Του Θανάση Κρεκούκια
Παρίσι, 26 Ιουλίου 2009. Ο 96ος Γύρος Γαλλίας φτάνει στο τέλος του με το 21ο ετάπ, που παραδοσιακά ολοκληρώνεται με μαζικό σπριντ στα Ηλύσια Πεδία της γαλλικής πρωτεύουσας. Το γνωστό στους φίλους της ποδηλασίας και ως “παγκόσμιο πρωτάθλημα” των σπρίντερ. Μεγάλο φαβορί είναι ο απόλυτος κυρίαρχος εκείνης της διοργάνωσης, ο Βρετανός Μαρκ Κάβεντις, που ήδη έχει κερδίσει πέντε ετάπ τις προηγούμενες μέρες. Βρισκόμαστε λίγο πριν το τελευταίο χιλιόμετρο, με την ομάδα της Garmin Slipstream να βρίσκεται στην κορυφή του πελοτόν. Μόλις οι αθλητές περνάνε κάτω από το “flamme rouge”, από τα αριστερά της Garmin εμφανίζεται σαν τυφώνας το “τρένο” της Columbia-HTC, της ομάδας του Κάβεντις, με τον Τζορτζ Χίνκαπι να οδηγεί.
Λίγο πριν την τελευταία δεξιά στροφή από την Πλας ντε λα Κονκόρντ στη λεωφόρο των Ηλυσίων Πεδίων, ο Αμερικανός παραδίδει τη σκυτάλη στον lead out man της ομάδας, τον Μαρκ Ρένσο, ο οποίος με μια διαβολεμένη ταχύτητα ανοίγει το σπριντ στον Κάβεντις. Από εκεί και μετά, αναλαμβάνει ο “Manx missile”, ο “πύραυλος” της Columbia, που με μια ακόμα πιο δαιμονισμένη επιτάχυνση, περνάει πρώτος τη γραμμή του τερματισμού, συμπληρώνοντας έξι νίκες σε ένα και μόνο Tour de France. Στην ουσία, το δίδυμο Ρένσο-Κάβεντις έχει καταργήσει μέσα σε 300 μέτρα την έννοια “μαζικό σπριντ”, αφού η διαφορά τους από τον τρίτο είναι σχεδόν σκανδαλώδης, τόσο ώστε ο Αυστραλός να πάρει τη δεύτερη θέση πίσω από τον συναθλητή του.
Εκείνη την ημέρα βρισκόμουν στο booth του ελληνικού Eurosport, μεταδίδοντας τον Γύρο Γαλλίας και φυσικά, είχα μείνει εντυπωσιασμένος από τις νίκες του Κάβεντις. Μας είχε “συστηθεί” έναν χρόνο νωρίτερα, το 2008, πρώτα στο Giro d’Italia με δυο κερδισμένα ετάπ και αμέσως μετά, στο Tour, με τέσσερα κερδισμένα ετάπ. Το 2009 είχε ξανατρέξει στον Γύρο της Ιταλίας, προσθέτοντας στη συλλογή του ακόμα τρεις νίκες, όμως τα έξι ετάπ που κέρδισε στη συνέχεια στη Γαλλία, ήταν κάτι πρωτόγνωρο για την παγκόσμια ποδηλασία, αφού ποτέ πριν – αλλά ούτε και μετά – δεν υπήρξε άλλος αθλητής που να κυριαρχήσει σε τέτοιο βαθμό σε μαζικούς τερματισμούς. Το σίγουρο είναι, ότι αν τότε κάποιος μου είχε πει πως έντεκα χρόνια μετά, θα τον συναντούσα στην Αθήνα, μάλλον θα χαμογελούσα συγκαταβατικά και θα άλλαζα συζήτηση!
Θα μπορούσα να φανταστώ τον Κάβεντις να έρχεται στην Ελλάδα για επίσκεψη, για διακοπές, σε καμία περίπτωση όμως δε θα με έπειθε κάποιος ότι πρώτον, θα τον βλέπαμε στη χώρα μας για αγωνιστική προετοιμασία και δεύτερον, ότι θα βρισκόμουν στο ίδιο τραπέζι καθισμένος μαζί του, μιλώντας για ποδηλασία. Αλλά φρόντισε γι’ αυτό ο Βασίλης Αναστόπουλος, ο προπονητής του πλέον στην Deceuninck Quickstep, που τον έφερε στην Αθήνα το δεκαήμερο 3-13 Μαΐου, για να “οργώσουν” παρέα τους δρόμους της Αττικής και με την ευκαιρία, να κανονίσει και την κοινή συνάντησή μας. Όταν έμαθα ότι ο Καβ θα ερχόταν στην Ελλάδα, απέκλεισα την πιθανότητα μιας συνέντευξης με τη στενή έννοια της λέξης. Άλλωστε ο Βρετανός πρέπει να έχει δώσει χιλιάδες τέτοιες και στα 36 του χρόνια, να τις βαριέται όσο τίποτα.
Περισσότερο με “τραβούσε” μια χαλαρή ποδηλατική συζήτηση μαζί με τον ίδιο, αλλά και με ανθρώπους που γνωρίζουν το άθλημα και θα μπορούσαν να πλαισιώσουν αυτή την κουβέντα με τα δικά τους σχόλια. Η τετράδα προέκυψε αμέσως: ο Καβ, προφανώς ο Βασίλης Αναστόπουλος, ο Ανδρέας Τριανταφύλλου, σχολιαστής ποδηλασίας στο Eurosport κι εγώ. Το ραντεβού δόθηκε ένα απόγευμα στον κήπο του ξενοδοχείου, στο οποίο διέμενε ο Βρετανός, το Civitel Attik στο Μαρούσι. Μαζί μας και η φωτογράφος Γεωργία Παναγοπούλου. Είχαμε καθίσει όλοι σε ένα τραπεζάκι δίπλα στην πισίνα, όταν στις 6 ακριβώς – Άγγλος στο ραντεβού του – εμφανίστηκε ο Μαρκ, απλός και χαμογελαστός, με τον Βασίλη να κάνει τις απαραίτητες συστάσεις. Για όσους τυχόν δε γνωρίζουν, επιτρέψτε μου να “ξοδέψω” μια παράγραφο για να πω ποιον είχαμε απέναντί μας.
Ο Κάβεντις, γεννημένος στις 21 Μαΐου του 1985, έχει κατακτήσει 48 νίκες σε ετάπ μεγάλων γύρων (30 στο Tour, 15 στο Giro & 3 στη Vuelta), τη φανέλα των πόντων και στα τρία grand tours, το παγκόσμιο πρωτάθλημα δρόμου (2011), το Μιλάνο Σαν Ρέμο (2009), ενώ στην πίστα έχει αναδειχθεί τρεις φορές παγκόσμιος πρωταθλητής στο Madison (2005, 2008 & 2016) και ασημένιος ολυμπιονίκης στο omnium (2016, Ρίο). Οι 30 νίκες σε ετάπ του γύρου Γαλλίας είναι η δεύτερη καλύτερη επίδοση όλων των εποχών, πίσω μόνο από τις 34 του μεγάλου Έντι Μερξ. Ανάμεσα στις 150 συνολικές νίκες της καριέρας του, φιγουράρουν και οι τέσσερις συνεχόμενες στα Ηλύσια Πεδία (2009-2012). Φυσικά θεωρείται – και είναι – ο κορυφαίος σπρίντερ σε όλη την ιστορία της επαγγελματικής ποδηλασίας.
Και μετά από αυτή την εισαγωγή, περνάμε στη “δράση”! Τα αρχικά που θα βλέπετε μπροστά από κάθε απάντηση, αντιστοιχούν στα εξής ονόματα: Μ.C. (Μαρκ Κάβεντις), Β.Α. (Βασίλης Αναστόπουλος) και Α.Τ. (Ανδρέας Τριανταφύλλου).
Ας ξεκινήσουμε με τον νούμερο ένα παράγοντα που επηρέασε πέρυσι σε μεγάλο βαθμό την αγωνιστική ποδηλασία, τον Covid-19. Φέτος τα πράγματα είναι αρκετά καλύτερα κυρίως λόγω των εμβολιασμών, όμως στην περσινή σεζόν είχαμε ένα “συμπιεσμένο” καλεντάρι μέσα σε τρεις μήνες, αλλά και πολλές ακυρώσεις αγώνων, κυρίως δεύτερης και τρίτης γραμμής.
M.C.: Ήταν μια δύσκολη περίοδος, όχι μόνο για την ποδηλασία και τον αθλητισμό, αλλά για όλο τον κόσμο. Η διεξαγωγή των αγώνων, έστω και με τον τρόπο που έγινε, έδωσε ελπίδα στο άθλημα και σε όσους ασχολούνται με αυτό. Οτιδήποτε έκανε το μυαλό των ανθρώπων να ξεχαστεί έστω και για λίγο από τον εφιάλτη της πανδημίας, ήταν καλό.
Κάτι σημαντικό που παρατηρούμε στην επαγγελματική ποδηλασία από το 2019 και μετά, είναι η αλλαγή των μεγάλων πρωταγωνιστών στα grand tours. Βλέπουμε ότι σιγά-σιγά υποχωρεί η γενιά των 35άρηδων, που κυριάρχησε την προηγούμενη δεκαετία (Φρουμ, Νίμπαλι, Τόμας κλπ) και τη θέση της παίρνει η νέα γενιά χαρισματικών ποδηλατών που ήδη έχουν δείξει την αξία τους (Μπερνάλ, Πογκάτσαρ κλπ) και είναι αποφασισμένοι να συνεχίσουν σε αυτή τη γραμμή.
