Της Εύας Καραχιάλιου
Ως προπονητές, είτε σε επίπεδο ακαδημιών (“μαζικό”) είτε σε αγωνιστικό επίπεδο, πάντα αναρωτιόμαστε πώς μπορούμε να βελτιώσουμε τις τεχνικές μας, το συνολικό πρόγραμμα της προπόνησης, τα προγράμματα των αθλητριών και αθλητών μας, και, γιατί όχι, την συμπεριφορά μας.
Ως νέα προπονήτρια στα 19 μου, αναρωτιούνται πάντα τι είναι αυτό που μπορεί να κάνει έναν καλό αθλητή να γίνει ακόμα καλύτερος, ή ακόμα κι έναν μέτριο αθλητή να φτάσει τα μέγιστο των δυνατοτήτων του.
Στην αρχή πίστευα ότι όσο πιο αυστηρή είμαι κι όσο πιο πολύ πιέζω τις αθλήτριες μου, τόσο αυτές θα αποδίδουν και θα γίνονται καλύτερες! Αργότερα, ανακάλυψα την μέθοδο της ενθάρρυνσης, κι άρχισα να χρησιμοποιώ αυτήν. Με βοήθησε πολύ, γιατί αντί να μειώνω την αθλήτρια και να την πιέζω, την ενθάρρυνα και της έβγαζα τον καλύτερο της εαυτό. Μου άρεσε πολύ αυτή η μέθοδος, κι ακόμα την χρησιμοποιώ, αν και κατανοώ ότι δυστυχώς, υπάρχουν ακόμα στιγμές κι περιπτώσεις που χρειάζεται να φωνάξεις ή να γίνει «κακός», όπως μας χαρακτηρίζουν στον χώρο του αθλητισμού.
Όμως, όπως κάθε καλός προπονητής, ποτέ δεν έπαψα να ζητάω αυτό το «κάτι» που θα με έκανε ακόμα καλύτερη προπονήτρια, ακόμα πιο αγαπητή στα παιδιά, και θα τα βοηθούσε ακόμα περισσότερο να βγάλουν ο,τι καλύτερο έχουν πάνω στο ταπί. Συνειδητοποίησα ότι η ενθάρρυνση είναι μεν ένα απίστευτο “κλειδί” για να έχεις μια αποτελεσματική προπόνηση και έναν ήρεμο και θετικό χώρο προπόνησης, δεν είναι όμως η μεγαλύτερη Αρετή ενός καλού προπονητή. Είναι σημαντικότερη από όσο κατανοούμε, γιατί έτσι δεν τραυματίζεται ο αθλητής ψυχικά, και μακροπρόθεσμα δεν ρισκάρω την παραίτηση του λόγω της αρνητικής συμπεριφοράς μου, παραμένω όμως ο προπονητής- “Θεός”, αυτός που τα ξέρει όλα και αναλαμβάνει κάθε σπιθαμή της εξέλιξης του παιδιού.
Αργότερα, θυμήθηκα ένα μυστικό που μου είχε εκμυστηρευτεί μια συναθλήτρια μου στην τρυφερή ηλικία των δεκατριών μας χρόνων. Η προπονήτρια της ασκούσε σωματική βία πάνω της, και συχνά έφευγε με μελανιές και κοκκινίλες από την προπόνηση. Την είχα ρωτήσει, λοιπόν, τότε τι ήταν αυτό που την έκανε να μένει με την συγκεκριμένη προπονήτρια και να την αγαπάει τόσο πολύ, από την στιγμή του την κακοποιούσε φανερά. Μου απάντησε αποστομωτικά ομολογώ. Δηλαδή ότι, παρά την άσχημη συμπεριφορά της, όταν ήθελε γινόταν πολύ αστεία, και ότι είχε το χάρισμα να σε κάνει να αισθάνεσαι ξεχωριστή και μοναδική, και ταυτόχρονα μέλος μιας ομάδας.
