Του Νίκου Παπαδογιάννη
Φωτογραφίες από τα επινίκια της κατάκτησης του πρωταθλήματος 2019-20 δεν υπάρχουν. Εάν υπήρχε τρόπος να στηθεί αναδρομικά ένα γλέντι, άνευ κορονοϊών και άλλων ενοχλητικών παρείσακτων, το ενσταντανέ από το ΟΑΚΑ θα έπιανε μεταξύ άλλων εκλεκτών τον Νικ Καλάθη, τον Ιωάννη Παπαπέτρου, τον Ντίνο Μήτογλου και τον Γιώργο Παπαγιάννη.
Ο ελληνικός κορμός του Παναθηναϊκού έμοιαζε ισχυρός, όσο ποτέ άλλοτε στην εποχή μετά την προπονητική και διοικητική «μεταπολίτευση» του 2012. Καλώς εχόντων των πραγμάτων, η νέα σεζόν θα ξεκινούσε με διάχυτη αισιοδοξία, αφού ο εγχώριος τίτλος (που πάντως κατακτήθηκε απόντος του Ολυμπιακού) είχε συνδυαστεί με μία καλή πορεία στην Ευρώπη πριν σβήσουν τα φώτα: 6η θέση, ρεκόρ 14-14, υποθήκη πλέι-οφ.
Κάπου εκεί, όμως, ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση, με την επίσημη αποχώρηση του Δημήτρη Γιαννακόπουλου, στις 9 Ιουνίου αν έχω σημειώσει σωστά την ημερομηνία. Το «αντίο» του Νικ Καλάθη, που πλέον δεν τον χωρούσε ο τόπος (πόσο μάλλον ο κουμπαράς), ήταν ο πρώτος σεισμός.
Τουλάχιστον, όμως, έμεινε αναλλοίωτος ο υπόλοιπος πυρήνας, που μάλιστα ενισχύθηκε με τον Νεμάνια Νέντοβιτς και αργότερα με τον Μάριο Χέζονια. «Από τους πέντε, να κρατήσουμε τουλάχιστον τους τρεις», ήταν το σύνθημα του καλοκαιριού του 2021. Όπερ και εγένετο, αλλά πάνω σε κινούμενη άμμο.
Μόλις έναν χρόνο αργότερα, έχει απομείνει μόνος κι έρημος από το κουιντέτο ο Γιώργος Παπαγιάννης, να αναρωτιέται σε ποιους ανέμους σκόρπισαν οι υπόλοιποι συνοδοιπόροι του και τι ακριβώς επιφυλάσσει το μέλλον. Ο θεόρατος σέντερ, γύρω από τον οποίο χτίστηκε το παιχνίδι του Παναθηναϊκού σε άμυνα και επίθεση, έχει συμβόλαιο μέχρι το 2023 και ασφαλώς θα είναι περιζήτητος.
Εάν έρθουν να τραγουδήσουν στα αυτιά του οι σειρήνες από το Μιλγουόκι, που απ’ ότι φαίνεται είναι πιθανό, μπορεί να φύγει ακόμα και σήμερα. Η δική του ρήτρα αποδέσμευσης αφορά αποκλειστικά το ΝΒΑ.
Περισσότερο και από τα πολύκροτα διαζύγια των τελευταίων 13 μηνών ενοχλεί η επιχειρηματολογία που τα συνοδεύει, ρητά ή άρρητα. Ο Μήτογλου (που σήμερα κινδυνεύει με τιμωρία 2-4 ετών λόγω ντόπινγκ) δήλωσε ευθέως ότι ο Παναθηναϊκός δεν κάλυπτε πια τις φιλοδοξίες του. Ο Νέντοβιτς ενεργοποιώντας μια χλιαρή ρήτρα, από αυτές που μπαίνουν στα συμβόλαια για να δίνουν διέξοδο στους δυσαρεστημένους.
