Του Γιάννη Φιλέρη
Υπήρχε μια εποχή όταν όποια πέτρα κι αν σήκωνες στο μπάσκετ, έβρισκες από κάτω τον Λουτσιάνο Καπικιόνι. Ο εμβληματικός ατζέντης, από τους πιονιέρους σε αυτό το επάγγελμα ανθρώπους, έφυγε στις 2 Μαρτίου του 2021 σε ηλικία 75 ετών, έχοντας διαγράψει μια πολυσχιδή πορεία στα σπορ, μεγαλύτερη των 40 ετών. Το όνομά του συνδέθηκε με ορισμένα από τα μεγαλύτερα αστέρια του ευρωπαϊκού μπάσκετ, θεωρείται πρωτοπόρος στο άνοιγμα του ΝΒΑ στους Ευρωπαίους, είναι από τους πρώτους με τους οποίους μίλησε η FIBA για το κανονιστικό πλαίσιο και την άδεια του επαγγελματία μάνατζερ παικτών στο μπάσκετ, έσωσε τη Ρίμινι από τη χρεoκοπία, αλλά και έφτιαξε τα ‘Λιοντάρια της Αγίας Πετρούπολης‘, ειδικά για την πρώτη έκδοση της σύγχρονης Euroleague, τη σεζόν 2000-01.
Για τους παλιότερους ο γεννημένος στο Σαν Μαρίνο και μεγαλωμένος στις ΗΠΑ ατζέντης, φέρνει στο νου και πολλές ιστορίες από την χρυσή εποχή του ελληνικού μπάσκετ. Τότε που οι κορυφαίοι μπασκετμπολίστες έρχονταν στα μέρη μας και ο ‘Λάκι’ ή Προφεσόρε, όπως τον αποκαλούσαν, έπαιζε πρωταγωνιστικό ρόλο σε σημαντικές υπογραφές, συμφωνίες ακόμη και μεταγραφές.
Έχοντας αποφοιτήσει από το κολέγιο του Μίσιγκαν και κάνοντας διδακτορικό (στις διεθνείς σχέσεις) στο πανεπιστήμιο της Μπολόνια, ο Καπικιόνι ξεκίνησε τις μπίζνες στο μπάσκετ το μακρινό 1972. Τότε, που δημιούργησε τους Σαν Μαρίνο Ολ Σταρ, μια επίλεκτη ομάδα Αμερικανών, η οποία έκανε περιοδείες κυρίως στην Ιταλία αλλά και σε άλλες, προηγμένες μπασκετικά, χώρες όπως η Γαλλία ή, η Ισπανία. Τότε που δεν υπήρχε ίντερνετ, άμεση πληροφόρηση ή τουρνουά στο Λας Βέγκας, ήταν ένας τρόπος για πολλές ομάδες να διαλέξουν καλούς Αμερικανούς.
Νωρίτερα (το 1968) επιστρέφοντας από την Αμερική είχε πρωτοστατήσει στην δημιουργία της ομοσπονδίας μπάσκετ του Σαν Μαρίνο, την εθνική ομάδα του μικρού κρατιδίου, ενώ στις ΗΠΑ ήταν πρόεδρος της ποδηλατικής ομάδας του πανεπιστημίου του Μίσιγκαν.
Η συνεργασία του με τον Τζιμ Μακ Γκρέγκορ, που στα 70s ήταν ο πρώτος ατζέντης παικτών, αποδείχθηκε καταλυτική για το μέλλον του. Καθώς το μπάσκετ αναπτυσσόταν στη δεκαετία του ’80, ο Καπικιόνι αποφάσισε να ασχοληθεί επαγγελματικά με την εκπροσώπηση παικτών και προπονητών, διαβλέποντας την έκρηξη του επαγγέλματος τα επόμενα χρόνια, κάτι που αποδείχθηκε πολύ σωστό.
Στην Ελλάδα τον μάθαμε την επόμενη δεκαετία, όταν είχε ανοίξει η αγορά των ξένων και ορισμένα από τα κορυφαία ονόματα του ευρωπαϊκού μπάσκετ συζητούσαν το ενδεχόμενο, αλλά και έρχονταν στην Ελλάδα. Ο Λουτσιάνο ήταν σχεδόν μονοπώλιο στην Ευρώπη, ενώ είχε δυο μεγάλα αμερικάνικα γραφεία (του Μαρκ Φλάισερ και του Γουόρεν Λε Γκάριε) που τον ανταγωνίζονταν όσον αφορά στους Αμερικανούς οι οποίοι έρχονταν στην Ευρώπη.
