Επιλογή Σελίδας

Του Βασίλη Σκουντή

Στις 25 Νοεμβρίου 2020 δεν ήταν η πρώτη φορά που πέθανε ο Μαραντόνα!

Είχε ξαναπεθάνει κάμποσες φορές στο παρελθόν, μόνο που τότε, την ύστατη στιγμή, ο ομόλογος του τον λυπήθηκε και του έδωσε τράτο.

Τον επουράνιο ομόλογο του εννοώ, τον κανονικό Θεό, που είχε τον Ντιέγκο για αντιπρόσωπο του στη Γη!

Αν και είμαι πολύ τακτικός με τα αρχεία μου, ψάχνω εδώ και ώρες να βρω εκείνο το αφιέρωμα που είχα ετοιμάσει σε μια από αυτές τις περιπτώσεις, αλλά τζίφος.

Είναι χρειαζούμενο, βρισκούμενο δεν είναι, πού να πάρει η οργή!

Τον είδα κι εγώ τον Μαραντόνα κάποτε.

Τον είδα, είπαμε δυο κουβέντες στα πεταχτά και τον… ερωτεύτηκα όπως τα κοριτσόπουλα που δάγκωναν τη λαμαρίνα στη Νάπολι!

Κι όπως οι πατεράδες και οι μάναδες που βάφτιζαν τα παιδιά τους Ντιέγκο!

Και όπως οι παπάδες που λειτούργαγαν σε εκκλησίες της φερώνυμης αγιότητας του!

Τον είδα στην πατρίδα του τον Ιούλιο του 2005 και την ίδια στιγμή τον έχασα λες και ήταν ξωτικό!

Σαν ένα αερικό που διακτινιζόταν όπως γούσταρε.

Εγώ έφευγα από εκεί μαζί με την Εθνική Νέων του μπάσκετ με προορισμό τη Μαρ ντελ Πλάτα, όπου θα διεξαγόταν η τελική φάση του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος κι αυτός πήγαινε κάπου αλλού.

Συνευρεθήκαμε για κάμποσα λεπτά στην αίθουσα αναμονής των πτήσεων. Τον έτεινα το χέρι και δεν το έπλυνα μέχρι την άλλη μέρα το πρωί!

Αυτό ήταν το δικό μου σύντομο νταλαβέρι μαζί του, άλλοι πατριώτες μας είχαν πολύ περισσότερα , πιο έντονα και ανεξίτηλα χαραγμένα στο σκληρό δίσκο τους.

Τον συχωρεμένο τον πρωτοείδαμε στα μέρη μας στις 6 Οκτωβρίου του 1988 στην Τούμπα στον αγώνα ανάμεσα στον ΠΑΟΚ και στη Νάπολι, που έληξε με 1-1, με τα γκολ του Σκαρτάδου και του Καρέκα.

Ήταν τότε που έπεσαν τα τσιμέντα, μάλιστα ο Ντιέγκο αποσβολωμένος από τον παλμό της εξέδρας και φοβισμένος κιόλας, αναγκάσθηκε ν’ αλλάξει πλευρά στην εκτέλεση ενός κόρνερ και να παραδεχθεί στο τέλος ότι «τέτοια ατμόσφαιρα δεν έχω συναντήσει ποτέ στη ζωή μου και ελπίζω να μην ξανασυναντήσω»!

Οκτώ χρόνια αργότερα μας το φύλαγε μανιάτικο ο μπαγάσας.

Στις 21 Ιουνίου του 1994, στον παρθενικό αγώνα της ιστορίας της σε Μουντιάλ, στο «Φόξμπορο» της Βοστώνης, η Εθνική ομάδα έπεσε σε ανεμοστρόβιλο: ηττήθηκε με 4-0 από την Αργεντινή με τρία γκολ του Μπατιστούτα και ένα του Μαραντόνα.

Στη φάση του 60ού λεπτού που ο Μαραντόνα γράφει το 3-0 απέναντι στον Αντώνη Μήνου, ζουμάρει πάνω του η κάμερα και η εικόνα είναι όντως τρομακτική.

