Επιλογή Σελίδας

Του Νίκου Παπαδογιάννη

Όταν ο Εργκίν Αταμάν ανέλαβε την Εφές, το Νοέμβριο του 2017, έγινε καπετάνιος σε ένα ναυάγιο. Το πεπρωμένο μιας χρονιάς φυγείν αδύνατον, οπότε η ομάδα της Κωνσταντινούπολης τερμάτισε στην ίδια θέση όπου βρισκόταν όταν άλλαξε προπονητή: 18η, πάει να πει τελευταία. Οι βρέξει-χιονίσει ενισχύσεις που ζήτησε ο Αταμάν μόλις πήρε στα χέρια του το πηδάλιο κατέφτασαν το επόμενο καλοκαίρι: Λάρκιν, Μίτσιτς, Μπομπουά, Πλάις, ο πυρήνας της ομάδας που έμελλε να κατακτήσει την Ευρώπη ξανά και ξανά. Ακριβές μεταγραφές, αλλά ουδείς εξ αυτών είναι σήμερα φτηνότερος απ’ ότι ήταν τότε.

Ο Μάιος του 2019, ενάμισυ χρόνο μετά τη διαδοχή, βρήκε την Εφές στο final-4 της Βιτόρια, ηττημένη φιναλίστ απέναντι στην ΤΣΣΚΑ του Δημήτρη Ιτούδη. Η σεζόν που ακολούθησε διακόπηκε βίαια λόγω της πανδημίας, αλλά η προσγείωση υπήρξε υπερβολικά ανώμαλη για την Εφές, η οποία πετούσε πιο ψηλά απ’ όλους όταν έπεσαν οι διακόπτες.

Ακολούθησε το νταμπλ που φίμωσε μια και καλή τους αμφισβητίες: Κολωνία 2021, έστω κεκλεισμένων των θυρών, Βελιγράδι 2022 απέναντι στη Ρεάλ του Πάμπλο Λάσο. «Θα μπορούσα να έχω τέσσερις τίτλους σερί», λέει ο Αταμάν στους φίλους του, όποτε φτάνει στο τσακίρ κέφι. Δηλαδή, συχνά.

Η πραγματική εποποιία της καριέρας του, όμως, ήταν το άλμα της πρώτης γεμάτης σεζόν, όταν η Αναντολού Εφές εκτοξεύτηκε από το υπόγειο της βαθμολογίας μέχρι την αίθουσα του χρόνου: 2η από 18η μέσα σε έναν χρόνο, ξεκινώντας από μηδενική αφετηρία. Σας θυμίζουν κάτι όλα αυτά;

Ο Παναθηναϊκός είναι η Εφές του 2024. Ακόμα και αν ηττηθεί αύριο από τη Ρεάλ, που εδώ που τα λέμε είναι το πιθανότερο σενάριο, θα έχει πραγματοποιήσει ένα άλμα μνημειώδες, από το μπαλαούρο του ευρωπαϊκού μπάσκετ απ’ ευθείας στο βάθρο των νικητών. Μπορεί να μετράει έξι τρόπαια στη βιτρίνα του, αλλά ποτέ άλλοτε δεν ξεκίνησε από τις πεδιάδες και από τις αμμουδιές για να φτάσει μ’ ένα σάλτο στο Λευκό Όρος.

Ακόμα και η ομάδα του 1994, που έφτασε στο final-4 του Τελ Αβίβ, είχε ήδη πίσω της έναν χρόνο προεργασίας με Γκάλη, Βράνκοβιτς, Οικονόμου, Κόμαζετς, Σοκ και άλλους πρωτοκλασάτους διεθνείς, στα χέρια του Ζέλικο Παβλίτσεβιτς. Εάν δεν με πιστεύετε, ρωτήστε τον πατέρα του Ιωάννη Παπαπέτρου, που υπήρξε μέλος της όταν κατέκτησε το Κύπελλο Ελλάδας του 1992-93.

Τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς οι ξερολές της εποχής τον φώναζαν «Γκαστόνε»: τυχεράκια, δηλαδή. Κωλόφαρδο. Ότι κέρδιζε τα τρόπαια …κατά τύχη! Ναι, Γκαστόνε αυτός που οδήγησε τους ξεσπιτωμένους πρόσφυγες της Παρτιζάν στον θρίαμβο του ’92 στην Κωνσταντινούπολη, Γκαστόνε αυτός που έβαλε τρικλοποδιά στο κόκκινο θηρίο με τους παρακατιανούς της Μπανταλόνα το ’94. Τα χρόνια πέρασαν και όποιος επιμένει στο παραπάνω τροπάριο απομακρύνεται φορώντας ανάποδο γιλέκο.

Μήπως έφτασε η στιγμή να επανεξετάσουμε τη θέση (και) του Αταμάν στον πάνθεον της ευρωπαϊκής προπονητικής; Αφήνοντας κατά μέρος τα σκόρπια τρόπαια β’ διαλογής που συνέλεξε στην προηγούμενη ζωή του με τη Σιένα, τη Μπεσίκτας και τη Γαλατά, ο Τούρκος προπονητής μετράει 4 τελικούς με δύο διαφορετικές ομάδες την τελευταία πενταετία, ενώ «θα μπορούσε» να μαζέψει πέντε δαχτυλίδια μεταξύ 2019-24, σε μία εποχή όπου φυσικά η διάκριση είναι πολύ πιο δύσκολη υπόθεση από τη δεκαετία του ’90 ή του ’80.

Το 2022-23, όταν παραγνωρίστηκε με τις βεντέτες της Εφές και έμεινε 11oς και εκτός playoffs ήταν ουσιαστικά η μοναδική αποτυχία του. Ακόμα και τότε, βέβαια, άφησε την ομάδα πρωταθλήτρια Τουρκίας. Με το ένα χέρι ο Αταμάν πανηγύριζε τον εγχώριο τίτλο και με το άλλο τηλεφωνούσε στους μάνατζερ για να στελεχώσει το νέο Παναθηναϊκό.

Κάποια στιγμή, στο «Old School» όπου φυσικά λέμε πολλά με τον Δημήτρη Κωνσταντινίδη και πετυχαίνουμε ακόμα λιγότερα, είπα ότι ο Αταμάν μπορεί να γίνει ένας δεύτερος Ομπράντοβιτς για τον Παναθηναϊκό. Δεν εννοούσα φυσικά ότι θα κατακτήσει πέντε ευρωπαϊκά τρόπαια, αλλά ότι θα γίνει ένας νέος προφήτης, μα τι προφήτης: από εκείνους που υπόσχονται final-4 Νοέμβριο μήνα και δικαιώνονται στην πράξη.

Ποιος άλλος διαθέτει αυτόν τον σπάνιο συνδυασμό έπαρσης και ικανότητας; Ορισμένες φορές, η σιγουριά του είναι εντονότερη και από την ίδια την προπονητική του σφραγίδα. Ρωτήστε οποιονδήποτε έμπειρο προπονητή εκεί έξω και θα ακούσετε την ίδια πάντοτε ετυμηγορία, σε διαφορετικές παραλλαγές: «Ο Αταμάν είναι προπονητής των αστέρων. Δεν έχει εκατοντάδες συστήματα, αλλά ξέρει να προετοιμάζει πνευματικά τους παίκτες του και να παραδίδει τα κλειδιά στα κατάλληλους χέρια».

Σχεδόν όλες οι ομάδες του έχουν τουλάχιστον δύο γκαρντ με πρωταγωνιστική στόφα (Σλούκας και Ναν, όπως λέμε Λάρκιν-Μίτσιτς) και καλοδιαλεγμένα εργαλεία στα υπόλοιπα πόστα. Ο Τζέριαν Γκραντ είναι ο Μπομπουά του Παναθηναϊκού, ο Ματίας Λεσόρ ένας Ντάνστον με γαλλικά της Καραϊβικής, ο Μάριους Γκριγκόνις κάτι σαν Ελάιτζα Μπράιαντ της Βαλτικής.

