Επιλογή Σελίδας

Του Κώστα Παπαγεωργίου

Ο πρωταρχικός στόχος κάθε προπονητή που αναλαμβάνει τα ηνία μιας ομάδας είναι να καταφέρει να περάσει τη φιλοσοφία του στο γκρουπ ανθρώπων που θα συναντήσει. Μια έννοια που αφορά δύο σκέλη. Το αμιγώς τεχνικό-ποδοσφαιρικό κομμάτι δηλαδή τον τρόπο με τον οποίο θα ήθελε να αγωνίζεται το σύνολό του, καθώς και το κομμάτι της νοοτροπίας, του πνευματικού χαρακτήρα αυτού.

Αν υπάρχει στην Ευρώπη μία ομάδα που να της έχει μεταγγιστεί στο 100% η προσωπικότητα και ο χαρακτήρας του προπονητή της αυτή είναι η Ατλέτικο Μαδρίτης του Ντιέγκο Σιμέονε.

Σκληροτράχηλη, αδάμαστη, ψυχωμένη, χωρίς ποτέ καμία πρόθεση να παραιτηθεί, χωρίς ποτέ καμία διάθεση να κάνει εύκολη τη ζωή του αντιπάλου της. Επικίνδυνη αλλά όχι βρώμικη, γοητευτική αλλά όχι όμορφη. Σε καμία περίπτωση όμορφη. Ίσως τα τελευταία δυόμιση περίπου χρόνια ο «Τσόλο» προσπαθεί να της αλλάξει τη μορφή και αυτό όχι για να κερδίσει περισσότερους υποστηρικτές, αλλά για να κάνει την ομάδα του ισχυρότερη, για να αξιοποιήσει στο έπακρο όλες τις ικανότητες των ταλαντούχων και προικισμένων παιδιών που διαθέτει πλέον στη φαρέτρα του. Ωστόσο, οι βασικές αρχές, ο κεντρικός άξονας πάνω στον οποίο είναι χτισμένη η φιλοσοφία αυτού του συνόλου παραμένουν αναλλοίωτα.

Αν υπάρχει ένας ποδοσφαιριστής ανάμεσα σε όλους εκείνους που φορούν τα ερυθρόλευκα που να αντιπροσωπεύει στο 100% το DNA αυτής της ομάδας, αυτός είναι ο γιος του μαέστρου της.

Ο Τζουλιάνο Σιμέονε αποτελεί αναμφίβολα το πρόσωπο της σεζόν της φετινής πορείας των Rojiblancos. Με ένα φλογερό πάθος που καθηλώνει, θα τρέξει σαν τρελός, θα μοχθήσει, θα βάλει τα πόδια του στη φωτιά, θα κάνει τάκλιν, θα παίξει «ποδοσφαιρικό» ξύλο, θα διεκδικήσει την επαφή, θα πρεσάρει στα όρια της κατάρρευσης μέχρι να μην του έχει απομείνει άλλη ανάσα (χαρακτηριστική η σκηνή στο παιχνίδι κόντρα στη Θέλτα), μέχρι ο προπονητής του να του φωνάξει με μανία από την πλάγια γραμμή με τις κλασικές του και άκρως παραστατικές χειρονομίες, ρίξε ταχύτητα.

Ο 22χρονος Τζουλιάνο γεννημένος στη Ρώμη το Δεκέμβρη του 2002 την εποχή που ο μπαμπάς του αγωνίζονταν στην ιταλική πρωτεύουσα για λογαριασμό της Λάτσιο, είναι ο μικρότερος από τους τρεις γιους της οικογένειας Σιμέονε και έχει κληρονομήσει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που μετέτρεψαν τον «Cholo» σε μια ηγετική φιγούρα αλλά και στην προσωποποίηση του πάθους και του τσαγανού στις εποχές που μεσουρανούσε στα μεγάλα ευρωπαϊκά σαλόνια ως ποδοσφαιριστής αρχικά, αλλά και ως καθοδηγητής και αναμορφωτής της αγαπημένης του Ατλέτικο χρόνια αργότερα, ντυμένος από την κορφή ως τα νύχια μέσα στα κομψά μαύρα του κοστούμια.