Ο Παπαπέτρου αποχωρεί με μία περίεργη κοινή συναίνεση, όπου καμία από τις πλευρές δεν φαίνεται διατεθειμένη να μετάσχει σε οικονομικό παζάρι. Η πλευρά του Παναθηναϊκού επικαλείται «αγωνιστικούς λόγους», λες και μιλάει για τον Κασελάκη ή για τον Καββαδά και όχι για τον αναντικατάστατο πληθωρικό κάπτεν των 30-35 λεπτών.
Ο ίδιος ο παίκτης, ενώπιος με το τελευταίο ίσως πλουσιοπάροχο συμβόλαιο της καριέρας του στα 28 του, μοιάζει να πιστεύει ότι η νέα σεζόν θα αποτελούσε άσκοπη σπατάλη, Μοιραία, ζήτησε να αποδεσμευθεί, ώστε να μιλήσει ανεμπόδιστα με τους ουκ ολίγους μνηστήρες. Η ούτως ή άλλως χαμηλή ρήτρα των 400 χλιάδων ευρώ γράφτηκε στο χιόνι.
Και η αμηχανία της καλομαθημένης εξέδρας, ο «φόβος για το σκοτάδι» όπως θα έλεγαν οι Iron Maiden που δονούν απόψε το ΟΑΚΑ, τρυπάει πια το ταβάνι. Πώς να χωρέσει στο αφήγημα περί άμεσης επιστροφής στα μεγαλεία η εθελούσια έξοδος του σημαντικότερου παίκτη της ομάδας;
Και πώς να χωνέψει ο οπαδός τη φημολογούμενη αυριανή συμφωνία του Παπαπέτρου με την Παρτίζαν; Οι Σέρβοι χρησιμοποιούν αποτελεσματικά το δέλεαρ του Ζέλικο Ομπράντοβιτς (το ίδιο που κάποτε ξεμυάλισε τον Κώστα Σλούκα), αλλά δεν είναι ούτε ζάπλουτοι παραλήδες ούτε διεκδικητές ευρωπαϊκών τροπαίων.
Και δεν είναι να πεις ότι το Βελιγράδι είναι απαλλαγμένο από την τοξικότητα που τόσο ενόχλησε τον Παπαπέτρου τους τελευταίους μήνες. Μπροστά στα μοβόρα ντέρμπι Αστέρα-Παρτίζαν, τα Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός θυμίζουν προσκοπικές εκδηλώσεις.
Μετρημένες και ζυγισμένες μία προς μία, και με τα σταθμά του 2022, οι μεταγραφές του φετινού Παναθηναϊκού είναι από αξιόλογες μέχρι εξαιρετικές. Ο πολυσύνθετος Μάριους Γκριγκόνις είναι παίκτης επιπέδου ΤΣΣΚΑ, αν και θα πρέπει να αποδείξει στην πράξη ότι διαθέτει την ανάλογη προσωπικότητα. Ο Νέιτ Ουόλτερς οργανώνει και σκοράρει καλύτερα από οποιονδήποτε πόιντ-γκαρντ (από τους πολλούς) φόρεσε τα πράσινα την τελευταία διετία.
Ο Πάρις Λι αποτελεί σχεδόν πολυτέλεια για τη θέση του αναπληρωματικού «άσου». Ο Ντέρικ Ουίλιαμς μπορεί να μη στεριώνει πουθενά για πάνω από έναν χρόνο, αλλά σκόραρει με άνεση και συνδυάζει την ουσία με το θέαμα. Τον Άντριου Άντριους δεν τον ξέρω, οπότε δεν βάζω το χέρι μου στη φωτιά, ούτε δίνω μεγάλη σημασία στις περγαμηνές από το Eurocup.
Ο Ντέγιαν Ράντονιτς ξέρει να μετατρέπει τα λίγα σε πολλά και να κάνει τους παίκτες του καλύτερους από ότι φαίνονται στα χαρτιά. Ο νέος Παναθηναϊκός μπορεί να κουμπώσει σωστά υπό τις οδηγίες του ικανότατου Σέρβου και να αποδειχθεί αξιόμαχος, στα μέτρα του εφικτού και του ρεαλιστικού.
