Του Γιώργου Αδαμόπουλου
Η έννοια της προσωπικής ελευθερίας είναι συχνά αντιφατική.
Για την Σάνον Κόρτνεϊ, μέχρι την ηλικία των 21 ετών, αυτή η «ανεξαρτησία» απαιτούσε χώρο, χρόνο και μπόλικες καταχρήσεις.
Η ελευθερία της συνοδευόταν από ξενύχτια, περίπου 40 τσιγάρα τη μέρα και αλκοόλ ως το ξημέρωμα…
Αγαπούσε τον εαυτό της και δεν την ενδιέφερε η εικόνα της. Της αρκούσε που περνούσε καλά. Αισθανόταν ελεύθερη.
Αυτή η συμπεριφορά, επιπλέον, την βοηθούσε να ξεχάσει. Να αφήσει πίσω της το γεγονός ότι ο πατέρας της παράτησε την οικογένεια όταν η Σάνον ήταν μόλις δέκα ετών.
Η μητέρα της, υπεύθυνη σε παμπ, της βρήκε μία δουλειά εκεί, αλλά αναγκαζόταν να παραδίδει και μαθήματα οδήγησης, ώστε να μεγαλώσει μόνη της την κόρη και τον γιο της.
Η στάση της Σάνον δεν της άρεσε. Το ξημέρωμα που εκείνη επέστρεφε σπίτι πριν από τις 5 το πρωί, ήταν ένα… καλό πρωινό για την μαμά της. Γιατί συνήθως αργούσε περισσότερο.
Την είχε «συλλάβει» να καπνίζει από τα 13 της, όμως το ατίθασο κορίτσι δεν άκουγε κανέναν.
Ώσπου, μία ημέρα, αυτό που αντίκρισε στον καθρέφτη της η Κόρτνεϊ, δεν της άρεσε. Δεν ήταν τόσο αισθητικό το θέμα. Ήταν, αρχικά, ζήτημα υγείας.
Η αντανάκλαση δεν της θύμιζε ένα εικοσάχρονο κορίτσι, αλλά μία υπέρβαρη γυναίκα.
Αναρωτήθηκε, από μέσα της, αν αυτή η κοπέλα που έστεκε απέναντί της έχει όνειρα, φιλοδοξίες. Απόρησε πόσο θα αντέξει σε αυτούς τους ρυθμούς.
Βασικά, ένιωσε «εγκλωβισμένη», ζαλισμένη από τον θόρυβο και τον καπνό των αγγλικών παμπ. Αλλά οι απόλυτες ελευθερίες είναι συχνά θέμα μίας ξαφνικής απόφασης, μίας ριζικής αλλαγής.
Η Σάνον Κόρτνεϊ, η οποία γεννήθηκε στις 3 Ιουλίου 1993 στο Άμποτς Λάνγκλεϊ της Αγγλίας, δεν είχε ιδέα για το τι θα κάνει στη ζωή της ως το 2014.
Ένα ξημέρωμα, η κουρασμένη εικόνα της, με τα ρούχα της που μύριζαν τσιγάρο, κάρι και πίτσα, της φάνηκε απωθητική.
Για την ίδια, όλα ήταν θέμα ελευθερίας, αλλά και μίας στιγμής.
Αποφάσισε να πάει την επόμενη ημέρα στο γυμναστήριο, «για να χάσω κιλά», όπως εξήγησε. Εκείνη η απόφαση, άλλαξε μία για πάντα τη ζωή της.
Μετά την πρώτη απόπειρά της σε διαδρόμους και μικρά βάρη, γύρισε στο σπίτι της και έφτιαξε μία σαλάτα για δείπνο…
Όταν η κυρία Κόρτνεϊ άκουσε τα κλειδιά στην πόρτα στις 5 το πρωί, νόμιζε ότι η κόρη της μόλις θα είχε επιστρέψει από ένα ακόμη πάρτι. Μονάχα που η Σάνον έβγαινε από το σπίτι για να κάνει τζόκινγκ. Αυτό το πρόγραμμα, έγινε καθημερινότητά της, μαζί με μερικά μαθήματα πυγμαχίας.