Αυτό μου φάνηκε εκπληκτικά χρήσιμο και έξυπνο κατά τα προπονητικά μου χρόνια, και με πολύ κόπο προσπάθησα να το υιοθετήσω και να το εφαρμόσω και στις δικές μου αθλήτριες. Σίγουρα, μου έδωσε εξαιρετικά αποτελέσματα, καθώς έκανα το κάθε παιδί να αισθάνεται μοναδικό και ξεχωριστό, το επίκεντρο της προσοχής μου και του κόσμου μου, και ταυτόχρονα όλες μου οι αθλήτριες λειτουργούσαν καταπληκτικά πλέον σαν ομάδα. Σεβόταν η μία την άλλη, αλληλοβοηθιόντουσαν όπου χρειαζόταν, κα προσέφεραν ότι μπορούσαν στο σύνολο. Και πάλι όμως, δεν μπορούσα παρά να μην παρατηρήσω ότι οι αθλήτριες μου δεν αναλάμβαναν τις πρωτοβουλίες που ήθελα, εξαρτιόντουσαν πάρα πολύ από μένα, και δεν ειχαν κάνει την προπόνηση «δικιά» τους.
Μετά από πολύ σκέψη και προπονητικούς πειραματισμούς, κατέληξα σε ένα “μυστικό” που μου έκανε μεγάλη εντύπωση, και βελτίωσε αισθητά τις σχέσεις μου με τις αθλήτριες μου. Ανακάλυψα τη μαγική λειτουργείς της «συγγνώμης!». Η μεγαλύτερη Αρετή, λοιπόν, ενός προπονητή, δεν είναι μόνο νομίζω το να είναι θετικός, ήρεμος, ψύχραιμος, ενθαρρυντικός και άριστος στην τεχνική του, ούτε καν το να κάνει τα παιδιά του να αισθάνονται ξεχωριστά και ταυτόχρονα να λειτουργούν ομαδικά. Η μεγαλύτερη αρετή ενός καλού προπονητή, θεωρώ, είναι η ικανότητα του να ζητάει συγγνώμη από τους αθλητές και τις αθλήτριες του. Να παραδεχτεί μπροστά τους και ανοιχτά ότι δεν είναι τέλειος η αψεγάδιαστος ότι δεν τα ξέρει όλα πάντα, και πάνω απ’ όλα, ότι είναι κι αυτός άνθρωπος και κάνει λάθη, όπως κι οι αθλητές του. Να “κατέβει” στο επίπεδο τους, να τους κοιτάξει ευθεία στα μάτια, και με ειλικρίνεια να τους ζητήσει συγγνώμη που τους αδίκησε, που τους φέρθηκε άσχημα, ή που δεν κατάλαβε πόσο σημαντικό ήταν αυτό που είχαν να του πούνε.
Τι πιο όμορφο από ένα παιδί που αισθάνεται ότι η γνώμη του μετράει, ότι δεν έχει πάντα άδικο, κι ότι μπορεί να μιλήσει ανοιχτά και ισότιμα στην προπονήτρια του για τα προβλήματα και συναισθήματα του; Τι πιο αποτελεσματικό σε μια προπόνηση από μια προπονήτρια που δεν είναι υπεράνω κάθε λάθους ή αδικίας, που είναι ανθρώπινη, κάνει λάθη, και ζητάει ειλικρινά συγγνώμη από τις αθλήτριες για αυτά; Με αυτήν τη μέθοδο, και οι αθλήτριες αισθάνονται ανεξάρτητες και λαμβάνουν πρωτοβουλίες στο ταπί, και η προπονήτρια αισθάνεται ανθρώπινη και σωστή, δεν έχει πλέον όλο το βάρος της προπόνησης πάνω της, και γίνεται κάποια που τα παιδιά εμπιστεύονται, εκτιμούν και πραγματικά ακούνε. Κέρδος, λοιπόν, για όλους!!