Ωστόσο, ο κίνδυνος της απώλειας ταυτότητας είναι ορατός. Δεν είναι καθόλου εύκολο να χτιστεί μία νέα ομάδα με «λεγεωνάριους» (παίκτες και προπονητή), που χθες ζούσαν κάπου αλλού και αύριο θα παίζουν για κάποιον άλλον. Oύτε φυσικά υπάρχουν στην αγορά Έλληνες πρώτης γραμμής ώστε να μπαλώσουν τα κενά και να αναπληρώσουν το κενό στο ζητούμενο 6+6. Για το 2022-23 μιλάμε, όχι για το μέλλον.
Το πρόβλημα ήταν ορατό ακόμα και στον φετινό Παναθηναϊκό, όπου με την πρώτη αναποδιά οι περισσότεροι ξένοι έπαιζαν για τα στατιστικά τους και για το επόμενο συμβόλαιό τους. Πώς θα κερδίσει μία ομάδα και πώς θα μεγαλώσει, εάν οι παίκτες της δεν σκοτίζονται από την ήττα;
Το τζάμπολ της νέας περιόδου θα βρει τον Παναθηναϊκό με έναν και μοναδικό πρωτοκλασάτο Έλληνα μπασκετμπολίστα (τον Παπαγιάννη) και δίχως καν κάποιους ξένους που να έχουν ιδρώσει τη φανέλα του και τη νιώθουν λίγο δική τους (όπως ο Νέντοβιτς).
Η φυγή των Διαμαντίδη, Αλβέρτη από τα όψιμα διοικητικά πόστα αραίωσε το πράσινο ακόμα περισσότερο. Πέρα από τους Πεδουλάκη και Παπαγιάννη, ποιος μπορεί πλέον να βγει μπροστά και να υπερασπιστεί το τριφύλλι ως δικό του, οικείο σύμβολο; Ο Παναθηναϊκός του καλού καιρού ήταν πάνω απ’ όλα στιβαρός, ομοιογενής οργανισμός. Όχι δημιούργημα της μίας χρονιάς.
Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος θα προστεθεί στην εξίσωση, σε οποιαδήποτε εξίσωση, όταν αποσαφηνίσει τις προθέσεις και τον ακριβή ρόλο του. Ουδείς μπορεί να του ζητήσει θαύματα ή υπέρογκες οικονομικές υπερβάσεις. Φοβάμαι ωστόσο ότι τα δικά του ήξεις-αφίξεις, δικαιολογημένα έστω, μάλλον προσθέτουν στην αστάθεια παρά την καταπολεμούν.
Ο Ιωάννης Παπαπέτρου εγκατέλειψε προ τετραετίας τον Ολυμπιακό και πέρασε στην απέναντι όχθη, για λόγους κυρίως συναισθηματικούς. Στην περίπτωσή του, είναι αληθές το κλισέ που τον θέλει …παιδιόθεν «πράσινο». Από τότε που έφυγε ο Καλάθης, ειδικά, ο Παπαπέτρου έγινε λυδία λίθος της ομάδας. Πάνω στο παρκέ και μέσα στα αποδυτήρια.
Νομίζω ότι το τέλος της «πράσινης» καριέρας του παραήταν άδοξο, άκομψο και αβασάνιστο, άσχετα αν συνοδεύτηκε με ένθεν κακείθεν αβρότητες. Για τον Παναθηναϊκό, που ασφαλώς βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι, το διπλό φευγιό των Παπαπέτρου και Νέντοβιτς μπορεί να ναρκοθετήσει ένα καλοκαίρι προσεκτικής αναδόμησης και καίριων μεταγραφικών επιλογών.
Πηγή: Gazzetta