Του Αντώνη Καρπετόπουλου
Κάποια στιγμή οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές ομάδες θα μαζέψουν υπογραφές και θα υποβάλουν αίτημα στην UEFA να αποκλείσει την Σεβίλλη από το Γιουρόπα λιγκ: ας της δώσει μια θέση στο Τσάμπιονς λιγκ ισοβίως. Στο Γιουρόπα λιγκ με την παρουσία της νοθεύει τον ανταγωνισμό. Διότι όλοι γνωρίζουν πως έτσι και φτάσει, όχι σε τελικό, αλλά έστω σε προημιτελικό, οι πιθανότητες να το κερδίσει είναι διπλάσιες από αυτές που έχει οποιαδήποτε άλλη ομάδα ό,τι και να της συμβεί. Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στον εφετινό ημιτελικό π.χ ήταν συγκλονιστικά ανώτερή της. Η Ιντερ στον χθεσινό τελικό προηγήθηκε με 1-0 καλά καλά πριν αρχίσει το ματς. Ε και; Σε κάθε περίπτωση όλοι ξέραμε πως στο τέλος θα σήκωνε για έκτη φορά την κούπα η Σεβίλλη. Απλά περιμέναμε να δούμε το πώς κι ομολογώ ότι ο τρόπος που το κατάφερε ήταν εντυπωσιακός. Ακόμα κι αν γνωρίζαμε το φινάλε, η παράσταση υπήρξε σπουδαία.
Παραστάσεις υψηλού επιπέδου
Η Σεβίλλη που κέρδισε τα δυο Γιουρόπα λιγκ στη σειρά τη διετία 2006-07 είχε σπουδαίους παίκτες. Ο προπονητής Σέρχιο Ράμος είχε στην επίθεση τους Αντριάνο, Κανουτέ και Σαβιόλα, ενώ η ομάδα του ήταν γεμάτη από προσωπικότητες: ο Ντάνι Αλβες, ο Εσκουντέ, ο Μάτρι, ο νεαρός Νάβας είχαν φάτσες πρωταθλητών. Ο τελικός κόντρα στη Μίντλεσμπρο το 2006 ήταν μια μοναδική παράσταση για ένα ρόλο: τελείωσε 4-0. Η δεύτερη μεγάλη Σεβίλλη, αυτή που κέρδισε τρία Γιουρόπα λιγκ στη σειρά (από το 2013 μέχρι το 2016), ίσως είχε λιγότερη ποιότητα, πλην όμως ήταν μια ομάδα πολύ γεμάτη: είχε τον Ρέγιες και τον Γκαμεϊρό, στην επίθεσή της δεν χωρούσε ο εφετινός πρώτος σκόρερ του καμπιονάτο Τσίρο Ιμόμπιλε, και στη μεσαία γραμμή δέσποζαν παίκτες όπως ο Κόκε, ο Βιτόλο και φυσικά ο Μπανέγα η παρουσία του οποίου συνδέει εκείνη την ομάδα με την τωρινή. Η νίκη της κόντρα στη Λίβερπουλ του Κλοπ το Μάιο του 2016 δεν ήταν καν έκπληξη: η ομάδα του Γιουνάι Εμερι ήταν ένα σκαλί πιο ψηλά από αυτή του Γερμανού. Το αξιοσημείωτο στην ιστορία δεν ήταν οι νίκες της, ήταν κατά τη γνώμη μου οι αποτυχίες της στο Τσάμπιονς λιγκ, αλλά και στο ισπανικό πρωτάθλημα, όπου ματαίως περιμέναν όλοι ότι θα μπει σφήνα στη Ρεάλ και στη Μπαρτσελόνα όπως κατάφερε να κάνει η Ατλέτικο Μαδρίτης π.χ. Η ίδια ομάδα που κέρδιζε τη Λίβερπουλ, έχανε από την ΤΣΣΚΑ Μόσχας εντός έδρας ή την Γκλάντμπαχ – ομάδες στις οποίες στο Γιουρόπα λιγκ θα έκανε πλάκα! Ανεξήγητο; Μπορεί.