Της είπαν πως έχει ταλέντο, όμως σε ένα από πρώτα σετ στο ρινγκ του Finchley Boxing Club -στο οποίο είχε κάνει τα πρώτα βήματά του ο μετέπειτα χρυσός Ολυμπιονίκης και παγκόσμιος πρωταθλητής, Άντονι Τζόσουα– ήταν τόσο αγύμναστη, που ζήτησε από τον δάσκαλο να πάει στην τουαλέτα. Στην πραγματικότητα, άναψε ένα τσιγάρο…
Ένιωσε, όμως, ανακατωσούρα στο στομάχι και δεν το έβαλε ξανά στο στόμα της, πετώντας το πακέτο στον κάδο των σκουπιδιών.
Άρχισε να δίνει όλη την ενέργειά της στην πυγμαχία. Κατόρθωσε να χάσει σε μικρό χρονικό διάστημα 32 κιλά!
Στη νέα ζωή της βρέθηκε «φυλακισμένη» σε ένα ρινγκ, αλλά, συνάμα, τόσο ελεύθερη όσο ποτέ.
Πατώντας το πόδι στο γυμναστήριο, δεν φοβήθηκε που ήταν η μοναδική γυναίκα στον χώρο.
«Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα ότι αυτό είναι το μέρος που έπρεπε να είμαι», εξήγησε σε συνέντευξή της στον «Guardian». Συμπληρώνοντας πως «από τη στιγμή που πέταξα τα τσιγάρα, η ζωή μου άλλαξε και δεν κοίταξα ποτέ πια πίσω».
Μιλώντας για το ξέφρενο παρελθόν της, τόνισε ότι «νόμιζα πως ήμουν ευτυχισμένη με τις κραιπάλες. Αλλά ήμουν δυστυχισμένη και δεν είχα καμία κατεύθυνση στη ζωή μου, μέχρι που έριξα την πρώτη γροθιά».
Η πυγμαχία την έκανε χαρούμενη και δεν πέρασε καιρός μέχρι το ταλέντο της να φέρει επιτυχίες.
Σαν ερασιτέχνης, σε λιγότερο από έναν χρόνο προπόνησης, κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στο Haringey Box Cup του 2015!
Σε ερασιτεχνικό επίπεδο συμμετείχε σε 22 αγώνες και το 2019 έγινε επαγγελματίας, μετρώντας μόνο νίκες (με δύο νοκ άουτ) στους πέντε αγώνες που έδωσε.
Συμπληρώνοντας τα 27 χρόνια της, συνεχίζει τις προπονήσεις με τον γυμναστή Άνταμ Μπουθ και τον promoter Έντι Χερν.
Και παρά το μικρό διάλειμμα, από την αναβολή όλων των αναμετρήσεων λόγω του κορονοϊού, έχει πια βλέψεις μέχρι και για τη ζώνη του παγκόσμιου τίτλου.
Επιμένει ότι «δεν έχει σημασία αν βρήκα εγώ το μποξ ή η πυγμαχία βρήκε εμένα».
Σε δηλώσεις της στο BBC παραδέχθηκε πως της αρέσει το παρωνύμιο «Baby-faced Assasin» (=«δολοφόνος με παιδικό πρόσωπο»).
Και εξήγησε ότι «σε αντίθεση με πολλές γυναίκες που επιλέγουν το μποξ και κάποια στιγμή το σιχαίνονται, εγώ λατρεύω κάθε δευτερόλεπτο του αγώνα ή της προπόνησης».
Όταν φορά τα γάντια και νιώθει ελεύθερη και «όπως και όταν έκανα πράγματα που δεν έπρεπε, μένω αληθινή με τον εαυτό μου.
»Αυτό που θέλω είναι να μένω ο εαυτός μου είτε οι κάμερες είναι ανοιχτές ή σβηστές. Αυτός είναι και ο καλύτερος τρόπος ώστε οι φαν να συνδέονται μαζί σου και να σε υποστηρίξουν μέσα στο ρινγκ».
Η προβολή, βεβαίως, έχει συχνά και αντίθετα αποτελέσματα.