Β.Α.: Η αλλαγή της προετοιμασίας στους νέους ποδηλάτες, είναι ο σημαντικότερος παράγοντας σε αυτή τη διαφορετική προσέγγιση που βλέπουμε τα τελευταία χρόνια. Η διατροφή, η προπόνηση, η παρακολούθηση των αθλητών, όλα αυτά είναι τελείως διαφορετικά από ό,τι είκοσι χρόνια πριν. Είχαμε συνηθίσει στο εξής μοτίβο: ο αθλητής γινόταν επαγγελματίας στα 25 του χρόνια και έμπαινε στην αγωνιστική του ωριμότητα μετά τα 28, για να βρεθεί στο peak της καριέρας του στα 30. Πλέον αυτό έχει αλλάξει σε τεράστιο βαθμό, αφού είναι αμέτρητοι αυτοί που γίνονται neo-pro σε πολύ μικρές ηλικίες, φτάνοντας σε σημείο αρκετοί από αυτούς, πολύ πριν συμπληρώσουν τα 25 τους χρόνια, είτε να πρωταγωνιστούν και να κερδίζουν μεγάλους γύρους (Μπερνάλ, Πογκάτσαρ κλπ), είτε να διακρίνονται σε εβδομαδιαίους και μονοήμερους αγώνες (Φαν ντερ Πουλ, Βαν Άερτ, Ρέμκο Έβενπουλ κλπ).
Ineos, Jumbo Visma & UAE
Βασίλη πιστεύεις ότι οι εκπρόσωποι της παλιάς γενιάς μπορούν ακόμα να κερδίσουν κάποιον από τους τρεις μεγάλους γύρους;
Β.Α.: Το βλέπω πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο. Θα έδινα μια ευκαιρία μόνο στον Γκέρεντ Τόμας, που φέτος έδειξε ότι είναι σε καλή κατάσταση, κέρδισε τον γύρο της Ρομανδίας και θα έχει στη διάθεσή του μια πολύ δυνατή ομάδα στο Tour. Οι υπόλοιποι της παλιάς γενιάς δε νομίζω ότι θα μπορέσουν να διεκδικήσουν ξανά τη φανέλα κάποιου μεγάλου γύρου.
Μαρκ πέρυσι είδαμε μια σχεδόν απίστευτη ανατροπή στο προτελευταίο ετάπ του Tour, με τον Πογκάτσαρ να παίρνει την κίτρινη φανέλα από τον Ρόγκλιτς. Σε εντυπωσίασε το χρονόμετρο του Πογκάτσαρ;
M.C.: Ξέρεις, είναι τελείως διαφορετικό για μένα, δεν είμαι ούτε δημοσιογράφος, ούτε φαν. Οι αθλητές που αναφέρεις είναι συνάδελφοί μου, οπότε νομίζω πως είναι άσχετο το τί πιστεύω εγώ. Σίγουρα όμως ήταν θεαματικό για τους τηλεθεατές. Τώρα, σχετικά με το αν εντυπωσιάστηκα, θα σου πω το εξής: για μένα, οτιδήποτε έχει σχέση με το Tour, είναι εντυπωσιακό!
Φέτος αναμένεται κάτι που δεν έχουμε δει τις τελευταίες δεκαετίες στον γύρο της Γαλλίας, μια μεγάλη μάχη ανάμεσα σε τρεις πολύ δυνατές ομάδες, την Ineos, την Jumbo και την UAE. Θεωρείτε ότι η κίτρινη φανέλα θα είναι αποκλειστική υπόθεση αυτών των τριών ομάδων;
Α.Τ.: Ναι, πιστεύω ότι αυτές οι τρεις ομάδες θα παλέψουν για την κίτρινη και δύσκολα θα μπορέσει κάποια άλλη να μπει σφήνα ανάμεσά τους σε ό,τι αφορά την κίτρινη φανέλα. Ineos, Jumbo και UAE έχουν κάνει όλες κινήσεις για να διορθώσουν τις αδυναμίες τους. Η Ineos ελπίζει να φανούν και πάλι οι αρχηγοί της, κάτι που δε συνέβη πέρυσι. Η Jumbo ελπίζει σε καλύτερη τακτική και να κερδίσει χρόνο όταν θα της δίνεται η ευκαιρία ώστε να “καθαρίσει” όσο πιο νωρίς μπορέσει τη γενική. Η UAE θα κοιτάξει να στηρίξει περισσότερο τον Πογκάτσαρ με τις κατάλληλες βοήθειες. Πιστεύω ότι η τελική νίκη θα κριθεί στο ποια ομάδα θα κάνει τα λιγότερα λάθη, γιατί και οι τρεις είναι πολύ κοντά από θέμα δυναμικής.
Β.Α.: Συμφωνώ κι εγώ ότι το φετινό Tour θα είναι υπόθεση αυτών των τριών ομάδων. Πιστεύω ότι το πάθημα έγινε μάθημα στην Jumbo, η οποία και φέτος κατεβάζει μια πολύ δυνατή ομάδα, οπότε θα αλλάξει λίγο τη στρατηγική της. Το ίδιο θα κάνει και η Ineos, που σίγουρα θέλει να επανέλθει στο θρόνο της. Το σίγουρο είναι ότι θα δούμε πολύ συναρπαστικό αγώνα. Βέβαια ο Πογκάτσαρ είναι ο αθλητής που έχει κερδίσει ό,τι έχει τρέξει φέτος, μην το ξεχνάμε αυτό, και μετά από την εξωπραγματική εμφάνιση που έκανε πέρυσι στο τελευταίο χρονόμετρο του Tour, νομίζω ότι και φέτος θα είναι μεγάλο φαβορί για να κερδίσει τον Γύρο. Προσωπικά, ελπίζω να πάρει την κίτρινη φανέλα τις πρώτες μέρες ο Αλαφιλίπ και από εκεί και μετά θα δούμε μεγάλη μάχη στο τριπλό μέτωπο που αναφέραμε.
Οι νίκες στους μεγάλους γύρους
Μαρκ, να επιστρέψω σε σένα, να αφήσουμε το 2021 και να πάμε 13 χρόνια πίσω, στις 13 Μαΐου του 2008. Θα ήθελα να μου πεις αν τα ονόματα Ρόμπερτ Φέρστερ και Ντανιέλε Μπενάτι σου θυμίζουν κάτι.
M.C.: Γύρος Ιταλίας, 4ο ετάπ με τερματισμό στο Καταντζάρο, η πρώτη μου νίκη σε ετάπ μεγάλου γύρου! Και βέβαια, αυτοί ήταν οι δυο αθλητές που είχα νικήσει σε ένα ωραίο σπριντ. Ήμουν τότε στην ίδια ομάδα (σ.σ. High Road) με τον Γουίγκο (σ.σ. Μπράντλεϊ Γουίγκινς) και θυμάμαι ότι υπήρχε μια ανηφόρα στο τέλος. Ο Γουίγκο με περίμενε και με ξανάφερε στο πελοτόν, με αποτέλεσμα να μπορέσω να διεκδικήσω τη νίκη. Πολύ ιδιαίτερη, ξεχωριστή στιγμή για μένα.
Και λιγότερο από δυο μήνες μετά, στις 9 Ιουλίου του 2008, έρχεται η πρώτη σου νίκη στο Tour. Πώς είχες νιώσει εκείνη τη μέρα;
M.C.: Για κάθε ποδηλάτη είναι όνειρο το να τρέξει στο Τουρ και να κερδίσει ένα ετάπ. Όταν αποφασίζεις να ακολουθήσεις την ποδηλασία ως επάγγελμα, ο γύρος Γαλλίας είναι ένα μεγάλο όνειρο. Ένα μόνο κερδισμένο ετάπ σε αυτόν τον αγώνα, είναι ικανό να αλλάξει την καριέρα ενός αθλητή. Δεν είναι λίγοι εκείνοι οι ποδηλάτες που στήριξαν όλη την επαγγελματική τους πορεία σε μια νίκη τους σε ετάπ του Τουρ. Αυτό από μόνο του εξηγεί πόσο σημαντικό είναι το να πάρεις ένα ετάπ εκεί. Η νίκη μου στο 5ο ετάπ εκείνου του γύρου Γαλλίας, από το Σολέ στο Σατορού, ήταν η εκπλήρωση του δικού μου ονείρου. Μου είχε κάνει ένα πολύ καλό lead out ο Γκέραλντ Τσιόλεκ και στον τερματισμό είχα αφήσει πίσω μου πολύ μεγάλα ονόματα, τον Όσκαρ Φρέιρε, τον Έρικ Τσάμπελ και τον Θορ Χούσχοφντ.
Το 2008 κέρδισες τέσσερα ετάπ, το 2009 έξι, το 2010 πέντε και το 2011 ακόμα πέντε. Δηλαδή μέσα σε τέσσερα χρόνια, είχες ήδη φτάσει τις είκοσι νίκες. Σκεφτόσουν τότε ότι θα μπορούσες να ξεπεράσεις τις 34 νίκες του Μερξ;
M.C.: Εντάξει, όταν μέσα σε τέσσερα χρόνια, είχα φτάσει στις είκοσι νίκες, ήταν σε κάποιο βαθμό φυσιολογικό να σκέφτομαι ότι κάποια στιγμή ίσως το πετύχαινα. Αλλά δεν ήταν κάτι που με απασχολούσε ιδιαίτερα, ήταν οι δημοσιογράφοι εκείνοι που συνεχώς με ρωτούσαν το ίδιο πράγμα, σα να ήταν κάτι εύκολο το να κερδίσεις ένα ετάπ στο Τουρ. Ποτέ δεν είναι εύκολο. Και ποτέ δεν το ισχυρίστηκα. Το γεγονός ότι το έκανα να φαίνεται εύκολο, δε σημαίνει ότι ήταν και εύκολο. Όπως είπα και πριν, ένα κερδισμένο ετάπ φτιάχνει την καριέρα ενός αθλητή, σε μένα όμως, αν κέρδιζα ένα ή δυο, το θεωρούσαν αποτυχία. Ο αριθμός είναι άσχετος, δεν παίζει ρόλο. Αν είμαι καλός για να κερδίσω ένα ετάπ, θα κερδίσω ένα ετάπ. Αν είμαι καλός για να κερδίσω εβδομήντα, θα κερδίσω εβδομήντα. Δεν είναι καθόλου εύκολο, απλά προσπαθώ ξανά και ξανά.
