Επιλογή Σελίδας

Του Δημήτρη Λυκάκη

«Ποια είναι αυτή η Μπέιμπ Ρουθ και τι κάνει;». Με αυτή την απλή ερώτηση, ο νομπελίστας Ιρλανδός θεατρικός συγγραφέας, Τζορτζ Μπέρναρντ Σο, προκάλεσε την οργή των απανταχού Αμερικανών τη δεκαετία του 1920. Και αυτό γιατί ο θρύλος του μπέιζμπολ, έδωσε ελπίδα, με το παιχνίδι και την εν γένει συμπεριφορά του, σε εκατομμύρια κόσμο, κατά τη διάρκεια της μεγάλης ύφεσης στις ΗΠΑ, ενώ άλλαξε τις αγωνιστικές ισορροπίες στο άθλημα. Παράλληλα, ο Ρουθ, έσωσε το άθλημα από την απαξίωση, τις σκοτεινές ημέρες που ακολούθησαν του σκανδάλου «Black Sox», το 1919, όταν οκτώ παίκτες της ομάδας White Sox του Σικάγο είχαν συμμετοχή σε στημένους αγώνες, ώστε να πάρουν το πρωτάθλημα οι Σινσινάτι Ρεντς. Ο Τζορτζ Χέρμαν Ρουθ, πιο γνωστός με τα προσωνύμια Μπέιμπ Ρουθ ή Μπαμπίνο ή Σουλτάνος των κτυπημάτων, διέπρεψε στην επαγγελματική λίγκα του μπέιζμπολ από το 1914 ώς το 1935. Εγινε ένας από τους μεγαλύτερους ήρωες της αμερικανικής κουλτούρας. Αναφέρεται ως ο μεγαλύτερος παίκτης του αθλήματος όλων των εποχών, ενώ τα στατιστικά του είναι μέχρι σήμερα ασυναγώνιστα. Η δύναμη των βολών του και η χαρισματική του προσωπικότητα τον κατέστησαν μια αξιαγάπητη φιγούρα στα χρόνια του μεσοπολέμου. Ηταν ο πρώτος παίκτης που κατάφερε 60 κτυπήματα έξω από το γήπεδο, που συνεπάγονται αυτόματα πόντους, σε μια αγωνιστική περίοδο, το 1927, δημιουργώντας ένα ρεκόρ που έμεινε ακατάρριπτο για 34 χρόνια ώς το 1961. Συνολικά πέτυχε 714 τέτοια κτυπήματα, που ήταν ρεκόρ της Λίγκας για τέσσερις δεκαετίες, ώς το 1974. Πολλές από τις επιδόσεις του βρίσκονται, 77 χρόνια μετά, σε υψηλές θέσεις στα στατιστικά του επαγγελματικού πρωταθλήματος.

Εκανε το ακατόρθωτο

Το πιο χαρακτηριστικό στιγμιότυπο της καριέρας του είναι η στιγμή όταν σε ένα παιχνίδι έδειξε από ποιο σημείο του γηπέδου θα στείλει την μπάλα πέρα από τον φράχτη, ένα γεγονός το οποίο προκαλεί σωρεία συζητήσεων μέχρι και σήμερα, αφού κανείς αθλητής δεν έχει τολμήσει κάτι τέτοιο, αλλά επίσης δεν έχει αποδειχθεί αν είναι αλήθεια ή απλά μύθος.Ο Τζορτζ Ρουθ γεννήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου 1895 στη Βαλτιμόρη, από γονείς Αμερικανούς, γερμανικής καταγωγής, οι οποίοι είχαν αλυσίδα με σαλούν. Μόνο ένα από τα επτά αδέλφια του επέζησε από την παιδική ηλικία, η αδερφή του Μάμι, ενώ η μητέρα του πέθανε από φυματίωση, όταν ήταν έφηβος. Σε ηλικία επτά ετών ο πατέρας του τον έστειλε εσώκλειστο στο ορφανοτροφείο αρρένων «Σεντ Μέρις», υπό την επίβλεψη της καθολικής ιεραποστολής. Παρέμεινε εκεί για 12 χρόνια, μέχρι την ηλικία των 19 ετών, συναντώντας σπάνια την οικογένειά του, από την οποία τελικά αποκόπηκε.Στο μπέιζμπολ τον ώθησε ο αδελφός Μαθίας, ο οποίος αποτέλεσε την πατρική φιγούρα στη ζωή του. Αυτός του έμαθε ανάγνωση, γραφή και τον μύησε στα μυστικά του αθλήματος. Εγινε γνωστός από τις καλές εμφανίσεις στα παιχνίδια με τη σχολική ομάδα. Το 1914 υπέγραψε συμβόλαιο με τους Οριολς της Βαλτιμόρης, με αποδοχές 250 δολάρια τον μήνα. Ο 19χρονος, τότε, Ρουθ ήταν ο βενιαμίν της ομάδας, καθώς οι υπόλοιποι παίκτες του συλλόγου ήταν πάνω από 25 ετών κατά μέσο όρο. Ετσι του κόλλησαν το παρατσούκλι «Μπέιμπ», το οποίο έκτοτε έμεινε ώς το τέλος της καριέρας του.

Ως αθλητής κατέκτησε επτά πρωταθλήματα (1915, 1916, 1918, 1923, 1927, 1928, 1932), επιλέχθηκε δύο φορές στην ομάδα Ολ σταρ (1933, 1934) και αναδείχθηκε μία φορά πολυτιμότερος παίκτης του πρωταθλήματος (1933).

