Επιλογή Σελίδας

Του Βασίλη Σαμπράκου

Ήταν μια Εθνική που είχε χάσει την τελική φάση στις προηγούμενες τέσσερις μεγάλες διοργανώσεις – 2 Μουντιάλ και 2 Euro. Στην περίοδο που συμπληρώνονται 10 χρόνια από την τελευταία παρουσία της στην τελική φάση διοργάνωσης, η Ελλάδα πήγε να παίξει ως – στοιχηματικό και πραγματικό – φαβορί έναν εκτός έδρας τελικό για την πρόκριση στην τελική φάση μιας διοργάνωσης. Ο αποκλεισμός για ένα φαβορί συνιστά αποτυχία. Κι όταν αυτή η ευκαιρία δεν παρουσιάζεται κάθε χρόνο και μια ομάδα έχει 10 χρόνια να τα καταφέρει, η αποτυχία είναι μεγάλη.

Προκειμένου να πάει παρακάτω η Εθνική, τα ενδιαφερόμενα μέρη πρέπει να αναγνωρίσουν την αποτυχία και να την αναλύσουν. Προσέξτε, επαναλαμβάνω ότι αυτή δεν είναι μια αποτυχημένη ομάδα. Αντίθετα, το βράδυ της Τρίτης έκλεισε με unhappy end την πιο επιτυχημένη 4ετία της στην μετά 2014 εποχή. Όμως δεν παύει να είναι μια ομάδα που είχε μια μεγάλη αποτυχία.

Επί 653 ημέρες, δηλαδή για 1 χρόνο 9 μήνες και 14 ημέρες η Εθνική προετοιμαζόταν για έναν τελικό. Για τον τελικό που γνώριζε ότι θα έχει για την πρόκριση στο Euro 2024 μέσα από το μονοπάτι του Nations League. Από τις 12 Ιουνίου 2022, όταν εξασφάλισε την πρωτιά στον όμιλό της στην 3η κατηγορία του Nations League, η Εθνική μας επικοινωνούσε ως οργανισμός ότι προετοιμάζεται για την πρόκριση μέσα από αυτό το μονοπάτι.

Σε αυτόν τον τελικό η ιστορία λέει ότι η Εθνική Ομάδα παρουσιάστηκε απροετοίμαστη. Τακτικά, δεδομένου ότι δεν κατάφερε να αξιοποιήσει τα πλεονεκτήματα του δικού της σχηματισμού απέναντι σε αυτόν της Γεωργίας, και ψυχοπνευματικά στο επιθετικό κομμάτι. Η Ελλάδα που παρουσιάστηκε στην Τιφλίδα ήταν μια ομάδα καλά προετοιμασμένη σχετικά με την αμυντική λειτουργία της και την εξουδετέρωση των δυνατών σημείων της αντιπάλου της, αλλά όχι μια ομάδα καλά προετοιμασμένη να αξιοποιήσει την κατοχή της μπάλας που της άφησε η αντίπαλος αλλά και τον χώρο που της έδωσε για να το χτίσιμο των επιθέσεών της προκειμένου να αναπτυχθεί με τρόπο που θα δημιουργούσε πρόβλημα στην αντίπαλό της.

Η παραπάνω διαπίστωση είναι αντικειμενική: όταν παίζεις 4-3-3 (ή 4-2-3-1) και ο αντίπαλος παίζει 5-3-2, οι προϋποθέσεις για υπεραριθμίες βρίσκονται στις πτέρυγες – εκεί όπου εσύ έχεις δύο ποδοσφαιριστές και ο αντίπαλος έναν. Οι παίκτες – κλειδιά στην επιθετική ανάπτυξη είναι οι ακραίοι μπακ. Ο Μπάλντοκ ολοκλήρωσε το ματς με 1 σέντρα σε 62’ λεπτά συμμετοχής. Στην διάρκεια του δευτέρου ημιχρόνου, που ήταν το “καλό” της Ελλάδας, ο Τσιμίκας βρήκε ευκαιρία για 2 μόλις σέντρες. Στην πρώτη σέντρα του υπήρχαν δύο συμπαίκτες στην αντίπαλη μεγάλη περιοχή, και στην δεύτερη μόνο ένας. Η εικόνα της Εθνικής ήταν η εικόνα μιας ομάδας που δεν μπορούσε να αξιοποιήσει τα ατού του δικού της σχηματισμού έναντι αυτού που είχε ο αντίπαλος, και όποτε κατάφερε να τα αξιοποιήσει υστερούσε τακτικά διότι δεν είχε φροντίσει να βάλει αρκετούς παίκτες στην αντίπαλη περιοχή.

Το έλλειμα στην ομαδική λειτουργία και η αντοχή της Γεωργίας στην ανασταλτική λειτουργία δημιούργησε την ανάγκη για ατομικές ενέργειες. Ο Γιάννης Κωνσταντέλιας αποτέλεσε τη μόνη εξαίρεση. Δεν υπήρξε άλλος Έλληνας ποδοσφαιριστής με την τόλμη, την αποφασιστικότητα, τον εγωισμό, το πείσμα, το πάθος, την προσωπικότητα για να πάρει την ευθύνη μιας επιθετικής ενέργειας. Η εικόνα δημιούργησε την εντύπωση μιας ομάδας που υστέρησε σε αυτό το κομμάτι, που δεν είχε αποφασιστικότητα στην επίθεση. Αυτό συμβαίνει είτε όταν οι ποδοσφαιριστές δεν έχουν αυτό το στοιχείο είτε όταν το έχουν αλλά ο προπονητής δεν μπορεί να τους καθοδηγήσει για να το βγάλουν σε έναν αγώνα τέτοιας κρισιμότητας. Η εικόνα της Ελλάδας στην Τιφλίδα ήταν εικόνα μιας ομάδας που δεν είχε προετοιμαστεί αποτελεσματικά – ούτε στην επιθετική τακτική ούτε ψυχοπνευματικά.

Αυτή είναι η πραγματικότητα μιας ιστορίας που είχε τέλος που μας πονά. Αυτή ήταν η εικόνα της Εθνικής στον πιο αποφασιστικό αγώνα της 4ετίας. Όμως δεν ήταν ο μόνος αγώνας που έδωσε στην διάρκεια αυτών των ετών. Και η αποτίμηση του έργου, ειδικά του έργου των τελευταίων 2 ετών υπό τον Γκας Πογέτ, πρέπει να είναι συνολική. Το ποιος θα την κάνει, πώς θα την κάνει και μέσα από ποια διαδικασία θα φτάσει στην απόφαση για το θέμα προπονητή, θα το πιάσω, ως θέμα, σε ένα επόμενο σημείωμα.

Πηγή: Gazzetta