Τα “τρένα” και οι lead out men στο σπριντ
Μπήκαμε για τα καλά στα σπριντ, οπότε ας παραμείνουμε σε αυτά. Σε ποια ομάδα είχες το καλύτερο τρένο και ποιος ήταν ο καλύτερος lead out man της καριέρας σου;
M.C.: Στάθηκα πολύ τυχερός περνώντας από κορυφαίες ομάδες, από την T-Mobile και την High Road, μέχρι την Sky και φυσικά την Quick-Step. Το πιο σημαντικό ήταν να νιώθω μέσα σε μια οικογένεια. Η HTC ήταν έτσι, το ίδιο και η Deceuninck, γι’ αυτό και ήθελα να επιστρέψω. Η αλήθεια είναι ότι είχα καταπληκτικούς συναθλητές σε όλες τις ομάδες. Ο Μαρκ Ρένσο ήταν μαζί μου, ο Μπέρνι Άιζελ, που είναι και από τους καλύτερους φίλους μου με ή χωρίς ποδήλατο, περνούσα μαζί του περισσότερο χρόνο απ’ ό,τι με τη γυναίκα μου! Επίσης ο Λιούκ Ρόου, ο Τζορτζ Χίνκαπι, παιδιά με τα οποία είμαστε φίλοι, μιλάμε καθημερινά, για μένα η φιλία είναι πολύ πιο σημαντική από μια επαγγελματική σχέση.
Βασίλη, Ανδρέα, πείτε μου εσείς, το καλύτερο τρένο που έχετε δει ποτέ.
Α.Τ.: Το δικό μου καλύτερο, αλλά και πιο αγαπημένο τρένο, ήταν αυτό της HTC το 2011, με DS τον Μπράιαν Χολμ και τους Λαρς Μπακ, Ντάνι Πέιτ, Τίτζεϊ Βαν Γκάρντερεν, Τόνι Μάρτιν, Μάθιου Γκος και Μαρκ Ρένσο να αφήνουν τον Κάβεντις. Ασταμάτητο, ανίκητο, μοναδικό! Βέβαια, εδώ, θέλω να αναφέρω, όχι σαν τρένο, γιατί η Sky ποτέ δεν έφτιαξε κάτι τέτοιο, αλλά σαν lead out, χωρίς φυσικά να θέλω να πάρω την αίγλη του Ρένσο (στον οποίο ο Καβ οφείλει πολλές νίκες), το 2012 στα Ηλύσια Πεδία, όταν ο Μπράντλεϊ Γουίγκινς φορώντας την κίτρινη φανέλα, οδηγούσε στο τελευταίο χιλιόμετρο τον Μαρκ Κάβεντις που φορούσε τη φανέλα του παγκόσμιου πρωταθλητή και που τελικά κέρδισε το ετάπ. Ήταν νομίζω μια υπέρτατη στιγμή, τόσο αγωνιστικά, όσο και στο συμβολισμό της εικόνας με τις δυο σημαντικότερες φανέλες της επαγγελματικής ποδηλασίας να βρίσκονται η μια πίσω από την άλλη.
Β.Α.: Για μένα, το καλύτερο τρένο ήταν και το πρώτο που εμφανίστηκε, γιατί πριν την Saeco δεν υπήρχε κάτι τέτοιο. Ήταν το λεγόμενο “κόκκινο τρένο”, με αθλητές όπως ο Τζανματέο Φανίνι, ο Μάριο Σιρέα, μετά ο Σίλβιο Μαρτινέλο κλπ. Ήταν ό,τι καλύτερο έχουμε δει, ήταν αυτοί που άλλαξαν την ιστορία των σπριντ. Μέχρι τότε ήταν ο καθένας για τον εαυτό του. Η Saeco ήταν η πρώτη που δίδαξε τί σημαίνει τρένο και έκανε τον Τσιπολίνι να παίρνει τη μια νίκη πίσω απ’ την άλλη. Στη συνέχεια άρχισαν να αντιγράφουν και οι άλλοι, η HTC έκανε ένα από τα καλύτερα τρένα που πέρασαν ποτέ από το πελοτόν. Και βέβαια, θα συμφωνήσω με τον Ανδρέα, ότι η εικόνα του Γουίγκινς με την κίτρινη φανέλα να οδηγεί τον παγκόσμιο πρωταθλητή, που σε όλο τον προηγούμενο αγώνα του έφερνε παγουράκια, ήταν η καλύτερη διαφήμιση για την ποδηλασία.
Μαρκ, διαθέτεις όλη την εμπειρία του κόσμου για να μας πεις τί χρειάζεται ένα καλό τρένο για να λειτουργήσει σωστά σε μια ομάδα.
M.C.: Έχει να κάνει τόσο με τις ικανότητες όσο και με την προσωπικότητα. Πρέπει να μπορείς να διατηρείς για όσο χρειάζεται την υψηλή ταχύτητα. Δεν έχει να κάνει μόνο με τη δύναμη ή την ισχύ, υπάρχουν δυνατοί αθλητές που όμως σε ένα τρένο μπορεί να είναι άχρηστοι αν δεν είναι τελείως αφοσιωμένοι σε αυτό. Χρειάζεται συνδυασμός προσωπικότητας, δύναμης και τακτικής.
Εσύ Βασίλη ως προπονητής, τί γνώμη έχεις;
Β.Α.: Δες για παράδειγμα τον Μορκόφ, που είναι αυτή τη στιγμή ο κορυφαίος lead out man στον κόσμο. Δεν είναι μόνο η δύναμη, όπως είπε και ο Μαρκ, αλλά και το “feeling”, η αίσθηση του αγώνα όταν πλησιάζει η κρίσιμη στιγμή, το πόσο ψύχραιμος θα παραμείνεις σε αυτό το τελευταίο λεπτό, στα τελευταία 500 μέτρα, το πώς θα ελιχθείς ανάμεσα στο πελοτόν για να φέρεις τον σπρίντερ σου μπροστά. Είναι όλα αυτά που δύσκολα περιγράφονται με λόγια, αλλά όταν πετύχουν, είναι πραγματικά κάτι μαγικό.
Ο κορυφαίος σπρίντερ και οι άλλοι
Μαρκ, ποιος ήταν ο πιο δύσκολος αντίπαλος που είχες στην καριέρα σου και ποιος σπρίντερ πιστεύεις ότι θα κυριαρχήσει τα επόμενα χρόνια;
M.C.: Νομίζω ότι ο μοναδικός αντίπαλος για τον οποίο έπρεπε πραγματικά να σκεφτώ πώς θα τον νικήσω, ήταν ο Μαρσέλ Κίτελ, πιο δυνατός από μένα, με πολύ περισσότερη ισχύ από εμένα. Ήταν ο μοναδικός που με φόβιζε και φυσικά ο δυσκολότερος αντίπαλός μου. Τώρα, σε ό,τι αφορά το μέλλον του σπριντ, υπάρχει ένας αθλητής που κατά τη γνώμη μου είναι ο κορυφαίος της γενιάς του, ο Φάμπιο Γιάκομπσεν. Για μένα δεν υπάρχει άλλος σαν αυτόν, η ισχύς που βγάζει, η αντίληψή του στον αγώνα, η εξυπνάδα του, η θέλησή του να μάθει, η ταπεινότητά του. Αυτός είναι το μέλλον στα σπριντ, δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία για αυτό.
Βασίλη, Ανδρέα, ο Μαρκ μας αποκάλυψε τον πιο δύσκολο αντίπαλό του στα σπριντ, αλλά και τον αθλητή που θα διαπρέψει από εδώ και πέρα. Θα ήθελα να μου πείτε, τους τρεις κατά τη γνώμη σας κορυφαίους σπρίντερ, από τότε που παρακολουθείτε ποδηλασία. Και μάλιστα με σειρά αξιολόγησης!
Β.Α.: Για μένα ο μεγαλύτερος σπρίντερ όλων των εποχών, είναι ο Μαρκ Κάβεντις, όχι μόνο για τον αριθμό των νικών, αλλά και λόγω της διάρκειας που είχε όλα αυτά τα χρόνια. Μετά ακολουθεί ο Μάριο Τσιπολίνι, ο πρώτος που έφτιαξε τρένο και στην εποχή του ήταν ακατανίκητος. Και την τριάδα κλείνει ο Έρικ Τσάμπελ με τις έξι πράσινες φανέλες και τα 12 κερδισμένα ετάπ στον Γύρο της Γαλλίας.
Α.Τ.: Για μένα πρώτος είναι ο Μαρκ Κάβεντις, όχι τόσο για τις 150 νίκες, όσο για τις 30 στο Tour de France που είναι κάτι ασύλληπτο. Το στοιχείο που κατά τη γνώμη μου τον κάνει κορυφαίο, είναι το ένστικτο που έχει, τον μαγικό τρόπο θα έλεγα, ώστε να “ανοίγει” το σπριντ του την κατάλληλη στιγμή. Δεύτερο θα βάλω τον Κίτελ, γιατί ήταν ο πιο δυνατός σπρίντερ όλων των εποχών, νομίζω ότι είχε τα καλύτερα νούμερα απ’ όλους και ήταν πραγματικός οδοστρωτήρας, στην καλή του μέρα, δεν μπορούσε να καθίσει δίπλα του κανένας. Και τρίτο, επιλέγω τον Αλεσάντρο Πετάκι, γιατί και αυτός έχει μεγάλη συλλογή από σημαντικές νίκες, αλλά αυτό που με “τρέλαινε”, ήταν το “ρολάρισμά” του, το ξεπέταγμά του στο σπριντ.
