Του Αλέξη Σπυρόπουλου
Ολη τη χρονιά από τον Ιούλιο, με όλους αυτούς τους ποδοσφαιριστές και τους προπονητές που έχουν παρελάσει, σε όλες τις διοργανώσεις (Τσάμπιονς Λιγκ, Γιουρόπα Λιγκ, Σούπερ Λιγκ, Κύπελλο Ελλάδας), 41 ματς, τα δύο by far καλύτερα παιγνίδια του Ολυμπιακού δεν είναι κάποιες δύο νίκες, είναι οι δύο ισοπαλίες με τον Παναθηναϊκό. Ακριβώς όπως στη Λεωφόρο τον Νοέμβριο, πάλι τώρα στο Καραϊσκάκη ο Ολυμπιακός τα έκανε όλα όπως έπρεπε. Μπορεί να συμβεί. Πατητήρι μεν, πατητήρι που δεν σου κερδίζει την παρτίδα δε. Συνέβη και στον Ολυμπιακό, αντιστρόφως. Στην Τούμπα με τον ΠΑΟΚ. Στο Νέο Φάληρο με την ΑΕΚ. Συμβαίνει γενικώς, στο ποδόσφαιρο.
Το αποτέλεσμα, δεν είναι ποτέ υπόθεση του ενός. Παίζει και ο άλλος, πάντοτε. Η εικόνα όμως, είναι. Η εικόνα ήταν ότι ο Ολυμπιακός από το 1′ ως το 90′ έβγαλε ορμή και φούρια. Ο,τι έκανε και στις δύο φάσεις του παιγνιδιού, άμυνα/επίθεση, το έκανε με ταχύτητα και ένταση. Πίεσε τη μπάλα, παντού. Εστησε παγίδες. Εκανε κλεψίματα. Εβγαιναν νικητές, στις φίφτι-φίφτι καταστάσεις. Πήγαιναν πρώτοι, στις δεύτερες μπάλες. Κτύπησαν δουλεμένα φάουλ και κόρνερ. Εφτασαν σε τετ-α-τετ. Μια αξιέπαινη κατάσταση, πλήρους πνευματικής και φυσικής ετοιμότητας. Και είχε, ο Ολυμπιακός, τον Ελληνα Χάμες στη θέση του Χάμες. Σε χάρισμα και σε οίστρο. Εύκολα το ωραιότερο ματς του Φορτούνη, ένα total ματς, μετά τις εγχειρήσεις. Ελειψε μονάχα, ο Κώστας, στο εκτελεστικό κομμάτι. Στα τελειώματα, πήγαν όλοι οι άλλοι της frontline εκτός από τον Φορτούνη.
Εγινε συνεπώς, ντέρμπι σε ένα μοτίβο από την αρχή ως το τέλος. Ο Ολυμπιακός έσπερνε φωτιές, εδώ κι εκεί. Ο Παναθηναϊκός έτρεχε αλαφιασμένος, να τις σβήνει. Ο Μπρινιόλι ξόδεψε την παραδοσιακή “κίτρινη καθυστέρησης” του τερματοφύλακα, ένα σύνηθες φαινόμενο μετά το 80′, στο πρώτο δεκάλεπτο του δεύτερου ημιχρόνου. Ολο αυτό, έσπασε την αυτοπεποίθηση του Παναθηναϊκού. Διείσδυσε μέσα τους, η ανασφάλεια. Δίχως την αίσθηση ελέγχου, απενεργοποιήθηκαν όλα τα όπλα. Ο μοναδικός που υπήρξε αληθινό όπλο, ήρθε στο προσκήνιο μετά το 60′. Ο Σπόραρ. Μάνι-μάνι, με τρεις ενέργειες κέρδισε τρεις κίτρινες. Μία του Κορεάτη, δύο του Σωκράτη. Ο Ολυμπιακός προ Σπόραρ, δεν είχε κάρτα στο παθητικό.
