Η υπερομάδα των πέντε ηπείρων υποκλίθηκε στους μπλε σαμποτέρ και η επιστήμη σήκωσε τα χέρια ψηλά.
O Nίκος Παπαδογιάννης παρακολουθεί ξεχασμένα βίντεο και αναπολεί τον Last Dance του Σαμπόνις, του Ντράζεν και του Γκάλη.
H τελευταία στάση μου πριν το χθεσινό σιωπητήριο ήταν το ΥouTube. Μέσα στον ωκεανό της σαβούρας, το μάτι μου έπεσε πάνω σε κάτι ζουμερό, που δεν θυμάμαι αν το έχω ξαναδεί: ΕΣΣΔ-Γιουγκοσλαβία, από το Ευρωμπάσκετ του 1985 , το τελευταίο που έγινε ποτέ χωρίς ελληνική συμμετοχή.
Σε περιγραφή του Φίλιππου Συρίγου, που τότε πρέπει να ήταν 37 ετών. Με διαιτητές Ρήγα και Κότλεμπα. Λίγες μέρα μετά τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλτριών, όπου ο Ντράζεν ισοπέδωσε με 36 πόντους τη Ρεάλ στο νεότευκτο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας.
Όνειρο, εαρινής και ολίγον βροχερής νυκτός. Διότι καλό το Last Dance, αλλά …νισάφι. Όχι άλλο Τζόρνταν, Πάριο κι Αλεξίου.
Κάπως έτσι, ξημέρωσα παρέα με τον Άρβιντας Σαμπόνις και με τον Ντράζεν Πέτροβιτς, ταξιδεύοντας νοερά στην Καρλσρούε της Γερμανίας, με χρονομηχανή 35ετίας.
Θυμάμαι να παρακολουθώ εκείνους τους αγώνες από την τηλεόραση και να αναρωτιέμαι αν οι Σοβιετικοί ήταν άνθρωποι και όχι εξωγήινα τέρατα που κατασπαράζουν αθώους ανθρώπους στο μονοπάτι τους.
Πού να φανταζόμουν το διπλό χουνέρι που θα τους έκαναν ο Γκάλης, ο Γιαννάκης, ο Φασούλας και ο Χριστοδούλου στα επόμενα δύο Ευρωμπάσκετ;
Σημειωτέον, ότι η Εθνική μας δεν προκρίθηκε καν στα τελικά του 1985, αφού αποκλείστηκε σε προκριματικό τουρνουά που έγινε στο Ελσίνκι. Την άφησαν εκτός νυμφώνος όχι κάποια μεγαθήρια, αλλά η Πολωνία, η Φινλανδία και η Βουλγαρία!
Τουλάχιστον, προκρίθηκε μέσω …Εκεντρεβίλ για το Μουντομπάσκετ του 1986, όπου εξαπέλυσε τις πρώτες προειδοποιητικές βολές.
Δείτε εδώ και εδώ τα εκπληκτικά βίντεο που ξέθαψε ο μετρ των νοσταλγικών ανασκοπήσεων Yannis Pegos, με τις περιπέτειες της «επίσημης αγαπημένης» μεταξύ 1979-86, και συγκινηθείτε μαζί μου.
Ιδίως με τις οδυνηρές ήττες το 1983 στη Γαλλία και με τα κατορθώματα του Γιουγκοσλάβου ρέφερι Κούριλιτς, που τότε έβγαλε φήμη ανθέλληνα δαίμονα…
Για τον «Σάμπας» και για τον «Αμαντέους», όμως, σας έλεγα. Η Γιουγκοσλαβία του 1985 ήταν ένα φάντασμα, ένα παρηκμασμένο σύνολο που δεν έκρυβε παρά μόνο κάποιους σπόρους από την ομαδάρα της επόμενης πενταετίας.
Ο αείμνηστος Κρέζο Τσόσιτς είχε στη διάθεσή του τον 21χρονο Ντράζεν Πέτροβιτς και τον 21χρονο Στόγιαν Βράνκοβιτς, αλλά δεν υπήρχαν ακόμη ούτε Ντίβατς, ούτε Ράτζα, ούτε Κούκοτς. Ούτε καν Πάσπαλι, Γκρμποβιτς, Τσβετίτσανιν, Ραντοβάνοβιτς, Ομπράντοβιτς, Ζντοβτς, Άτσο Πέτροβιτς.
Ομολογώ ότι δεν θα αναγνώριζα παρά ελάχιστους «πλάβι», αν δεν υπήρχε το σπικάζ του Συρίγου. Στη Γερμανία φόρεσαν τα μπλε ο Νάκιτς, ο Κνέγκο, ο Σούναρα, ο Τσούτουρα, ο Μπόμπαν Πέτροβιτς, ο Ούσιτς, ο Βούτσεβιτς, ο Ζόρκιτς, ο Βόσνιος Μούταπτσιτς.
Δύο χρόνια αργότερα, στο Φάληρο, δεν έπαιξε ούτε ένας από τους τελευταίους εννέα.
Οι Σοβιετικοί, όμως, έκαιγαν καρδιές στα γερμανικά γήπεδα: Σαμπόνις, Τκατσένκο, Μπελοστένι, Βάλτερς, Βολκόφ, Ταρακάνοφ, Τιχονένκο, Κουρτινάιτις, Χόμιτσιους, Γιοβάισα, Λοπάτοφ, Έντεν, με προπονητή τον ξεχασμένο Βλαντιμίρ Ομπούχοφ. Τρόμος.
Φυσικά κέρδισαν το χρυσό μετάλλιο, ισοπεδώνοντας όποιον βρέθηκε στο διάβα τους, με μέσο όρο 110 πόντους στην επίθεση! Η Γιουγκοσλαβία, που τελικά καταποντίστηκε, διασώθηκε με το τιμητικό 97-105.
