Εξι χρόνια πίσω, τον Νοέμβριο του 2018 εξέδωσα το “Εξηγώντας το θαύμα”, ένα βιβλίο αναφοράς για την δημιουργία της Εθνικής Ομάδας από τον Ότο Ρεχάγκελ και την πορεία της μέχρι την κατάκτηση του Euro 2004. Ένα βιβλίο που μεταφράστηκε στα αγγλικά και κυκλοφόρησε στην διεθνή αγορά του βιβλίου τον Ιούνιο του 2021 και έφτασε να μπει στα 7 καλύτερα ποδοσφαιρικά βιβλία της χρονιάς για το 2022 στην Αγγλία. Σε αυτό το βιβλίο, ένας προπονητής – αναλυτής που έχει εκδόσει 22 βιβλία και έχει αναλύσει το έργο των Γκουαρντιόλα, Μουρίνιο, Μπιέλσα, Κλοπ, Κόντε, Σιμεόνε, ο Αθανάσιος Τερζής – σήμερα βοηθός προπονητή στον ΠΑΟΚ Β – ανέλυσε κάθε έναν από τους αγώνες της Εθνικής Ομάδας στο Euro 2004, αναλύοντας σε βάθος το μοντέλο παιχνιδιού του Ότο Ρεχάγκελ.
Παρακάτω ακολουθεί η τακτική ανάλυση του Αθανάσιου Τερζή για τον τελικό της Λισαβόνας, ακριβώς όπως δημοσιεύεται στο “Εξηγώντας το θαύμα”, ένα βιβλίο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις “Τόπος”. Μια ανάλυση που δίνει στον αναγνώστη να καταλάβει πόσο καλά είχε διαβάσει η Ελλάδα την Πορτογαλία, αλλά και πόσο καλά προσαρμοζόταν σε κάθε τακτική τροποποίηση που έκαναν οι Πορτογάλοι κατά την διάρκεια του τελικού.
“Ο Ρεχάγκελ επέλεξε τον σχηματισμό 4-3-3 ώστε να υπάρχει απόλυτη προσαρμογή σε αυτόν των Πορτογάλων. Ο Καψής με τον Δέλλα ήταν οι κεντρικοί αμυντικοί, με τον Καψή να εφαρμόζει ατομικό μαρκάρισμα και τον Δέλλα να είναι ελεύθερος. Δεξιά και σε ρόλο πλάγιου αμυντικού ήταν ο Σεϊταρίδης, ενώ στα αριστερά ο Φύσσας. Στη μεσαία γραμμή η τριάδα αποτελούνταν από τους Κατσουράνη, ως κεντρικός μέσος, τον Μπασινά που ήταν στα αριστερά και τον Ζαγοράκη στα δεξιά. Ο Χαριστέας ήταν στη δεξιά πτέρυγα και ο Γιαννακόπουλος στην αριστερή. Στην κορυφή της επίθεσης ο Βρύζας και τερματοφύλακας ο Νικοπολίδης.
Ο Σκολάρι επέλεξε έναν σχηματισμό 4-2-3-1 που όπως και στο πρώτο παιχνίδι μετατρεπόταν συχνά σε 4-3-3. Ο Κοστίνια ήταν ο αμυντικός μέσος, ο Μανίς ο ενδιάμεσος και ο Ντέκο είχε τον ρόλο του επιθετικού μέσου. Ο Ρονάλντο ήταν στα αριστερά της επίθεσης, ο Φίγκο στα δεξιά και ο Παουλέτα στην κορυφή. Τερματοφύλακας ήταν ο Ρικάρντο.
Σύμφωνα με την αλληλεπίδραση των δύο σχηματισμών, υπήρχε αριθμητική υπεροχή για την Ελλάδα στα μετόπισθέν της με 2 v 1. Στη μεσαία γραμμή υπήρχε ισαριθμία 3 v 3, ενώ οι Πορτογάλοι διατηρούσαν παραπάνω παίκτη στα δικά τους μετόπισθεν όπου υπήρχε σχέση 1 v 2. Στις πτέρυγες υπήρχαν σχέσεις 1 v 1.