Ευθύς εξαρχής ο Ρουμπέν Πέρεθ και ο Κουρμπέλης αναγκάστηκαν να μένουν χαμηλά, σε ένα τετράγωνο με τους δύο σέντερ-μπακ, πίσω από τη μεσαία γραμμή. Και να προσπαθούν να κάνουν διαλείμματα κατοχής, μόνο και μόνο για να καλμάρει η φουρτούνα. Αμυντική κατοχή, στο δικό του μισό γήπεδο. Επιθετική κατοχή, δημιουργική, στο απέναντι μισό δεν γινόταν. Η απόσταση του τετραγώνου από τους επιθετικούς συμπαίκτες, είχε μεγαλώσει αφόρητα. Ενα χάσμα. Ο Παναθηναϊκός απέτυχε να βάλει τη “δεύτερη σκέψη” μες στο κεφάλι του Ολυμπιακού. Κάπως να τον φοβίσει, ει δυνατόν. Και εδώ, η εξαίρεση είναι ο Σπόραρ. Βγήκε ο Σλοβένος, για μια φορά, σε εκείνη τη φάση-γκολ.
Τα υπόλοιπα γύρω-γύρω, είναι κλασικά εικονογραφημένα. Ο διαιτητής, ο var, η κυβέρνηση, η αντιπολίτευση, οι Πρέσπες. Από τους “μη έχοντες εργασίαν” ο μόνος που δεν πήρε κίτρινη κάρτα στο πανηγύρι, ήταν ο κύριος Αγραφιώτης. Καταγέλαστο, ως θέαμα. ‘Η άξιο λύπης, εάν κανείς κοιτάζει τον “έχοντα εργασίαν” Παπασταθόπουλο. Με τον Παπασταθόπουλο είναι όλο και πιο δυσδιάκριτο, εάν πρόκειται για ποδοσφαιριστή της ΠΑΕ Ολυμπιακός ή για τον ε’ αντιπρόεδρο (στη σειρά με τον κύριο Μώραλη, τον κύριο Κουντούρη, τον κύριο Αγραφιώτη, τον κύριο Καραπαπά) της ΠΑΕ Ολυμπιακός. Να ξεφύγεις, είναι κακό αλλά ανθρώπινο. Να μη συναισθάνεσαι πόσο έχεις (προ πολλού) ξεφύγει, αυτό είναι χειρότερο. Σε εικοσάχρονο, ας πούμε ότι εύκολα θα μπορούσε να δικαιολογηθεί. Σε τριανταπεντάχρονο, πιο δύσκολα. Υπενθυμίζεται ότι η πρώτη φωτογραφία Παπασταθόπουλου που αναρτήθηκε με το που εντάχθηκε στον Ολυμπιακό, ήταν με τον κύριο Τσουκαλά.
Μες στη συνολική τρέλα έχουμε και τα κολλήματα με την εθνικότητα, ενώ το μόνο που πρέπει να μας απασχολεί είναι η ικανότητα, του διαιτητή. Να είναι οπωσδήποτε, από top πρωτάθλημα. Ο Κολίνα στον τελικό του Παγκόσμιου Κυπέλλου επέλεξε Πολωνό (Μαρτσίνιακ) που στην πατρίδα του σφυρίζει μέχρι Λέγκια-Λεχ. Ο Ροζέτι στους δύο από τους τρεις τελικούς των Κυπέλλων Ευρώπης το 2022, έβαλε Σλοβένο (Βίντσιτς, δηλαδή…μέχρι Ολίμπια-Μάριμπορ) και Ρουμάνο (Κόβατς, το πολύ Κλουζ-Στέαουα). Ο οποίος Ρουμάνος προ ημερών, έπαιξε Λίβερπουλ-Ρεάλ.
Τελικούς Τσάμπιονς Λιγκ όλα αυτά τα χρόνια, έχουν παίξει Ούγγρος (Κάσαϊ), Σέρβος (Μάζιτς), Τούρκος (Τσακίρ), Ελβετός (Μπουζάκα), Σλοβάκος (Μίχελ), Νορβηγός (Χάουγκε), Δανός (Νίλσεν). Χθες ο Μίτσελ αναγνώρισε πως ο “καλός διαιτητής” εφέτος, ήταν ο Σλοβάκος στην Τούμπα (Κρούζλιακ). Πριν το ματς στην Τούμπα, ο Ολυμπιακός βυσσοδομούσε εναντίον της μετάκλησης Κρούζλιακ. Παιδί του Λιούμπος Μίχελ, κ.λπ. Αλλά ο Ολυμπιακός βυσσοδομούσε, και πριν το ματς…στη Λαμία. Τότε που έκανε πανελληνίως διάσημο, τον κύριο Κατοίκο. Τώρα ο προπονητής του Ολυμπιακού λέει, καλύτερα με Ελληνες διαιτητές. Κατοίκους, ή άλλους.
Καρναβάλι!
Πηγή: Sdna