Πώς θα συγκρίνατε τον Κάβεντις σε σχέση με τους άλλους μεγάλους σπρίντερ της εποχής του;
Α.Τ.: Ο Μαρκ είναι τρίτος σε σύνολο νικών στους μεγάλους γύρους, με 48 κερδισμένα ετάπ, βρίσκεται πίσω από τον Μερξ (64) και τον Τσιπολίνι (57). Επεμβαίνει ο Μαρκ: Ο Τσιπολίνι είναι 18 νίκες πίσω μου στο Τουρ! Συνεχίζει ο Ανδρέας: Νομίζω ότι ο Κάβεντις έχει ένα μεγάλο αβαντάζ ως σπρίντερ. Δεν είναι τόσο εκρηκτικός, άρα δεν έχει χάσει πολλά σε σχέση με τους υπόλοιπους σπρίντερ, αφού το πρώτο πράγμα που “φεύγει” με την ηλικία, είναι η εκρηκτικότητα. Το δυνατό του χαρτί ήταν πάντα η διάρκεια στο σπριντ. Αυτό, μαζί με τις οδηγικές του ικανότητες που είναι για σεμινάριο, ειδικά στα τελευταία μέτρα, μπορούν να του δώσουν νίκη στο Τουρ, ακόμα και στα 36 του χρόνια.
Β.Α.: Ο Μαρκ διαθέτει κάτι που δεν το έχουν οι υπόλοιποι. Τι είναι αυτό; Δεν ξέρω. Αλλά έχει αυτό το κάτι. Αν τον είδατε στην Τουρκία, στο τέταρτο ετάπ που κέρδισε, ο τρόπος που ελίσσεται στο σπριντ δεν έχει να κάνει με δύναμη, με βατ, με οτιδήποτε. Ή το έχεις ή δεν το έχεις!
Μαρκ, γνωρίζουμε όλοι ότι τα σπριντ είναι πολύ επικίνδυνα και συχνά συνοδεύονται από μεγάλες πτώσεις στα τελευταία χιλιόμετρα ή ακόμα και μέτρα. Αναφέρθηκες πριν λίγο στον Γιάκομπσεν και φαντάζομαι πως θα είδες τη δική του πτώση πέρυσι στον γύρο Πολωνίας.
M.C.: Είναι τρομακτικό να βλέπεις οποιονδήποτε αθλητή να έχει πτώση, σε κάνει να ανατριχιάζεις. Ακόμα κι αν δεν προέρχεται από την ομάδα σου, δεν παύει να είναι συνάδελφός σου, ποτέ δεν εύχεσαι να δεις κάποιον σε αυτή την κατάσταση. Είναι απίστευτο, μετά από το τρομακτικό του ατύχημα, ότι τώρα είμαστε στην ίδια ομάδα με τον Φάμπιο και μπορώ να βλέπω όλες τις προσπάθειες που κάνει για να επιστρέψει. Χωρίς αμφιβολία, όχι μόνο θα ξανακερδίσει, αλλά θα είναι και ο σπρίντερ του μέλλοντος. Είναι καταπληκτικός συναθλητής και άνθρωπος και είμαι σίγουρος ότι εκείνη η πτώση δε θα καθορίσει την καριέρα του.
Η εξέλιξη και οι κίνδυνοι των σπριντ
Μαρκ πόσο έχει εξελιχθεί το σπριντ σε αυτά τα 17 χρόνια που είσαι επαγγελματίας;
M.C.: Η σημαντικότερη εξέλιξη είναι τα τρένα. Παλιά ο κάθε σπρίντερ είχε ίσως ακόμα έναν συναθλητή μαζί του, υπήρχαν πολύ λιγότεροι ποδηλάτες για να προετοιμάσουν το τέλος. Μετά άρχισαν να εμφανίζονται τα τρένα και οι ομάδες προσαρμόστηκαν σε αυτό. Όταν ξεκίνησα την ποδηλασία, στο τελευταίο χιλιόμετρο είχαμε μόνο 20 αθλητές να πηγαίνουν στο σπριντ, τώρα βλέπεις 80 ή 90. Αυτή είναι η μεγαλύτερη αλλαγή, ο συνωστισμός στα τελευταία χιλιόμετρα, όλοι θέλουν να είναι μπροστά και έτσι πρέπει να μαντέψεις πού και πώς ακριβώς θα κινηθούν, έτσι ώστε να αποφύγεις είτε να κλειστείς, είτε να υπάρξει κάποιο απρόοπτο.
Σε αυτό “ευθύνη” έχουν και οι ομάδες των φαβορί της γενικής, που τα τελευταία αρκετά χρόνια, επιμένουν να βρίσκονται στις πρώτες θέσεις του πελοτόν για να προστατεύσουν τους αρχηγούς τους, δημιουργώντας όμως έτσι ακόμα μεγαλύτερο συνωστισμό στα σπριντ.
M.C.: Το μόνο που μπορεί να λύσει αυτό το πρόβλημα, είναι μια “συμφωνία κυρίων” – όπως γινόταν παλιότερα – ανάμεσα στις ομάδες των σπρίντερ και εκείνες των φαβορί. Παλιά, όταν πλησιάζαμε στον τερματισμό, οι ομάδες που δεν είχαν σχέση με το σπριντ, υποχωρούσαν στο πελοτόν και άφηναν το πεδίο ελεύθερο για εμάς. Οπότε η μοναδική λύση είναι μια τέτοια “συμφωνία” για το πού και πότε πρέπει να κινείται η κάθε ομάδα στα τελευταία χιλιόμετρα, ανάλογα με τους στόχους της. Από εκεί και πέρα, είναι προφανές ότι δεν μπορείς να φτιάξεις κανόνες που να λένε ότι αυτοί επιτρέπεται να τρέξουν μπροστά και οι άλλοι όχι. Και αυτό γιατί όλοι έχουν το δικαίωμα να τρέξουν όπου θέλουν. Στη σύγχρονη ποδηλασία όπου τα συμφέροντα είναι πολύ μεγαλύτερα και οι χορηγοί, τα χρήματα δηλαδή, πιο δύσκολα, πάντα θέλεις να κερδίσεις κάτι ή να αποκτήσεις πλεονέκτημα. Ο καθένας θέλει να προσπεράσει τον άλλο, είναι τόσο απλό.
Βασίλη και Ανδρέα, ποια είναι η δική σας άποψη;
Β.Α.: Ακόμα και αν το όριο της ουδετεροποίησης του χρόνου, πάει από τα 3 χιλιόμετρα στα 5 ή στα 10, πάντα θα υπάρχει μάχη. Σε τελική ανάλυση, όλοι έχουν το δικαίωμα να τρέξουν, ακόμα και οι αθλητές της γενικής. Συμφωνώ με τον Μαρκ ότι υπάρχουν κάποιοι άγραφοι κανόνες, που αν τους ακολουθήσεις, δε θα συμβεί τίποτα. Όταν βλέπεις διεκδικητές της γενικής να θέλουν να βρίσκονται στις πρώτες θέσεις στο τελευταίο χιλιόμετρο των επίπεδων ετάπ, αυτό είναι κάτι που δεν αρέσει στο πελοτόν. Όμως είναι κάτι που δεν μπορείς να το αλλάξεις.
Α.Τ.: Συμφωνώ κι εγώ ότι παλιά τα φαβορί δεν έτρεχαν τόσο μπροστά στα τελευταία χιλιόμετρα. Είναι κάτι που σε μεγάλο βαθμό άλλαξε η Sky. Θυμηθείτε τον Φρουμ να τερματίζει σε επίπεδα ετάπ μέσα στην πρώτη δεκάδα.
Βασίλη πώς θα μπορούσε να προστατεύσει η UCI τους ποδηλάτες στο σπριντ, πέρα από τον κανόνα των 3 τελευταίων χιλιομέτρων και τις καινούργιες μπαριέρες που χρησιμοποιούνται στους τερματισμούς;
Β.Α.: Το πρώτο βήμα με τις καινούργιες μπαριέρες είναι σωστό. Όμως πολύ πιο σημαντικό θα είναι να αλλάξουν τις δύσκολες διαδρομές στο τέλος των ετάπ, τα τελειώματα με τις παγίδες, όπως οι συνεχόμενες ροτόντες, οι διαδοχικές απότομες στροφές, το απότομο στένεμα του δρόμου κλπ. Τα σπριντ είναι επικίνδυνα, πάντα θα υπάρχουν πτώσεις, απλά τόσο η παγκόσμια ομοσπονδία όσο και οι διοργανωτές των αγώνων και ειδικότερα εκείνοι που σχεδιάζουν τις διαδρομές, θα πρέπει να τα κάνουν λίγο πιο ασφαλή.
Ομάδα με σπρίντερ στο Tour;
Να ρωτήσω τώρα κάτι άλλο. Υποστηρίζεται από πολλούς, ότι αν μια ομάδα θέλει να κερδίσει τον γύρο Γαλλίας, πρέπει να είναι 100% αφοσιωμένη στον αρχηγό της και να μην σπαταλήσει “πόρους” σε άλλους στόχους, όπως θα μπορούσαν να είναι τα σπριντ. Μαρκ εσύ θεωρείς ότι αυτό είναι σωστό ή όχι;
M.C.: Ο Κρίστοφ νίκησε πέρυσι στο πρώτο ετάπ και η ομάδα του, η UAE, κέρδισε το Τουρ. Η Telekom το πέτυχε το 1997 με τον Γιάν Ούλριχ και τον Έρικ Τσάμπελ, το ίδιο και η Sky το 2012 με τον Γουίγκινς και εμένα. Νομίζω ότι δεν υπάρχει τέτοιος κανόνας, απλά κοιτάζεις σαν ομάδα τί μπορείς να πετύχεις και ανάλογα θέτεις τους στόχους. Αν μπορείς να ανταποκριθείς σε διαφορετικές απαιτήσεις, το κάνεις. Από εκεί και μετά, εξαρτάται από τη διαχείριση που θα κάνεις στην ομάδα και τους αθλητές.
Β.Α.: Αν έχεις τον καλύτερο σπρίντερ και δεν τον πάρεις στο Τουρ, τότε έχεις κάνει λάθος. Δε χρειάζεται να στήσεις όλη την ομάδα γύρω του, αλλά μπορείς να του δώσεις έναν συναθλητή.