Πρώτο ημίχρονο: Με το ξεκίνημα του αγώνα φάνηκε ότι η Ελλάδα είχε ως στόχο να εφαρμόσει αρκετά ατομικά μαρκαρίσματα. Ο Καψής είχε αναλάβει το μαρκάρισμα του Παουλέτα και τον ακολουθούσε παντού, ενώ οι Σεϊταρίδης και Φύσσας είχαν υπό την επιτήρησή τους τους Ρονάλντο και Φίγκο αντίστοιχα. Στη μεσαία γραμμή οι Ζαγοράκης και Μπασινάς επιτηρούσαν τους παίκτες που κινούνταν μέσα στον χώρο ευθύνης τους (Ζαγοράκης κυρίως τον Μανίς, Μπασινάς τον Κοστίνια), ενώ ο Κατσουράνης ακολουθούσε παντού τον Ντέκο, που ήταν σε πιο προωθημένη θέση και είχε μεγάλη ελευθερία κινήσεων. Οι Χαριστέας και Γιαννακόπουλος είχαν υπό τον έλεγχό τους τους Βαλέντε και Μιγκέλ αντίστοιχα. Από τα πρώτα λεπτά οι δύο πλάγιοι επιθετικοί της Πορτογαλίας επιχειρούσαν να παρασύρουν τους Σεϊταρίδη και Φύσσα μακριά από τον χώρο ευθύνης τους, κάνοντας κινήσεις προς τον άξονα ή κατεβαίνοντας χαμηλά. Στους χώρους που δημιουργούνταν δεξιά και αριστερά της αμυντικής γραμμής επιδίωκαν να κινηθούν όπως και στο εναρκτήριο ματς οι Ντέκο και Μανίς. Ωστόσο, είτε οι προσωπικοί τους φρουροί που ακολουθούσαν από κοντά, είτε ο Δέλλας που κάλυπτε έγκαιρα το κενό, δεν επέτρεψαν να είναι αποτελεσματική αυτή η τακτική.
Επιπλέον, ο Φίγκο όπως και στον πρώτο αγώνα κινούνταν συχνά σε θέση κεντρικού μέσου με στόχο να απελευθερωθεί από το μαρκάρισμα του Φύσσα και να δημιουργήσει αριθμητική υπεροχή στον άξονα. Αυτή την υπεροχή επιδίωξαν να εκμεταλλευτούν με συνδυαστικό παιχνίδι ώστε να μεταφέρουν την μπάλα στον ελεύθερο παίκτη. Η απάντηση της Ελλάδας ήταν η οπισθοχώρηση του Βρύζα κοντά στον Κοστίνια. Αυτή η κίνηση ελευθέρωσε τον Μπασινά και αντιστάθμισε την παρουσία του Φίγκο στον άξονα. Έτσι το μαρκάρισμα του Φίγκο αναλάμβανε πολλές φορές ο Ζαγοράκης και ο Μπασινάς αυτό του Μανίς, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ελεύθερος παίκτης της Πορτογαλίας στον άξονα. Αν παρ’ όλα αυτά κάποιος από τους Πορτογάλους ελευθερωνόταν από μαρκάρισμα και υποδέχονταν την μπάλα, ο Δέλλας που για τον λόγο αυτόν δεν έπαιζε με βάθος, με καίριες επεμβάσεις περιόριζε άμεσα τον κάτοχο και δεν του άφηνε ελεύθερο χώρο και χρόνο. Πολλές φορές η χαμηλή θέση του Βρύζα σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο Φίγκο ήταν στα πλάγια και υπό την επιτήρηση του Φύσσα, έδινε στον Μπασινά τη δυνατότητα να δίνει βοήθειες στα μαρκαρίσματα του Ζαγοράκη και του Κατσουράνη αλλά και να μπλοκάρει τις πιθανές διεισδυτικές μεταβιβάσεις. Επιπλέον ο Έλληνας μέσος φρόντιζε να διατηρεί την ισορροπία στη γραμμή, όταν ο Κατσουράνης ακολουθούσε τον Ντέκο μακριά από τον χώρο ευθύνης του.
