Επιλογή Σελίδας

Του Βασίλη Σαμπράκου

Απέναντι στον ΟΦΗ ο Παναθηναϊκός έκανε ακόμη ένα “φτωχό”, με όρους δημιουργικούς, παιχνίδι. Κράτησε την μπάλα λιγότερο από τον αντίπαλό του (41.8% – 58.2%), οι τελικές ενέργειές του ήταν της μικρότερης αξίας συγκριτικά με τα προηγούμενα παιχνίδια αυτού του αήττητου σερί που τρέχει στην διάρκεια του Ιανουαρίου (5 αγώνες), όπως προκύπτει από την ανάλυση του Wyscout, έπαιξε λιγότερο, συγκριτικά με τον μέσο όρο του, στο επιθετικό τρίτο του τερέν (34 πάσες με 61.7% επιτυχία – μ.ο.: 44 πάσες με 64% ακρίβεια). Έκανε λίγα πράγματα με την μπάλα, και φανέρωσε ξανά την αδυναμία του να την κυκλοφορήσει με ασφάλεια και να αναπτύξει αποτελεσματικά επιθέσεις όταν ο αντίπαλος αμύνεται πιεστικά. 

Όλα τα παραπάνω είναι μια απλή τεκμηρίωση αυτών που είδε το γυμνό μάτι στον αγώνα του Σαββάτου. Όταν τα βλέπουμε εσείς κι εγώ, όλα αυτά δεν γίνεται να περνούν απαρατήρητα από τον προπονητή και να μη τον βάζουν σε προβληματισμό. Μια ιδέα για τον προβληματισμό του ο Λάζλο Μπόλονι μας την έδωσε μέσα από τις δηλώσεις του στη λήξη του παιχνιδιού, με αυτό το “δεν είχαμε την τεχνική ποιότητα για να κρατήσουμε την μπάλα”. Ένας προπονητής που κάθεται σε πάγκους εδώ και 27 χρόνια και έχει ξαναπεράσει άλλες 14 φορές αυτή την διαδικασία, του χτισίματος μιας ομάδας καταλαβαίνει πολύ καλύτερα από όλους εμάς, τους παρατηρητές, ότι ο Παναθηναϊκός που μας δείχνει στη διάρκεια του τριμήνου που τον προπονητή είναι μια ομάδα που υποφέρει περισσότερο όταν έχει την μπάλα στα πόδια παρά όταν αμύνεται. 

Αν το ποδόσφαιρο ήταν ψηφιακό παιχνίδι, στη θέση του Μπόλονι πολλοί από εμάς θα αντιλαμβανόμασταν ως μια πολύ εύκολη δουλειά το να ομορφύνουμε τον Παναθηναϊκό – δηλαδή να τον κάνουμε πιο επιθετικό και να του ανεβάσουμε τον δείκτη των τεχνικών δεξιοτήτων. Στο παράδειγμα του αγώνα με τον ΟΦΗ θα σηκώναμε από τον πάγκο τον Βιγιαφάνιες, τον Καρλίτος και τον Μακέντα, και θα καθίζαμε εκεί κάποιος από τους νεαρούς Έλληνες που έβαλε στο τερέν ο Ρουμάνος προπονητής. Και ίσως να αλλάζαμε τον σχηματισμό και να παίζαμε με δύο κεντρικούς μέσους και “δεκάρι”. Το ποδόσφαιρο όμως είναι πραγματικό παιχνίδι, όχι ψηφιακό. Και οι φυσικές συνθήκες έχουν οδηγήσει έναν τόσο έμπειρο και ευφυή προπονητή στην επιλογή να ζει, όσο λείπει ο Κουρμπέλης, με κεντρικό μέσο τον Βέλεθ, να εγκαταλείπει το αγαπημένο του 4-2-3-1, να κρατά στον πάγκο τους “ακριβούς” για να παίζουν οι “μικροί”. 