Την ανακαλώ στη μνήμη μου και σκιάζομαι ακόμη στη θέα του Ντιέγκο που μπαίνει στα σπίτια μας λυσσασμένος και ουρλιάζοντας, για να αποδειχθεί λίγο αργότερα ότι βρισκόταν υπό την επήρειαν!

Αργότερα μας επισκέφθηκε ως φίλος. Όπως έλεγαν κάποτε, «είσαι φίλος, γίνε μέλος»!

Έσκασε μύτη στο γήπεδο «Γεώργιος Καραϊσκάκης» στις 16 Ιανουαρίου του 2005 (Ολυμπιακός-Ηρακλής 1-0), όταν ανακηρύχθηκε μέλος του «Θρύλου».

Εκείνο το απόγευμα σήκωσε ψηλά τη φανέλα με το Νο 10, που του πρόσφερε ο Σωκράτης Κόκκαλης, φώναξε «Ζήτω η Ελλάδα, ζήτω ο Ολυμπιακός» και απολάμβανε το σύνθημα των θεατών.

«Μαραντόνα είσαι τρέλα με την κόκκινη φανέλα»!

Τότε ο Ντιέγκο είχε τάξει ότι θα επέστρεφε για τη φιέστα της κατάκτησης του τίτλου και τήρησε την υπόσχεση του με καθυστέρηση ενός χρόνου: στις 14 Μαίου 2006 πάλι στο Νέο Φάληρο (Ολυμπιακός-Ιωνικός 0-0), μάλιστα τότε φόρεσε κιόλας την ερυθρόλευκη φανέλα και έπαιξε πασούλες με τον Ριβάλντο και με τον Καστίγιο.

Σήμερα που ο λεγάμενος τράβηξε τη μακαρία οδό και αρίβαρε στον Παράδεισο, συνειδητοποιήσαμε πως και οι Θεοί πεθαίνουν!

Ελόγου του, ένας Θεός του ποδοσφαίρου, αποδείχθηκε θνητός, άλλωστε όσα χρόνια έζησε, πήγαινε με τη βελόνα στο κόκκινο.

Ωρες ώρες αναλογιζόμουν πώς επιζούσε από θαύμα, από διαδοχικά θαύματα, όπως είχε γράψει κάποτε ο Νίκο; Καζαντζάκης για την Ελλάδα.

Μέσα σε τούτο το θλιβερό και μακάβριο σκηνικό της εκδημίας του, που δεν ήταν πάντως αδόκητη μετά τα απανωτά στοιχήματα του με τον θάνατο, τολμώ να γράψω κάτι που είχα διαβάσει πριν από δέκα χρόνια και κυκλοφορούσε σαν ανέκδοτο.

Πεθαίνουν, λέει, μαζί ο Πελέ, ο Φαν Μπάστεν και ο Μαραντόνα και τους κουβαλάνε στον Παράδεισο, όπου τους υποδέχεται ο Αγιος Πέτρος και με τη σειρά του τους παίρνει από το χέρι και τους παρουσιάζει στον Θεό.

Κάνοντας τον ανήξερο, ο Πανάγαθος ζητεί από έναν έκαστον εξ αυτών να εξομολογηθούν τις ποδοσφαιρικές αμαρτίες τους και να απολογηθούν για δαύτες.

Πρώτος κάθεται στο εδώλιο ο Φαν Μπάστεν και λέει το ποίημα του.

«Εγώ Κύριε υπήρξα καλός ποδοσφαιριστής, αλλά δεν ήμουν πολύ θρήσκος και δεν ζητούσα ποτέ τη βοήθεια σου, αλλά δεν αρνήθηκα κιόλας την ύπαρξη σου».

Ο Θεός συγκατανεύει με τα λεγόμενα του και τον καλεί να καθίσει εκ δεξιών του.

Δεύτερος προσέρχεται ο Πελέ.

