Του Αλέξανδρου Λοθάνο
Η Σουηδία, πριν από μόλις έξι ημέρες, είχε νικήσει με ανατροπή και πολύ πειστική εμφάνιση την Ισπανία, η οποία είχε να χάσει σε παιχνίδι προκριματικής φάσης Παγκοσμίου Κυπέλλου από το… 1993! Όταν, δηλαδή, πολλοί απ’ όσους μας διαβάζετε δεν είχατε καν γεννηθεί.
Η Σουηδία έφτασε μια ανάσα από τα προημιτελικά του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του περασμένου καλοκαιριού και έμεινε εκτός στις λεπτομέρειες από την Ουκρανία, δεχόμενη γκολ στις καθυστερήσεις της παράτασης.
Η Σουηδία δεν είναι ομάδα πρώτης γραμμής στο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο στερέωμα, αλλά δίνει σταθερά το παρών σε μεγάλες διοργανώσεις, διαθέτει ποδοσφαιριστές που αγωνίζονται στα κορυφαία πρωταθλήματα (και ομάδες), στα μπαράζ του προηγούμενου Μουντιάλ απέκλεισε την Ιταλία (και στη συνέχεια έφτασε μέχρι την οκτάδα) και, αναμφίβολα, είναι ένα σκαλοπάτι πάνω από την εθνική μας ομάδα.
Η Σουηδία έχει έναν συγκεκριμένο, γνωστό τρόπο παιχνιδιού, ο οποίος όμως αποδεικνύεται εξαιρετικά αποτελεσματικός και, με το τρέξιμο των παικτών της, σου βγάζει το λάδι.
Ε και; Η Ελλάδα, σε ένα 90λεπτο, έβγαλε ψυχή που ήξερε ότι είχε (αλλά δεν την έβγαζε όσο θα έπρεπε), ποιότητα που γνωρίζαμε ότι είχε (αλλά την έβγαζε με το… σταγονόμετρο) και πήρε, κατ’ εμέ, την μεγαλύτερη της νίκη εδώ και επτά χρόνια.
Και, για την ακρίβεια, από τις 24 Ιουνίου του 2014, όταν με το πέναλτι του Γιώργου Σαμαρά στο τρίτο λεπτό των καθυστερήσεων, νικήσαμε την Ακτή Ελεφαντοστού στο «Καστελάο» της Φορταλέζα και προκριθήκαμε στους «16» του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Βραζιλίας.
Τότε που, με προπονητή τον Φερνάντο Σάντος, είχαμε καλομάθει στις παρουσίες σε μεγάλες διοργανώσεις και τις σπουδαίες νίκες, παρακαταθήκη του θαύματος που δημιούργησε ο Ότο Ρεχάγκελ, η αύρα του οποίου έπαιξε τον ρόλο της, το βράδυ της Τετάρτης (08/09) στο Ολυμπιακό Στάδιο.
Από τότε, όσο και αν έψαξα, δεν βρήκα νίκη παρόμοιας σημασίας και βαρύτητας. Το 2-1 επί της Ολλανδίας μέσα στο Αϊντχόφεν, την 1η Σεπτεμβρίου του 2016, ήταν φιλικό, για να μην ξεχνιόμαστε.
Επειδή, βεβαίως, είμαστε μια χώρα των άκρων και της υπερβολής, από την απόλυτη μιζέρια μετά το 1-1 με το Κόσοβο, περάσαμε στην απόλυτη έκσταση, παραπονούμενοι (μετά εορτής) για τους τέσσερις χαμένους βαθμούς κόντρα σε Γεωργία και Κόσοβο. Κύριοι, ό, τι παίξαμε, πήραμε στα συγκεκριμένα ματς, κάθε παιχνίδι είναι διαφορετικό.
Βάσει βαθμολογίας και εναπομεινάντων αγώνων στην προκριματική φάση, αυτή την στιγμή Ισπανία, Σουηδία και Ελλάδα κρατούν την τύχη τους στα χέρια τους! Με λίγα λόγια, αν νικήσουν στα παιχνίδια που τους απομένουν, παίρνουν την πρωτιά και την απευθείας πρόκριση στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του Κατάρ.
Προς Θεού, όμως, μην κοιτάμε το δέντρο και χάσουμε το δάσος. Η κατάκτηση μιας εκ των δύο πρώτων θέσεων είναι ακόμα εξαιρετικά δύσκολη αποστολή, αφού το πρόγραμμα περιλαμβάνει επίσκεψη στην Στοκχόλμη και υποδοχή της Ισπανίας.
Η Ελλάδα, όμως, οφείλει να χτίσει σε αυτή τη νίκη. Να κατανοήσει ότι διαθέτει ταλέντο για να είναι ανταγωνιστική στο υψηλό επίπεδο, να βρει μια διάταξη και ένα στιλ παιχνιδιού που της ταιριάζει και την κάνει αποτελεσματική όπως το βράδυ της Τετάρτης, να έχει έναν κορμό 15-18 παικτών (και να μην κάνει συνεχώς αλλαγές, αγαπητέ Τζον) και να βάλει τις βάσεις για να είναι απόλυτα έτοιμη για το Nations League και τα προκριματικά του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 2024.
Αν, βεβαίως, προκύψει δυνατότητα διεκδίκησης της πρόκρισης, οφείλει να παλέψει μέχρι τέλους. Ακόμα, όμως, και αν δεν τα καταφέρει, να ξέρει ότι έδωσε το 100% για να φτάσει στον μεγάλο στόχο και, κυρίως, ότι έκανε βήματα προς τα εμπρός.
Αν γίνουν όλα τα παραπάνω, δεν θα ψάχνουμε στις… καλένδες για να βρίσκουμε μια σπουδαία νίκη κάθε έξι – επτά χρόνια, αλλά θα γίνει και πάλι μια αγαπημένη συνήθεια. Άντε να (σας) δούμε…
Πηγή: Gazzetta