Του Αντώνη Καρπετόπουλου
Πως την πάτησαν έτσι οι Ιταλοί και κινδυνεύουν να μην πάνε στο μουντιάλ του Κατάρ, ενώ είναι πρωταθλητές Ευρώπης; Η αλήθεια είναι ότι φαινόταν πως θα μπλέξουν. Αλλά όπως συμβαίνει συχνά με τις ομάδες που τα καταφέρνουν σε μια μεγάλη διοργάνωση κάνοντας μια έκπληξη είναι δύσκολο να δουν τα σημάδια του κακού που πλησιάζει.
Ποιος θα βρει δικαιολογία
Η Ιταλία αγωνίστηκε στο κρίσιμο τελευταίο ματς με τους Ιρλανδούς στο Μπέλφαστ χωρίς φορ. Ο Ιμόμπιλε είναι τραυματίας. Ο Μπελότι ντεφορμέ. Παίκτες που δηλώνουν φορ, όπως ο Ρασπαντόρι, στις ομάδες τους δεν αγωνίζονται βασικοί. Ο Ρομπέρτο Μαντσίνι έπαιξε με ψευτοφόρ τον Ινσίνιε, αλλά το αποτέλεσμα ήταν πενιχρό. Δοκίμασε να παίξει ένα μικρό διάστημα και με φορ τον Κιέζα, αλλά λίγα άλλαξαν, διότι ο παίκτης της Γιούβε θέλει ένα στήριγμα. Του το δωσε βάζοντας τον νεαρό Σκαμάκα στο τέλος – και πάλι δεν έγινε τίποτα.
Σε άλλες εποχές, ένα ομοσπονδιακό προπονητή που παρουσιάζει μια ομάδα χωρίς φορ σε ένα ματς που η Σκουάντρα Αντζούρα πρέπει να κερδίσει θα τον περνούσαν γενναίες δεκατέσσερις. Αντιθέτως στην περίπτωση του Μαντσίνι έγινε ένας διαγωνισμός για το ποιος θα βρει την καλύτερη δικαιολογία για χάρη του. Διότι το κατόρθωμα του περασμένου καλοκαιριού παραμένει φρέσκο. Μόνο που αυτό το κατόρθωμα ίσως στοιχίσει μια δεύτερη συνεχόμενη απουσία από μουντιάλ.
Δύσκολο να το καταλάβεις
Οσοι δεν γνωρίζουν καλά τους Ιταλούς είναι κομμάτι δύσκολο να καταλάβουν τι τους συμβαίνει. Για να σας το εξηγήσω θα πρέπει να καταλάβετε κάτι: ποτέ στην Ιταλία η Εθνική ομάδα δεν έχει καλά αποτελέσματα όταν για κάποιο λόγο δεν της γίνεται κριτική. Πότε δεν της γίνεται κριτική; Όταν έχει κάνει κάτι σπουδαίο – και κυρίως από τον Τύπο απρόβλεπτο. Οταν κάτι τέτοιο συμβεί όλοι όσοι θα πρέπει να κριτικάρουν συντάσσονται με τον προπονητή και τους παίκτες και γίνονται ντελάληδες της ευτυχίας του – «ανεβαίνουν στο κάρο του νικητή», λέει μια ωραία ιταλική έκφραση. Πάντα η έλλειψη κριτικής οδηγεί την Σκουάντρα Ατζούρα σε εφησυχασμό. Το 1982 οι Ιταλοί ήταν Παγκόσμιοι Πρωταθλητές κι αποκλείστηκαν από τα τελικά του Euro του 1984 γιατί δεν κέρδισαν την Κύπρο. Το 2010 πήγαν ως κάτοχοι του μουντιάλ στη Νότια Αφρική και δεν έκαναν νίκη. Δεν αποκλείεται να μην προκριθούν και τώρα – άλλωστε και το 2018 από το μουντιάλ της Ρωσίας έλλειπαν. Κι από τότε στο ποδόσφαιρό τους δεν άλλαξαν και πάρα πολλά.
