Του Ιωάννη Πέππα
Ο Ιταλός, κυρίως, κεντρικός επιθετικός Λουίτζι «Τζίτζι» Ρίβα (Luigi “Gigi” Riva), γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου του 1944, στο Λετζιούνο, ένα μικρό χωριό κοντά στο Βαρέζε. Θεωρείται ευρέως ως ένας από τους Καλύτερους Επιθετικούς της γενιάς του, καθώς και ένας από τους Μεγαλύτερους Επιθετικούς Όλων των Εποχών. Αρχικά αγωνιζόταν ως εξτρέμ, αλλά αργότερα έπαιξε σε έναν πιο επιθετικό ρόλο, ως κεντρικός επιθετικός, όπου διέπρεψε. Απόλαυσε ένα αξιοσημείωτο ρεκόρ σκοραρίσματος για τη Κάλιαρι, χάρη στην ψυχραιμία του μπροστά στο τέρμα, το ισχυρό αριστερό σουτ που διέθετε και την ικανότητά του στις εναέριες μονομαχίες. Κατέκτησε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1968 και ήταν φιναλίστ στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1970, με την ιταλική εθνική ομάδα, ενώ οδήγησε τη Κάλιαρι στον μοναδικό της τίτλο στη Serie A’, τη περίοδο 1969/70. Με 35 γκολ, σε όλες τις επίσημες διοργανώσεις, είναι ο Πρώτος Σκόρερ Όλων των Εποχών για την εθνική ομάδα της Ιταλίας. Διετέλεσε για ένα μικρό χρονικό διάστημα, τη περίοδο 1986/87, στη προεδρία της Κάλιαρι. Φυσικός αριστεροπόδαρος, διακρίθηκε για το πολύ δυνατό και ακριβές σουτ του και λόγω της ταχύτητας του, της δύναμης του, αλλά και της αξιοσημείωτης ψυχραιμίας του μπροστά από την αντίπαλη εστία, ο Ιταλός δημοσιογράφος Τζιάνι Μπρέρα (Gianni Brera) του κόλλησε το παρατσούκλι «Rombo di Tuono» (Ο Βρυχηθμός του Κεραυνού).
Από μικρός έδειξε το ταλέντο του στο ποδόσφαιρο. To 1961, η ερασιτεχνική Λαβένο Μομπέλο, στην περιοχή της Λομβαρδίας, ήταν η πρώτη του ομάδα. Ξεχώρισε αμέσως για την ικανότητα του στο σκοράρισμα. Σε δύο σεζόν έβαλε 63 γκολ! Η πρώτη του επαγγελματική ομάδα ήταν η Λενιάνο που αγωνίζονταν στην 3η κατηγορία της Ιταλίας, στην οποία εντάχθηκε σε ηλικία 17 ετών. Η θέση όπου χρησιμοποιήθηκε ήταν επιθετικός, μια θέση όπου υπηρέτησε πιστά μέχρι το τέλος της καριέρας του. Την σεζόν 1961/62, όπου και έμεινε στην ομάδα, ο Ρίβα, κατέγραψε 22 συμμετοχές και 5 τέρματα.
Οι αριθμοί αυτοί και το ταλέντο του δεν πέρασε απαρατήρητο από ομάδες της Serie A. Nτροπαλός και σιωπηλός εκτός γηπέδου, αλλά δυνατός και αποτελεσματικός στον αγωνιστικό χώρο, ο νεαρός Ρίβα, έπεισε τον πρόεδρο της Κάλιαρι Ενρίκο Ρόκα (Enrico Rocca), να τον αποκτήσει. Γοητευμένος, μεταξύ άλλων, από την ομορφιά και την ποιότητα ζωής στην Σαρδηνία, η Κάλιαρι εξελίχθηκε στην ομάδα της καρδιάς του. Αγωνίστηκε εκεί από το 1962 μέχρι και το τέλος της καριέρας του, το 1976. Με τους “ροσσομπλού” έκανε ντεμπούτο στις 13 Σεπτεμβρίου του 1964, στην ήττα της ομάδας του από την Ρόμα με 1-2.
