Η πρώτη αντίδραση είναι σχεδόν πάντα η ίδια και σχεδόν πάντα καθολική. “Ντροπή που πρέπει να γίνει αυτό το ματς, ντροπή σ’αυτούς τους ανάλγητους που αποφασίζουν, όλα για το χρήμα, όλα για το καλεντάρι, κανείς δεν σκέφτεται τον άνθρωπο, τους παίκτες, τους συμπαίκτες, αυτούς που πονάνε και τώρα πρέπει να βγουν να παίξουν, λες και δεν είναι άνθρωποι, λες και είναι ρομπότ”.
Όχι. Δεν έπαιξαν λες και είναι ρομπότ. Οι έντεκα που ξεκίνησαν στο Γουέμπλεϊ και οι πέντε που ήρθαν από τον πάγκο αγωνίστηκαν με τις πληγές ανοιχτές.
Ευτυχώς ήταν αναγκασμένοι να παίξουν
Ο καθένας σε mode αυτοδιαχείρισης, ο καθένας όπως μπορεί, διότι όπως είπε και μετά το ματς ο μεγάλος Ιβάν Γιοβάνοβιτς “τι να πούμε στα παιδιά, κανείς δεν είναι προετοιμασμένος για κάτι τέτοιο”.
Κανείς στο ελληνικό ποδόσφαιρο δεν ήταν προετοιμασμένος για να ακούσει την είδηση του χαμού του Τζορτζ Μπάλντοκ. Όμως, συνέβη.
Κανείς στην αποστολή της Ελλάδας που βρισκόταν στο Λονδίνο δεν ήταν προετοιμασμένος, δεν ήξερε τι πρέπει να κάνει ώστε να ανταπεξέλθει στο χαμό ενός φίλου, ενός συμπαίκτη, κανείς στην ομάδα δεν ήξερε πως είναι να βγεις στο χορτάρι και να παίξεις.
Ήταν όμως αναγκασμένοι να το κάνουν και το έκαναν. Ευτυχώς.
Ευτυχώς διότι μέσα από το “απάνθρωπο” βγήκε και εξυψώθηκε όλο το ανθρώπινο. Ευτυχώς διότι δεν τους δόθηκε μόνο μια μεγάλη δοκιμασία, αλλά ταυτόχρονα και μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία.
Τα παιδιά της Εθνικής αγωνίστηκαν εις το όνομα του Τζορτζ Μπάλντοκ. Και νίκησαν την Αγγλία μέσα στην έδρα της, πέτυχαν την πρώτη νίκη της Ελλάδας επί των Τριών Λιονταριών στην ιστορία.
Δεν ήταν αρκετά για τιμηθεί ο Τζορτζ
Τα παιδιά της Εθνικής έστησαν ένα μνήμα μέσα στο Γούμπλεϊ. Λες και κατάλαβαν ότι τα μαύρα περιβραχιόνια και η σιγή του ενός λεπτού δεν ήταν αρκετά για να τιμηθεί ο Τζορτζ.
Λες και κάτι μέσα τους τούς είπε ότι μπορούν όχι μόνο να παίξουν καλά, όχι μόνο να κοντράρουν την Αγγλία, αλλά να την παίξουν στα ίσα και να πάρουν αποτέλεσμα.
Λες και με κάθε δεκάλεπτο που περνούσε, ρίζωνε μέσα τους η πεποίθηση ότι γίνεται, ότι ίσως απόψε πετύχουν τη μεγαλύτερη νίκη της καριέρας τους.
“Πάμε μπροστά, προχωράμε”
Το έκαναν. Χωρίς να σταθούν τυχεροί στις λεπτομέρειες. Αντιθέτως, έβαλαν πέντε γκολ και νόμιμα ήταν μόνο τα δύο. Χωρίς να πτοηθούν από την ισοφάριση.
Το έκαναν άψογα στημένοι στο χορτάρι, με απαράμιλλο θάρρος στην πίεση ψηλά και στην απειλή στα κενά των Άγγλων. Το έκαναν με ένα πείσμα και έναν χαρακτήρα που φώναζε “πάμε μπροστά, προχωράμε”.
Σαν την κούρσα του Κουλιεράκη που διέσχισε όλο το γήπεδο για να φέρει την μπάλα στην περιοχή στο 0-1.
Σαν την μπούκα του Πέλκα, που αποφάσισε στις καθυστερήσεις πώς πρέπει να έχουμε άλλη μία φάση, πως πρέπει έστω και με δέκα σερί κόντρες να απειλήσουμε μια τελευταία φορά.
Σαν τον Παυλίδη που έκανε τον Γκάλη στο 0-1, αίλουρος ανάμεσα σε πέντε μέσα στην περιοχή, και μετά έπαιξε με πλάτη για να τους τελειώσει.
Ένα μνήμα για τον Μπάλντοκ
Για να δώσει στην Ελλάδα τη νίκη που άξιζε μέσα στο χορτάρι. Για να δώσει σε όλους εμάς μπροστά στις οθόνες αυτό που τόσο είχαμε ανάγκη μετά το θανατικό της Πέμπτης.
Για να δώσει στον αδικοχαμένο Tζορτζ Μπάλντοκ κάτι παραπάνω από έναν φόρο τιμής.
Τα παιδιά της Εθνικής και ο Γιοβάνοβιτς πέτυχαν τη μεγαλύτερη νίκη της καριέρας τους και ταυτόχρονα έστησαν ένα μνήμα για τον Μπάλντοκ.
Νίκησαν εις το όνομα του Τζορτζ και εξασφάλισαν έτσι πως το όνομα του αδικοχαμένου συμπαίκτη τους θα μείνει εκεί αιώνια.
Θα είναι πάντα κάθε φορά που θα συζητάμε και θα θυμόμαστε την πρώτη νίκη επί της Αγγλίας. Θα είναι πάντα εκεί στις φωτογραφίες με τα μαύρα περιβραχιόνια στα χέρια, στο βλέμμα του Παυλίδη, στα δακρυσμένα μάτια, στην ομιλία του Μπακασέτα στα αποδυτήρια, στην υψωμένη λευκή φανέλα με το Νο2.
Η ιστορία έγραψε. Ο Τζορτζ έφυγε από τη ζωή στα 31 του, ο Τζορτζ δεν αγωνίστηκε στο Γουέμπλεϊ, αλλά το δικό του όνομα θα είναι το πρώτο που θα μπαίνει δίπλα στο “Αγγλία – Ελλάδα 1-2”.
Πηγή: Sport24