Του Θάνου Σαρρή
O πρώτος εμφύλιος της Λιβερίας ξέσπασε το 1989 και κράτησε περίπου μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 90′. Οι ισχυρές συγκρούσεις είχαν ως αποτέλεσμα, πέραν από τους θανάτους, τον ξεριζωμό. Στη Γκάνα, κοντά στις ακτές του κόλπου της Γουινέας, δημιουργήθηκε ο καταυλισμός του Μπουντουμπουράμ, φιλοξενώντας πρόσφυγες τόσο από την Λιβερία, όσο και από τη Σιέρα Λεόνε. Η ειρήνη αποδείχθηκε επίπλαστη και το 1999 οι εχθροπραξίες ξεκίνησαν ξανά. Ήταν έναν χρόνο μετά, όταν οι γονείς του Αλφόνσο Ντέιβις αποφάσισαν να αφήσουν πίσω τους την καθημερινή μάχη με τη ζωή. Ζούσαν στην Μονρόβια, πρωτεύουσα της χώρας που μέτρησε περίπου 300.000 νεκρούς. «Ήταν δύσκολο να ζήσεις, επειδή ο μόνος τρόπος για να επιβιώσεις κάποιες φορές είναι να κουβαλάς όπλα. Δεν θέλαμε να κουβαλάμε όπλα. Οπότε αποφασίσαμε απλά να δραπετεύσουμε», τονίζει ο Ντεμπέ, πατέρας του νέου αποκτήματος της Μπάγερν Μονάχου. Η μητέρα του, βλέπει ακόμα στον ύπνο της τις εξορμήσεις στους διάσπαρτους από πτώματα δρόμους για να βρει φαγητό.
Ο μικρός Αλφόνσο δεν γνώρισε κανονικό σπίτι, γειτονιά, οικογενειακές δραστηριότητες. Γεννήθηκε στον καταυλισμό. Μολονότι είχε γλιτώσει από το μίσος του εμφύλιου, οι συνθήκες διαβίωσης ήταν και πάλι πολύ δύσκολες. Βασικές ανάγκες, όπως η τροφή και το νερό δεν ήταν δεδομένες. «Δεν είναι μόνο σε μια εμπόλεμη ζώνη, αλλά και στον προσφυγικό καταυλισμό. Αν δεν υπάρχει φαγητό ο κόσμος πεθαίνει, σωστά; Οπότε κάθε μέρα έπρεπε να είμαστε σίγουροι ότι υπάρχει κάτι για να φάει, για να επιζήσει», συνεχίζει ο Ντέμπε. «Η ζωή του πρόσφυγα είναι σαν να σε κλειδώνουν σε ένα κοντέινερ. Δεν μπορείς να φύγεις από τον καταυλισμό. Μπορούν να σου συμβούν τα πάντα», έλεγε η Βικτόρια Ντέιβις στο ντοκιμαντέρ που έφτιαξαν οι Βανκούβερ Γουάιτκαπς για το αστέρι τους. Αναζητώντας με κάθε τρόπο την έξοδο, κατάφεραν να γίνουν δεκτοί σε ένα πρόγραμμα επανεγκατάστασης. Πέρασαν από συνεντεύξεις και κατάφεραν να πάρουν φύλλο πορείας. Για τον Καναδά. Πρώτα στο Γουίντσορ του Οντάριο και έπειτα στο Έντμοντον για μόνιμα. Δεν είχαν συγγενείς ή γνωστούς, όμως μια νέα ζωή ανοιγόταν μπροστά τους.
Η δήλωσή του πριν από περίπου δύο χρόνια στο ESPN δείχνει ότι από τη στιγμή που κλώτσησε για πρώτη φορά το τόπι, δεν υπήρχε περίπτωση να μην πετύχει. «Κοιτάζοντας πίσω στα όσα έκανε για μένα η οικογένειά μου, το να βρίσκω κίνητρο για τον εαυτό μου ήταν λίγο πιο εύκολο από ό,τι γίνεται συνήθως». Στην αρχή έπαιζε μόνο επειδή το ποδόσφαιρο τον βοηθούσε να μην σκέφτεται τα προβλήματα. Όταν όμως έβλεπε ότι όλοι του έλεγαν ότι ξεχωρίζει, άρχισε να ωριμάζει στο μυαλό του η ιδέα ότι ο δικός του δρόμος είναι συνυφασμένος με την ασπρόμαυρη.