Η ίδια η πόλη
Επειδή όπως πολλές φορές γράφω στο ποδόσφαιρο οι εξηγήσεις δεν είναι πάντα αγωνιστικές νομίζω πως το μυστικό της Σεβίλλης είναι η ίδια η πόλη της Σεβίλλης, την οποία ανεπιφύλακτα σας συνιστώ να επισκεφτείτε όταν και εφόσον αυτόν θα είναι πάλι δυνατό. Ένα από τα χαρακτηριστικά των ομάδων είναι ότι κουβαλάνε συχνά την νοοτροπία των ανθρώπων των πόλεων από τις οποίες προέρχονται: η πόλη της Σεβίλλης είναι ένα οικιστικό κομψοτέχνημα – σίγουρα η ωραιότερη πόλη της Ισπανίας. Ιδρυμένη από αρχαίους Ελληνες που έφτασαν μέχρι την Ανδαλουσία, η κάποτε Ισπαλίς και σήμερα Σεβίλλη εκτείνεται στις όχθες του ποταμού Γουαδαλκιβίρ και φτάνει μέχρι και τη νήσο των Καρθουσιανών – μια υπέροχη νησίδα στην οποία μπορεί να δεις τον ήλιο να σβήνει με χρονοδιακόπτη. Δυο τεράστιοι δρόμου τέμνονται και χωρίζουν την πόλη σε τέσσερα διαμερίσματα, αρμονικά και δίκαια, ώστε σε κανένα από αυτά να μην υπάρχει περισσότερη ασχήμια από ομορφιά.
Οι βόλτες στα γεφυράκια, στο μεγάλο πάρκο Μαρία Λουίσα είναι υποχρεωτικά περάσματα κι όχι τουριστικοί περίπατοι και τα αραβουργήματα που συναντάς νομίζεις πως είναι τα κοσμήματα της ομορφιάς της. Ενας τέτοιος ιδανικός τόπος δεν μπορεί παρά να είναι έδρα μιας ομάδας αποτελούμενη από ανθρώπους που χαίρονται τη ζωή τους εκεί όσο και το ποδόσφαιρο, είτε είναι ανδαλουσιανοί είτε ξένοι που ευχαριστούν τη μοίρα τους γιατί κατέληξαν εκεί. Το ποδόσφαιρο που παίζουν είναι ανέμελο, όμορφο γιατί είναι απαλλαγμένο από το άγχος, δημιουργικό γιατί η ίδια η πόλη το παρακολουθεί ως θέαμα, όπως τις τοπικές ταυρομαχίες. Σε αυτή την χωρίς εντάσεις πόλη είναι δύσκολο να υπάρξει μια ομάδα ικανή να διακριθεί στο Τσάμπιονς λιγκ ή να κερδίσει το ισπανικό πρωτάθλημα: αυτά απαιτούν υπερβάσεις, ένταση και κυνική σκοπιμότητα – στον παράδεισο δεν υπάρχουν. Όμως στο Γιουρόπα λιγκ, εκεί που οι εντάσεις είναι μικρότερες και η διάκριση δεν συνδυάζεται με ποταμούς από κέρδη, η άνετη Σεβίλλη νοιώθει υπέροχα: οι αντίπαλοί της βρίσκουν στους τελικούς πάντα μια ομάδα χαρούμενη γιατί έχει κάνει τη δουλειά της, έτοιμη να τους κερδίσει παίζοντας με τα νεύρα τους, δηλαδή με την δική τους υποχρέωση να αποδείξουν πως μπορούν να της κάνουν ζημιά. Εξι νίκες σε τελικούς (και μάλιστα με διαφορετικούς τρόπους – δυο π.χ στα πέναλτι) μαρτυρούν ότι τρόπος να χαλάσεις το μυαλό των άνετων Σεβιλλιάνων δεν υπάρχει. Ο Γουαδαλκιβίρ θα φωταγωγηθεί, η πόλη θα πανηγυρίσει κι αύριο όλοι θα επιστρέψουν στην όμορφη καθημερινότητα της, τυχεροί γιατί ζουν εκεί που όλοι θα θελαν.