M.C.: Η ποδηλασία είναι επαγγελματική, πρέπει να δώσεις τα καλύτερα αποτελέσματα στον χορηγό σου για την επένδυσή του. Έχοντας την κίτρινη φανέλα στην κατοχή σου, διαφημίζεις τον χορηγό, αλλά το ίδιο γίνεται και όταν κερδίζεις ετάπ. Προσωπικά δεν καταλαβαίνω για ποιο λόγο να μην πάρεις έναν καλό σπρίντερ στην ομάδα του Τουρ.
Β.Α.: Το ίδιο λέμε. Αν έχεις ένα μεγάλο φαβορί για τη γενική, αλλά και έναν πολύ καλό σπρίντερ, πρέπει να τους πάρεις και τους δυο, γιατί μπορείς να κάνεις νίκες σε επίπεδα ετάπ και να διακριθείς στα βουνά ή στο χρονόμετρο και στη γενική. Ο συνδυασμός αυτός είναι ο καλύτερος για τον χορηγό. Αυτό που ενδιαφέρει τους χορηγούς, είναι οι αθλητές της ομάδας τους να περνούν πρώτοι τη γραμμή του τερματισμού και να φαίνεται παντού την επόμενη μέρα η φωτογραφία του νικητή με το όνομα του σπόνσορα στη φανέλα.
M.C.: Να δώσω ένα διαφορετικό παράδειγμα. Αναφερθήκατε νωρίτερα στις έξι νίκες που πήρα στο Τουρ του 2009, κάτι που θυμάται ο κόσμος που παρακολουθεί ποδηλασία. Θυμάται άραγε κανείς σας ποιος ήταν ο τρίτος της γενικής σε εκείνο το Τουρ; (σ.σ. Μετά από παύση αρκετών δευτερολέπτων και ενώ και οι τρεις μας, Βασίλης, Ανδρέας κι εγώ, είχαμε σπάσει το κεφάλι μας να θυμηθούμε τον τρίτο εκείνης της χρονιάς, ο Μαρκ χαμογέλασε θριαμβευτικά και κατέληξε) Ιδού η απάντηση στο ερώτημά σας! (σ.σ. Αμέσως μετά, μου ήρθε η “επιφοίτηση” και αναφώνησα “ο Λανς”! Βέβαια, ο Τεξανός στη συνέχεια ακυρώθηκε και στην πραγματικότητα τρίτος τότε ήταν ο Μπράντλεϊ Γουίγκινς).
Ο θρύλος των Ηλυσίων Πεδίων
Αφού επιστρέψαμε στο 2009, να πάμε και σε ένα ακόμα highlight της καριέρας σου, που δεν είναι άλλο από τις τέσσερις συνεχόμενες νίκες στα Ηλύσια Πεδία, ένα απόλυτο ρεκόρ στην ιστορία του Τουρ, που ξεκίνησε από εκείνη τη χρονιά και ολοκληρώθηκε το 2012.
M.C.: Ναι, νομίζω ότι είμαι ο μοναδικός που το έχει πετύχει αυτό. Δεν θυμάμαι αν έχει κερδίσει κάποιος άλλος έστω δυο σερί φορές στο Παρίσι. Όταν το είχα κάνει εγώ, ήμουν ο πρώτος που το πετύχαινε. (σ.σ. Το πέτυχαν ο Μαρσέλ Κίτελ το 2013 και το 2014 και ο Αντρέ Γκράιπελ το 2015 και το 2016).
Μαρκ, αν κάτι εντυπωσίαζε σε εκείνες τις τέσσερις σερί νίκες στο Παρίσι, ήταν οι διαφορές σου από τους υπόλοιπους, που θα μπορούσαμε να τις χαρακτηρίσουμε “σκανδαλώδεις”.
M.C.: Πρέπει να πω εδώ ότι ο κόσμος νομίζει ότι το να σπριντάρεις είναι εύκολο και ότι αρκεί να είσαι γρήγορος στα τελευταία 150 μέτρα για να νικήσεις. Ένας προπονητής που είχα στη Sky, μου είχε πει κυριολεκτικά ότι “είναι πιο εύκολο για μένα να κατανοήσω ότι ο Γουίγκινς κέρδισε το Τουρ, από το να καταλάβω πώς γίνεται να ολοκληρώνεις εσύ το Τουρ”. Δεν είναι μόνο οι μέρες των επίπεδων ετάπ, αλλά και το πώς θα περάσεις τις μέρες μέσης δυσκολίας και φυσικά τα ετάπ με τα μεγάλα βουνά. Δεν είναι ότι πονάμε, είναι ότι – ακριβώς όπως το λέω – υποφέρουμε. Το κυριότερο όμως που δεν καταλαβαίνει ο κόσμος, είναι η φθορά που προκαλείς στον εαυτό σου σε ένα σπριντ. Εννοείται ότι αν μπορείς να νικήσεις χωρίς να “καταστραφείς” τελείως, το προτιμάς. Στο Παρίσι δεν έχεις να υπολογίσεις την επόμενη μέρα, δίνεις ό,τι έχει μείνει μέσα σου, τα πάντα. Είναι το καλύτερο σπριντ στην καριέρα ενός αθλητή, ίσως όχι το πιο γρήγορο, αλλά αυτό στο οποίο δίνεις όλη σου την ενέργεια.
Ο “Καβ” διαλέγει τις τρεις κορυφαίες του νίκες
Μαρκ, νομίζω ότι είναι η κατάλληλη στιγμή να μας πεις ποιες ξεχωρίζεις ως τις τρεις κορυφαίες νίκες της καριέρας σου.
M.C.: Από τις 150 νίκες μου, υπάρχουν πολλές που θα μπορούσα να διαλέξω. Όμως η πιο συναισθηματική ήταν εκείνη του 2012 στα Ηλύσια Πεδία, γιατί συνέβησαν πολλά πράγματα μαζί. Ήμουν παγκόσμιος πρωταθλητής και με οδηγούσε ο “αδερφός” μου, Μπράντλεϊ Γουίγκινς, που φορούσε την κίτρινη φανέλα. Το να κάνει lead out η κίτρινη φανέλα σε έναν σπρίντερ, είναι πραγματικά σπάνιο. Να το κάνει λοιπόν αυτό ο καλύτερος φίλος που είχα ποτέ στη ζωή μου, έχοντας κερδίσει τον Γύρο Γαλλίας, με γέμισε προσωπικά συναισθήματα. Αλλά και για μια βρετανική ομάδα, να το κάνουν αυτό δυο Βρετανοί, ήταν τελείως ξεχωριστό. Το να γίνω παγκόσμιος πρωταθλητής, ήταν πάντα ένα όνειρο για μένα. Το πέτυχα τρεις φορές στην πίστα, όμως στην Κοπεγχάγη, όταν κατέκτησα τον τίτλο στο παγκόσμιο του δρόμου, ήταν και πάλι ξεχωριστό, όχι τόσο για τη νίκη, όσο για τον τρόπο που κυριαρχήσαμε ως ομάδα στον αγώνα. Η προσπάθεια είχε αρχίσει νωρίτερα, όταν θέλαμε να μαζέψουμε όσους περισσότερους πόντους μπορούσαμε, για να έχουμε τη μεγαλύτερη δυνατή εκπροσώπηση στη Δανία.
Και μετά, στον αγώνα, ήμασταν εκεί, παρόντες, από την αρχή μέχρι το τέλος, κατακτώντας τον πρώτο παγκόσμιο τίτλο για τη Μεγάλη Βρετανία, μετά τον Τομ Σίμπσον (σ.σ. 1965, στο Σαν Σεμπαστιάν), κάτι που επίσης ήταν και σημαντικό και ιδιαίτερο. Και τέλος, ο παγκόσμιος τίτλος στην πίστα το 2005. Στην κατηγορία των εφήβων, ήξερα ότι ήμουν αρκετά καλός, κέρδιζα αγώνες. Αλλά επειδή οι προπονητές τότε στις εθνικές ομάδες, κοίταζαν μόνο τα βατ και τους αριθμούς των αθλητών από τα εργομετρικά, έμενα συνέχεις εκτός, γιατί ποτέ δεν ήμουν καλός σε αυτά. Αυτός ήταν και ο λόγος που δεν πήρα ποτέ μέρος σε παγκόσμιο εφήβων, αν και θεωρώ ότι θα μπορούσα να το είχα κερδίσει. Το 2005, αν και δεν είχα επιλεγεί αρχικά, τελικά πήρα τη θέση του Γκέρεντ Τόμας, που είχε πτώση στο καμπ στην Αυστραλία και είχε τραυματιστεί. Και κατάφερα να νικήσω! Τότε ήταν και η πρώτη φορά που “I showed them the middle finger” (σ.σ. να το πούμε χαριτωμένα, τους έδειξε τον μέσο σε έκταση) σε όσους με αμφισβητούσαν. Από τότε ακολούθησαν πολλά τέτοια σε όσους έλεγαν ότι δεν κάνω για τη “δουλειά”, ότι δε βγάζω νούμερα κλπ. Το ότι έπρεπε συνέχεια να αποδεικνύω ποιος είμαι, είναι κάτι που με ακολούθησε σε όλη την καριέρα μου, μέχρι και σήμερα.
Να μείνουμε λίγο στον παγκόσμιο τίτλο του 2011. Πες μας δυο λόγια ακόμα για εκείνη τη νίκη.
M.C.: Είχα ήδη κερδίσει δυο φορές τον παγκόσμιο τίτλο στην πίστα, είχαμε μια καταπληκτική ομάδα και είχαμε φτιάξει το σχέδιό μας για να νικήσουμε. Περισσότερο όμως από τη νίκη, νιώθω περήφανος για τον τρόπο με τον οποίο κερδίσαμε. Είχαμε ελέγξει τον αγώνα από το χιλιόμετρο μηδέν μέχρι το τέλος. Δεν είχαμε plan b. Στο τέλος είχα χάσει τη ρόδα του Γκέρεντ Τόμας και εκείνος, στα 300 μέτρα πριν τον τερματισμό, είχε γυρίσει να κοιτάξει πίσω για να δει αν ήμουν εντάξει. Ο “Τζι” ήταν εκπληκτικός εκείνη την ημέρα, είχε πάει τόσο γρήγορα για 40 χιλιόμετρα, ώστε κανένας αντίπαλος δεν μπορούσε να κάνει επίθεση, πραγματικό χρονόμετρο!