«Εγώ, Κύριε, υπήρξα πάντοτε πολύ πιστός. Διάβαζα συχνά τη Βίβλο, ενώ με το που έμπαινα στο γήπεδο, πριν από κάθε αγώνα, έκανα τον σταυρό μου. Σε ευχαριστώ πολύ για το ταλέντο που μου χάρισες».

Κουνάει συγκαταβατικά το κεφάλι του ο Θεός, καταφάσκει «ναι, τέκνον μου, το ξέρω ότι ήσουν πολύ πιστός» και καλεί τον Πελέ να καθίσει εξ ευωνύμων του.

«Εσύ τι έχεις να πεις;» ρωτά απευθυνόμενος προς τον Μαραντόνα.

Και τότε ο Ντιέγκο σεινάμενος, κουνάμενος, εμφορούμενος από την άγνοια κινδύνου, το θράσος και την υπερβατική φύσητου, γυρίζει και λέει στον Θεό.

«Εγώ πάλι πιστεύω ότι έχεις καθίσει στη θέση μου»!

Αυτή τη θέση στον δικό του επίγειο παράδεισο, ο Μαραντόνα την είχε αγκαζέ και δεν έδινε δεκάρα τσακιστή για τους άπιστους Θωμάδες.

Δεν αποκλείω κιόλας, όταν ανοιχτεί η διαθήκη του, να βρουν γραμμένο κάπου αυτό είπε κάποτε ο Μπόμπι Νάιτ.

«Όταν φύγω από τη Γη, θέλω να με θάψουν ανάποδα, ώστε οι επικριτές μου να έρθουν για να με προσκυνήσουν και να μου φιλήσουν τον κώλο»!

Ο Ντιέγκο έφυγε σήμερα από τον μάταιο τούτο κόσμο, έχοντας ρουφήξει μέχρι το μεδούλι τη ζωή του, με έναν τρόπο, που, σωστός ή λάθος, ήταν δικός του.

Έφυγε μια σημαδιακή μέρα στο παγκόσμιο χρονικό: την ίδια μέρα που άφησαν την τελευταία πνοή τους ο Τζορτζ Μπεστ το 2005 και ο Φιντέλ Κάστρο το 2016.

Τριάδα κάτσε καλά απαρτίζουν οι τρεις τους εκεί πάνω: το πέμπτο μέλος των Beatles θα βάλει τα ποτά, ο «El Comandante» τα πούρα και ο «El Pibe d’ oro» ό, τι άλλο χρειάζεται για το πάρτι, που θα χαλάσει κόσμο!

Εάν πάλι θέλουν κι έναν τέταρτο για να στήσουν και μια πρέφα, ένα σφύριγμα φτάνει για να βγει από τη φωλιά του ο «Black Mamba»!

Συφοριασμένο το δίχως άλλο, το 2020. Πολλώ λογιώ συφοριασμένο, που να ξεκουμπιστεί και να πάει στο διάολο!

Τελικά το χέρι του Θεού αποδείχθηκε πιο δυνατό από την καρδιά του Θεού, που σταμάτησε να χτυπά πριν από λίγες ώρες.

Κάποιος, κάπου, κάποτε είχε γράψει πως σε αγώνα στον οποίο παίζει ο Μαραντόνα, η μπάλα κλαίει όταν δεν βρίσκεται στα πόδια του.

Τώρα η μπάλα που ήταν εξ απαλών ονύχων η ερωμένη του, η γκόμενα του, η γυναίκα του, η δούλα και η κυρά του οδύρεται μπροστά στο άψυχο κορμί του και μπορεί να ξεφουσκώνει επίτηδες μπας και προλάβαινε να του δώσει τις δικές της ανάσες για να μείνει ζωντανός.

Δεν πρόκανε όμως να του δώσει πίσω μια ζωή, που ο Μαραντόνα ένιωθε να του γλιστράει πολλές φορές μέσα από τα χέρια του.

Υπήρξε ένας άσωτος υιός, ούτε κουβέντα.