Αναδείχθηκε 3 φορές πρώτος σκόρερ με την Κάλιαρι, τις σεζόν 1966/67, 1968/69 και 1969/70. Με τον σύλλογο της Σαρδηνίας πανηγύρισε κι ένα πρωτάθλημα την σεζόν 1969/70, το μοναδικό του συλλόγου μέχρι τις μέρες μας. Στην 14χρονη καριέρα του στην Κάλιαρι συνολικά μέτρησε 315 εμφανίσεις και 164 γκολ. Του αποδόθηκε το παρατσούκλι “Ο Βρυχηθμός του Κεραυνού” (Rombo di Tuono) λόγω της εκρηκτικότητάς του και κέρδισε την άνευ όρων αγάπη των φιλάθλων της Κάλιαρι για την πίστη και την αφοσίωση του στην ομάδα. Στα αξιοσημείωτα της καριέρας του στους Σαρδήνιους ήταν η στιγμή που απέρριψε πρόταση της Γιουβέντους σε ηλικία 29 χρονών και επίσης, η χρονιά που η ομάδα του κατέκτησε τον τίτλο σκοράροντας 21 τέρματα σε 28 εμφανίσεις.
Η μοίρα όμως του έπαιξε άσχημο παιχνίδι με αποτέλεσμα να βάλει πρόωρα τέλος στην καριέρα του. Σε ηλικία 32 ετών, παθαίνει ρήξη τένοντα (έναν απ’ τους πολλούς σοβαρούς τραυματισμούς στην καριέρα του) στον δεξιό του μηρό σε ένα παιχνίδι κόντρα στην Μίλαν. Η επέμβαση δεν πήγε καλά και ως αποτέλεσμα -παρά τις προσπάθειες του ιδίου να επιστρέψει- αυτού ο Ρίβα, το 1978 αποσύρεται από την ενεργό δράση. Οι διακρίσεις πάντως δεν σταμάτησαν ακόμα και μετά την απόσυρση του από την ενεργό δράση. Μέχρι σήμερα είναι ο πρώτος σκόρερ όλων των εποχών για την Κάλιαρι, ενώ το 2005 σε ένδειξη σεβασμού και αναγνώρισης η διοίκηση της Κάλιαρι απέσυρε την φανέλα με το № 11, ώστε να τιμήσει έναν απ’ τους καλύτερους Ιταλούς επιθετικούς.
Ξεχωριστό κεφάλαιο στην καριέρα του Ιταλού επιθετικού αποτελεί η εθνική ομάδα. Με την φανέλα με το εθνόσημο ο Ρίβα έκανε ντεμπούτο στις 27 Ιουνίου του 1965, σε ηλικία 20 ετών, στην ήττα από την Ουγγαρία με 1-2. Παρά το γεγονός ότι ήταν μέλος της εθνικής Ιταλίας και σκόρερ της δεν συμπεριλήφθηκε στην αποστολή για το Παγκόσμιου Κύπελλο της Αγγλίας το 1966. Ο Ρίβα, είχε εκφράσει την απογοήτευση του για την απόφαση του ομοσπονδιακού προπονητή Εντμόντο Φάμπρι (Edmondo Fabbri), να μην τον συμπεριλάβει στην αποστολή.
Kαλύτερα να μην ξέρω γιατί ο ομοσπονδιακός προπονητής δεν με συμπεριέλαβε στην εθνική. Αντίθετα, με ανάγκασε να πάω στην ομάδα ως επιπρόσθετο μέλος. Έδωσα τα πάντα στις προπονήσεις και ήταν ο μόνος τρόπος για να ξεσπάσω. Έβαζα το ένα γκολ μετά το άλλο. Ήμουν σε φόρμα και ήμουν εξοργισμένος”, δήλωνε με παράπονο.
Θύμωσε ακόμα περισσότερο όταν ο Κορεάτης Πακ Ντου-Ικ (Pak Doo-Ik) έβαλε το μοναδικό γκολ, στην ιστορική νίκη της Κορέας επί της Ιταλίας στο Μουντιάλ, που οδήγησε στον ταπεινωτικό αποκλεισμό των Ιταλών στην φάση των ομίλων. Ο Πακ Ντου-Ικ φορούσε τον ίδιο αριθμό φανέλας με τον Ρίβα. Το πρώτο του γκολ με την «σκουάντρα στζούρα» το σημείωσε στην 4η του συμμετοχή στην νίκη της Ιταλίας επί της Κύπρου με 5-0. Έκτοτε, ο Ρίβα κατέγραψε μια ασύλληπτη -ακόμα και για τα σημερινά δεδομένα- επίδοση. Κι αυτό γιατί αποτελεί τον πρώτο σκόρερ με το εθνόσημο με 35 τέρματα συνολικά. Η μεγαλύτερη διάκριση του όμως με το εθνόσημο ήρθε το καλοκαίρι του 1968. Τότε, η εθνική Ιταλίας -με την δική του βοήθεια φυσικά- θα έφτανε στην κορυφή της Ευρώπης.