Νοοτροπία

Η προσέγγιση που του έκανε ο Γιάννης Αλαφούζος και το συμβόλαιο που υπέγραψε έκαναν τον Μπόλονι, έναν προπονητή με μεγάλη αυτοπεποίθηση, να νιώσει πολύ ισχυρός και ασφαλής στον Παναθηναϊκό. Έφτασε στην Ελλάδα με διαμορφωμένη συνείδηση ότι δεν θα κριθεί από τα αποτελέσματα των αγώνων και την θέση που θα καταλάβει στην Superleague 2021 ο Παναθηναϊκός και με την πεποίθηση ότι θα έχει την πλήρη στήριξη του μεγαλομετόχου σε όποια απόφαση είναι σχετική με το έμψυχο δυναμικό και την διαχείρισή του. Όταν ζήτησε να επιλέξει τον τεχνικό διευθυντή και το αίτημα έγινε αποδεκτό, με την πρόσληψη του Πιερ Ντροεσί, ο Μπόλονι ένιωσε ότι βεβαιώνεται πως ο Αλαφούζος τον έχει πιστέψει ως τον κατάλληλο προπονητή για το project και τον κοιτάζει ως προπονητή – μακρόπνοη επένδυση. Τόσο ισχυρός νιώθει ο Μπόλονι στον Παναθηναϊκό. 

Η παραπάνω παράγραφος είναι μια εισαγωγή που βοηθά τον παρατηρητή να αντιληφθεί τι προσπαθεί να κάνει στην διάρκεια του τριμήνου ο Ρουμάνος προπονητής. Βλέποντας την εικόνα του Παναθηναϊκού στο παιχνίδι της Κρήτης απέναντι στον ΟΦΗ στις 18 Οκτωβρίου, προτού ανακοινωθεί η πρόσληψή του, ο Μπόλονι έφτασε αμέσως στο συμπέρασμα ότι το κύριο πρόβλημα, ή πιο σωστά η γενεσιουργός αιτία των αγωνιστικών προβλημάτων του Παναθηναϊκού είναι η νοοτροπία. Το “αυτό που βλέπω δεν είναι ομάδα”, που είπε στους συνεργάτες του. Και από τις πρώτες του συναναστροφές, όταν αφουγκράστηκε τα αποδυτήριά του, ο Ρουμάνος συνειδητοποίησε ότι οι ποδοσφαιριστές χωρίζονταν σε αυτούς που είχαν την νοοτροπία λεγεωνάριων και αυτούς που είχαν απογοητευτεί στον καιρό του προηγούμενου καθεστώτος ως παραγκωνισμένοι – παραμελημένοι. Στη δεύτερη ανάγνωση αντιλήφθηκε ότι οι “ακριβοί” ήταν ποδοσφαιριστές “του προέδρου”, δηλαδή παίκτες “καλομαθημένοι” που λειτουργούσαν με τη συνείδηση ότι για κάθε πρόβλημα, από τα αγωνιστικά λεπτά συμμετοχής τους μέχρι το μοντέλο του νοικιασμένου αυτοκινήτου που τους παραδόθηκε, αρκούσε να αποταθούν στον πρόεδρο για να τους λύσει το πρόβλημα. 

Λειτουργώντας με τη συνείδηση ενός προπονητή που νιώθει ισχυρός και ασφαλής, ο Μπόλονι κατέληξε στο συμπέρασμα ότι για να αλλάξει ο Παναθηναϊκός και να συμπεριφερθεί ως μεγάλο κλαμπ και όχι σαν μια ομάδα της σειράς που απλώς φορά μια ακριβή φανέλα λόγω ιστορίας έπρεπε να ξεκινήσει από το θεμέλιο, τη νοοτροπία. Κάπως έτσι έφτασε στην επιλογή να αφήνει στον πάγκο τους “ακριβούς” για να παίζουν οι “ξεχασμένοι” και οι “μικροί”. Οι επιλογές που κάνει σήμερα δεν έχουν παγιωθεί στο μυαλό του. Δηλαδή δεν έχει αποφασίσει να παραμερίσει τους “ακριβούς”. Αυτό που κάνει μέχρι εδώ είναι επιλογές της τακτικής του προκειμένου να “σπάσει” τον τσαμπουκά των “ακριβών”, να τους δείξει ότι δεν έχουν να κάνουν με τον πρόεδρο αλλά μόνο με τον προπονητή και την ομάδα, και ότι στο εξής θα έχουν συναγωνισμό για την ενδεκάδα επειδή υπάρχει προπονητής που τους υπολογίζει όλους και δεν επιλέγει την ενδεκάδα με τα κριτήρια της αναγνωρισιμότητας και της αξίας συμβολαίου. Την ίδια ώρα φυσικά ο Μπόλονι στέλνει καθαρό μήνυμα προς “ξεχασμένους” και “μικρούς” ότι όλοι έχουν την ευκαιρία τους και ότι αυτός είναι εκεί για να επιβραβεύσει αυτούς που του δείχνουν ότι είναι ικανοί να γίνουν χρήσιμοι υπηρετώντας τις ιδέες του στο τερέν. 