Πηγαίνοντας τον Ζάρκο στον Παναθηναϊκό
Ο Καπικιόνι είχε αναπτύξει το δίκτυό του με συνεργάτες σε όλη την Ευρώπη. Στην άλλοτε ενιαία Γιουγκοσλαβία συνεργαζόταν με τη Μίρα Πόλιο, στην Ελλάδα με τον Βασίλη Ευαγγελινό (και οι δυο έχουν αποβιώσει). Μέσω της Πόλιο ήρθε σε επαφή με τον Ζάρκο Πάσπαλι, στον οποίο το 1994 ανακοίνωσε ότι ο Ολυμπιακός μάλλον δεν θα συνέχιζε τη συνεργασία μαζί του: “Με πήρε τηλέφωνο και μου είπε ότι οι άνθρωποι της ομάδας δεν ήθελαν να ανανεώσουν το συμβόλαιο μου” είχε αποκαλύψει ο ίδιος ο Ζάρκο, που μέσω του Καπικιόνι ήρθε σε επαφή με τον Παναθηναϊκό υπογράφοντας εκεί τη συνέχεια της εν Ελλάδι καριέρας του.
Το τι είχε γίνει εκείνο το καλοκαίρι είναι δύσκολο να το καταλάβει κανείς, μετά από 26 χρόνια. Ο Ολυμπιακός άφηνε τον εμβληματικό φόργουορντ που του άλλαξε την ιστορία, να πάει στον αιώνιο αντίπαλο, έδιωχνε και τον Ρόι Τάρπλεϊ, γυρίζοντας σελίδα, με δίδυμο ξένων τον Έντι Τζόνσον και τον Σάσα Βολκόφ! Όλα ήταν απότοκα του φάιναλ-φορ του Τελ Αβίβ, όπου ο Ζάρκο ήταν ο μοιραίος παίκτης του Ολυμπιακού χάνοντας τις βολές στο τέλος, ο Τάρπλεϊ πρωταγωνίστησε στο επεισόδιο παραμονές του τελικού, ενώ ο Βολκόφ ο καλύτερος παίκτης του Παναθηναϊκού!
Ο Καπικιόνι δεν έχασε ευκαιρία, ποντάροντας στην ‘κόντρα’ Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού και εξασφαλίζοντας ένα νέο ηγεμονικό συμβόλαιο για τον Ζάρκο. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα του Τύπο της εποχής, ο Παύλος Γιαννακόπουλος είχε συμφωνήσει να προσφέρει στον Μαυροβούνιο 340 εκατομμύρια δραχμές ετησίως. Ένα εκατομμύριο δολάρια δηλαδή. Σημερινά χρήματα γύρω στα 2-2.5 εκ! Ο τετραπέρατος ατζέντης πάντως κρατούσε ανοιχτή και την πόρτα των ‘ερυθρολεύκων’, αφού την ίδια εποχή ο Ολυμπιακός συζητούσε σοβαρά με τον Άριαν Κόμαζετς (το 1992-93 πρωτόπαιξε στον Παναθηναϊκό) πριν καταλήξει στον Τζόνσον. Ο Κόμαζετς φόρεσε τα κόκκινα, αλλά τη σεζόν 1998-99.
Έκανε πάντα τις κατάλληλες κινήσεις, την κατάλληλη στιγμή, έχοντας βέβαια και κυρίαρχο ρόλο στην αγορά ο Καπικιόνι. Το καλοκαίρι του 1993 και ενώ ο Παναγιώτης Φασούλας φεύγει από τον ΠΑΟΚ για τον Ολυμπιακό, πηγαίνει στη Θεσσαλονίκη τον Ζόραν Σάβιτς, που έπαιξε μεγάλο μπάσκετ με τη φανέλα του ‘Δικέφαλου’, με τον οποίο κατέκτησε το Κύπελλο Κόρατς. Ετήσιες αποδοχές 750 χιλιάδες δολάρια (τρομερό ποσό για την εποχή).
Ενδιάμεσα αναλαμβάνει την εκπροσώπηση του Πέτζα Στογιάκοβιτς, ο οποίος είχε καταφτάσει στη Θεσσαλονίκη το 1993 (με υπόδειξη του Ντούσαν Ίβκοβιτς) και το 1996 υπέγραψε ένα μυθικό συμβόλαιο στον ΠΑΟΚ, με οψιόν για το ΝΒΑ.
