Επιλογή Σελίδας

Του Γιάννη Σερέτη

Εχει αμφισβητηθεί, ο ίδιος, πολύ. Πάρα πολύ. Εχει αμφισβητηθεί η Εθνική μπάσκετ πολύ. Πάρα πολύ. Είναι ο αρχηγός της. Θα μπορούσε, μετά από τη μεγαλύτερη νίκη της ομάδας μετά από 16 χρόνια, να καθίσει ένα πεντάλεπτο μπροστά στα μικρόφωνα και να βγάλει… λόγο. Με φουσκωμένα τα στήθη μετά από την πρόκριση επί της Λιθουανίας, χωρίς κανένα βάρος πια, να κατακεραυνώσει τους haters της ομάδας, ή τέλος πάντων εκείνους που δεν την πίστευαν. Δεν το έκανε. Aλλωστε, για να είμαστε ειλικρινείς, πολλούς haters από την αρχή αυτού του Eurobasket η Ελλαδάρα δεν είχε. Εκείνος, όμως, είχε καρφώσει κάτι άλλο στο μυαλό του. Κάτι που για τον ίδιο ήταν σημαντικότερο. Διότι ξέρει πια – χρόνια στο…. κουρμπέτι – όχι μόνο τη βαρύτητα των δηλώσεων αθλητών τέτοιου βεληνεκούς, αλλά και πότε είναι το σωστό timing. Πότε τα ώτα είναι δεκτικά, πότε τα λόγια έχουν πολύ μεγαλύτερη απήχηση.

Εκανε τον «τυπικό» πρόλογό του για το ματς με τους… Βαλαντσιούνες («Όπως πολύ σωστά είπε ο Γιάννης στο τέλος, δεν έχουμε κερδίσει κάτι ακόμα, δεν έχουμε καταφέρει κάτι, απλά δώσαμε στον εαυτό μας άλλη μια ευκαιρία για διάκριση – Το όνειρο είναι μπροστά και δεν μένει παρά να το κυνηγήσουμε, είμαστε ευλογημένοι που το ζούμε αυτό»), αλλά στη συνέχεια είπε αυτό που είχε προγραμματίσει στο μυαλό του. Αυτό που ξεπερνά το μπάσκετ. Και το ποδόσφαιρο. Αλλά αυτό που μπορεί να μεταδώσει μέσω αυτού που υπηρετεί. Αυτό που τον είχε ενοχλήσει τόσο πολύ το προηγούμενο βράδυ μετά από την «τριάρα» της Δανίας στο «Γ. Καραϊσκάκης».

«Το μόνο που θέλω να πω – κι επειδή είναι μετά από νίκη είναι ευκαιρία… Χθες το βράδυ παρακολουθώντας το βράδυ το ποδόσφαιρο μετά στα social είδα πολλούς να μειώνουν αυτά τα παιδιά και την προσπάθειά τους, μια πολύ ελπιδοφόρα γενιά που αν μη τι άλλο εκπροσωπούν την Ελλάδα. Το στενάχωρο δεν είναι ότι βλέπω μικρά παιδιά να το κάνουν που έχει γίνει συνήθειο, αλλά βλέπω και μεγαλύτερους σε ηλικία να κρίνουν παιδιά μικρότερα που έχουν διαγράψει μια πορεία και στο τέλος της ημέρας παλεύουν για τη χώρα μας. Όλοι οι γονείς λέμε ότι θέλουμε τα παιδιά μας να γίνουν καλοί άνθρωποι στην κοινωνία και χρήσιμοι. Οταν εμείς σαν παραδείγματα είμαστε έτσι, πως περιμένουμε τα παιδιά μας να γίνουν αυτό που πρέπει να γίνουν; Κι αυτό έγινε τώρα στον αθλητισμό, αλλά είναι μια μικρογραφία. Όλοι πρέπει να αλλάξουμε το τσιπάκι και να βλέπουμε το θετικό, όχι το αρνητικό και την τοξικότητα»: εύκολα τα διαβάζεις. Δύσκολα τα λες στην Ελλάδα. Δυστυχώς…