Η μοναδική ομάδα που τους κράτησε «χαμηλά» -και τους νίκησε, σε ένα σχεδόν αδιάφορο ματς- ήταν η Ισπανία: 99-92. Στον τελικό, οι Σοβιετικοί διαμέλισαν την άμοιρη Τσεχοσλοβακία με το εκπληκτικό 120-89.
Πώς διάβολο τους νικήσαμε στον τελικό του 1987, όταν κατέφτασαν στον Πειραιά με την αύρα του ασυναγώνιστου στα ευρωπαϊκά γήπεδα;
Σύμφωνοι, έλειπαν από τη δωδεκάδα τους οι τραυματίες Σαμπόνις, Μπελοστένι και Κουρτινάιτις. Είχαν όμως τον Σαρούνας Μαρτσουλιόνις στο παρκέ και τον κολοσσό Αλεξάντερ Γκομέλσκι στον πάγκο.
Επίσης, κατέβασαν δύο καινούρια θηρία, τον Πανκράσκιν των 2μ14 και τον Γκομπόροφ 2μ09. Ναι, αυτούς που έχασαν το κρίσιμο ριμπάουντ από τον Αργύρη Καμπούρη. Δυστυχώς εγκατέλειψαν αμφότεροι πολύ νωρίς αυτόν τον μάταιο κόσμο.
Πώς διάβολο τους νικήσαμε ξανά το 1989 στο Ζάγκρεμπ; Τότε είχαν και Σαμπόνις και Μπελοστένι και Κουρτινάιτις;
Και Μαρτσουλιόνις σε τρελά ντουζένια, πανέτοιμο για το Γκόλντεν Στέιτ. Και το χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο στο στήθος. Έλειπε ωστόσο ο απρόβλεπτος Βάλτερς, που πήγε να μας χαντακώσει το ’87.
Ο Γκομέλσκι είχε αφήσει το πόστο του στον Βλάντας Γκαράστας, αλλά του έστελνε ραβασάκια με τον υιό Κύριλλο.
Εμείς βγάλαμε τον ημιτελικό με πεντέμισυ παίκτες. Οι τέσσερις σωματοφύλακες έπαιξαν από 40, ολογράφως σαράντα, λεπτά, ο Στεργάκος 30 και ο Καμπούρης 10. Οι υπόλοιποι κουνούσαν την πετσέτα.
Και δεν είχαμε καν το στοιχείο της έκπληξης με το μέρος μας. Ειδικά τα θύματα του 1987 μας είχαν σημαδέψει για να εκδικηθούν το κάζο του Φαλήρου.
Πώς διάβολο; Ποιοι θεοί κοιμήθηκαν; Ποιοι πλανήτες συστοιχήθηκαν; Ποιοι θαυματοποιοί ξεπέρασαν τον εαυτό τους; Πώς θα γίνει να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω, για να ξαναζήσουμε τους θριάμβους του 1987 και του 1989 επί των Ρώσων και των Γιουγκοσλάβων;
Μπορεί το έπος της Σαϊτάμα να ξεπέρασε όλα τα προηγούμενα, αλλά οι τυχεροί που ζήσαμε από κοντά την τριετία των πρώτων θαυμάτων θα έχουμε για πάντα το Ζάγκρεμπ και το Ευρωμπάσκετ.
Ξέρετε, δα, ποιο Ευρωμπάσκετ. Εκείνο που δεν χρειάζεται χρονικό προσδιορισμό.
Έπιασε το μάτι μου πρόσφατα ένα διαδικτυακό γκάλοπ, όπου οι χρήστες κλήθηκαν να επιλέξουν την κορυφαία μπασκετική δυναστεία της ιστορίας, σε επίπεδο Εθνικών ομάδων.
Με όλο το σεβασμό στη «ρόχα» και στους «πλάβι», η δική μου ψήφος πήγε στην πληρέστατη ΕΣΣΔ της περιόδου 1979-88, με τα χρυσά μετάλλια σε Ολυμπιακούς Αγώνες (1988), Παγκόσμια Πρωταθλήματα (1982) και Ευρωμπάσκετ (1979, 1981, 1985), χώρια το τσουβάλι με τα ασημένια και τα χάλκινα.
To μπάσκετ που έπαιζε ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του, τόσο σε ομαδικό επίπεδο και σε προπονητική σφραγίδα, όσο και σε ατομικά χαρακτηριστικά.
Ο Βάλντις Βάλτερς ήταν ένας combo guard βγαλμένος από τον 21ο αιώνα, ο Μαρτσουλιόνις υπήρξε ο πρότυπος περιφερειακός παίκτης για τη χαραυγή του 2000 και ο Βολκόφ αντίστοιχα ο τέλειος πάουερ φόργουορντ.
Τέλος, ο Σαμπόνις είναι ο σέντερ όλων των εποχών και ολόκληρου του διαγαλαξιακού συστήματος. Ένα θαύμα της φύσης, ο καλύτερος Ευρωπαίος μπασκετμπολίστας της ιστορίας.
Επιπρόσθετα, οι Σοβιετικοί ήταν συμπαθείς, ανθρώπινοι, ντεμοντέ και λίγο αφελείς. Ποτέ δεν επιχείρησαν να ταπεινώσουν τον αντίπαλο με γελοιότητες, όπως έκαναν κατά κόρον οι μετέπειτα Γιουγκοσλάβοι και Ισπανοί.
Η ΕΣΣΔ των 80’s δεν ήταν ομάδα μπάσκετ, αλλά ερυθρός οδοστρωτήρας. Μέχρι που τη σταμάτησε το ξένοιαστο γαλάζιο magic bus.
πηγή: gazzetta.gr