Του Νίκου Παπαδογιάννη
O Iωάννης Παπαπέτρου περπάτησε στα χνάρια του Κέβιν Ντουράντ, μέχρι που άφησε το Πανεπιστήμιο του Τέξας για μία θέση εφεδρικού στον Ολυμπιακό. Ο Γιώργος Παπαγιάννης είχε την ευκαιρία να φορέσει τη φανέλα διάσημων κολεγίων όπως το Κεντάκι, αλλά προτίμησε ένα κάθισμα στις εξέδρες του ΟΑΚΑ. Ο Ντίνος Μήτογλου βγάζει τα παπούτσια του Τιμ Ντάνκαν και εγκαταλείπει το Ουέικ Φόρεστ, για να γίνει ρεζέρβα του Γκιστ στον Παναθηναϊκό.
Βρες εσύ, φίλε αναγνώστη, το λάθος…
Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει λάθος, ούτε σωστό. Από τη στιγμή που τα τρία παιδιά έχουν στόχο καριέρα μπασκετμπολίστα και όχι πολιτικού μηχανικού ή στελέχους επιχειρήσεων, η επιλογή τους είχε ως μοναδικό κριτήριο το μέλλον τους με την πορτοκαλί μπάλα.
Στο ένα ζύγι τοποθέτησαν τις πιθανότητες για ένα λαμπρό μεθαύριο στο ΝΒΑ και στο άλλο τα «πέντε και στο χέρι» χρήματα της Ελλάδας. Η πλάστιγγα έγειρε προς το μέρος της παλιννόστησης, αλλά αυτή η επιλογή δεν κλείνει απαραίτητα την πόρτα της Αμερικής.
Ο Παπαγιάννης ήδη πέρασε τον Ατλαντικό και ζει στη χώρα του Τραμπ, ενώ οι άλλοι δύο φροντίζουν πάνω απ’όλα να συμπεριλαμβάνουν στα συμβόλαιά τους τα λεγόμενα «NBA out».
Το ίδιο κάνουν αμέτρητοι άλλοι 18χρονοι, 19χρονοι, 20χρονοι, 21χρονοι, σε όλα τα μήκη και πλάτη της «γηραιάς ηπείρου».
Τώρα που βρίσκουν πλουσιοπάροχα συμβόλαια στο ΝΒΑ ακόμα και παίκτες με αβέβαιο αύριο και ανύπαρκτο σήμερα, θα ήταν κορόιδο ο Μήτογλου εάν έδενε κόμπο το μέλλον του σε μία ευρωπαϊκή ομάδα, όσο και αν του έλειψαν τα σουβλάκια και ο ήλιος.
Δεν αναφέρομαι σε καταξιωμένους αστέρες, όπως ο Μπογκντάνοβιτς ή ο Τεόντοσιτς ή ο Τσάτσο ούτε σε «παιγμένους» παίκτες Euroleague σαν τον Μιλουτίνοβ ούτε σε κολεγιόπαιδα με αμερικάνικη παιδεία τύπου Μαρκάνεν.
Η αναζήτηση για τον επόμενο Νοβίτσκι και για τον επόμενο Αντετοκούνμπο οδηγεί σε εκφυλιστικά φαινόμενα, ιδίως τώρα που υπάρχει στο ΝΒΑ η ευχέρεια για να πληρωθούν υπεραξίες σε αμούστακα μειράκια.
Ο άγνωστος ακόμα και στην Ευρώπη Ράντε Ζάγκορατς υπέγραψε συμβόλαιο με τους Μέμφις Γκρίζλις, ο Φουρκάν Κορκμάζ που δεν χωρούσε στην Εφές με τους Φιλαντέλφια Σίξερς και ο Ντάνιελ Τάις της Μπάμπεργκ με τους Μπόστον Σέλτικς.
Ο Γερμανός Πάουλ Τσίπσερ παίζει βασικός στους Σικάγο Μπουλς, με ετήσια αμοιβή 1,5 εκατομμύριο δολάρια. Να συνεχίσω ή να βάλω καλύτερα τις φωνές;
Με μία πρόχειρη καταμέτρηση, οι αλλοδαποί που έχουν σήμερα συμβόλαιο με τις 30 ομάδες του ΝΒΑ (τα περισσότερα εγγυημένα, αλλά και κάποια two-way) πλησιάζουν τους 130, ανάμεσά τους και 4 Έλληνες. Αποτελούν, δηλαδή, σχεδόν το 1/3 του εργατικού δυναμικού της λίγκας.
Για τα δεδομένα του NCAA και ενδεχομένως της Ευρώπης (οπότε και της Εθνικής), ο Μήτογλου είναι κλασσική περίπτωση «stretch five», ένας ψευδοσέντερ που βγαίνει συνεχώς στην περιφέρεια για να εκμεταλλευτεί το φαρμακερό του σουτ και τη γρήγορη εκτέλεση από ψηλά.
Δεν είναι ιδιαίτερα αθλητικός ούτε του αρέσει η επαφή με τον αντίπαλο, αλλά έχει το μπόι (2μ08) και τα μακριά χέρια για να δώσει λύσεις και στο «βαμμένο».
Αυτή η περιγραφή θα ταίριαζε θαυμάσια στον νεαρό Αντώνη Φώτση, μόνο που αυτός ήταν πιο αλτικός και σβέλτος.
Στο ΝΒΑ, οι ψηλοί που σουτάρουν και καταλαβαίνουν το μπάσκετ είναι περιζήτητοι, έστω για καθήκοντα ρολίστα.
