Του Αλέξη Σπυρόπουλου
Ετρεξαν με τη μπάλα, και μας έτρεχαν όλη νύχτα. Κατάφεραν, κάτι βαρύτερο από το να μας νικήσουν. Εφυγαν, και μας άφησαν φυτεμένη βαθιά μες στο μυαλό την ιδέα ότι είναι (κατά πολύ) ανώτεροι. Είναι, πράγματι;
Η μέση market value του ποδοσφαιριστή της ελληνικής ενδεκάδας, ξεπερνά τα 17 εκατομμύρια. Η μέση market value του ποδοσφαιριστή της ενδεκάδας της Δανίας, ξεπερνά τα 20 εκατομμύρια. Φυσιολογικά δηλαδή, ντέρμπι. Αντί ντέρμπι, στην αληθινή ζωή έγινε τρίμπαλο…κι ούτε που χρειάστηκαν έστω μία “απόκρουση Σμάικελ”. Την απόκρουση Σμάικελ της βραδιάς, την έκανε ο Ελληνας τερματοφύλακας προς το φινάλε του πρώτου ημιχρόνου. Το φάουλ που έβγαλε, με τη σπόντα στο κεφάλι του Κουλιεράκη.
Το μη μετρήσιμο που έφερε αντί ντέρμπι τρίμπαλο, είναι η εδραιωμένη ρουτίνα. Η Δανία ανά δύο χρόνια, παίζει Μουντιάλ ή Γιούρο. Η Ελλάδα ανά δύο χρόνια, βλέπει όσους παίζουν Μουντιάλ ή Γιούρο. Ο Ντάμσγκααρντ (κλέψιμο, ένα-δύο, εκτέλεση, γκολ) σε παρόμοιο χρονικό σημείο από παρόμοια απόσταση, έχει ανοίξει σκορ σε ημιτελικό Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος εναντίον της Αγγλίας στο Wembley. Been there, done that.
Οντως η Δανία ταξίδεψε, στριμωγμένη στη γωνία μετά το μηδέν-μηδέν με τη Σκωτία. Το στρίμωγμα, το έκαναν αποφασιστικότητα να ξεφύγουν από τη γωνία. Λέγεται, μάνατζμεντ της συνθήκης. Το μηδέν-μηδέν, απλώς τους έδειξε μερικά tips για την επόμενη φορά. Τα media στη χώρα για παράδειγμα, φάνηκε πως είχαν δίκιο να υπενθυμίσουν στον κόουτς ότι η φυσική θέση αυτού του 19χρονου χαφ που προσηλύτισε η Πόρτο, του Φρόχολντ, είναι στην ενδεκάδα. Ενας επόμενος Ερικσεν.
Η Δανία, ασχέτως εάν εκκινεί με ένα μηδέν-μηδέν εντός έδρας, έχει βεβαιότητα ότι θα ξαναπάει εκεί που ανά δύο χρόνια πηγαίνει. Η Ελλάδα έχει αβεβαιότητα αν επιτέλους, μετά από δώδεκα χρόνια, θα πάει. Ομολογώ πως ενδόμυχα το φοβόμουν, αυτό το after του 5-1 με τη Λευκορωσία. Σκεφτόμουν πως το αμέσως προηγούμενο after ενός 5-0 (Καζαχστάν) ήταν ο αποκλεισμός στην Τιφλίδα.
Λόγω χαρακτηριστικών αυτών των ποδοσφαιριστών, λόγω φιλοσοφίας αυτού του προπονητή, το ελληνικό μοτίβο-παράδεισος είναι ο έλεγχος της μπάλας. Τα πάντα, στηρίζονται στον έλεγχο. Θέλουμε τη μπάλα. Δίχως τη μπάλα, η Ελλάδα έγραψε 0.17 αναμενόμενα γκολ. Είναι τέχνη βέβαια, να κάνεις τη μπάλα δική σου. Οι Δανοί φρόντισαν, πρακτικά να μη την έχουμε ποτέ. Η μπάλα στο παιγνίδι, είναι μία. Την έκαναν ολοκληρωτικά δική τους, αυτοί.