Η Ελλάδα είχε καλή αμυντική λειτουργία αλλά όσο περνούσε η ώρα δυσκολευόταν να διατηρήσει την κατοχή της μπάλας, καθώς οι Πορτογάλοι είχαν πολύ καλή και γρήγορη μετάβαση από την επίθεση στην άμυνα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να επανακτούν άμεσα την κατοχή και να εκδηλώνουν νέα επίθεση. Ο ρυθμός ανέβηκε και αυτό δεν εξυπηρετούσε την Ελλάδα. Ωστόσο, η καλή αμυντική λειτουργία δεν επέτρεψε στους Πορτογάλους να γίνουν ιδιαίτερα επικίνδυνοι. Ένα σουτ του Μιγκέλ στο 13 ́ από πλάγια θέση που απέκρουσε σε κόρνερ ο Νικοπολίδης και ένα σουτ του Παουλέτα στο 16 ́ που κατέληξε στα χέρια του Έλληνα τερματοφύλακα, ήταν οι καλύτερες επιθετικές ενέργειες των Πορτογάλων μέχρι εκείνη τη στιγμή. Από την άλλη, η ομάδα του Ρεχάγκελ κατάφερε να ανησυχήσει τους οικοδεσπότες στο 15 ́, όταν μετά από προσπάθεια του Σεϊταρίδη από δεξιά, και συνδυασμό μεταξύ Βρύζα και Κατσουράνη, ο Χαριστέας βρέθηκε τετ α τετ, αλλά ο Ρικάρντο με έγκαιρη επέμβαση πρόλαβε τον Έλληνα επιθετικό πριν σουτάρει.
Οι Πορτογάλοι επιδίωξαν κάποιες φορές να δημιουργήσουν υπεραριθμία στην αριστερή πτέρυγα με τον Φίγκο και τον Ρονάλντο να κινούνται στην ίδια πλευρά, αλλά ο Δέλλας διάβαζε την τακτική κατάσταση και με γρήγορες τοποθετήσεις και επεμβάσεις δεν το επέτρεπε.
Στο 23 ́ ο Μανίς πήρε την απόκρουση των αμυντικών μετά το κόρνερ του Φίγκο και σούταρε δυνατά έξω από την περιοχή, αλλά η μπάλα κατέληξε άουτ. Οι γηπεδούχοι προσπάθησαν εκ νέου να εκμεταλλευτούν τον διαθέσιμο χώρο πίσω από τους μπακ, ειδικά στην πλευρά του Σεϊταρίδη. Συγκεκριμένα, ο Παουλέτα εκτελούσε συχνά κινήσεις στην τυφλή πλευρά του Καψή, ενώ και ο Μανίς προσπάθησε να κινηθεί σε αυτόν τον χώρο ως «κρυφός» επιθετικός. Τόσο όμως ο Καψής όσο και ο Ζαγοράκης κινήθηκαν έγκαιρα στον χώρο και ανέκοψαν τις μεταβιβάσεις.
Όσο περνούσε η ώρα, η Ελλάδα άρχισε να μεγαλώνει τα ποσοστά της στην κατοχή της μπάλας. Παράλληλα, η καλή αμυντική λειτουργία τόσο στη μεσαία όσο και στην αμυντική γραμμή δεν επέτρεψαν άλλη αξιόλογη επιθετική ενέργεια από τους Πορτογάλους μέχρι το τέλος του ημιχρόνου. Στο 42 ́ ο Σκολάρι απέσυρε λόγω τραυματισμού τον Μιγκέλ και πέρασε στη θέση του τον Φερέιρα.