Η κατάρα που κράτησε 86 ολόκληρα χρόνια

Ενα περιστατικό που έδωσε τροφή στο αμερικανικό μπέιζμπολ (και όχι μόνο) ήταν μία… κατάρα του Μπέιμπ Ρουθ. Ολα ξεκίνησαν όταν ο ιδιοκτήτης των Ρεντ Σοξ, Χάρι Χέρμπερτ Φρέιζ, τον πούλησε στους Γιάνκις της Νέας Υόρκης, για να χρηματοδοτήσει μια μουσική παράσταση στο Μπροντγουέι.

Λέγεται ότι φεύγοντας ο παίκτης από τον σύλλογο τον καταράστηκε να μην πάρει πρωτάθλημα, κάτι που συνέβη για τα επόμενα 86 χρόνια (1918-2004)! Πριν από αυτό το περιστατικό η ομάδα της Βοστώνης είχε πέντε τίτλους, τους τρεις με τον Ρουθ στη σύνθεσή της (1915, 1916, 1918).

Στους Γιάνκις έγινε θρύλος. Αρχικά είχε προβλήματα προσαρμογής, που προέρχονταν και από την προσωπική του ζωή. Ομως, σταδιακά επανήλθε και κατέκτησε τέσσερις τίτλους (1923, 1927, 1928, 1932), πετυχαίνοντας κάποια απίστευτα ρεκόρ. Το 1930 αμειβόταν με 80.000 δολάρια, μισθό μεγαλύτερο από του Προέδρου των ΗΠΑ, που ήταν 75.000, γεγονός πρωτοφανές για αθλητή.

Καθώς τα χρόνια περνούσαν ο Ρουθ είχε βαρύνει, ενώ η κακή εξωγηπεδική ζωή του χειροτέρευε τις επιδόσεις του. Ο πρόεδρος του απέκλεισε ότι θα γίνει προπονητής των Γιάνκις και ζήτησε να τον αποδεσμεύσουν. Αν και η δεύτερη σύζυγός του, η Κλερ Μέριτ Χόντσον επέμενε να αποσυρθεί, εκείνος υπέγραψε στους Μπόστον Μπρέιβς.

Εκεί, μπορεί να μην έκανε σπουδαία παιχνίδια, αλλά κατάφερε να δώσει αίγλη και οικονομική ανάσα στον σύλλογο, γεμίζοντας το στάδιο με κόσμο που ερχόταν να τον δει. Στις 25 Μαΐου 1935, σε αγώνα στο Πίτσμπουργκ, σημείωσε, ύστερα από καιρό, τρία κτυπήματα έξω από το γήπεδο. Μάλιστα στο τρίτο έστειλε την μπάλα έξω από το στάδιο, κάτι που δεν είχε καταφέρει ποτέ ώς τότε παίκτης σε αυτό το γήπεδο. Πέντε μέρες αργότερα, στη Φιλαδέλφεια, αγωνίστηκε για τελευταία φορά και αποχώρησε τραυματισμένος στο γόνατο…

Η άστατη προσωπική ζωή ενός «ήρωα»

Οπως οι περισσότεροι κορυφαίοι αθλητές, έτσι και ο Ρουθ, είχε άστατη προσωπική ζωή. Στις 17 Οκτωβρίου 1914 παντρεύτηκε μια σερβιτόρα από τη Βοστώνη, την Ελεν Γούντφορντ. Δώδεκα χρόνια αργότερα χώρισαν, χωρίς διαζύγιο.

Ο Ρουθ ήδη είχε δεσμό με την ηθοποιό Κλερ Μέριτ Χόντσον, και όταν το έμαθε η γυναίκα του τον έδιωξε από το σπίτι. Τον Ιανουάριο του 1929 η Ελεν πέθανε κατά τη διάρκεια μιας πυρκαγιάς. Ακολούθως, ο Ρουθ παντρεύτηκε την Κλερ Μέριτ, η οποία ήταν ήδη χήρα με μία κόρη την Τζούλια (1917).

Ο Μπέιμπ Ρουθ είχε μια κόρη την Ντόροθι (1921-1989), την οποία απέκτησε με τη Χουανίτα Τζένινγκς το 1921. Την υιοθέτησε και τη μεγάλωσε η πρώτη του σύζυγος, Ελεν, μέχρι τον θάνατό της και μάλλον χωρίς να μάθει ποτέ ότι ήταν πραγματική κόρη του συζύγου της. Στη συνέχεια η Ντόροθι μεγάλωσε με τον Μπέιμπ Ρουθ και τη δεύτερη σύζυγό του, την Κλερ.

Η Ντόροθι έμαθε σε μεγάλη ηλικία ότι ήταν υιοθετημένη και θεωρούσε τη φυσική της μητέρα, τη Χουανίτα Τζένινγκς, ως μια οικογενειακή φίλη. Παντρεύτηκε δύο φορές. Το 1988 εξέδωσε το βιβλίο: «My Dad, The Babe: Growing up with an American Ηero».

Το 1936 ο Ρουθ ήταν ένας από τους πέντε παίκτες που επιλέχθηκαν για το Εθνικό Μουσείο του Μπέιζμπολ. Το 1943 αγωνίστηκε για τελευταία φορά σε έναν φιλανθρωπικό αγώνα στο Στάδιο των Γιάνκις και πέτυχε ένα δυνατό χτύπημα και πόντο. Το 1947 ανέλαβε υπεύθυνος σε πρόγραμμα για νέους αθλητές. Το ίδιο έτος ίδρυσε το «Ιδρυμα Μπέιμπ Ρουθ» για παιδιά με προβλήματα.

Από το 1946 άρχισε να έχει προβλήματα υγείας και τελικά πέθανε στις 16 Αυγούστου 1948 από καρκίνο.

Πηγή: Καθημερινή