Του Αντώνη Κεραμιδά
Η γυμναστική όπως και πολλά άλλα αθλήματα βασίζεται κυρίως στον ανταγωνισμό. H ιδιαιτερότητά της είναι πως ο ανταγωνισμός αυτός ξεκινά από τις μικρές ηλικίες και ως ατομικό άθλημα, ο ψυχολογικός παράγοντας καθορίζει σε πολύ μεγάλο βαθμό εκτός από τις επιδόσεις, και την γενικότερη συμπεριφορά και στάση ζωής της αθλήτριας.
Ένα από τα βασικά προβλήματα που συναντάμε στη γυναικεία γυμναστική κυρίως στη ρυθμική, είναι ο έλεγχος του βάρους της αθλήτριας. Ενώ σε πολλά αθλήματα, η εμφάνιση (το σώμα) της αθλήτριας δεν αξιολογείται και δεν καθορίζει την τελική βαθμολογία της (όπως είναι για παράδειγμα η τοξοβολία ή η άρση βαρών), στη ρυθμική τα πράγματα είναι διαφορετικά. Αν και ο κώδικας βαθμολογίας της Διεθνούς Ομοσπονδίας Γυμναστικής (FIG) ή ο εσωτερικός μας κανονισμός πουθενά δεν κάνει τέτοιου είδους αφορά, εντούτοις το άθλημα «απαιτεί» συγκεκριμένο τύπο σώματος και βάρους και μάλιστα σε σημείο που η επιτυχία τελικά της αθλήτριας να “βασίζεται” στην εμφάνισή της ως βάση απόδοσης. Μια κοπέλα δηλαδή, για να διακριθεί, χρειάζεται να είναι λεπτή. Αυτό επικρατεί. Και όσο αυξάνονται οι αγωνιστικές της ανάγκες τόσο αυξάνονται και οι ανάγκες της να παραμένει στην «κατάλληλη εμφάνιση». Ακούγεται ρατσιστικό; Κάπως ναι. Αλλά είναι η πραγματικότητα. Ένας σημαντικός παράγοντας που καλλιεργεί αυτή την «λογική», είναι η (σε μικρό ή μεγάλο βαθμό), υποκειμενικότητα του αθλήματος. Eνώ στον στίβο μια αθλήτρια αναδεικνύεται νικήτρια επειδή έκοψε πρώτη το νήμα του τερματισμού ή πέρασε τον πήχη του ύψους, ή στη κολύμβηση το χέρι της πρώτο ακούμπησε τον τερματισμό, στη γυμναστική η τελική βαθμολογία καθορίζεται σε κάποιο βαθμό από την υποκειμενική κρίση των αγώνων, γεγονός που αυξάνει την πίεση για την «..ιδανική εμφάνιση» της αθλήτριας. Εναρμονισμένοι σε αυτήν την νοοτροπία και προκειμένου να εξασφαλιστεί αυτό το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, οι προπονητές εμφανίζονται ιδιαίτερα απαιτητικοί οδηγώντας τις αθλήτριες σε αυστηρές δίαιτες προκειμένου να χάσουν βάρος.
Σκεφτείτε πως, ένα άθλημα που είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με λεπτά σώματα και με ελάχιστο σωματικό βάρος, βρίσκεται σε αντίθεση με μια φυσιολογική γυναικεία μορφή που χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη στήθους και στρογγυλεμένων ισχύων. Ενώ τα περισσότερα κορίτσια στις ηλικίες ωρίμασης περιμένουν με ανυπομονησία την εμφάνιση της εφηβείας (και με ότι σηματοδοτεί αυτό υπαρξιακά στην γενικότερη εμφάνισή τους), τα κορίτσια της γυμναστικής φοβούνται πως αυτό μπορεί να οδηγήσει το στέλος της αθλητικής τους καριέρας. Αυτή η «άρνηση» της ωρίμανσης και η διαφυγή στη πείνα (νευρική ανορεξία), οδηγεί πολλές φορές σε σοβαρά πρόβλήματα υγείας.
Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που το άτομο, εξασθενεί από την έλλειψη τροφής και παγιδεύεται σε μια επικίνδυνη κατάσταση.. Κάποιες αθλήτριες χάνουν τον έλεγχο και πέφτουν με τα μούτρα στο φαγητό αλλά στη συνέχεια οι ενοχές για τη πιθανή θερμιδική επιβάρυνση που μεταφράζεται σε …άσχημη εικόνα, τις ωθεί να το αποβάλουν με πρόκληση εμετού. Η κλασσική βουλιμία δηλαδή. Πολλές φορές, απόγνωση τις οδηγεί στη χρήση διουρητικών, καθαρτικών ή χαπιών για την απώλεια βάρους. Η βουλιμία όμως έχει και “..παρέα”. Συνοδεύεται πολλές φορές από άγχος, κατάθλιψη, χαμηλή αυτοεκτίμηση, αλλά και άσχημο ή λίγο ύπνο το βράδυ. Το ψυχολογικό τίμημα που πληρώνει η αθλήτρια προκειμένου να διατηρεί το βάρος της σε «ιδανικό επίπεδο» είναι μεγάλο. Η βουλιμία φαίνεται ν΄ αποτελεί μια διέξοδος από την συναισθητική αναταραχή που βιώνουν αυτά τα παιδιά.
Η «επιστροφή» στην κανονικότητα είναι η μοναδική διέξοδος. Όσο μικρότερη είναι η αθλήτρια, τόσο πιο εύκολα μπορεί ν΄ανακάμψει από μια τέτοια κατάσταση. Η αποκατάσταση του βάρους χρειάζεται να συνοδεύεται κι από αποκατάσταση της ψυχολογίας προκειμένου η αθλήτρια αρχίσει να προπονείται με βάση τα δικά της θέλω και κίνητρα που θα βασίζονται στην αγάπη της για τη γυμναστική και όχι στην εκπλήρωση των ονείρων κάποιων άλλων, ακόμη και της οικογενείας της. Οι εποχές που η γυμναστική καλλιεργούνταν σε περιβάλλοντα ανεξέλεγκτα και μακριά από τον κόσμο έχει περάσει. Τα πάντα είναι ορατά σε όλους. Η υψηλού επιπέδου προπόνηση χρειάζεται να συνοδεύεται από υψηλού επιπέδου επιστημονική υποστήριξη σε όλα τα επίπεδα. Είτε σε επίπεδο εθνικής ομάδας, είτε σωματείου. Θα μου πείτε, που να πληρώνουμε διατροφολογους και ψυχολόγους….. Τότε ετοιμαστείτε να πληρώσετε “μεθαύριο” σε άλλους ειδους συνεδρίες. Η ποιότητα τροφής καθορίζει και τη ποιότητα ζωής του ανθρώπου. Πόσο μάλιστα όταν αυτός ο άνθρωπος καθημερινά προπονείται σε ένα άθλημα άκρως απαιτητικό.
Τα παιδιά δεν βρίσκονται μέσα στα προπονητήρια για να εξιλεώνουν καταστάσεις ή και να εκπληρώνουν «χαμένες παιδικές ηλικίες» άλλων ανθρώπων. Βρίσκονται εκεί που βρίσκονται για τον εαυτό τους, γι΄αυτό που αγαπούν. Αυτό ως βάση. Ο προπονητής οφείλει να είναι στοιχισμένος αυτή τη φιλοσοφία και σε συνεργασία με τους γονείς να εστιάζει και να στηρίζει το παιδί σε συνδυασμό πάντα με τις προπονητικές του ανάγκες και αγωνιστικές του υποχρεώσεις.
O Αντώνης Κεραμιδάς είναι φωτογράφος χορού και γυμναστικής, πρώην αθλητής και ομοσπονδιακός προπονητής Ενόργανης Γυμναστικής ανδρών, εκπαιδευτικός Φυσικής Αγωγής και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος στη Διοίκηση Επιχειρήσεων (ΜΒΑ). Αρθρογραφεί και σχολιάζει πάνω σε θέματα που άπτονται της εξέλιξης της Γυμναστικής σε τεχνικό και διοικητικό επίπεδο.