Τα προκριματικά διεξήχθησαν χωρίς παρατράγουδα με την συμμετοχή 31 χωρών. Χωρίστηκαν οι χώρες σε 8 ομίλους και κάθε ομάδα που θα καταλάμβανε την πρώτη θέση στον όμιλό της θα έπαιζε στα προημιτελικά. Στην προημιτελική φάση πέρασαν οι Βουλγαρία, Ιταλία, Ουγγαρία, Σοβιετική Ένωση, Αγγλία, Ισπανία, Γαλλία και Γιουγκοσλαβία. Οι αγώνες ήταν διπλοί και ως εκ τούτου η ομάδα με την καλύτερη διαφορά τερμάτων θα πέρναγε στην τελική φάση. Τα ζευγάρια ήταν: Βουλγαρία-Ιταλία, Ουγγαρία-ΕΣΣΔ, Αγγλία-Ισπανία, Γαλλία-Γιουγκοσλαβία. Απ’ τις 4 αυτές μάχες στην τελική φάση πέρασαν οι: Ιταλία, ΕΣΣΔ, Αγγλία και Γιουγκοσλαβία. Η τελική φάση διεξήχθη στην Ιταλία σε 3 στάδια. Το Ολύμπικο στη Ρώμη, το Σαν Πάολο στη Νάπολι και το Κομουνάλε στη Φλωρεντία.
Τα ζευγάρια των ημιτελικών ήταν Ιταλία-ΕΣΣΔ και Αγγλία-Γιουγκοσλαβία. Στον πρώτο ημιτελικό που διεξήχθη στο κατάμεστο Σαν Πάολο, Ιταλοί και Σοβιετικοί έμειναν στο 0-0 τόσο στην κανονική διάρκεια, όσο και στην παράταση. Όλα κρίθηκαν στο στρίψιμο του νομίσματος. Ο αρχηγός της ΕΣΣΔ Άλμπερτ Σεστέρνιοφ (Albert Alekseyevich Shesternyov) επέλεξε λάθος πλευρά και έτσι η Ιταλία πέρασε στον μεγάλο τελικό. Αντίπαλος της ήταν η Γιουγκοσλαβία που επιβλήθηκε της Αγγλίας του Σερ Μπόμπυ Τσάρλτον (Sir Robert “Bobby” Charlton) με 1-0 χάρις σε τέρμα του Ντράγκαν Τζάιτς (Dragan Džajić) στο 87′ στον ημιτελικό που διεξήχθη στο Κομουνάλε. Στον μικρό τελικό η Αγγλία επικράτησε με 2-0 των Σοβιετικών χάρις σε τέρματα των Μπόμπι Τσάρλτον στο 39′ και Τζεφ Χαρστ (Sir Geoffrey Charles “Geoff” Hurst) στο 63′, καταλαμβάνοντας έτσι την 3η θέση.
Στον μεγάλο τελικό του Ολύμπικο τέθηκαν αντιμέτωπες Ιταλία και Γιουγκοσλαβία. Το παιχνίδι ήταν σε γενικές γραμμές ισορροπημένο και για τελικό τα είχε όλα. Ένταση, πάθος, μαρκαρίσματα και γκολ. Η ομάδα που μπήκε μπροστά στο σκορ ήταν οι Γιουγκοσλάβοι καθώς στο 32′ ο Ντράγκαν Τζάιτς έβαλε μπροστά στο σκορ την χώρα του παγώνοντας το Ολύμπικο. Δέκα λεπτά πριν το τέλος όμως, ο Άντζελο Ντομενγκίνι (Angelo Domenghini) ισοφάρισε για τους Ιταλούς δίνοντας νέο ενδιαφέρον. Δεν άλλαξε κάτι όμως τόσο στην κανονική διάρκεια όσο και στην παράταση.
Έτσι οι δύο ομάδες οδηγήθηκαν σε επαναληπτικό παιχνίδι και πάλι στο Ολύμπικο. Στο παιχνίδι αυτό σημειώθηκε το γρηγορότερο τέρμα της διοργάνωσης. Δράστης ο Λουίτζι Ρίβα!! Στο 12ο λεπτό έπειτα από σουτ του Σάντρο Ματσόλα (Alessandro “Sandro” Mazzola) ο Ρίβα πετάχτηκε στην πορεία της μπάλας και νίκησε τον Ιλίγια Πάντελιτς (Ilija Pantelić). Στο 31′ ο Πιέτρο Αναστάζι (Pietro Anastasi) έκανε το 2-0 βάζοντας τις βάσεις για κατάκτηση του Euro. Μέχρι το τέλος του παιχνιδιού τίποτα δεν άλλαξε και έτσι ο Τζιακίντο Φακέτι (Giacinto Facchetti) σήκωσε στον ουρανό της Ρώμης το πρώτο Euro που κατέκτησε η Ιταλία.
