Του Θάνου Σαρρή
Ο Ρομπέρτο Φονταρόσα, αείμνηστος Αργεντινός σκιτσογράφος και συγγραφέας κοιμόταν πάντα αργά και ξυπνούσε αργά. Η μοναδική φορά που η σύντροφός του τόλμησε να τον ξυπνήσει πριν τις 11:00 ήταν για έναν πραγματικά σοβαρό λόγο, για ένα δυσάρεστο νέο. Ο Ντιέγο Μαραντόνα είχε υπογράψει για τη Νιούελς Ολντ Μπόις. Φανατικός της Ροσάριο Σεντράλ, ο Φονταρόσα χρειάστηκε καιρό να χωνέψει το χτύπημα της μοίρας.
Αν η ποδοσφαιρική ιστορία της Αργεντινής ήταν ένας χάρτης, το Ροσάριο θα ήταν το επίκεντρο. Ίσως μαζί με το Μπουένος Άιρες, όμως το γεγονός ότι δεν αποτελεί πρωτεύουσα κάνει την σημασία της ιστορίας του ακόμα πιο σπουδαία. Ο Μαραντόνα μολονότι γεννήθηκε στις γειτονιές της Μπόκα, η μοίρα το έφερε έτσι ώστε να παίξει λίγα ματς στην περιφέρεια της Σάντα Φε με τη φανέλα της Νιούελς. Έμοιζε με φόρο τιμής σε μια πόλη με τεράστια παράδοση στο ποδόσφαιρο της Αργεντινής. Κι αν ο Μαραντόνα έκανε… γκεστ, δεν είναι λίγοι εκείνοι που έκαναν τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στα ίδια εδάφη, για να κατακτήσουν στη συνέχεια τον κόσμο.
Ο Χόρχε Βαλντάνο, ο Μάριο Κέμπες, ο Μαουρίτσιο Ποκετίνο, ο Νέστερο Σενσίνι. Έπειτα ο Γκαμπριέλ Μαπτιστούτα και ο Μάξι Ροντρίγκες. Ο Μέσι, ο Ντι Μαρία, ο Ικάρντι, είναι όλα παιδιά του Ροσάριο. Και αν οι παραπάνω δίνουν στην πόλη μια σταθερή ποδοσφαιρική υπόσταση, η ιστορία του Τρίντσε Κάρλοβιτς την εκτοξεύει στη σφαίρα του θρύλου. Ο Ντιέγο είχε κάποτε πει πως Κάρλοβιτς ήταν ο καλύτερος ποδοσφαιριστής που έχει δει ποτέ στη ζωή του. Κάποτε, όταν ήταν στην Κόρντομπα, οπαδός του είχε ζητήσει να δοκιμάσει διπλή «ποδιά». Δηλαδή να περάσει τη μπάλα κάτω από τα πόδια του αμυντικού, να αλλάξει κατεύθυνση και να την ξαναπεράσει. Φυσικά, τα κατάφερε.
Ο μύθος του Τρίντσε έχει ανάλογη δυναμική με άλλων της πόλης, όπως του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα. Από το Ροσάριο όμως ήταν και ο Άλντο Πόι, ένα γκολ του οποίου γιορτάζουν ακόμα και τώρα κάθε χρόνο οι οπαδοί της Σεντράλ. Η ομάδα του έπαιζε το 1971 ντέρμπι με την μισητή συμπολίτισσα Νιούελς για τα ημιτελικά του Πρωταθλήματος. Ο Πόι με την «παλομίτα» του χάρισε στην ομάδα του νίκη, την πρόκριση στον τελικό. Η Σεντράλ κατέκτησε τότε το πρωτάθλημα για πρώτη φορά στην ιστορία της. Η Νιούελς πήρε την εκδίκησή της τρία χρόνια αργότερα, σηκώνοντας κι εκείνη την παρθενική της Κούπα.
Ο άνθρωπος που οδήγησε την Αργεντινή στο πρώτο της Μουντιάλ, ο Σέσαρ Λουίς Μενότι, είναι επίσης παιδί του Ροσάριο, όπως και ένας προπονητής με τεράστια σφαίρα επιρροής και μαθητές που στην πορεία έκαναν τη δική τους επανάσταση στο ποδόσφαιρο. Ο λόγος για τον Μαρσέλο Μπιέλσα, ο οποίος έχει δώσει και το όνομά του σε γήπεδο της πόλης. Ο Γκουαρδιόλα, ο Μαουρίτσιο Ποκετίνο, ο Χόρχε Σαμπάολι αλλά και ο Τάτα Μαρτίνο, ο οποίος επίσης παιδί της… γειτονιάς. Μιλώντας για την αγαπημένη του πόλη, άλλωστε, ο Μαρτίνο τόνιζε στο βιβλίο του Γκιγιέμ Μπαλάγ: «Είναι διαφορετική από τις άλλες πόλης, λόγω του μοναδικού πάθους της για το ποδόσφαιρο. Η περιοχή γύρω από την πόλη είναι ένας μεταφορικός ιμάντας παικτών, ένα ποδοσφαιρικό εργοστάσιο που παράγει ταλέντα, τα οποία βρίσκονται στο επίκεντρο των ποδοσφαιρικών ονείρων του Ροσάριο. Γι’ αυτό η ακαδημία της Ροσάριο είναι τόσο σημαντική και έχει δημιουργήσει τόσο σπουδαία αστέρια. Είναι μια ατελείωτη λίστα, στην οποία ο Λιονέλ Μέσι αποτελεί το κερασάκι στην τούρτα».
