Του Αλέξη Σπυρόπουλου
Ο Παναθηναϊκός έστρωσε. Βρήκε, στη γλώσσα της εποχής, μια κάποια κανονικότητα. Φυσικά, με την πρώτη, με τη μία και μοναδική για την ώρα, αξιοσημείωτη νίκη στη χρονιά του, ακούγεται μάλλον πρόωρο να προδικάσουμε τι προφταίνει και τι δεν προφταίνει να καταφέρει ως το τέλος της χρονιάς του. Ούτως ή άλλως του έχει προκύψει σκληρός και αξιόπιστος ανταγωνιστής, ο Αρης, στη διεκδίκηση του μίνιμουμ, δηλαδή του τέταρτου και τελευταίου ευρωπαϊκού εισιτηρίου.
Η απόστασή τους, ακόμη είναι σεβαστή. Οκτώ πόντοι. Και ο Αρης οφείλει το παιγνίδι του με την ΑΕΚ. Αλλά τουλάχιστον, μπορείς να τον δεις, τον Παναθηναϊκό. Επιτέλους μπορούν οι ίδιοι, τρεις μήνες μετά την πρεμιέρα στην Τρίπολη, να νιώθουν ωραία με ό,τι κάνουν. Και είναι εύκολο απέξω, εκεί που έβλεπες ένα μάτσο φοβισμένους ποδοσφαιριστές, πλέον να καταλάβει κανείς τη δύναμη του γκρουπ. Πώς μετέτρεψαν, τη φοβία και την ανασφάλεια, σε επιθυμία και πάθος.
Σήμερα ο παίκτης του Παναθηναϊκού νομιμοποιείται να σκέπτεται στα σοβαρά, και να το λέει στην ομήγυρή του, ότι “τους παίρνει” στ’ αλήθεια να διεκδικήσουν το μοναδικό τρόπαιο που είναι ρεαλιστικό να κατακτήσουν εφέτος. Το Κύπελλο Ελλάδος. Να το λένε και, όχι λιγότερο σημαντικό, να γίνονται πιστευτοί. Αρκεί βέβαια…να διεξαχθεί κύπελλο, στη μοναδική χώρα στην οποία ούτε το κύπελλο έχει ξεκινήσει ούτε οι κατώτερες κατηγορίες παίζουν!
Ο Παναθηναϊκός έστρωσε, εν πρώτοις με την τριπλέτα των εξαρο-οκταριών στο κέντρο. Αν σκεφτούμε τον Κουρμπέλη σαν Γκιλιέρμε, τον Αλεξανδρόπουλο σαν Καμαρά και τον Μαουρίσιο σαν Μπουχαλάκη, αντιλαμβανόμαστε γιατί αυτή είναι η καλύτερη “συνθήκη ισορροπίας” που θα μπορούσε, ο Παναθηναϊκός, να βρει. Η ισορροπία και η αρμονία, κάνει τους πίσω πιο σίγουρους και στρώνει στους μπροστά το τραπέζι.
Ο οπισθοφύλακας που αισθάνεται σίγουρος, όχι ξεκρέμαστος, θα δείξει και ένα κλικ καλύτερος απ’ όσο στην πραγματικότητα είναι. Θα πάρει το θάρρος που έχει ανάγκη, και θα βρει πώς να κρύψει την αδυναμία του. Κι ο επιθετικός που ξέρει πως οι άλλοι ήδη μερίμνησαν για να ‘ναι το τραπέζι του στρωμένο, θα βγει και θα κάνει τη διαφορά. Ο προφανής καταλύτης εδώ, είναι ο Βιγιαφάνιες.
Με μια κουβέντα, μπήκαν πράγματα σε σειρά. Τακτοποιήθηκαν οι πιθανότατα καλύτεροι, σίγουρα οι πιο κατάλληλοι, ποδοσφαιριστές στον πιο λειτουργικό σχηματισμό. Και είναι χαρά για όλους μας, ένα μπόνους, στους έντεκα “πιο κατάλληλους” οι τρεις να έχουν έλθει στο προσκήνιο από την ακαδημία. Ζαγαρίτης, Αλεξανδρόπουλος, Χατζηγιοβάνης. Με το καλό και…τέσσερις, όσο σκέφτομαι (και δεν μπορώ να ξεπεράσω!) την προσωπική αδυναμία μου στον Γιάννη Μπουζούκη.
Την ίδια στιγμή η αλλαγή στον τρόπο παιγνιδιού αφήνει αμανάτι, παίκτες που το καλοκαίρι προσλήφθηκαν για να υποστηρίξουν τον…άλλον τρόπο βάσει του πρότερου σχεδιασμού. Είναι ένα ζήτημα που αναπόφευκτα θα ερχόταν στην επιφάνεια. Αλλά γι’ αυτό προσλήφθηκε, τεχνικός διευθυντής. Να ενισχύσει το δυναμικό, κυρίως στους υποστηρικτικούς δεύτερους ρόλους.
Να αμβλυνθεί η εξάρτηση, από τους (ας τους πούμε) βασικούς. Την Κυριακή, όταν κλάταρε ο Βιγιαφάνιες, όταν αποσύρθηκαν Μακέντα/Αλεξανδρόπουλος/Χατζηγιοβάνης ο ένας μετά τον άλλον, κι ο Κουρμπέλης έβγαλε τα τελευταία αγωνιώδη μέτρα τραυματίας, μη γελιόμαστε, ήταν μονάχα θέμα διαθέσιμου χρόνου ότι η ΑΕΚ δεν πρόλαβε να ισοφαρίσει. Αλλα πέντε λεπτά να είχε…
Ο Βιγιαφάνιες έπαιξε το πρώτο ματς που είναι εφάμιλλο του συμβολαίου του. Οσο να πεις, έλειπε απ’ την Ελλάδα δυόμισι χρόνια, πέρυσι στο Μεξικό τα αντικειμενικά δεδομένα δείχνουν ότι δεν έσκισε, είναι 29 γεμάτα, ως τώρα έβγαζε περισσότερο εκνευρισμό παρά νεύρο, πιο πολύ μάλωνε πιο λίγο έπαιζε, έφτασε κιόλας (ακόμη καλά-καλά δεν ξεκίνησε…) στις τέσσερις κίτρινες κάρτες!
Εάν αυτό το ματς τον βοηθήσει στο να γαληνέψει το μυαλό του, θα συνειδητοποιήσει πως έχει μπροστά να τον περιμένουν τα τρία-τέσσερα πιο σοφά χρόνια της διαδρομής του στο ποδόσφαιρο. Και εφόσον το θέλει πράγματι τόσο πολύ όσο εμφανίζεται να το θέλει, τότε αξίζει στα ίδια αυτά τρία-τέσσερα χρόνια να γίνει, εκτός από οδηγός στον Παναθηναϊκό, κομμάτι του γκρουπ στην Εθνική.
Είναι τα τρία-τέσσερα χρόνια, ως τον “καταληκτικό στόχο” του EURO 2024. Στη θέση του Βιγιαφάνιες δεν είναι ότι δεν έχουμε, ως εθνικό ποδόσφαιρο, λύσεις. Εχουμε, και καλές, και αρκετές. Από τον Φορτούνη ως τον Μπακασέτα, και από τον Μάνταλο ως τον Πέλκα, μαζί με ό,τι άλλο μπορεί καθ’ οδόν να ξεπεταχτεί από τη νεολαία. Αλλη μία (λύση) όμως, δεν θα έβλαπτε κανένα.