Η ακαδημία St Nicholas τον πήρε κοντά της και τον βοήθησε να δουλέψει τις αδυναμίες του. Σε ηλικία 15 ετών μπήκε στο πρόγραμμα Residency των Γουάιτκαπς. Πήγε να μείνει στους κοιτώνες και φεύγοντας για τα δυτικά, υποσχέθηκε στη μητέρα του ότι δεν θα παρατήσει το σχολείο. Μέσα σε λίγους μήνες πήγε από την ομάδα Κ-16 στην Κ-18, κάτι το πρωτόγνωρο για τους προπονητές του. Όμως δεν γινόταν αλλιώς. Δεν είχε νόημα να παίζει με συνομήλικους. Όταν έκανε το ντεμπούτο του στην πρώτη ομάδα των Γουάιτκαπς ήταν 15 ετών, οκτώ μηνών και 15 ημερών. Κανείς άλλος που έχει γεννηθεί τη δεκαετία του 2000 δεν είχε παίξει ξανά στην MLS.
Έχοντας φορέσει τη φανέλα της εθνικής Καναδά για τις «μικρές» ομάδες, ο Ντέιβις πήρε την υπηκοότητα τον Ιούνιο του 2017. Μια εβδομάδα αργότερα, έκανε το ντεμπούτο του με τους άνδρες. Όλα γίνονταν με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Ο 16χρονος πρόσφυγας έγινε ο νεότερος σκόρερ στην ιστορία της εθνικής, ο νεότερος που σκοράρει σε Gold Cup, καθώς και ο πρώτος ποδοσφαιριστής που σκοράρει σε μεγάλη διοργάνωση και έχει γεννηθεί τον 21ο αιώνα. Αριστεροπόδαρος εξτρέμ με εξαιρετική ντρίμπλα, που πατάει περιοχή και σκοράρει, κατάφερε να γίνει το μεγάλο όνομα του Καναδά και ένα από τα μεγαλύτερα τoυ MLS. Η δόξα δεν έφερε λιγότερη δουλειά. Το αντίθετο. Οι περισσότεροι τον αντιλαμβάνονταν ως τον Καναδό Πούλισιτς, ο οποίος είχε πάρει μεταγραφή για τη Ντόρτμουντ.
Προορισμός του Ντέιβις έμελλε να είναι επίσης η Γερμανία, όμως η πτήση του σταμάτησε στο Μόναχο. Τον Ιούλιο του 2017, ξύπνησε ένα πρωί και άνοιξε το κινητό. Στο Instagram τον περίμενε ένα μήνυμα από τον Ματς Χούμελς, ο οποίος τον καλοσόριζε στην Μπάγερν Μονάχου, που είχε ξοδέψει «Πάτησε» Βαυαρία για προπονήσεις τον Νοέμβριο και πλέον ανήκει και επίσημα στην πρωταθλήτρια. «Είναι ένα σπουδαίο ταλέντο. Ο Αλφόνσο είναι εκπληκτικό παιδί, εκπληκτικός χαρακτήρας, πεινασμένος και θέλει πάντα να δείχνει τι μπορεί να κάνει», τόνισε ο Χασάν Σαλιχάμιτζιτς.
«Ο Αλφόνσο είναι ένα παιδί που όλοι οι παίκτες μας φιλοδοξούν να του μοιάσουν. Υπογραμμίζει τι είναι πραγματικά ο Καναδάς. Είναι μια χώρα που τους δέχεται όλους», έλεγε ο Ομοσπονδιακός του προπονητής. Για την ακρίβεια, ο Ντέιβις συμβολίζει την ελπίδα. Των χιλιάδων ξεριζωμένων ανηλίκων που μέσω του ποδοσφαίρου προσπαθούν να νιώσουν λίγη από τη χαμένη τους παιδικότητα. Να ονειρευτούν ξανά. Των προσφυγόπουλων που καταφέρνουν να ολοκληρώσουν το ταξίδι και στοιβάζονται σε σκηνές και κοντέινερ, σε κρύα και λάσπες. Και όλων εκείνων των γονέων που θυσιάζουν τα πάντα για να έχει το παιδί τους την ευκαιρία για μια αλλιώτικη ζωή.