Ηρθε, λοιπόν, και το πρώτο ματς επί Βιτόρια στο οποίο ο Παναθηναϊκός δεν σκόραρε! Το 20ό. «Φλέρταρε» πολλάκις με το «μηδέν», τελικά τον σταμάτησε ο Ολυμπιακός που πήρε και τη δίκαιη πρόκριση στον ημιτελικό μ’ ένα γκολ «trademark» του Λούκα Μόντριτς από τον… «bro» που «πετάει βολέ επειδή βαριέται» όπως έγραψε με αυθεντική δόση χιούμορ ο Στέφανος Τζίμας.
Προφανώς ο Χρήστος Μουζακίτης δεν βαριόταν. Αυτό που έκανε στο 94’, όταν μόλις πριν δύο λεπτά ο Νο1 παίκτης της ομάδας του έχει χάσει πέναλτι και μόλις πριν από ένα λεπτό ο Παναθηναϊκός έχει χάσει τη σπουδαιότερη ευκαιρία του στο ματς, απαιτεί πολλά. Oχι όμως και… βαρεμάρα. Απαιτεί καθαρό μυαλό, απόλυτη συγκέντρωση, ταχύτητα στην εκτέλεση, εξυπνάδα, τεχνική, θάρρος. Απαιτεί ωριμότητα top ποδοσφαιριστή. Στην Ελλάδα αποθεώσαμε περισσότερο το τυχερό γκολ του «Μούζα» στη Λιβαδειά (κόντρα στον Εραμούσπε και αλλαγή πορείας της μπάλας) παρά την αντίληψή του και την ωριμότητά του στην ασίστ του Οπόρτο, όπου ο Ολυμπιακός ουσιαστικά προκρίθηκε στην πρώτη οκτάδα του Europa League. Κι όμως, οι φάσεις που παραπέμπουν σε παίκτη που μπορεί να γίνει «top» ήταν εκείνη η ασίστ στον Ελ Καμπί και ασφαλώς το χθεσινό γκολ από μέσο που πέρυσι είχε πετύχει έξι τέρματα στην ιστορική πορεία του Ολυμπιακού μέχρι την κατάκτηση του Youth League. Περισσότερα από τον Κωστούλα που είχε βάλει πέντε!
Αριστεροπόδαρος box to box χαφ με γκολ στο ρεπερτόριό του και τέτοιες ικανότητες στο passing game, στο επιθετικό μαρκάρισμα και στις μεταβάσεις είναι ακριβοθώρητος στην ευρωπαϊκή αγορά σε τέτοια ηλικία. Για να μην αρχίσουμε από τώρα τα περί… μελλοντικής πώλησης, ας αρκεστούμε στο ότι ο «Μούζα» μαζί με άλλα τέσσερα – πέντε παιδιά μπορεί σύντομα να αλλάξει τη ζωή της Εθνικής ομάδας μας. Ειδικά αυτός, διότι εδώ και χρόνια η Ελλάδα top μέσους έχει πάψει να αναδεικνύει…
Το ματς θα το θυμόμαστε μετά από πολλά χρόνια γι’ αυτό το δίλεπτο από το 92’ έως το 94’. Ο Ολυμπιακός ήταν και πάλι ανώτερος, όπως και στο ματς πρωταθλήματος, εμφανίζοντας και πάλι τα γνωστά προβλήματά του εναντίον κλειστής άμυνας, όμως είναι πασιφανές πως πρόκειται για μια πολύ πιο «αθλητική» ομάδα έναντι αυτού του Παναθηναϊκού. Κι αυτός είναι ο βασικός λόγος που παίζει καλύτερα. Είναι πιο «αθλητικό» το σύνολό του και τρέχει περισσότερο. Χθες καταλυτικοί για την επικράτησή του (ανεξάρτητα από το γκολ του «Μούζα» που καθόρισε το ματς) ήταν δύο παράγοντες: α) η «εξαφάνιση» του Ιωαννίδη όχι μόνο εκτελεστικά, αλλά και από το σκέλος της συμμετοχής του στο παιχνίδι του Παναθηναϊκού β) η υπεροχή του στη μεσαία γραμμή, όπου ο Μεντιλίμπαρ έπαιζε με τέσσερις παίκτες (Εσε, Ορτα, Μούζα, + Τσικίνιο που ελάχιστα αγωνίστηκε ως εξτρέμ) και ο φιλοξενούμενος με τρεις, εκ των οποίων ο Μαξίμοβιτς το μόνο που έκανε ήταν να τρέχει. Αυτή είναι η τρίτη διαφορά μεταξύ των δύο ομάδων παρότι ο Ολυμπιακός έχει τρεις μεταγραφές χαφ κατώτερου επιπέδου: Στάμενιτς, Ολιβέιρα, Γκαρθία. Η τέταρτη είναι ότι οι Ερυθρόλευκοι δουλεύουν με τον ίδιο πολύ καλό προπονητή (που πήρε και τις αποφάσεις το καλοκαίρι) εδώ και ένα χρόνο, ενώ ο Παναθηναϊκός έχει κάνει τέσσερις αλλαγές προπονητών τους τελευταίους 13 μήνες.