Ηταν το κλειδί, οι επαναλαμβανόμενες κατοχές+κυκλοφορίες+επιθέσεις χρησιμοποιώντας όλα τα τετραγωνικά κατά μήκος και κατά πλάτος του τερέν, για να κάνουν το μυαλό των Ελλήνων διεθνών…κουρκουλούκι που λέμε στο χωριό. Ενδόμυχα αντιλαμβανόμενοι την αδυναμία να παίξουν κανονικά, όλο και πιο πολύ οι Ελληνες διεθνείς βιάζονταν να περάσουν τη μπάλα απευθείας από τη route one, Κουλιεράκης στον Παυλίδη…κι ό,τι προκύψει. Το μηδέν-ένα, δεν είναι παρά η πρεμούρα του Τζολάκη να παίξει γρήγορα.
Οι Δανοί, εύκολα αντιμετώπιζαν τέτοιες μεταφορές (και συμπεριφορές) αγκομαχητού. Ξανάπαιρναν τη μπάλα, επανέρχονταν, κάθε φορά που την έπαιρναν η Ελλάδα ύστερα έκανε κανα-δυο λεπτά σερί να περάσει πάλι τη σέντρα, στη διαρκή πίεση αθροίζαμε λάθη. Ως και τα φαινομενικά unforced λάθη στους ευαίσθητους χώρους, απ’ αυτό ήταν. Οτι βήμα-βήμα, μας ίδρωσαν τα κεφάλια. Μας οδήγησαν, σε σίριαλ εσφαλμένων αποφάσεων. Στην ήδη νιοστή εσφαλμένη απόφαση, μας σκότωσαν.
Πόσες φορές, υπό αδιάκοπη πίεση, θα κόψεις τις διεισδυτικές πάσες χαμηλά; Πόσες φορές, θα βγαίνεις νικητής στις μάχες ψηλά; Πόσες φορές, θα βάλεις με ακρίβεια τα μπλοκ στα σουτ από τα είκοσι μέτρα; Εμοιαζε σαν έλλειμμα συγκέντρωσης. Υπευθυνότητας, ίσως. Στην πραγματικότητα ήταν, συλλογική δυσανεξία. Είναι λόγος δυσανεξίας αυτού του γκρουπ, εξαιτίας του αντίπαλου ο Καρέτσας να έρχεται και να παίζει (σαν πέμπτος αμυντικός) δεύτερος δεξιός μπακ “εξωτερικά” του Βαγιαννίδη.
Πολλές φορές συμβαίνει, να περιμένεις σαν σωστικό συνεργείο τους game-changers στην ανάπαυλα. Ο Γιοβάνοβιτς στο Καραϊσκάκη, το είχε ζήσει κιόλας πριν τη Δανία. Στο ντεμπούτο του που οι Φινλανδοί “μας έπαιζαν”, έφερε τον Κωνσταντέλια αντί του Χατζηγιοβάνη. Αργότερα με τη Σκωτία, πέρασε τον Καρέτσα στη θέση του Μασούρα. Εδώ, Κωνσταντέλιας και Καρέτσας έγιναν “στο μεταξύ” κομμάτια του plan a. Ο ρόλος της οδικής βοήθειας, πέρασε στον Μπακασέτα και στον Μασούρα.
Αλλά, αυτή τη φορά, δεν γινόταν τίποτα. Διότι όποτε η ομάδα “με αίμα” δημιουργούσε αίσθηση ότι κάτι πάει να καταφέρει και κάπως πάει να επιστρέψει, είτε με τον Μπακασέτα και τον Μασούρα είτε και αργότερα με το plan c των δύο σέντερ-φορ, ακριβώς εκεί και τότε ερχόταν η στιγμή που πυροβολούσε τα πόδια της. ‘Η, μικρή σημασία έχει, της πυροβολούσαν οι Δανοί τα πόδια.
Κατέληξε να μοιάζει, ξεχαρβάλωμα των ατάκτων. Και τακτική ομάδα, μπορεί κάποτε να το πάθει. Είναι το επίπεδο, φίλε. Καλό θα μας κάνει…να το συνηθίσουμε. Στο κάτω-κάτω, για να μπορούν να παίζουν τέτοια ματς δεν αγωνίστηκαν (και το μπόρεσαν) να προβιβαστούν στην Α’ Εθνική του Nations League;
