Ακόμα και ο Παπαπέτρου θεωρείται καλός σουτέρ για τα δεδομένα του ΝΒΑ, όπως και ο Παπανικολάου. Ο Μήτογλου είναι ικανότερος και από τους δύο στο «αυτόματο» σουτ.
Στα κολέγια, βέβαια, η γραμμή του τριπόντου βρίσκεται στα 6μ32, ενώ στην Ευρώπη στα 6μ75 και στο ΝΒΑ στα 7μ25. Η διαφορά δεν είναι αμελητέα.
Δεν ξέρω αν έχει πιθανότητες να επιλεγεί ψηλά στο ντραφτ του 2018 ο Μήτογλου. Ξέρω, όμως, ότι δεν θα εισπράξει ούτε ένα σέντσι για την επόμενη περίοδο, εάν μείνει στο Ουέικ Φόρεστ. Στο NCAA δεν επιτρέπονται οι πληρωμές, ούτε πάνω ούτε κάτω από το τραπέζι.
Η Ευρώπη μπορεί να τον γαλουχήσει και να τον στείλει πιο έτοιμο στο ΝΒΑ, όπως έστειλε π.χ. τον Σαμπόνις ή τον Σατοράνσκι ή τον Κουζμίνσκας.
«Και τον Παπαγιάννη», θα συμπληρώσετε. Ναι, αλλά αυτός αγωνίστηκε ελάχιστα στον Παναθηναϊκό. Προσωπικά πιστεύω ότι θα είχε ωφεληθεί, εάν έπαιζε π.χ. στο Κεντάκι μεταξύ 2014-6.
Ο ίδιος, όμως, θεωρεί αυτή τη διετία ωφέλιμη για την πρόοδό του, άσχετα με το οικονομικό σκέλος. Προφανώς η δική του άποψη υπερισχύει οποιασδήποτε άλλης. Yπενθυμίζω ότι ο Παπαγιάννης πήγε γυμνάσιο στις ΗΠΑ, για έναν χρόνο.
Ο ελέφαντας που στέκεται στη μέση του γηπέδου έχει να κάνει με τις παρατημένες σπουδές αυτών των παιδιών.
Την εποχή του βασανιστικού brain drain, δεν είναι συχνό φαινόμενο να περιφρονεί κάποιος την προοπτική της μεγάλης φυγής, με εφόδιο το χαρτί από ένα καλό ξένο Πανεπιστήμιο.
Σηειωτέον ότι οι αθλητές του NCAA είναι υποχρεωμένοι όχι μόνο να παρακολουθούν τα μαθήματα, αλλά να έχουν και καλούς βαθμούς, ώστε να διατηρούν το δικαίωμα συμμετοχής στις ομάδες μπάσκετ, φούτμπολ κ.ο.κ.
Ο Παπαπέτρου προσπάθησε να συνεχίσει τις αμερικάνικες σπουδές του διά αλληλογραφίας (όπως έκανε ο Σακίλ Ο’Νηλ στο Λουιζιάνα Στέιτ, με αποτέλεσμα να αποφοιτήσει στα 28 του, μία οκταετία μετά τη μεταπήδησή του στο ΝΒΑ), αλλά νομίζω ότι κόλλησε.
Ο Μήτογλου αφήνει πίσω του ανεκμετάλλευτα τρία χρόνια φοίτησης σε αξιόλογο κολέγιο. Τρία ολόκληρα χρόνια!
Δεν τους ενδιαφέρει λοιπόν το πτυχίο; Δεν τους ενοχλεί, που έλιωσαν τόσα παντελόνια στα θρανία ξένων πανεπιστημίων;
Η ζυγαριά έδειξε, και εδώ, μπάσκετ. Το σχέδιό τους δεν ήταν να ξεκινήσουν ακαδημαϊκή καριέρα, αλλά να γίνουν επιτυχημένοι επαγγελματίες μπασκετμπολίστες.
Ξα τους, όπως λένε και στο χωριό μου. Γνωρίζω αρκετούς αθλητές με πτυχία διαφόρων επιστημών, αλλά ελάχιστους που το αξιοποιούν στην κοινωνία (π.χ. ο χημικός μηχανικός Γιώργος Μαυρωτάς).
Οι περισσότεροι αφιερώνουν στον αθλητισμό όχι μόνο τα νεανικά τους χρόνια, αλλά και την υπόλοιπη ζωή τους, από πόστο προπονητή, παράγοντα, μάνατζερ και άλλα πολλά.
Άλλοι εξαργυρώνουν τη δημοφιλία τους με διαφορετικούς τρόπους, όπως ο (πτυχιούχος γιατρός) Βασίλης Κικίλιας που εξελίσσεται σε πολιτευτή καριέρας.
Υπάρχουν, ωστόσο, και εκείνοι που ξεβράζονται στο περιθώριο όταν κρεμάνε τα παπούτσια, αφού δεν διαθέτουν ούτε γνώσεις ούτε κοινωνικές δεξιότητες για να ασχοληθούν με κάτι διαφορετικό.
Δυστυχώς, σε αυτή την κατηγορία ανήκουν και εμβληματικοί εκπρόσωποι του ελληνικού αθλητισμού και ειδικότερα του μπάσκετ.
Ίσως η ζωή τους εντός και εκτός γηπέδων να ήταν σήμερα διαφορετική, εάν στα νιάτα τους έβρισκαν ανοιχτή την πόρτα ενός αμερικανικού κολεγίου.
Πηγή: Gazzetta