Κι ενώ ήταν καλύτερη
Το ιταλικό ποδόσφαιρο περνά μια φάση παρατεταμένης παρακμής κι αυτή φαίνεται κυρίως στο τι κάνουν οι ιταλικοί σύλλογοι στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Το να κερδίσει μια ιταλική ομάδα ευρωπαϊκό τρόπαιο μοιάζει απίθανο. Η ίδια η συμμετοχή κάποιας σε ένα τελικό ισοδυναμεί με θαύμα. Η Μίλαν επέστρεψε φέτος στο Τσάμπιονς λιγκ για να κάνει συλλογή από ήττες. Η Γιουβέντους ξεκινά κάθε χρόνο με στόχο την κατάκτηση της μεγάλης αυτής διοργάνωσης και την χάνουμε κάπου το Μάρτιο. Η Αταλάντα δεν κατάφερε να κρατήσει το αβαντάζ δυο φορές απέναντι στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του Κριστιάνο Ρονάλντο κι ενώ μάλιστα ήταν καλύτερη. Η Ρόμα έχει περίγελος κάπου στη Νορβηγία. Οι εποχές που οι ιταλικές ομάδες συγκαταλέγονταν μεταξύ των φαβορί, ή που οι Ιταλοί κυνηγοί πήγαιναν στην Πρέμιερ Λιγκ κι έκαναν τη διαφορά ενώ ήταν πάνω από τα 30, έχουν περάσει. Τώρα έχουν κάποιους καλούς παίκτες. Λίγους και φιλότιμους. Όχι σούπερ σταρ.
Σταρ που έφυγαν
Το ιταλικό πρωτάθλημα δεν έχει καλά καλά ούτε ξένους σούπερ σταρ: οι τελευταίοι ήταν ο Λουκάκου και ο Ρονάλντο οι οποίοι έφυγαν. Το εντυπωσιακό στην ιστορία είναι ότι ο Μαντσίνι κέρδισε το Euro το καλοκαίρι με μια ομάδα αποτελούμενη κατά βάση από παίκτες του Καμπιονάτο. Το κατάφερε γιατί η αντίδραση των Ιταλών απέναντι στην ίδια την παρακμή τους υπήρξε εντυπωσιακή: οι χώρες που έχουν ποδόσφαιρο μπορούν να κάνουν ακόμα και κάτι τέτοιο – το χουμε δει από τους Γερμανούς παλιότερα. Με αληθινά μέτριες Εθνικές ομάδες οι Γερμανοί κέρδισαν το Euro του 1996 στην Αγγλία κι αγωνίστηκαν στον τελικό του μουντιάλ του 2002. Και μπράβο τους. Αλλά από τις ομάδες εκείνες δεν θυμάται κανείς περισσότερους από τέσσερις – πέντε παίκτες.
Το ίδιο συμβαίνει και με τους Ιταλούς: τα κατάφεραν το καλοκαίρι αλλά η παρακμή είναι παρακμή. Οι Ιταλοί δεν έχουν ένα «δεκάρι» που θα έπαιζε στην Σκουάντρα Ατζούρα της δεκαετίας του ’90. Ο καλός Ιμόμπιλε είναι ο μόνος αξιόπιστος φορ αλλά σκοράρει μόνο στο πρωτάθλημα. Οι αριστεροί τους μπακ παίζουν με δεξί πόδι και στόπερ επιπέδου βγάζουν τόσο λίγα ώστε αγωνίζονται ακόμα ο γερο Μπονούτσι κι ο γερο Κελίνι και κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει αν σταματήσουν: η απουσία του δεύτερου στα ματς με την Ελβετία και την Βόρεια Ιρλανδία έβγαζε μάτια. Ειδικά κόντρα στους Ελβετούς στη Ρώμη, οι Ιταλοί μέχρι να καταλάβουν ότι λείπει ο Κελίνι θα μπορούσαν να χάνουν με 2-0.