Τι θέλει ο Κόντε;
Από την άλλη ομολογώ ότι δεν έχω καταφέρει ακόμα να καταλάβω το ποδόσφαιρο του Αντόνιο Κόντε. Δεν λέω ότι δεν έχει αποτελέσματα – απλά παραδέχομαι ότι δεν κατανοώ τις επιλογές πάνω στις οποίες το δόγμα του προπονητή στηρίζεται.
Γιατί μια ομάδα που έχει τον Ερικσεν πρέπει να παίζει με τρεις κόφτες στη μεσαία γραμμή και τον κουρασμένο Μπρόζοβιτς οργανωτή από τα μετόπισθεν; Γιατί όταν υπάρχουν ο Ντε Βριλ και ο Γοδίν χρειάζεται κι ένας τρίτος κεντρικός αμυντικός; Γιατί όταν θες να πρεσάρεις ψηλά, πρέπει να χαρίζεις ένα μεσοκυνηγό στον αντίπαλο; Και γιατί όλη η προσχεδιασμένη επιθετικότητα εξαντλείται σε μια σειρά από παλιομοδίτικες αντεπιθέσεις που προϋποθέτουν βαθιές μπαλιές από τα μετόπισθεν και ατελείωτα σπριντ από το Λουκάκου, τον Μαρτίνεθ, τον Ντ Αμπρόζιο και τον Μπαρέλα; Μόνο σε εμένα όλα αυτά φαίνονται παλιομοδίτικα και μάλλον ανάρμοστα με το υλικό μιας ομάδας, που είχε στον πάγκο χθες τον Καντρέβα, τον Μιχιταριάν, τον Μόζες, τον Ερικσεν και τον Σκρίνιαρ που στη Σεβίλλη θα ήταν όλοι βασικοί; Νομίζω πως ο Κόντε προσπαθεί ματαίως να εκσυγχρονίσει το ποδόσφαιρο που έμαθε μικρός, δηλαδή αυτό του Τραπατόνι. Που στην Ευρώπη σπανίως κέρδιζε, μην το ξεχνάμε.
Τρεις νίκες στο γκολ
Η Σεβίλλη πανηγυρίζει ένα αληθινό κατόρθωμα στο οποίο έφτασε κάνοντας στο Final 8 τρεις νίκες στο γκολ. Με τη Γουλβς σκόραρε στο 88΄κι ενώ οι Λύκοι είχαν χάσει πέναλτι. Με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έμοιαζε έτοιμη να σωριαστεί, πριν βρει το νόκ άουτ χτύπημα. Με την Ιντερ έκανε κάτι πιο απλό: στο δεύτερο ημίχρονο της άφησε τη μπάλα γνωρίζοντας πως αυτό θα την μπερδέψει – η ίδια έχει αρκετή υπομονή για να περιμένει μια φάση. Σε κάθε ματς η Σεβίλλη παραχώρησε ένα πέναλτι ακριβώς γιατί δεν κατέβηκε ποτέ για να κρατήσει το μηδέν, αλλά για να παίξει. Και για μια ακόμα φορά μας θύμισε πως μια ομάδα πρέπει να βοηθά προπονητές και παίκτες να βρουν τον εαυτό τους. Ο Μόντσι ξαναβρήκε τους τρόπους του: στη Ρόμα τον είχαν λειώσει στην πίεση. Ο Λοπετέγκουϊ διωγμένος από τη Ρεάλ σε χρόνο ρεκόρ πανηγυρίζει μια κούπα στην οποία έβαλε την υπογραφή του. Ολοι σήμερα θα πιούν ένα κρασί, θα φάνε ένα χαμόν και μια παέγια και θα τραγουδάνε. Γιατί στη Σεβίλλη η ζωή είναι ωραία…
Πηγή: Κάρπετ Show