Από εκεί και ύστερα, ο Ρίβα σκόραρε κατά ριπάς και στην εθνική. Μέχρι την ήττα απ’ την Βραζιλία στο Μουντιάλ του 1970 στο Μεξικό, ο Ρίβα είχε την ασύλληπτη επίδοση των 22 τερμάτων σε 21 εμφανίσεις. Μπήκε στην λίστα των σκόρερ στην ιστορική νίκη της Ιταλίας επί της Δ. Γερμανίας στον ημιτελικό της διοργάνωσης, σε εκείνο το μαγικό 4-3 των Ιταλών που χαρακτηρίστηκε το «Ματς του Αιώνα»! Ένα χρόνο πριν, εκτός από πρώτος σκόρερ στην Serie A, αναδείχθηκε 2ος στην ψηφοφορία για την χρυσή μπάλα πίσω από την Τζιάνι Ριβέρα (Giovanni “Gianni” Rivera) και 3ος το 1970. Όμως ούτε και τότε έλειψαν οι σοβαροί τραυματισμοί. Αμέσως μετά το Μουντιάλ του 1970, ο Ρίβα σπάει το δεξί του πόδι σε φιλικό της Ιταλίας κόντρα στην Αυστρία. Τελευταία του εμφάνιση με το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της χώρας ήταν μετά το Μουντιάλ του 1974, όπου η «Squadra Azzura» αποκλείστηκε στην φάση των ομίλων, σε ένα φιλικό κόντρα στην Πολωνία.
Χωρίς τον Ρίβα, η Κάλιαρι αποκλείστηκε νωρίς από την Ευρώπη και έμεινε πίσω στο πρωτάθλημα. Την σεζόν 1971/72 επανέκαμψε και με 21 γκολ σε 30 ματς βοήθησε την Κάλιαρι να φθάσει ξανά στις πρώτες θέσεις της βαθμολογίας. Με το πέρασμα των χρόνων η Κάλιαρι αποδυναμώθηκε και υποβιβάστηκε. Ο Ρίβα παρέμεινε πιστός μέχρι το τέλος. Ένας τραυματισμός στον προσαγωγό τον Φεβρουάριο του 1976 τον ανάγκασε να βάλει τέλος στην καριέρα του. Τρία χρόνια νωρίτερα στις 20 Οκτωβρίου του 1973, η Ιταλία νίκησε 2-0 την Ελβετία, στο πλαίσιο των προκριματικών του Μουντιάλ 1974 και ο Ρίβα έγινε ο πρώτος σκόρερ της με 35 γκολ, ξεπερνώντας τον Τζουζέπε Μεάτσα (Giuseppe “Peppino” Meazza)! Κάτι που τον έκανε τον πρώτο σκόρερ των Ατζούρι όλων των εποχών, ένα ρεκόρ που κατέχει ακόμα και σήμερα.
Η ζωή μετά το ποδόσφαιρο
Αφού κρέμασε τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια, ο Ρίβα πέρασε αρκετό διάστημα μακριά απ’ ότι είχε σχέση με ποδόσφαιρο. Την σεζόν όμως 1986/87 ανέλαβε πρόεδρος της ομάδας που λάτρεψε, χωρίς όμως κάτι το αξιόλογο κατά την διάρκεια της θητείας του. Σήμερα, είναι μέλος του επιτελείου της εθνικής Ιταλίας ενώ επίσης, ήταν παρών το 2006 στα γήπεδα της Γερμανίας όταν η εθνική Ιταλίας κατέκτησε το Μουντιάλ.
Επαγγελματική καριέρα
- 1962/63: Associazione Calcio Legnano, 22 (6)
- 1963–1976: Cagliari Calcio SpA, 315 (164)
Σύνολο καριέρας: 337 (170)
Διεθνής
- 1965–1974: Ιταλία, 42 (35)
Συλλογικοί
Με την Κάλιαρι
- Πρωτάθλημα Ιταλίας: 1969/70, και φιναλίστ 1968/69
Διεθνείς
Με την Ιταλία
- Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα: 1968
- Παγκόσμιο Κύπελλο: Φιναλίστ το 1970
Προσωπικές Διακρίσεις
- Πρώτος Σκόρερ ιταλικού πρωταθλήματος: 3 (1966/1967, 1968/1969, 1969/1970)
- Χρυσή Μπάλα: 13ος το 1967, 6ος το 1968, 2ος το 1969, 3ος το 1970
- Μέλος 11άδα της Διοργάνωσης Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος: 1968
- Χρυσό Παπούτσι ως ένας Θρύλος του Ποδοσφαίρου: 2005
- Μέλος του Hall of Fame του ιταλικού ποδοσφαίρου: 2011
Πηγή: Ευλογημένο Ποδόσφαιρο
Σχετικά