Το Μιλάνο-Σαν Ρέμο και οι κλασικές
Και αφού πιάσαμε τις νίκες, να σε πάω στο 2009 και το μοναδικό “μνημείο” που κατέκτησες στην καριέρα σου, το Μιλάνο-Σαν Ρέμο.
M.C.: Οι μονοήμεροι αγώνες είναι πολύ δύσκολοι, γιατί έχεις μόνο μια ευκαιρία, δεν είναι όπως στους μεγάλους γύρους που έχεις πολλές. Στο Μιλάνο-Σαν Ρέμο, είχα μελετήσει τη στρατηγική του Έρικ Τσάμπελ, που είχε κερδίσει αυτόν τον αγώνα τέσσερις φορές. Φτιάξαμε μια ομάδα, στην οποία ο καθένας είχε τον ρόλο του. Ο Μαρκ Ρένσο και ο Έντβαλντ Μπόασον Χάγκεν με πήγαν μέχρι το Λε Μάνιε, μετά ο Τόμας Λόφκβιστ και ο Μάικλ Ρότζερς έπρεπε να με πάνε μέχρι την Τσιπρέσα και ο Τζορτζ Χίνκαπι μέχρι το Πότζο. Στην κατηφόρα του Πότζο ήταν δύσκολα, γιατί αν χάσεις ένα μέτρο από τη ρόδα του μπροστινού σου, είναι πολύ δύσκολο να επανέλθεις. Ο Τζορτζ με περίμενε και με ξαναπήγε μπροστά. Όταν έφυγε ο Χάουσλερ (σ.σ. της Cérvelo), πήρε τέτοια διαφορά που όλοι έψαχναν να δουν ποιος θα είναι δεύτερος. Εγώ σκέφτηκα όλα ή τίποτα, πάω μπροστά και αν με ακολουθήσουν και με περάσουν, οκ. Και τελικά πέρασα τον Χάουσλερ με ελάχιστη διαφορά πάνω στη γραμμή. Πολύ ιδιαίτερη νίκη για μένα. Αυτά τα πολύ λίγα εκατοστά με τα οποία νίκησα, δείχνουν την ομορφιά του Μιλάνο-Σαν Ρέμο. Στην εκκίνηση ξέρεις ότι ο οποιοσδήποτε μπορεί να νικήσει αυτόν τον αγώνα, μπορεί να το πετύχει κάποιος αποσπασμένος, μπορεί να καταλήξει σε μαζικό σπριντ. Γι’ αυτό είναι τόσο υπέροχος αυτός ο αγώνας. Τίποτα δεν έχει τελειώσει, μέχρι να περάσεις τη γραμμή του τερματισμού.
Βασίλη, Ανδρέα, ο Μαρκ μας έδωσε ωραία πάσα με το Μιλάνο-Σαν Ρέμο. Θα ήθελα να μου πείτε τον αγαπημένο σας μονοήμερο και να επιλέξετε τον αγαπημένο σας αθλητή για τέτοιους αγώνες.
Α.Τ.: Αν ήμουν επαγγελματίας αθλητής, θα διάλεγα τη Φλάνδρα, γιατί μου αρέσουν οι ανηφόρες της και τα παβέ. Αλλά επειδή έχω το προνόμιο να έχω παρακολουθήσει τόσο το Ρουμπέ όσο και τη Φλάνδρα από τη θέση του σχολιαστή και είναι πολύ πιο δύσκολο να περιγράψεις το πρώτο εξαιτίας των πολλών εναλλαγών που γίνονται στη διάρκεια του αγώνα, θα επιλέξω το Ρουμπέ. Είναι πολύ πιο δύσκολος αγώνας και έχει περισσότερες ανατροπές στην εξέλιξή του. Μπορεί να μην έχει καθόλου υψομετρικά, αλλά ο ρυθμός είναι καταιγιστικός και η δυσκολία στο λιθόστρωτο – ειδικά στα τμήματα των τεσσάρων και πέντε αστεριών – είναι πάρα πολύ μεγάλη. Και βέβαια, είναι τόσο απρόβλεπτος αγώνας, που σε κάθε τμήμα παβέ μπορεί να βλέπουμε και διαφορετικό πρωτοπόρο. Ο αθλητής που θα διάλεγα για τις κλασικές, είναι ο Φαμπιάν Καντσελάρα, γιατί ήταν ο κορυφαίος όλων, χωρίς να έχει ποτέ τόσο δυνατή ομάδα, όπως για παράδειγμα ο Τομ Μπούνεν.
Β.Α.: Για μένα, ο σημαντικότερος μονοήμερος είναι το παγκόσμιο, γιατί το να φοράς τη φανέλα με τα χρώματα της ίριδας την επόμενη χρονιά, είναι ό,τι πιο συναρπαστικό υπάρχει στην ποδηλασία και στην καριέρα ενός αθλητή. Παγκόσμιο λοιπόν, με όλες τις ανατροπές, όλες τις συμμαχίες που γίνονται εντός και εκτός και φυσικά για όλες τις συγκινήσεις που προσφέρει ο συγκεκριμένος αγώνας. Ο αθλητής που διαλέγω για τους μονοήμερους, είναι ο Γιόχαν Μουζό, το “λιοντάρι της Φλάνδρας”, γιατί ήταν ο άνθρωπος που “έσπαγε” τα ποδήλατα, που δεν καταλάβαινε τίποτα. Γιατί διέλυσε το γόνατό του, αλλά γύρισε και “πήρε το σκαλπ” όλων των αντιπάλων του. Και γιατί ήταν Quickstep φυσικά!
Οι all-rounders και οι ανηφορίστες
Νομίζω ανοίξαμε ένα ενδιαφέρον κεφάλαιο. Μετά τους μονοήμερους, τώρα θέλω να μου πείτε τους τρεις αγαπημένους σας all-rounders για μεγάλους γύρους, όσο παρακολουθείτε ποδηλασία. Με σειρά αξιολόγησης παρακαλώ!
Β.Α.: Πρώτος, ο ένας και μοναδικός Μιγκέλ Ιντουράιν, δεύτερος, ο αγαπημένος σε όλους μας, ο ένας και ανεπανάληπτος Αλμπέρτο Κονταδόρ και τρίτος, ο Κρις Φρουμ, είτε μας αρέσει, είτε όχι, για όλα αυτά τα μεγάλα που έχει πετύχει.
Α.Τ.: Πρώτος για μένα ο Λανς Άρμστρονγκ, δεύτερος ο Μπράντλεϊ Γουίγκινς και τρίτος ο Αλμπέρτο Κονταδόρ.
Ωραία, πάμε τώρα στους αντίστοιχους τρεις ανηφορίστες.
Β.Α.: Ξεκινάω με τον Μάρκο Παντάνι, συνεχίζω με τον Ρομπέρτο Έρας και κλείνω με τον Φερνάντο Εσκαρτίν.
Α.Τ.: Πρώτος ο Αλμπέρτο Κονταδόρ, μετά ο Νάιρο Κιντάνα και κλείνω με τον Έγαν Μπερνάλ.
Ας περάσουμε τώρα και στον αγαπημένο σας χρονομετρίστα.
Β.Α.: Για μένα είναι ο Φαμπιάν Καντσελάρα.
Α.Τ.: Δύσκολη ερώτηση, γιατί υπάρχουν πολλοί που στα καλύτερα χρόνια τους, ήταν πολύ εντυπωσιακοί. Όπως ο Τόνι Μάρτιν, ο Καντσελάρα που όταν κέρδισε στο Ρίο πήγε ασύλληπτα, ο Γκάνα από τους νέους. Θα επιλέξω τον Ντιμουλάν, που έχει πάρει και παγκόσμιο, λόγω της στάσης που έχει πάνω στο ποδήλατο.
Eurosport, ανατροπές και μεγάλοι γύροι
Βασίλη έχεις εργαστεί για μια δεκαετία ως expert στο Eurosport, ενώ αντίστοιχα, ο Ανδρέας είναι σχολιαστής στο κανάλι την τελευταία πενταετία. Θα ήθελα να μου πείτε την πιο εντυπωσιακή ημέρα που έχετε ζήσει μέσα στο booth, τη μετάδοση που θα σας μείνει αξέχαστη.
Α.Τ.: Γύρος Ιταλίας του 2018, το 19ο ετάπ που τερμάτιζε στην Μπαρντονέκια. Ο Φρουμ ήταν 3:22″ πίσω στη γενική και έκανε τη θρυλική πλέον επίθεση στο Κόλε ντέλε Φινέστρε, τρία βουνά πριν τον τερματισμό, φτάνοντας μόνος του στη νίκη και την επική ανατροπή. Ένας αθλητής που θα στοιχηματίζαμε ότι δε θα έκανε ποτέ στην καριέρα του τέτοια επίθεση, τελικά πέτυχε κάτι μαγικό.
Β.Α.: Γύρος Ισπανίας του 2012, το 17ο ετάπ που τερμάτιζε στο Φουέντε Ντε. Η μεγάλη επίθεση του Αλμπέρτο Κονταδόρ στο Κογιάδο ντε λα Οθ, η νίκη του στο ετάπ και η ανατροπή στη γενική. Και βέβαια, εκείνο το ετάπ το είχαμε μεταδώσει μαζί Θανάση, είχαμε τρελαθεί και οι δυο!
Ας κλείσουμε αυτό το κεφάλαιο με τις επιλογές σας, με μια τελευταία ερώτηση. Από τους τρεις μεγάλους γύρους, ποιος είναι ο αγαπημένος σας;
Β.Α.: Αναμφισβήτητα το Tour de France, γιατί είναι πάνω από οποιοδήποτε άλλο ποδηλατικό γεγονός στον κόσμο. Είναι το Tour de France.