Ο ‘Λάκι’ Λουτσιάνο έκανε με όλους δουλειές. Στον Παναθηναϊκό πήγε τον Ζέλικο Ρεμπράτσα και τον Γιάννη Γιαννούλη, αργότερα τον Σάνι Μπετσίροβιτς. Και στον Ολυμπιακό πήγε παίκτες (Ντούσαν Βούκσεβιτς), αλλά έμπλεκε σε περιπέτειες. Το 1997 ανέλαβε τον Ντέιβιντ Ρίβερς, χωρίς όμως να καταφέρει να πείσει τον Σωκράτη Κόκκαλη ότι ο ήρωας της Ρώμης άξιζε 1.5 εκατομμύριο δολάρια το χρόνο. Τον πήγε στην Μπολόνια, καθώς η Φορτιτούτο ήταν διατεθειμένη να πληρώσει τον Αμερικανό γκαρντ όσο-όσο και να τον κάνει συμπαίκτη του Κάρλτον Μάιερς. Ο Καπικιόνι ήταν ο πωλών τοις μετρητοίς εκείνη τη χρονιά στην basket city, καθώς στη Φορτιτούντο έπαιζαν ο Ρίβερς και ο Γκρέγκορ Φούτσκα, ενώ τη φανέλα της Κίντερ φορούσαν ο Πρέντραγκ Ντανίλοβιτς και ο Ζόραν Σάβιτς. Και οι τέσσερις δικοί του!
Το ίδιο καλοκαίρι, η Κίντερ Μπολόνια χτυπάει την πόρτα του Δημήτρη Παπανικολάου, που θέλει να φύγει από τον Ολυμπιακό και του προσφέρει συμβόλαιο, ενώ η Εθνική Ομάδα βρίσκεται στη Ζιρόνα. Ο Καπικιόνι κινεί τα νήματα από πίσω, πάει τον Έλληνα διεθνή στην Μπολόνια, όμως οι ‘ερυθρόλευκοι’ μπλοκάρουν την μετακίνηση καθώς αποδεικνύουν στην FIBA ότι ο παίκτης δεν είναι ελεύθερος. Λίγους μήνες αργότερα ο Παπανικολάου θα επιστρέψει στον Ολυμπιακό, μετά και από προτροπή, όπως λέγεται, του μεγαλόσχημου ατζέντη.
Παραλίγο Τζινόμπιλι
Οι δρόμοι του με τον Ολυμπιακό θα διασταυρωθούν ξανά το καλοκαίρι του 2000. Ο Ηλίας Ζούρος αναζητά τον πλέι-μέικερ της νέας χρονιάς. Έχει εισπράξει διαδοχικά όχι από τον Αργεντίνο Έντι Κασιάνο, τον Ιταλό Αντρέα Μενεγκίν, τον Ισπανό Αλμπέρτο Ερέρος και κυρίως τον μεγάλο του στόχο, τον Γάλλο Αντουάν Ριγκοτό. Στο τραπέζι πέφτει το όνομα του Μανού Τζινόμπιλι, που τότε ήταν 23 ετών και έπαιζε στην Ρέτζιο Καλάμπρια, σαρώνοντας τα ιταλικά παρκέ.
Ο Ζούρος διαβεβαιώνει τον παίκτη ότι θα είναι πρωταγωνιστής στον Ολυμπιακό και ο Τάκης Λιβιεράτος με τον Χρήστο Σταυρόπουλο αναλαμβάνουν τη διαπραγμάτευση με τον Λουτσιάνο Καπικιόνι. Η προσφορά είναι εντυπωσιακή: 5 εκατομμύρια για 3ετές συμβόλαιο. Μισό εκατομμύριο πιο πολύ από την αντίστοιχη της Κίντερ. Ο Τζινόμπιλι το σκέφτεται σοβαρά, δηλώνει στον Τύπο της πατρίδας του ότι βρίσκεται μεταξύ μιας Ferrari και μιας Lamborghini, ωστόσο η υπογραφή δεν πέφτει.
Ο Καπικιόνι κρατάει ανοιχτή την πόρτα στην Κίντερ, η οποία έχοντας χάσει τον Αντρέα Μενεγκίν (πήγε στη Φορτιτούντο) επανέρχεται όχι με περισσότερα χρήματα, αλλά μειώνοντας το μπάι-άουτ για το ΝΒΑ. Ο Ολυμπιακός το είχε τοποθετήσει στις 750 χιλιάδες, η ιταλική ομάδα δέχεται ένα ποσό ακόμη και κάτω από 300 χιλιάρικα. Ο Τζινόμπιλι πάει στην Μπολόνια με την οποία αναδείχθηκε την ίδια χρονιά πρωταθλητής Ευρώπης.