Η τύχη του “αγόρασε” χρόνο

Στις κανονικές συνθήκες, δηλαδή σε μια εποχή δίχως κορονοϊό, ο Μπόλονι θα είχε ζοριστεί πολύ περισσότερο στην αρχή του στον Παναθηναϊκό ακόμη και αν κατάφερνε να τρέξει αυτό το σερί νικών (4) που είναι το μεγαλύτερο στη σεζόν, διότι θα εισέπραττε την απογοήτευση ή και την δυσαρέσκεια του κόσμου· άλλων επειδή “τα έχουν” με τον Αλαφούζο και άλλων επειδή δεν αντέχουν το θέαμα που παρακολουθούν. Ακόμη και στην COVID 19 εποχή όμως ο Μπόλονι θα είχε ζοριστεί πολύ περισσότερο αν δεν είχε σταθεί τυχερός με τα αποτελέσματα: στα παιχνίδια αυτού του σερί ο αντίπαλος είχε περισσότερες ή και πιο αξιόλογες ευκαιρίες από τον Παναθηναϊκό. Και αν δεν τα είχε κερδίσει αυτά τα παιχνίδια και ζούσε με εκνευρισμό, η σχέση του Μπόλονι με μια σειρά από ποδοσφαιριστές θα δοκιμαζόταν πολύ περισσότερο από όσο έχει δοκιμαστεί μέχρι σήμερα. 

Όλα αυτά ένας προπονητής με την εμπειρία και την οξυδέρκεια του Μπόλονι δεν γίνεται να μην τα αντιλαμβάνεται. Ο Ρουμάνος όμως όλα αυτά τα προβλήματα που ενδεχομένως να του προέκυπταν τα αντιλήφθηκε ως μικρότερου μεγέθους και αξίας συγκριτικά με το μεγάλο πρόβλημα που εντόπισε, τη νοοτροπία. Και ο δρόμος για να αλλάξει τη νοοτροπία ήταν και είναι στο μυαλό του αυτός που ακολουθεί: να “θυσιάζει” το θέαμα προκειμένου να βάλει τις βάσεις της αγωνιστικής ταυτότητας που θέλει να δημιουργήσει: της ταυτότητας μιας αθλητικής ομάδας που θα τρέχει πολύ και σε υψηλή ένταση, που στην φάση άμυνας θα επιτίθεται στον αντίπαλο, της οποίας το πνεύμα θα είναι ομαδικό. Ο Μπόλονι σήμερα επιλέγει ποδοσφαιριστές που αντιλαμβάνονται το ατομικό συμφέρον ως συνυφασμένο με το ομαδικό και δεν έχουν προσωπική ατζέντα, δηλαδή δεν παίζουν για το “εγώ” αλλά για το “εμείς”. Προσπαθεί να φτιάξει αυτή την ομάδα, να τη δείξει στους “ακριβότερους” και να τους πει ότι μπορούν να μπουν στην ομάδα μόνο όταν θα τον έχουν πείσει ότι θέλουν να παίξουν σεβόμενοι τους νέους κανόνες του παιχνιδιού. 

Η υποστήριξη

Ο Μπόλονι είναι έμπειρος, η ιστορία του τεκμηριώνει ότι είναι ικανός, και είναι κάποιος που έχει υπάρξει αποτελεσματικός – γι’ αυτό και έχει καταφέρει σε 27 χρόνια καριέρας να έχει μέσο όρο παραμονής σε πάγκο τον 1.5 χρόνο. Στον Παναθηναϊκό του σήμερα όμως η τύχη του δεν εξαρτάται μόνο από εκείνον. Στην πραγματικότητα δεν εξαρτάται κυρίως από εκείνον. Εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τον Αλαφούζο, αλλά, σε σημαντικό βαθμό, και από την υποστήριξη που θα έχει από τον τεχνικό διευθυντή που εκείνος επέλεξε. 