Η Κόρτνεϊ έχει λάβει πολλές φορές σεξιστικά μηνύματα στα social media και διαπίστωσε πως «με ενοχλούν κάποιες στιγμές οι περίεργοι. Ξέρω ότι σε κάθε 100 μηνύματα μπορεί τα δύο να είναι ανάρμοστα, όμως δεν με επηρεάζουν πια.
»Κάθε τόσο θα λάβω ένα από κάποιον ανόητο που θα λέει ότι οι γυναίκες δεν πρέπει να παίζουν μποξ, αλλά να γυρίσουν στην κουζίνα τους»…
Η αντίδρασή της σε αυτό είναι πια διαφορετική, εξηγώντας πως «σκέφτομαι ότι κάποιος κάθεται πίσω από ένα πληκτρολόγιο, πιθανότατα σε ένα δωμάτιο στο σπίτι της μαμάς του και αισθάνεται άνδρας αν προσβάλλει ένα νέο κορίτσι.
»Κάθεται σε έναν υπολογιστή, μάλλον χωρίς να είχε ποτέ μία κοπέλα στη ζωή του και νομίζει ότι με ενοχλεί αν μου πει πως είμαι γυναίκα και δεν πρέπει να παίζω μποξ».
Μία ατάκα του Μοχάμεντ Άλι, εκείνο το «αγώνες που κερδίζονται ή χάνονται μακριά από μάρτυρες, πίσω από τις γραμμές, στο γυμναστήριο, στον δρόμο, πολύ πριν χορέψω κάτω από τα φώτα», έγινε το «ευαγγέλιο» της Σάνον Κόρτνεϊ.
Το επαναλαμβάνει για να τονίσει πως «δεν είμαι μία ταλαντούχα πυγμάχος. Έφτασα όπου έφτασα μόνο χάρη στη σκληρή δουλειά.
»Γι’ αυτό και κάθε μέρα πιέζω όλο και περισσότερο τον εαυτό μου, προκειμένου να βελτιώνομαι. Συχνά βιάζομαι να πετύχω, γιατί ήρθα στο μποξ πολύ αργά. Γι’ αυτό θέλω να δίνω το 110% στην προπόνηση».
Αποκάλυψε ότι «για μένα, λόγω καθυστερημένης άφιξης στο ρινγκ, όλα πρέπει να γίνονται διπλά. Κάθομαι και μελετώ αγώνες, κρατώ σημειώσεις.
»Το θετικό, από την άλλη, είναι ότι το κορμί μου δεν έχει καταπονηθεί και ακόμη στα 26-27 μου είναι “φρέσκο”».
Θυμάται πως «στην αρχή μου έλεγαν πως μπορώ να το κάνω, γιατί όσο ταλέντο κι αν έχω, ήμουν παχύσαρκη, καπνίστρια και έπινα».
Ωστόσο, πλέον, επισημαίνει ότι «λαμβάνω πολλά μηνύματα από γονείς που με ευχαριστούν, γιατί η ιστορία μου έγινε παράδειγμα για τις κόρες τους».
Επιδίωξή της Σάνον Κόρντνεϊ, πια, δεν είναι μόνο οι νίκες ή ένας τίτλος.
Μετρά ήδη μία σπουδαία επιτυχία, την οποία η ίδια ερμηνεύει ως «μία υπενθύμιση πως κάθε γυναίκα μπορεί να πραγματοποιήσει όσα ονειρεύεται. Δεν μπαίνω στο ρινγκ για να ματώνω μύτες, δεν βάζω τα χέρια μου μπροστά στο πρόσωπό μου απλώς για να προστατεύσω το σαγόνι μου.
»Αγωνίζομαι για να δίνω γροθιές στα στερεότυπα. Όταν ανεβαίνω στο ρινγκ δεν μετρά το φύλο μου και ζητώ από τους συναθλητές μου να μην αντιμετωπίζουν ως γυναίκα, αλλά ως μποξέρ».
Αυτή είναι η νέα και πιο απολαυστική ελευθερία της.
Πηγή: Athletes’ Stories