Φυσικά, δεν διάλεγε μόνο τους κορυφαίους ξένους. Εκτός τους Παπανικολάου και Γιαννούλη, ανέλαβε την εκπροσώπηση και του Θοδωρή Παπαλουκά, το διαζύγιο με τον οποίο δεν ήταν τόσο βελούδινο. Όταν ο Έλληνας γκαρντ αποφάσισε να αλλάξει μάνατζερ, ο Καπικιόνι του υπενθύμισε ότι ήταν αυτός που του είχε εξασφαλίσει ανανέωση της συνεργασίας του με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας, αλλά του είχε φέρει και τέσσερις προτάσεις από το ΝΒΑ. Αντίθετα, με τον Μιχάλη Κακιούζη συνεργάστηκε αρμονικά, υπογράφοντας και σπουδαία συμβόλαια για την καριέρα του πρώην αρχηγού της Εθνικής Ομάδας.
Ο δρόμος για το ΝΒΑ
Όμως ο τετραπέρατος ατζέντης είχε μεγάλο στόχο το ΝΒΑ. Ήξερε ότι κάποια στιγμή η αγορά των Αμερικανών θα άνοιγε και έχοντας αναλάβει την εκπροσώπηση κορυφαίων παικτών, περίμενε το κατάλληλο τάιμινγκ. “Ήταν πολύ δύσκολο για τα περισσότερα κλαμπ του ΝΒΑ να υπογράψουν μη Αμερικανούς παίκτες, ίσως να μην καταλάβαιναν καν το ταλέντο των Ευρωπαίων. Κατά τη γνώμη μου όποια ομάδα εμπιστευόταν Ευρωπαίους θα είχε ένα μεγάλο πλεονέκτημα, γιατί οι παίκτες από την Ευρώπη ήξεραν να προσαρμόζονται σε κάθε σύστημα. Ο Ντέιβιντ Στερν, με τον οποίο είχα την τύχη να συζητήσω, προώθησε την ιδέα μου, καταλαβαίνοντας ότι με την υπογραφή παικτών έξω από τις ΗΠΑ, γινόταν πράξη η παγκοσμιοποίηση του ΝΒΑ”, είχε παραδεχθεί σε παλιότερη συνέντευξη του.
Ο Τόνι Κούκοτς ήταν το μεγάλο στοίχημα του. Οι Σικάγο Μπουλς είχαν κάνει ντραφτ τον Κροάτη από το 1990, ο Τόνι όμως δεν έμοιαζε διατεθειμένος να ταξιδέψει πέραν του Ατλαντικού:”Το πιο δύσκολο ήταν να πειστεί ο Κούκοτς” έλεγε ο Καπικιόνι, προσθέτοντας: “Συνειδητοποίησε ότι μπορούσε να παίξει στο ΝΒΑ μετά τους δυο αγώνες εναντίον της Ντριμ Τιμ. Κι ας ήταν το πρώτο παιχνίδι σκέτο μπούλινγκ από Μάικλ Τζόρνταν και Σκότι Πίπεν. Η υπόθεση Κούκοτς πιστεύω ότι ήταν η κορυφαία της καριέρας μου. Πρώτα, έπρεπε να πείσουμε τους Μπουλς να ενδιαφερθούν για τον Τόνι, άρα να τον κάνουν ντραφτ, ενώ ακόμη αγωνιζόταν με τη Μπενετόν Τρεβίζο. Πιο σημαντικό απ’ όλα ήταν το δεύτερο συμβόλαιο που υπέγραψε ο Κούκοτς. Καλύτερο κι από εκείνο του Τζόρνταν! Αυτό απαιτούσε σπουδαία δουλειά από μένα, αλλά και τον συνέταιρό μου στην Αμερική, Χερμπ Ρούμπι“.