Το εκπληκτικό πρώτο ημίχρονο του Γιώργου Βαγιαννίδη που θύμισε Γιούρκα στα πολύ καλά του «κράτησε» τον Παναθηναϊκό αναπτυξιακά στο πρώτο 45λεπτο, όμως δεν του πρόσφερε και ευκαιρίες: οι Πράσινοι ολοκλήρωσαν το ματς με μηδέν (!) τελικές εντός εστίας και δυο σπουδαίες ευκαιρίες, προϊόν του ταλέντου συγκεκριμένων παικτών. Του Τετέ (έξοχη πάσα στον Πελίστρι που υπερτίμησε την ταχύτητά του και ανακόπηκε από τον Πασχαλάκη στη μοναδική φάση που… ακούμπησε μπάλα ο κίπερ του Ολυμπιακού) και του Τζούρισιτς που πέρασε τον Ροντινέι πάνω στη γραμμή, άφησε άγαλμα τον Μπιανκόν, αλλά αντί να πασάρει στον ολομόναχο Σφιντέρσκι, προτίμησε να «τελειώσει» τη φάση. Είναι αυτές οι καθοριστικές λεπτομέρειες για τις οποίες μιλούν ο Μεντιλίμπαρ και ο Βιτόρια, οι οποίοι ήξεραν ότι το ματς δεν επρόκειτο να έχει πολλές φάσεις, όπως και τα τρία προηγούμενα εφετινά ντέρμπι «αιωνίων»…
Ο Ολυμπιακός το χάρηκε, ο Ολυμπιακός το χαίρεται και καλά κάνει. Eχει πάρει μόνο ένα από τα τελευταία εννιά (!) Κύπελλα Ελλάδας, είχε μία νίκη στα τελευταία 17 ματς επί του Παναθηναϊκού, δεν τον είχε ρίξει νοκ άουτ με τον Μεντιλίμπαρ στον πάγκο, δεν είχε πανηγυρίσει νίκη επί του Τριφυλλιού παρουσία οπαδών από το 2016 στο «Γ. Καραϊσκάκης»! Τον νίκησε και πάει για νταμπλ, είναι πλέον η μοναδική ελληνική ομάδα που διεκδικεί τα πάντα σε Ελλάδα και Ευρώπη. Όμως… παραμαζεύτηκαν οι επιτυχίες στο τέλος και στα χασομέρια (Αρης, Ατρόμητος, Λεβαδειακός, Παναθηναϊκός σερί) και ο Μεντιλίμπαρ είναι αρκούντως έμπειρος για να γνωρίζει ότι η ομάδα του πρέπει να βρίσκει πιο εύκολα το γκολ, διότι συνήθως τέτοιου είδους επιδόσεις κάποια στιγμή «γυρίζουν».
Ο Παναθηναϊκός δεν θα κλυδωνιστεί από τον αποκλεισμό. Ο τίτλος και μια πολύ καλή πορεία στην Ευρώπη είναι αυτά που του λείπουν εδώ και 15 και 16 χρόνια αντίστοιχα! Όμως ο Βιτόρια καλείται να σκεφτεί πολλά. Γιατί ήταν πάλι αμυντικοί οι κορυφαίοι παίκτες του (Ινγκασον συνολικά, Βαγιαννίδης πρώτο μέρος, Μλαντένοβιτς β’ ημίχρονο); Τι θα κάνει για να είναι πιο ανταγωνιστική στα ντέρμπι η μεσαία γραμμή του; Θα συνεχίσει να παίζει με αυτή την τακτική υπομονής, πίεσης και αντεπιθέσεων σε όλα τα μεγάλα ματς; Θα επαναπαυτεί στο ίδιο στυλ παιχνιδιού εναντίον των «μεγάλων» επειδή πήρε τρία θετικά αποτελέσματα; Όταν θα είναι απολύτως έτοιμοι ο Σφιντέρσκι (αντοχή) και ο Σιώπης (προσαρμογή) θα έχει περισσότερες ιδέες και επιλογές για την αρχική ενδεκάδα του, όμως εν αρχή ην ο Αρης!
Πηγή: Gazzetta