Ο Μπόλονι έκανε λάθος με τον Ντροεσί, όπως καλά καταλάβαμε με την 8ημερη άδεια – κάζο στα τέλη Δεκεμβρίου. Του χρειαζόταν ένας τεχνικός διευθυντής με ελληνική επίγνωση, κάποιος που θα μπορούσε να τον βοηθήσει να μπει στο ελληνικό νόημα και στο νόημα του Παναθηναϊκού, αλλά και να τον βοηθήσει στην διαχείριση όλων των νεαρών Ελλήνων ποδοσφαιριστών. Σήμερα έχει δίπλα του κάποιον που δεν είχε εργαστεί ξανά στην Ελλάδα, ο οποίος συναναστρέφεται κόσμο της γαλλικής και όχι της ελληνικής αγοράς του ποδοσφαίρου· έναν ξένο με το ελληνικό περιβάλλον. Κι αν ο Ντροεσί αποδειχθεί Ρόκα και πηγαίνει να ψωνίζει μόνο από την γαλλική αγορά, τα αποδυτήρια του Παναθηναϊκού θα γίνουν χειρότερα από αυτά που βρήκε τον περασμένο Οκτώβριο ο Μπόλονι. 

Το αγωνιστικό μοντέλο

Προκειμένου να μη χαθούμε σε ένα ταξίδι στο παρελθόν, δεδομένου ότι πρόκειται για έναν προπονητή 27 χρόνων, η βάση στην κουβέντα μας είναι το τελευταίο αγωνιστικό μοντέλο που παρουσίασε για μια 3ετία και με μεγάλη επιτυχία στην Αντβέρπ. 

Στην φάση επίθεσης, ήταν μια ομάδα που δεν βασιζόταν στην μεγάλη κατοχή (ήταν κάτω του 50% ο μέσος όρος) και έχτιζε τις επιθέσεις της με άμεσο ποδόσφαιρο: Οι στόπερ άνοιγαν για να μπει ανάμεσά τους ένας κεντρικός μέσος και να σημαδέψει τον σέντερ φορ, με τους μπακ να δίνουν πλάτος στην επίθεση και τους μεσοεπιθετικούς να κινούνται στην πλάτη του αντίπαλου αμυντικού που διεκδικούσε την μπάλα με τον σέντερ φορ. Ο Μπόλονι επένδυε πολλά στις κινήσεις των μεσοεπιθετικών του χωρίς την μπάλα στους χώρους που δημιουργούσε ο σέντερ φορ και οι πλάγιοι μπακ με τις δικές τους κινήσεις. Με άλλα λόγια, η Αντβέρπ δεν έκανε πολύ σύνθετη επιθετική ανάπτυξη, και έκανε πολλές οριζόντιες πάσες μέχρι να βρει την ευκαιρία για κάθετη ανάπτυξη μέσα από την κίνηση δύο μεσοεπιθετικών στον χώρο. Δεν ήταν πολύ όμορφη στο μάτι, και αυτός και μόνον αυτός ήταν ο λόγος που οδήγησε την διοίκηση στην επιλογή να σταματήσει το project Μπόλονι μετά από μια πολύ επιτυχημένη σε αποτελέσματα τριετία. 

Στην φάση άμυνας η Αντβέρπ ήταν η πιο επιθετική ομάδα του πρωταθλήματος, μαζί με την Αντερλεχτ. Μια ομάδα που πίεζε ψηλά στο τερέν και με μεγάλη ένταση, με στόχο να κλέψει την μπάλα και να εκδηλώσει άμεσα μια γρήγορη επίθεση. Σε αυτό το κομμάτι η ομάδα που είχε φτιάξει ο Μπόλονι απέδιδε θαυμάσια. 

Δεδομένου ότι δεν έχει περάσει καιρός, η λογική λέει ότι δεν έχει αλλάξει ιδέες ο Μπόλονι. Αυτό άλλωστε προκύπτει και μέσα από την πρώτη εντύπωση που δίνει τώρα με τον Παναθηναϊκό, μολονότι ακόμη βρίσκεται στη φάση των αλλαγών της αγωνιστικής ταυτότητας της ομάδας· οι αλλαγές δεν έχουν καν μπει στη φάση της παγιοποίησης. 