Αργότερα (το 1995) αποφάσισε να πείσει τον Άρβιντας Σαμπόνις. Ο μέγιστος Λιθουανός ήταν ήδη 31 ετών, με δυο εγχειρήσεις αχίλλειου τένοντα πίσω του. Πώς θα πήγαινε να παίξει στο ΝΒΑ; Ο Καπικιόνι έλεγε: “Το διδακτορικό μου στις διεθνείς σχέσεις με βοήθησε πάρα πολύ στην καριέρα μου ως ατζέντης. Στην περίπτωση του Σαμπόνις, όμως, χρησιμοποίησα όσα μαθήματα ψυχολογίας είχα κάνει στο παρελθόν. Ποιο ήταν το πρόβλημα; Όπως όλοι οι Ευρωπαίοι, έτσι και ο Άρβιντας έβλεπε το ΝΒΑ κάτι σαν άλλο πλανήτη. Μαζί με τον τότε συνεργάτη μου, Αρτούρο Ορτέγκα (σ.σ πρώην προπονητής και μετέπειτα Ισπανός ατζέντης) έπρεπε να τον πείσουμε ότι το ΝΒΑ θα ήταν μια λίγκα πολύ καλύτερη από οποιαδήποτε άλλη στην Ευρώπη. Τελικά το καταφέραμε και στα 31 του, τον υπογράψαμε στο Πόρτλαντ“.
Ο Κούκοτς κέρδιζε τρία πρωταθλήματα με το Σικάγο, ο Σαμπόνις ακόμη και σε προχωρημένη ηλικία σάρωνε τους αντιπάλους του. Ο Καπικιόνι είχε δίκιο όταν μίλαγε για το ταλέντο των Ευρωπαίων. Θα στείλει στο ΝΒΑ και τον Γιαν Τάμπακ, αλλά και τον Ζιντρούνας Ιλγκάουσκας που έπαιξε ελάχιστα στη Λιθουανία, κάνοντας μεγάλη καριέρα στα γήπεδα των ΗΠΑ. Πολλοί δεν ξέρουν, ωστόσο, ότι ο πρώτος του παίκτης που πήγε στο ΝΒΑ ήταν ο Βούλγαρος Γκιόργκι Γκλούτσκοφ! Πολύ πριν τον Ντράζεν, τον Κούκοτς, τον Βλάντε Ντίβατς, τον Σαμπόνις, ένας άσημος Βούλγαρος είχε σπάσει τα ταμπού και έγινε ο πρώτος παίκτης ανατολικής χώρας που έπαιξε ποτέ στο ΝΒΑ. Τη σεζόν 1985-86, αγωνίστηκε σε 49 αγώνες των Φίνιξ Σανς.
“Για την εποχή του, ο Γκλούτσκοφ ήταν ένας από τους καλύτερους σέντερ. Ο πρόεδρος των Φίνιξ Σανς, Τζέρι Κολάντζελο, ήταν ο πρώτος παράγοντας του ΝΒΑ που κοίταξε πίσω από το σιδηρούν παραπέτασμα και ήρθε σε συμφωνία κατευθείαν με την βουλγαρική κυβέρνηση. Ο Τζέρι ήταν πεπεισμένος ότι ο Γκιόργκι θα έπαιζε πολλά χρόνια στο ΝΒΑ, αλλά στο τέλος της σεζόν τον άφησαν ελεύθερο, επέστρεψε στην Ευρώπη και παίζοντας στην Καζέρτα, έγινε σουπερ-σταρ”, δήλωνε ο Καπικιόνι για τον Γκιόργκι που έγινε συμπαίκτης με τον Όσκαρ Σμιντ στην Ιταλία.
Επάγγελμα ατζέντης
Ο Καπικιόνι ήταν ο επαγγελματίας ατζέντης που κυριαρχούσε στην Ευρώπη και έκανε δουλειές με το ΝΒΑ. Η μορφή του δέσποζε στη δεκαετία του 90. Αργότερα άρχισαν να εμφανίζονται κι άλλοι ισχυροί μάνατζερ στο προσκήνιο, με τον ίδιο να παραδίδει τα κλειδιά του Γραφείου του (Interperfomances) στον γιο του Μάριο. Παρέμενε, ωστόσο, ενεργός και δεν παρέλειπε να επισκέπτεται και την Ελλάδα. Ήταν ο πρώτος ατζέντης με τον οποίο συνεργάστηκε ο Μάκης Αγγελόπουλος, όταν ανέλαβε την ΚΑΕ ΑΕΚ.
Στις αρχές του 21ου αιώνα ο Καπικιόνι ήταν ανάμεσα στους ατζέντηδες που κάλεσε η διεθνής ομοσπονδία να επεξεργαστούν από κοινού το κανονιστικό πλαίσιο για το επάγγελμα του μάνατζερ παικτών στο μπάσκετ.