Α.Τ.: Όταν ξεκίνησα να παρακολουθώ ποδηλασία, είχα εντυπωσιαστεί από το Giro, που λόγω της διεξαγωγής του τον Μάιο, είχε ένα πρόσθετο εμπόδιο για τους αθλητές, τις καιρικές συνθήκες. Με χιόνια στις κορυφές, με πολύ χαμηλές θερμοκρασίες, με πολλές βροχές και επικίνδυνους δρόμους, συν τη δυσκολία των βουνών της Ιταλίας. Στη συνέχεια εντυπωσιάστηκα από τη Vuelta και τους πολλούς ανηφορικούς τερματισμούς της και φυσικά με τις ανακαλύψεις του Εσκαρτίν που κάθε χρόνο ενσωμάτωνε μια πάρα πολύ σκληρή ανηφόρα. Τελικά κατέληξα στο Tour de France, γιατί πολύ απλά είναι το Tour de France. Μπορεί να μην έχει τις δύσκολες αναβάσεις και τις κακές καιρικές συνθήκες του Giro, μπορεί να είναι πιο απρόβλεπτοι οι Γύροι της Ιταλίας και της Ισπανίας, αλλά το Tour δεν είναι μόνο ο μεγαλύτερος γύρος όλων, είναι ο αγώνας που κάθε αθλητής ονειρεύεται να κερδίσει κάποια στιγμή.
Όλη αυτή την ώρα που ακούμε τις επιλογές του Βασίλη και του Ανδρέα, ο Μαρκ παρακολουθεί με ενδιαφέρον. Δε συμμετέχει, γιατί όπως μας λέει, ο ίδιος είναι ακόμα εν ενεργεία αθλητής και προτιμάει να αγωνίζεται από το να αναλύει τον τρόπο που τρέχουν οι άλλοι. Όμως ήρθε η ώρα να τον ξαναβάλουμε στη συζήτηση με την εξής ερώτηση. Μαρκ, θα σου άρεσε να ξανατρέξεις σε μεγάλο γύρο;
M.C.: Ναι, στον Γύρο Γαλλίας. Το Tour de France είναι όλη η ζωή μου. Χωρίς τον Γύρο Γαλλίας θα ήμουν ένας ακόμα σπρίντερ. Το Tour ήταν όλα όσα ονειρεύτηκα, για το Tour έδωσα τα πάντα και το Tour μου ανταπέδωσε τα πάντα. Ο Γύρος Γαλλίας δεν είναι απλά ένας ποδηλατικός αγώνας, αλλά ένα κορυφαίο αθλητικό γεγονός. Για μένα σήμαινε και συνεχίζει να σημαίνει τα πάντα.
Η Ineos, το μπάτζετ και το salary cap
Αφού αναφερόμαστε στον Γύρο Γαλλίας, ας περάσουμε και στην ομάδα που κυριάρχησε την τελευταία δεκαετία σε αυτόν, την Sky/Ineos. Πέρασες μια χρονιά στις τάξεις της, το 2012, όταν ξεκίνησε να χτίζει την κυριαρχία της με το πρώτο κερδισμένο Tour του Γουίγκινς. Πώς ήταν για σένα εκείνη η χρονιά;
M.C.: Ήταν ωραία, βρήκα πολλούς φίλους μου εκεί, ήταν ξεχωριστή εμπειρία για μένα να βρεθώ σε μια ομάδα που είχε ως κύριο στόχο της τη γενική σε μεγάλους γύρους. Όμως το αποτέλεσμα ήταν θετικό για όλους μας. Εκείνη τη σεζόν είχα τρία κερδισμένα ετάπ στο Giro, τρία στο Tour και τρία ακόμα στον γύρο της Βρετανίας.
Θεωρείτε ότι το αβαντάζ της Sky/Ineos απέναντι στις υπόλοιπες ομάδες, σε ό,τι αφορά τους μεγάλους γύρους, έχει να κάνει αποκλειστικά με το τεράστιο μπάτζετ που έχει στη διάθεσή του ο Μπρέιλσφορντ;
Β.Α.: Το μεγάλο μπάτζετ σου δίνει την άνεση να έχεις βοηθό, αθλητή που σε άλλες ομάδες θα ήταν αρχηγός. Για παράδειγμα, μπορείς να έχεις έναν παγκόσμιο πρωταθλητή ως βοηθό. Όταν λοιπόν συγκεντρώνεις στην ομάδα σου οκτώ-εννιά αθλητές, που είναι από τους κορυφαίους στον κόσμο, τότε ναι, είναι θέμα μπάτζετ.
M.C.: Βέβαια, ακόμα και αν έχεις τα χρήματα, αυτό που μπορείς να αγοράσεις, είναι αθλητές και όχι ομάδα. Θα πρέπει να κάνεις όλο το γκρουπ να λειτουργήσει σαν ομάδα, σαν σύνολο, για να πετύχεις τους στόχους σου. Δες στο ποδόσφαιρο την Παρί Σεν Ζερμέν ή τη Ρεάλ Μαδρίτης, έχουν τους καλύτερους παίκτες, αλλά δεν κερδίζουν πάντα.
Α.Τ.: Εγώ πιστεύω ότι το χρήμα “μιλάει”. Βλέπουμε ότι όταν ένας αθλητής κάνει μια πολύ καλή σεζόν, την επόμενη χρονιά υπογράφει με την Ineos.
Β.Α.: Σε αυτό που είπε ο Μαρκ, ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Movistar. Όλοι θυμόμαστε τί είχε γίνει με την τριάδα Λάντα, Κιντάνα και Καραπάς. Τρεις μεγάλοι αρχηγοί, αλλά δεν λειτούργησαν σαν ομάδα.
Το αντίθετο παράδειγμα πάντως, σε ό,τι αφορά τα οικονομικά, είναι η Jumbo Visma, που έχει καταφέρει να φτιάξει μια “υπερομάδα”, έχοντας στη διάθεσή της λιγότερο από το μισό μπάτζετ της Ineos. Αρκετοί αναρωτιούνται αν το πιο δίκαιο θα ήταν να υπάρχει ένα salary cap, όπως για παράδειγμα στο NBA.
M.C.: Δεν μπορεί να γίνει σύγκριση μεταξύ του salary cap στο ΝΒΑ και στις ομάδες της ποδηλασίας. Τα νούμερα είναι τελείως διαφορετικά. Για παράδειγμα, εγώ ως αθλητής, παίρνω περισσότερα χρήματα από έναν μηχανικό της ομάδας. Ο DS παίρνει περισσότερα χρήματα από έναν soigneur. Άρα δεν μπορούμε όλοι να πληρωνόμαστε το ίδιο κι ας ανήκουμε στην ίδια ομάδα.
Β.Α.: Έχουμε να κάνουμε με μια ελεύθερη αγορά. Είναι θέμα ικανότητας του μάνατζερ να βρίσκει τους κατάλληλους χορηγούς για να έχει το επιθυμητό μπάτζετ στη διάθεσή του.
Μαρκ, μην το ξεχάσω. Προηγουμένως αναφέρθηκες στην Παρί και τη Ρεάλ. Παρακολουθείς ποδόσφαιρο; Και βέβαια, όταν δεν αγωνίζεσαι, σου αρέσει να βλέπεις ποδηλατικούς αγώνες;
M.C.: Από ποδηλασία, βλέπω στην τηλεόραση μόνο μονοήμερους αγώνες. Με το ποδόσφαιρο δεν ασχολούμαι πολύ, παλιά ήμουν φαν της Λιντς Γιουνάιτεντ, αλλά πλέον δεν την παρακολουθώ τόσο πολύ.
Κρις Φρουμ vs Αλμπέρτο Κονταδόρ
Ωραία, επιστρέφω στον Βασίλη και τον Ανδρέα για να τους ρωτήσω ποιο στιλ προτιμούν, αυτό του Φρουμ ή εκείνο του Κονταδόρ;
Β.Α.: Προτιμώ το στιλ του Κονταδόρ, το επιθετικό, με το ένστικτο. Ή επιθέσεις σαν αυτές που έκανε πέρυσι ο Αλαφιλίπ.
Α.Τ.: Εγώ δε θεωρώ ότι ο Φρουμ εκπροσωπεί την “υπολογισμένη” ποδηλασία. Νομίζω ότι όλα πλέον είναι πιο γρήγορα και βέβαια, οι βοηθοί είναι πολύ καλύτεροι. Για παράδειγμα, όταν ο Φαν Μπάαρλε φεύγει με 450 βατ, πόσο μπορεί να αντέξει ο Κιντάνα και για πόση ώρα; Η γνώμη μου είναι ότι δεν είναι θέμα υπολογισμού, αλλά δύναμης.
Πάντα υπάρχει η συζήτηση γύρω από την “προαιώνια” κόντρα των all-rounders με τους ανηφορίστες. Στη σύγχρονη ποδηλασία, στους μεγάλους γύρους, τι πιστεύετε ότι χρειάζεται περισσότερο ένας πολύ καλός ανηφορίστας; Μια σούπερ ομάδα για τα επίπεδα και τα βουνά ή μια θεαματική βελτίωση στο χρονόμετρο; Προφανώς ο συνδυασμός είναι το ιδανικό, αλλά αν έπρεπε να διαλέξει το ένα από τα δυο, ποιο θα έπρεπε να είναι αυτό;
Β.Α.: Το σημαντικότερο είναι μια θεαματική βελτίωση στο χρονόμετρο, γιατί πλέον στη σύγχρονη ποδηλασία, ένας καλός ανηφορίστας δε φεύγει πολύ από έναν καλό all-rounder. Άρα έχουν αντιστραφεί οι ρόλοι σε σχέση με το παρελθόν. Οι διαφορές στα βουνά δεν είναι τόσο μεγάλες όσο παλιότερα, οπότε αν ο ανηφορίστας δεν είναι τόσο καλός στο χρονόμετρο, τότε σίγουρα θα χάσει πάρα πολύ στα επίπεδα τμήματα. Άρα νομίζω ότι ο ανηφορίστας πρέπει να βελτιωθεί στο χρονόμετρο, αν θέλει να κερδίσει ένα grand tour.