Ο Λέο στην ηλικία των τεσσάρων ετών εντάχθηκε στην τοπική ομάδα Γκραντόλι, πριν πάει στην παιδική του, αγάπη τη Νιούελς. «Ο Μέσι ανήκει στην πόλη και ο κόσμος τον λατρεύει», έλεγε ο Νταβίντ Τέβες, πρόεδρος της Γκραντόλι στο BBC αρκετά χρόνια μετά, αναγνωρίζοντας φυσικά ότι ο άσος της Μπαρτσελόνα είναι ο λόγος που μια μικρή ομάδα έφτανε να γίνει θέμα στην αγγλική τηλεόραση. «Όταν εκείνος και η οικογένειά του είναι εδώ, είναι απλά μια οικογένεια από το Ροσάριο. Δεν έχουν ξεχάσει την πόλη μας». Η αίσθηση της κοινότητας ήταν πάντα ένα στοιχείο που ξεχώριζε στο ποδόσφαιρο του Μπουένος Άιρες και η ιστορία του Μέσι ένα σύμβολο για τον μόχθο και την προσπάθεια των Ροσαρίνος. Το μικροκαμωμένο παιδί που δεν ψήλωνε έκρυβε μέσα του τον καλύτερο ποδοσφαιριστή των ημερών μας.
Η Νιούελς έχει συνδεθεί με περισσότερα μεγάλα ονόματα, αλλά η απέναντι πλευρά της πόλης ξεκίνησε το θρύλο. Ο άνθρωπος που έφερε το ποδόσφαιρο στην Αργεντινή, ο Σκωτσέζος Αλεξάντερ Γουάτσον Χάτον, επονομαζόμενος και πατέρας του αργεντίνικου ποδοσφαίρου, ήταν εκείνος που έβαλε για πρώτη φορά στο Μπουένος Άιρες τη σπίθα για την ασπρόμαυρη θεά και σύντομα η… φλόγα μεταφέρθηκε και στο Ροσάριο. Ήταν η πρώτη πόλη εκτός πρωτεύουσας που δημιούργησε ποδοσφαιρικούς συλλόγους, την Αθλέτικ και την Σεντράλ. Η δεύτερη ήταν για τους εργάτες και αυτή που διατηρήθηκε μέχρι και σήμερα ως το μεγάλο αντίπαλο δέος της Νιούελς, η οποία ιδρύθηκε το 1903.
Η ποδοσφαιρική παράδοση στην περιοχή συνυπάρχει και με τη σκληρότητα. Πριν από περίπου ένα χρόνο, στο γήπεδο της Ντεφενσόρες στα βορειοδυτικά της πόλης δύο παιδιά 7 και 8 χρονών που έπαιζαν χτυπήθηκαν από σφαίρες σε σύγκρουση αντίπαλων συμμοριών. Πέντε ομάδες έχτισαν τότε τοίχους, για να προστατέψουν τα παιδιά που παίζουν. Η ερασιτεχνική Σαν Μαρτίν ντε λος Όρνος έμεινε δέκα χρόνια εκτός πρωταθλημάτων λόγω της βίας που μετέφερε όπου πήγαινε. Η Καμπασέρες αποκλείστηκε για δύο χρόνια και στη συνέχεια έπαιζε τα εντός έδρας παιχνίδια της περίπου 50 χιλιόμετρα μακριά από τη γειτονιά της, αφού υπήρχαν απειλές για «σφαίρες στα πόδια».
Το ίδιο το ποδόσφαιρο όμως αντέχει. Και συνοδεύει τα όνειρα των παιδιών που αναζητούν την διέξοδο, όπως τόσα και τόσα που κλοτσούσαν τόπο στα ίδια εδάφη. Είναι ίσως, συνώνυμο της ζωής στην κεντρική Αργεντινή. Ο Μενότι τόνιζε, αναφερόμενος και στην ρομαντική διάσταση που προσδίδει στην περιοχή ο θρύλος του Τρίντσε: «Ο Κάρλοβιτς ήταν το υπέρτατο σύμβολο ενός ρομαντικού ποδοσφαίρου. Και στο Ροσάριο, που αποτελεί έναν ακραίο τρόπο για να είσαι Αργεντινός, αυτό μετράει μέχρι τέλους…».
Πηγή: Gazzetta