το στιλ του, με τις ιδέες του, με το αγωνιστικό μοντέλο του και όχι με έναν συμβιβασμό, δηλαδή μια προσαρμογή στα στοιχεία του αντιπάλου αλλά και στην κατάσταση που είχε διαμορφωθεί λόγω της απουσίας του Γουόκερ.

Σε ένα ματς με τρελό ρυθμό, η Σίτι πληγώθηκε, ή προδόθηκε από την τοποθέτηση και την λειτουργία της άμυνάς της στο γκολ του Βινίσιους Τζούνιορ, κι ύστερα πλήρωσε ακριβά, με το τρίτο γκολ της Ρεάλ, την επιλογή να κατεβάσει πολύ τον ρυθμό της (από το 18 στο 11.5) στα τελευταία δεκαπέντε αγωνιστικά λεπτά. Αν το δεις ανάποδα, η Ρεάλ έμεινε όρθια επειδή κατάφερε να πληγώσει την Σίτι και να τιμωρήσει το ρίσκο που εκείνη πήρε στο πρώτο δίλεπτο μετά το 3-1, με συνέπεια να φτάσει στο 3-2, αλλά και επειδή στο τελευταίο δεκαπεντάλεπτο κατάφερε να κρατήσει ψηλά τον ρυθμό της (από το 18 στο 19) την ώρα που η Σίτι προσπαθούσε να ρίξει τον ρυθμό προκειμένου να μειώσει τον αριθμό των επιθέσεων. Με άλλα λόγια, με τον χαρακτήρα, την εμπειρία, την ποιότητα, τη νοοτροπία, την ευφυία, ίσως και την τύχη της, η Ρεάλ βρήκε τον τρόπο να πληγώσει τις αδυναμίες της Σίτι τόσο όταν αυτή έπαιζε επιθετικά όσο και όταν προσπάθησε να παίξει συντηρητικά.

Με έναν “συνηθισμένο”, δηλαδή πιο συντηρητικό προπονητή ενδεχομένως η Σίτι να είχε χτίσει το βράδυ της Τρίτης ένα ασφαλέστερο προβάδισμα ενόψει της ρεβάνς, δηλαδή να είχε κρατήσει έναν αέρα διαφοράς δύο γκολ. Μόνο που με έναν συνηθισμένο προπονητή μπορεί να μην μπορούσε να αποδώσει το ποδόσφαιρο αυτού του επιπέδου. Για τα δικά μας μάτια, όσων αγαπάμε το ποδόσφαιρο, αυτό που συνέβη το βράδυ της Τρίτης, ήταν βγαλμένο από τις ευχές μας. Και μακάρι να μας περιμένει, στη Μαδρίτη, ένας δεύτερος κύκλος αντάξιος του πρώτου.

Πηγή: Gazzetta