Υπήρξε μια χτυπητή ανορθογραφία στο ευ ζην, ένα αντεπιχείρημα στα κάθε λογής πρωτόκολλα και η επιτομή σε ό,τι αποκαλείται «politically correct».

Δεν προσποιούνταν, όμως, για το θεαθήναι τοις ανθρώποις. Καλός ή κακός, άγιος ή αγύρτης, ήταν ο εαυτός του.

Ήταν ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα, ο ένας και μοναδικός.

Στις 22 Ιουνίου του ’86 στο «Estadio Azteca» της πόλης του Μεξικού προτού στείλει τον καψερό τον Πίτερ Σίλτον να μαζέψει την μπάλα από τα παλλόμενα δίχτυα του είχε προλάβει ο αθεόφοβος να ντριμπλάρει όχι μονάχα όλη την άμυνα των εμβρόντητων Εγγλέζων, αλλά ακόμη και τη… βασίλισσα Ελισάβετ!

Είχε προλάβει επίσης σε αυτό το φαντασμαγορικό σλάλομ, να βγάζει ακαριαία από το σπασουάρ του και να μοιράζει σε καθέναν από τους δόλιους που βρέθηκαν στο διάβα του από ένα κουτάκι δραμαμίνες για τον εμετό!

Ήταν τότε που διεψεύσθη οικτρώς ο Σαλβαδόρ Νταλί, ο οποίος είχε πει κάποτε πως «δεν πρέπει να φοβάστε την τελειότητα, διότι απλούστατα δεν θα τη φτάσετε ποτέ».

Θαρρώ πώς αυτή την (ποδοσφαιρική) τελειότητα, ο Μαραντόνα και την έφτασε και την ξεπέρασε κιόλας!

Κρίμα που διέψευσε άλλο ένα τσιτάτο του εκκεντρικού καλλιτέχνη, ο οποίος είχε πει επίσης πως «δεν χρειάζεται να πάρω ναρκωτικά, διότι είμαι ναρκωτικό από μόνος μου».

Τώρα, μετά από 34 χρόνια, που σαν άλλος θεομπαίχτης πήγε να ξαναντριμπλάρει τον θάνατο, αλλά έφαγε κόκκινη κάρτα, όλοι οι υπήκοοι της Αυτού Μεγαλειότητος νιώθουμε σαν να κηδεύουμε τη νιότη μας…

«Clarin στα ισπανικά σημαίνει σάλπιγγα.

Από την ώρα που αυτή η αργεντίνικη εφημερίδα έβγαλε και μοίρασε σε όλη την οικουμένη τη θλιβερή και ανεπιθύμητη αποκλειστικότητα, η σάλπιγγα του Μαραντόνα έπαψε να ηχεί.

Σιώπησε με ένα ανατριχιαστικό και αλλόκοτο ρέκβιεμ.

Δεν έφυγε απλώς ένας μεγάλος αρτίστας της μπάλας.

Έφυγε ένας μικροκαμωμένος Ατλας, που σήκωσε στις πλάτες του, βάζοντας κόντρα την κοιλιά του και τα χοντρά μπούτια του, μια ομάδα, μια πόλη, μια πατρίδα, έναν πλανήτη ολόκληρο.

Τον σήκωσε και τον έπαιζε σαν κομπολόι στο αριστερό ποδάρι του!

Και ναι, όπως έλεγε και ο Μανώλης Μαυρομμάτης, εκείνο το βράδυ, «και βλέπω τώρα το replay και το βάζει πάλι με το χέρι»!

ΥΓ: Με τον κίνδυνο να θεωρηθεί τυμβωρυχία και σκύλευση, θα υπενθυμίσω στον επίλογο μια φήμη που είχε κυκλοφορήσει κάποτε και ήθελε τη σκούφια του Ντιέγκο να βαστάει και από την Ελλάδα! Είχε ακουστεί ότι ο προπάππος του, λέει, καταγόταν από το νησί Κόρτσουλα της Δαλματίας το οποίο κάποτε εποικίσθηκε από Κερκυραίους!

Πηγή: Sport 24