Μέχρι τότε δεν υπήρχε καμιά προϋπόθεση, κανένας περιορισμός και ο καθένας μπορούσε να δηλώσει εκπρόσωπος αθλητών και προπονητών. “Θυμάμαι τις συζητήσεις μας. Είχε κατασταλαγμένες απόψεις, τις κατέθετε με σαφήνεια και με βάση την εμπειρία που είχε αποκτήσει από όλα τα χρόνια που είχε δουλέψει. Ήταν ένας ατζέντης που κυριάρχησε για αρκετά χρόνια στο χώρο και 100% επαγγελματίας αφού δεν έκανε άλλες δουλειές, όπως συνήθιζαν τότε διάφοροι” λέει ο Κώστας Παπαδάκης, ο πρώτος μάνατζερ παικτών στην Ελλάδα, που μνημόνευσε και μια ιδέα του Παύλου Γιαννακόπουλου: “Εγώ τότε εκπροσωπούσα στην Ελλάδα τα γραφεία του Φλάισερ και του Λε Γκάριε, κατά κάποιον τρόπο ανταγωνιστών του Καπικιόνι. Ο αείμνηστος Παύλος συμπαθούσε τον Λουτσιάνο και μου έκανε πρόταση να αρχίσω να αντιπροσωπεύω τους δικούς του παίκτες, αλλά κάτι τέτοιο δε γινόταν και αρνήθηκα ευγενικά. Πολλά πράγματα από τα οποία συζητήσαμε τότε με την FIBA, μπήκαν σε μια σειρά και το επάγγελμα μας, σταμάτησε να είναι ξέφραγο αμπέλι“.
Οι δικές του ομάδες
Ο Λουτσιάνο Καπικιόνι ήταν ψυχή τε και σώματι (και… τσέπη) στο μπάσκετ. Έκανε μεν μπίζνες, αλλά όποτε χρειάστηκε αναλάμβανε τολμηρές πρωτοβουλίες, όπως τη διάσωση της ιταλικής Ρίμινι την οποία ουσιαστικά γλίτωσε από χρεοκοπία το 2012. Ανέλαβε τις τύχες της ομάδας που είχε παίξει ο ίδιος μπάσκετ (νεαρός) και κατάφερε να την οδηγήσει σε ασφαλή μονοπάτια. Υπολογίζεται ότι το χρέος της ομάδας όταν έγινε πρόεδρος (μέχρι πρόσφατα, κρατούσε τη θέση του) ήταν 1.3 εκατ. ευρώ.
Στις αρχές του 2000 είχε στηρίξει το πρότζεκτ της Ευρωλίγκας, βρίσκοντας ουσιαστικά μια ομάδα από τη Ρωσία και από το πουθενά. Οι καλές σχέσεις που διατηρούσε με τον Νικολάι Ροντιόνοφ (ιδιοκτήτης της Σαρατόφ) τον έστειλαν στην Αγία Πετρόπουλη, εκεί που δημιούργησε την ομάδα μιας χρήσης, τους Λάιονς της Αγ.Πετρούπολης, με παίκτες όπως ο Σεργκέι Μπαζάρεβιτς και ο Ντέρεκ Χάμιλτον.
Σε δέκα αγώνες οι Λάιονς είχαν μόλις 2 νίκες, διαλύθηκαν την επόμενη χρονιά και η… δουλειά μεταφέρθηκε την επόμενη χρονιά στην Αυστρία και στην Αρκάντια Τραϊσκίρχεν. Κι αυτή με το παρατσούκλι ‘λιοντάρια’, η οποία το 2000 είχε κατακτήσει και το πρωτάθλημα Αυστρίας. Σε αυτή την ομάδα έκαναν το ντεμπούτο τους ο Νεμάνια Μπιέλιτσα, αλλά και ο Γιάκοπ Ποέλτλ που παίζει, πλέον, στο ΝΒΑ με τη φανέλα των Σαν Αντόνιο Σπερς.
Τολμηρός όσο και αμφιλεγόμενος, ο προφεσόρε Καπικιόνι πρωταγωνίστησε περισσότερο από τέσσερις δεκαετίες στο μπάσκετ, καθώς η υπογραφή του βρίσκεται σε μερικά από τα πιο μεγάλα συμβόλαια παικτών και προπονητών που είδαμε ποτέ στο σπορ!
Πηγή: Contra