Η κρίση είναι υπαρκτή
Το αξιοπερίεργο δεν είναι ότι οι Ιταλοί τερμάτισαν πίσω από τους Ελβετούς ή πόσο μάλλον ότι δεν κέρδισαν στο Μπέλφαστ: μια ομάδα με τόσο λίγες λύσεις επιθετικά και τόσες απουσίες στα μετόπισθεν μπορεί να το πάθει. Το εντυπωσιακό είναι ότι τα κατάφεραν να βγουν πρωταθλητές Ευρώπης, αλλά όπως έγραφα και το καλοκαίρι, στο απροσδόκητο αυτό αποτέλεσμα έφτασαν με όπλο την ανάγκη τους να ξεπλύνουν την ντροπή του αποκλεισμού από το μουντιάλ του 2018 κι όχι χάρη στην ποιότητα τους. Αντέδρασαν και το έκαναν με στυλ και χαρακτήρα, όπως ταιριάζει σε ομάδα με ιστορία. Αλλά η αντίδραση είναι συνήθως διαχείριση κρίσης και η κρίση είναι υπαρκτή.
Αδειασαν λέει ο Σάκι
Ο Αρίγκο Σάκι είπε ότι η κατάκτηση του Euro κατά κάποιο τρόπο τους άδειασε. Εγώ λέω ότι κυρίως τους μαλάκωσε: αισθάνθηκαν όλοι σαν στρατιώτες που ολοκλήρωσαν μια τρομερά δύσκολη αποστολή χάρη στο σθένος τους. Αλλά μια ομάδα (πόσο μάλλον μια Εθνική ομάδα) δεν μπορεί να ζει κάνοντας συνέχεια υπερβάσεις που θα πείσουν τον κόσμο πως είναι καλύτερη από αυτό που όλοι νομίζουν. Στα κόκκινα μπορείς να παίξεις ένα τουρνουά, στο οποίο μάλιστα κάποιες νίκες μπορείς να τις πάρεις και στα πέναλτι – τα προκριματικά του μουντιάλ είναι κάτι άλλο: είναι δουλειά. Ο τίτλος του πρωταθλητή Ευρώπης μάλιστα δυσκόλεψε τα ματς των προκριματικών: όποια ομάδα αντιμετώπιζε την ομάδα του Μαντσίνι (οι Βούλγαροι, οι Ιρλανδοί, οι Ελβετοί κτλ) δεν έβλεπαν απέναντί τους μια Ιταλία με προβληματάκια που δεν ήταν παρούσα στο τελευταίο μουντιάλ (όπως πριν τα τελικά του Euro), αλλά μια πρωταθλήτρια Ευρώπης. Κι ο καθένας για να κόψει βαθμούς από την πρωταθλήτρια Ευρώπης και να υπερηφανευτεί για το κατόρθωμά του δίνει κάτι της παραπάνω.
Ο νόμος του Μέρφι
Φυσικά υπήρξε και ατυχία. Ο Ζορζίνιο κατάφερε κάτι απίθανο. Ενώ έχει ευστοχήσει στα τρία τελευταία πέναλτι που χτύπησε με τη φανέλα της Τσέλσι έχασε πέναλτι στο 89΄του ματς με την Ελβετία στη Ρώμη, ενώ είχε αστοχήσει και στο πρώτο παιγνίδι με τους Ελβετούς – το ματς είχε λήξει 0-0. Αλλά όπως λέει κι ο γνωστός νόμος του Μέρφι όταν τα πράγματα πάνε άσχημα πρέπει να ετοιμάζεσαι να γίνουν χειρότερα. Μπορεί μάλιστα να γίνουν κι ακόμα χειρότερα. Στα πολύ δύσκολα μπαράζ που πάντα για τους Ιταλούς είναι μια σπαζοκεφαλιά…
Πηγή: Karpetshow