Συμπερασματικά, τούτο τον καιρό βλέπουμε έναν Παναθηναϊκό που έχει αρχίσει να βάζει τα πρώτα βασικά στοιχεία του παιχνιδιού που διακηρύττει ο Μπόλονι: την ένταση στο παιχνίδι και την επιθετική συμπεριφορά στη φάση άμυνας. Όπως είναι φυσιολογικό, ο Παναθηναϊκός ακόμη δυσκολεύεται όταν έχει την μπάλα στα πόδια, διότι η ανάπτυξη των επιθέσεων με τον τρόπο του νέου προπονητή απαιτεί χρόνο και παιχνίδια για την αφομοίωση προκειμένου αυτά τα νέα στοιχεία να εμφανίζονται σε διάρκεια. Ο Παναθηναϊκός, λόγω και των προβλημάτων με τις απουσίες, βρίσκεται ακόμη στη φάση που μαθαίνει το παιχνίδι του Μπόλονι. Ακόμη όμως και όταν θα φτάσει να το έχει αφομοιώσει σε μεγάλο βαθμό, η αγωνιστική συμπεριφορά του δεν θα αλλάξει πολύ αν στο τερέν δεν βρεθούν ποδοσφαιριστές με τα χαρακτηριστικά που ταιριάζουν σε αυτό το παιχνίδι. Και ο Μπόλονι ακόμη τους ψάχνει, διότι ακόμη μαθαίνει τους παίκτες. 

Έχει στοιχεία υπερβολής η αυστηρή κριτική προς το έργο που έχει παρουσιάσει μέχρι σήμερα στον Παναθηναϊκό ο Ρουμάνος προπονητής, διότι πρόκειται για προπονητή τριών μηνών και 15 αγώνων. Το έργο του στην Αντβέρπ θα έπρεπε να του εξασφαλίζει μεγαλύτερη “ανοχή” και υπομονή. Και δεν μπορείς να περιμένεις από τον Μπόλονι να δείξει κάτι άλλο από αυτό που έδειξε στην Αντβέρπ, διότι αυτή είναι η μεθοδολογία του. Αυτός που περιμένει να δει μια “τίκι τάκα” εκδοχή του Παναθηναϊκού από τα χέρια του Ρουμάνου, με υψηλά ποσοστά κατοχής και περισσότερες διαστάσεις του positional play στην ανάπτυξη των επιθέσεων, περισσότερες πάσες στα τελευταία 20 μέτρα του τερέν είναι κάποιος που δεν ξέρει τι ποδόσφαιρο δημιουργεί ο Λάζλο Μπόλονι. 

Ένας προπονητής που κλείνει σε 2 μήνες τα 68, εργάζεται από το 1994, και έχει κατακτήσει τίτλους σε διαφορετικές χώρες είναι, θεωρητικά, ένας προπονητής “χορτασμένος”. Και αυτό σε βάζει στη σκέψη ότι μπορεί να την αντιλήφθηκε την πρόταση του Παναθηναϊκού ως μια καλή ευκαιρία για το “εφάπαξ” σε θερμά κλίματα πριν από την συνταξιοδότηση. Οι επαγγελματικοί ρυθμοί και η καθημερινή ρουτίνα του στον Παναθηναϊκό όμως δημιουργούν την ακριβώς αντίθετη εντύπωση, ότι ο Λάζλο Μπόλονι ήρθε στην Ελλάδα για να κάνει επιτυχία – όχι “αρπαχτή”. Και επειδή πρόκειται για έναν προπονητή που έχει αναδείξει ένα σωρό νεαρούς ποδοσφαιριστές σε διαφορετικές χώρες, ο Παναθηναϊκός των τόσων νέων ταλαντούχων παικτών έχει πολλούς λόγους να του δώσει χρόνο και υποστήριξη· αρκεί να ξέρει ποιον προπονητή προσέλαβε, για να καλύψει τα δικά του ελλείμματα και να τον υποστηρίξει σωστά και επαρκώς.

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This