Α.Τ.: Συμφωνώ απόλυτα με όσα είπε ο Βασίλης. Οι all-rounders βλέπουμε ότι κερδίζουν λεπτά στο χρονόμετρο από τους ανηφορίστες και χάνουν δευτερόλεπτα στα βουνά. Οπότε είναι προφανές τί χρειάζεται ο ανηφορίστας αν θέλει να διεκδικήσει με επιτυχία έναν μεγάλο γύρο από τους all-rounders: βελτίωση στο χρονόμετρο.
Ο “αιώνιος έφηβος” Αλεχάνδρο Βαλβέρδε
Μαρκ, θα ήθελα ένα σχόλιο για έναν συνάδελφό σου που παρά το γεγονός ότι είναι 41 ετών, συνεχίζει και να πρωταγωνιστεί και να παίρνει νίκες. Τι πιστεύεις για τον Αλεχάνδρο Βαλβέρδε;
M.C.: Όπως το είπες, είναι 41 και κερδίζει ακόμα. Σε όσους λένε ότι είναι “τελειωμένος”, ο Βαλβέρδε απλά γελάει και τους δείχνει το αντίθετο. Είναι όμορφο να το βλέπεις αυτό, η ηλικία δεν έχει σημασία όταν μπορείς να εκπληρώνεις ακόμα τους στόχους του. Είναι ένας ωραίος τύπος ο Αλεχάνδρο, μου αρέσει πολύ.
Βασίλη εσύ ήσουν στο Ίνσμπρουκ το 2018, όταν ο “Μπάλα” κέρδισε το παγκόσμιο και εσύ Ανδρέα είχες περιγράψει τον αγώνα για το Eurosport. Θα ήθελα και ένα δικό σας σχόλιο για τον Ισπανό.
Β.Α.: Ήταν κάτι το εκπληκτικό να βλέπεις τον Βαλβέρδε, στα 38 του, να κερδίζει μετά από τόσες προσπάθειες. Όλοι όσοι το ζήσαμε από κοντά στον τερματισμό – κι εγώ ήμουν ένας από τους τυχερούς – χαρήκαμε και χειροκροτήσαμε αυτόν τον μεγάλο αθλητή. Δε νομίζω ότι εκείνη την ημέρα υπήρξε κάποιος που να μη χάρηκε για αυτή τη νίκη. Ήταν πραγματικά κάτι εντυπωσιακό και συγκινητικό μαζί. Από τους πιο άξιους νικητές του παγκόσμιου τίτλου.
Α.Τ.: Ο Βαλβέρδε είναι ο αγαπημένος μου αθλητής ανάμεσα σε όλους. Στο παγκόσμιο του 2018, στην τελευταία ανηφόρα, όταν ξεκίνησε το σπριντ, δεν πίστευα ότι θα αντέξει. Σκεφτόμουν ότι κάτι θα γίνει πάλι και θα τερματίσει δεύτερος ή τρίτος. Αλλά, ευτυχώς, ο “Μπάλα” μας διέψευσε όλους.
Οι ομάδες μας για το Tour de France!
Λοιπόν, πριν κάνω την τελευταία ερώτηση στον Μαρκ, έχω μια προτελευταία για τους υπόλοιπους τρεις μας. Θα ήθελα να φτιάξουμε ο καθένας την ιδανική του ομάδα, από 8 αθλητές, αποκλειστικά για το Τουρ, χρησιμοποιώντας ποδηλάτες που είτε έχουν σταματήσει την αγωνιστική δράση, είτε συνεχίζουν. Υποχρεωτικά πρέπει να υπάρχουν αρχηγός, captain de la route και DS. Πάμε λοιπόν!
Β.Α.: Η δική μου ομάδα για το Τουρ είναι η εξής: Σπρίντερ ο Κάβεντις, lead out man ο Μορκόφ, “χιλιομετροφάγος” ο Τιμ Ντεκλέρκ, captain de la route ο Τζορτζ Χίνκαπι, πρώτος βοηθός ο Ρομπέρτο Έρας (για τα βουνά), δεύτερος βοηθός ο Αλεξάντερ Βινοκούροφ (για όλα τα τερέν), συναρχηγός ο Γιάν Ούλριχ και αρχηγός ο υπέροχος Μιγκέλ Ιντουράιν. Και βέβαια DS, ο ένας και μοναδικός Ντάβιντε Μπραμάτι, τέλος!
Α.Τ.: Και η δική μου ομάδα για το Τουρ ξεκινάει με σπρίντερ τον Κάβεντις και lead out man τον Μορκόφ. Πρώτος βοηθός ο Στιβ Κάμινγκς, δεύτερος βοηθός ο Φιλίπ Ζιλμπέρ (για εκρηκτικούς τερματισμούς), τρίτος βοηθός ο Λουίς Λεόν Σάντσεθ (για το ξεκίνημα των αναβάσεων), τέταρτος βοηθός ο Γκέρεντ Τόμας (για τα βουνά), υπαρχηγός και captain de la route ο Μπράντλεϊ Γουίγκινς και αρχηγός ο Αλμπέρτο Κονταδόρ. DS ο Μπιάρνε Ρίις.
Θ.Κ.: Πολύ ωραία, να δώσω κι εγώ τους δικούς μου οκτώ. Προσωπικά θα “πάω” στο Τουρ χωρίς σπρίντερ. Οπότε ξεκινάω με “χιλιομετροφάγο” τον Τόνι Μάρτιν, captain de la route τον Μάικλ Ρότζερς, πρώτο βοηθό τον Μαρίνο Αλόνσο (“υπασπιστή” του Μιγκέλ Ιντουράιν και στα 5 κερδισμένα Τουρ), δεύτερο βοηθό τον Τζόναθαν Καστροβιέχο (για όλα τα τερέν), τρίτο βοηθό τον Φερνάντο Εσκαρτίν (για τα βουνά), τέταρτο βοηθό τον Γκέρεντ Τόμας (επίσης για τα βουνά), υπαρχηγό τον Αλμπέρτο Κονταδόρ και αρχηγό τον Μιγκέλ Ιντουράιν. DS ο Μπιάρνε Ρίις.
Θέλω και τον αγαπημένο σας ποδηλάτη διαχρονικά!
Β.Α.: Ο Μιγκέλ Ιντουράιν. Εκτός του ότι ήταν ασυναγώνιστος στο χρονόμετρο, πάντα με εντυπωσίαζε ότι παρά τα 80 του κιλά, ακολουθούσε χωρίς πρόβλημα τους ανηφορίστες σε όλα τα μεγάλα βουνά. Είχα την τύχη να παρακολουθήσω όλους τους αγώνες του, αξέχαστο όμως μου έχει μείνει το παγκόσμιο του 1995 στην Ντουιτάμα της Κολομβίας, όπου είχε πάρει το χρυσό στο χρονόμετρο και είχε τερματίσει δεύτερος στον δρόμο, πίσω από τον Ολάνο με το σκασμένο ελαστικό, αντέχοντας στην επίθεση του Παντάνι στο τελευταίο βουνό. Respect!
Α.Τ.: Ο Αλεχάνδρο Βαλβέρδε! Τον θεωρώ από τους πιο ολοκληρωμένους αθλητές, διακρίνεται σε όλα τα τερέν και η σταθερότητά του στα αποτελέσματα είναι μοναδική και αξιοθαύμαστη.
Ο Μαρκ Κάβεντις για τον Βασίλη Αναστόπουλο
Εγώ θα προτιμήσω να μην απαντήσω, γιατί η “μάχη” μεταξύ Ιντουράιν και Κονταδόρ θα είναι αδυσώπητη και δεν ξέρω καν αν θα μπορέσει να βγάλει νικητή! Οπότε μετά τις “ιδανικές” μας ομάδες και τους αγαπημένους σας ποδηλάτες, ήρθε η ώρα για την τελευταία ερώτηση. Μαρκ, θα σου πω δυο λέξεις και θα σε αφήσω να σχολιάσεις ελεύθερα: Βασίλης Αναστόπουλος!
M.C.: Στο καμπ της Deceuninck τον χειμώνα, υπήρχε ένας τύπος που συνέχεια φώναζε και ούρλιαζε, ήταν τόσο θορυβώδης! Και τότε ο Μπράιαν Χολμ μου είπε, “αυτός είναι ο προπονητής σου”! Σκέφτηκα, εντάξει, θα κουφαθώ μαζί του, αλλά αν είναι να με κάνει να πάω καλά, θα αξίζει! Μετά μίλησα με έναν φίλο που ηταν στη SEG, τον Στίβι Γουίλιαμς, ο οποίος είχε περάσει πολλά και πετυχημένα χρόνια μαζί με τον Βασίλη. Και μου είπε, “είναι τελείως τρελός, αλλά αν εμπιστευτείς τη μεθοδολογία του, τότε θα τα πας πολύ καλά”. Κάτι σημαντικό είναι ότι υπήρξε ποδηλάτης και μπορεί να καταλάβει έναν ποδηλάτη (κάτι όχι τόσο συχνό σε έναν προπονητή). Ο Βασίλης σου λέει τί χρειάζεσαι και όταν είπε σε μένα τί έπρεπε να κάνω, ήταν ακριβώς τα ίδια με αυτά που σκεφτόμουν κι εγώ. Και τότε σκέφτηκα, ωραία, με έχει καταλάβει απόλυτα. Ποτέ μέχρι τώρα δεν είχα συζητήσει τόσο πολύ με έναν προπονητή μου. Όταν νίκησα στην Τουρκία, πρώτα μίλησα με τη σύζυγό μου και το δεύτερο άτομο που πήρα, ήταν ο Βασίλης. Γιατί ένιωθα ότι του χρωστάω το ότι πίστεψε σε μένα περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Είναι πραγματικά ξεχωριστός”.
Πηγή: Sport 24