Οι ομάδες του Αταμάν πρώτα σκοράρουν και μετά σκέφτονται. Πρώτα τρέχουν και μετά βαδίζουν. Με κάποιον τρόπο, όμως, κερδίζουν. Ακόμα και όταν ξεκινάνε τους αγώνες κολυμπώντας σε νερόβραστη σούπα, όπως στις αναμετρήσεις με τη Μακάμπι, βρίσκουν τρόπο να αλλάξουν το δέρμα τους και να φορέσουν στολή πολεμιστή μόλις μυρίσει μπαρούτι. Τις λίγες φορές που μπαίνουν στο γήπεδο με μαχαίρι στα δόντια, όπως χθες απέναντι στη σχεδόν ανυποψίαστη Φενέρ, προκαλούν τρόμο.

Ποιος περίμενε το 12-0 του πρώτου τετραλέπτου; Ποιος φανταζόταν ότι το προβάδισμα θα έμενε σε «πράσινα» χέρια επί 40 συναπτά λεπτά; Σε ποιον να πεις ότι ο Παναθηναϊκός θα κέρδιζε τον ημιτελικό με τον Κώστα Σλούκα να χωλαίνει απροπόνητος και με τον Κέντρικ Ναν να εγκλωβίζεται επί 30 λεπτά στις τανάλιες του Καλάθη; Ο Εργκίν Αταμάν, να ποιος. Ο πωλών τοις μετρητοίς.

Απέναντι στη Ρεάλ, ο Παναθηναϊκός θα χρειαστεί πολύ περισσότερα από αυτά που παρέδωσε στον χθεσινό ημιτελικό. Αυτή τη φορά, δεν έχει την πολυτέλεια να κουβαλήσει λαθρεπιβάτες. Σύμφωνοι, το παιχνίδι του ματσάρει με τους Ισπανούς καλύτερα απ’ ότι το αντίστοιχο του Ολυμπιακού. Στην πολύ καλή του μέρα (όπως στη Μαδρίτη), ο Παναθηναϊκός μπορεί να ακολουθήσει τη Ρεάλ σε παιχνίδι με υψηλό σκορ και φρενήρη ρυθμό.

Αυτό δεν σημαίνει ότι θα την κερδίσει κιόλας. Υποψιάζομαι ότι θα χρειαστεί να την τραμπουκίσει πρώτα, να τη βγάλει από τη ζώνη της ξεγνοιασιάς. Εάν η Ρεάλ βρει απέναντί της στο τζάμπολ μία ομάδα με σαγιονάρες, όπως ήταν ο χθεσινός Ολυμπιακός, θα κάνει παρέλαση. Τα δύο ημίχρονα αυτού του ημιτελικού είναι πολύτιμα εφόδια στα χέρια του Αταμάν και των συνεργατών του. Το πρώτο, ως παράδειγμα προς αποφυγή. Το δεύτερο, ως παράδειγμα προς μίμηση.

Μετά την ανάπαυλα, η Ρεάλ έβαλε στον Ολυμπιακό μόλις 31 πόντους, με 12/26 σουτ. Εάν ο Παναθηναϊκός κρατήσει τους Ισπανούς κάτω από το 35 σε ένα, έστω, από τα δύο ημίχρονα του τελικού, έχει πολλές πιθανότητες να φύγει από το Βερολίνο θριαμβευτής όπως το 2009. Αλλά θα πρέπει και ο ίδιος να δώσει τον καλύτερο εαυτό του για να αποκτήσει δικαίωμα στην ελπίδα. Η Ρεάλ του 2023-24 είναι μία από τις καλύτερες ομάδες που έχουν δει τα μάτια μου στα ευρωπαϊκά γήπεδα.

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This