Ο «Παπ» μίλησε ως γονέας αλλά από την πλευρά του πασίγνωστου και καταξιωμένου αθλητή. Εχοντας τη δύναμη της φωνής που θα ακουστεί παντού από τις τηλεοράσεις, τα websites, τους ραδιοφωνικούς σταθμούς και ναι – προφανώς – και από τα social media! Επειδή – προφανώς – έχει βρεθεί στη θέση εκείνων που λοιδωρήθηκαν μετά από το 0-3 – ναι είναι οι ίδιοι που είχαν διαβάσει και ακούσει διθυράμβους και απίστευτες κολακείες μετά από τις ιστορικές εκτός έδρας νίκες επί της Αγγλίας και της Σκωτίας. Κι αυτό που είπε ο «Παπ» είναι βέβαιο ότι απηχούν τη σκέψη της τεράστιας σιωπηλής μειονότητας των social media. Εκείνων που χαίρονται και πανηγυρίζουν στις επιτυχίες, πικραίνονται και απογοητεύονται στις αποτυχίες, αλλά δεν σπεύδουν να «θάψουν» κανένα αθλητή που προσπαθεί. Εκείνους που δεν έχουν συζητήσει ούτε μια φορά σοβαρά και ειλικρινά με έναν προπονητή, έναν επαγγελματία μπασκετμπολίστα ή ποδοσφαιριστή για να «μπει» μέσα στην καθημερινότητά του, τον μόχθο του, την κόπωσή του, τους τραυματισμούς, τις χαμένες διακοπές ή τις χαμένες μέρες από την οικογένειά του. Εκείνους που γουστάρουν να ειρωνεύονται, να υποτιμούν, να βρίζουν.

Ολοι αυτοί, οι αθλητές, ξέρουν πάρα πολύ καλά να διαχωρίζουν την κριτική από το hating. Από το κόμπλεξ. Από την ισοπέδωση. Ξέρουν καλύτερα από τον καθένα μας αν έχουν παίξει καλά ή άσχημα. Αν έχουν δώσει το 100% ή το 80% ή το 50%. Δεν είναι χαζοί. Είναι, όμως, τις περισσότερες φορές, σιωπηλοί. Δεν θα έπρεπε! Διότι δεν «οφείλουν» κάτι στα media και στα social media γι’ αυτό που ο καθένας τους έχει γίνει. Αυτό το οφείλουν βασικά στη δική τους προσπάθεια, η οποία ασφαλώς και έχει πολύ μεγαλύτερο και ηχηρό αντίκτυπο λόγω της δημοφιλίας των σπορ, συγκριτικά με πολλούς άλλους επαγγελματίες που ενδεχομένως να έχουν μοχθήσει πολύ περισσότερο σε άλλους κλάδους. Ο «Παπ» άνοιξε χθες ένα δρομάκι. Ενα μονοπάτι. Οπως είχε κάνει πριν από λίγα χρόνια η Σοφία Μπεκατώρου, αλλάζοντας αθόρυβα συμπεριφορές, τακτικές, μοτίβα και νοοτροπίες… αιώνων στην καθημερινότητα του Ελληνα και της Ελληνίδας. Εστω και λίγο – λίγο, έστω και μέρα με την ημέρα…

Οποιοι… «πιστοί» αθλητές του διαμετρήματος, της απήχησης και του μεγέθους του τον ακολουθήσουν, μόνο καλό θα προσφέρουν. Οσοι παραμένουν σιωπηλοί (δηλαδή οι συντριπτικά περισσότεροι, όπως συμβαίνει συνήθως), θα αντιληφθούν μετά από πολλά χρόνια, όταν αποσυρθούν, πόσο μεγάλη ευκαιρία έχασαν. Και τότε, θα είναι αργά.

Πηγή: Gazzetta