Δεν είναι εύκολο να είσαι ο σπόρος ενός σπουδαίου, πολλές φορές μοιάζει περισσότερο κατάρα και λιγότερο ευχή. Είναι βαρύ το φορτίο που τοποθετεί η ιστορία στην πλάτη σου, χρειάζεται να είσαι φτιαγμένος από γερό σκαρί και πάστα για να μπορέσεις να το σηκώσεις και να ανταπεξέλθεις στις προσδοκίες. Ο «Cholito» αποδεικνύεται για την ώρα πως διαθέτει όλα εκείνα τα ψυχικά και πνευματικά συστατικά που απαιτούνται για να αντέξει το βάρος και να συνεχίσει την κληρονομία.

Χάρες ο Σιμεόνε δεν κάνει σε κανέναν. Ποτέ δεν έκανε. Για να κερδίσεις τον Τσόλο πρέπει να του αποδεικνύεις κάθε μέρα ότι μοχθείς και δουλεύεις στα όριά σου. Δεν αρκεί να είσαι καλός ή ταλαντούχος, δεν είναι ο αυτοσκοπός του. Δεν τον νοιάζει ποιος είσαι, ακόμη και αν είσαι το παιδί του…

Για να παίξεις για τον Σιμεόνε πρέπει να προσπαθείς στα κόκκινα κάθε μέρα, να θέτεις τον εαυτό σου καθημερινά σε μία σκληρή και εξοντωτική δοκιμασία, να είσαι θαρραλέος και να μη φοβάσαι την ευθύνη, να υποστηρίζεις έμπρακτα το αγαπημένο του μότο πως το μόνο μη διαπραγματεύσιμο πράγμα στη ζωή είναι η προσπάθεια.

Ο Τζουλιάνο την κέρδισε τη θέση. Μόνος του, με το σπαθί του. Και εξακολουθεί να τη διεκδικεί και να την κερδίζει. Μετά από δύο χρόνια όπου έκανε το «αγροτικό» του με επιτυχία σε Σαραγόσα και Ντεπορτίβο Αλαβές, ο 22χρονος επέστρεψε στο σύλλογο όπου άνηκε, άρπαξε την ευκαιρία από τα μαλλιά και έγινε ένας από τους πρωταγωνιστές της φετινής εξαιρετικής σεζόν των Rojiblancos όπου βρίσκονται μέσα στη διεκδίκηση και των τριών στόχων.

32 φορές έχει πατήσει το χορτάρι φέτος με το κοντέρ να γράφει 4 τέρματα και 6 ασίστ και συνολικά 1.842 λεπτά συμμετοχής. Δεν είναι όμως τα νούμερα εκείνα που μετράνε πάντα, υπάρχουν άλλα στοιχεία σε αυτό το πανέμορφο παιχνίδι που δεν αποτυπώνονται σε κανένα χαρτί, σε καμία στατιστική.

Όχι δεν είναι ο ποιοτικότερος ποδοσφαιριστής της, δεν έχει ούτε τα γκολ και το hype του Άλβαρεζ, ούτε την ποδοσφαιρική ευφυΐα του και την κλάση του Γκριεζμάν, δεν είναι καν ο πολυτιμότερος της φετινής σεζόν.

Είναι όμως το πρόσωπο εκείνης, ο man of the season, ανήκει στην κατηγορία των παικτών που δεν τους τυφλώνουν οι προβολείς, δε λάμπουν, δε γεμίζουν χρυσόσκονη, αλλά κάνουν σωστά όλα εκείνα τα μικροπράγματα που είναι στο αποτέλεσμα μεγάλα, θυσιάζονται για τον κοινό στόχο αδιαφορώντας για το εγώ τους, αποτελούν στην πλειοψηφία των περιπτώσεων τους παίκτες-κλειδιά που η παρουσία τους είναι καταλυτική και απαραίτητη προκειμένου ένα γκρουπ ανθρώπων να φτάσει στην επιτυχία.

Η σεζόν έχει μπει στην τελική της ευθεία, η Atleti φουλάρει τις μηχανές της για όλους τους στόχους. Μπορεί να τα κερδίσει όλα, μπορεί να χάσει και τα πάντα. Το σίγουρο είναι πως σε αυτή την μαγική διαδρομή έχει κερδίσει έναν ανέλπιστο πρωταγωνιστή ο οποίος έχει αγαπηθεί τρελά από το φίλαθλο κοινό της κόκκινης πλευράς της Μαδρίτης, όχι απλώς διότι φέρει το όνομα του ποδοσφαιρικού «Θεού» της αλλά κυρίως επειδή είναι φτιαγμένος κατ εικόνα και καθ’ ομοίωσή του.