Δεύτερο ημίχρονο: Το δεύτερο ημίχρονο ξεκίνησε χωρίς κάποια άλλη αλλαγή σε πρόσωπα ή τακτική προσέγγιση. Στα πρώτα λεπτά η Ελλάδα είχε την πρωτοβουλία των κινήσεων, αλλά στη συνέχεια οι Πορτογάλοι ανέλαβαν τα ηνία και άσκησαν πίεση εκμεταλλευόμενοι και τα αρκετά λάθη στις επιλογές των Ελλήνων παικτών. Ο ρυθμός πάλι ανέβηκε και αυτό βόλευε τους οικοδεσπότες. Η καλή αμυντική λειτουργία όμως της Ελλάδας δεν επέτρεψε στους Πορτογάλους να φτάσουν σε αξιόλογες τελικές προσπάθειες. Στο 55 ́ ο Μπασινάς άλλαξε παιχνίδι από τα αριστερά προς τα δεξιά με στόχο τον Σεϊταρίδη. Ο Έλληνας αμυντικός εκμεταλλεύτηκε τον διαθέσιμο χώρο και προχώρησε με την μπάλα, πριν τον περιορίσει ο Ρονάλντο. Η σέντρα κόντραρε στον Πορτογάλο και κατέληξε κόρνερ. Ο Μπασινάς ανέλαβε την εκτέλεση και έστειλε την μπάλα στην καρδιά της άμυνας των αντιπάλων, εκεί που είχε πάρει θέση ο Χαριστέας. Ο Έλληνας επιθετικός νίκησε στον αέρα τον Κοστίνια και τον Καρβάλιο και με κεφαλιά έστειλε την μπάλα στα δίχτυα (57 ́).
Οι Πορτογάλοι θέλησαν να απαντήσουν αμέσως, αλλά το σουτ του Ρονάλντο στο 59 ́ απέκρουσε ο Νικοπολίδης, ενώ ένα λεπτό αργότερα ο Σκολάρι έκανε πιο επιθετική την ομάδα περνώντας στον αγώνα τον Ρουί Κόστα στη θέση του Κοστίνια και μετέτρεψε τον σχηματισμό σε 4-3-3 με τον Μανίς να είναι ο αμυντικός μέσος.
Η Ελλάδα προσαρμόστηκε με τον Μπασινά να πηγαίνει κοντά στον Κόστα, τον Ζαγοράκη να ελέγχει τον Μανίς και τον Κατσουράνη να παραμένει στο μαρκάρισμα του Ντέκο. Ο Ρουί Κόστα έδωσε νέα πνοή στους γηπεδούχους. Στο 63 ́ ο Φίγκο σούταρε από πλάγια δεξιά με την μπάλα να καταλήγει στην αγκαλιά του Νικοπολίδη. Η μπάλα μεταφέρθηκε κοντά στην περιοχή της Ελλάδας, εκεί όπου ο Δέλλας χρειάστηκε να επέμβει αρκετές φορές, είτε απομακρύνοντας τις σέντρες, είτε καλύπτοντας κενά, είτε πάλι περιορίζοντας κάθε παίκτη που υποδεχόταν ελεύθερος από μαρκάρισμα κοντά στην περιοχή.
Στο 73 ́ ο Νούνο Γκόμες πέρασε ως αλλαγή στη θέση του Παουλέτα. Στο επόμενο λεπτό ο Ρονάλντο βρήκε χώρο μεταξύ του Σεϊταρίδη και του Δέλλα και υποδέχτηκε πίσω από την πλάτη της άμυνας και σε πλάγια θέση απέναντι στον Νικοπολίδη. Το πλασέ που επιχείρησε όμως κατέληξε πολύ μακριά από τα δοκάρια. Από την επίτευξη του 0-1 και μετά ο Φύσσας άρχισε να ακολουθεί τον Φίγκο παντού. Η τακτική αυτή προσέγγιση δημιούργησε χώρο στα αριστερά της Ελλάδας τον οποίο προσπάθησε να εκμεταλλευτεί ο Κόστα με τον Φερέιρα, με τους Πορτογάλους να επιτίθενται κυρίως από τη δεξιά τους πλευρά. Ο Ρεχάγκελ, για να μπορέσει να ελέγξει καλύτερα τον χώρο αυτόν, πέρασε στο 75ο λεπτό τον Βενετίδη στη θέση του Γιαννακόπουλου.
Στο 79 ́ ο Ρονάλντο βρήκε πάλι χώρο μεταξύ του Σεϊταρίδη και του Δέλλα και υποδέχτηκε. Ο Δέλλας όμως κατάφερε να μπλοκάρει το σουτ και να παραχωρήσει κόρνερ. Στο 80 ́ πέρασε στο παιχνίδι ο Παπαδόπουλος στη θέση του Βρύζα, με τον Χαριστέα να μετατοπίζεται στην κορυφή και τον Παπαδόπουλο δεξιά για να ελέγχει τις προωθήσεις και του Βαλέντε που ανέβαινε συχνότερα στα τελευταία λεπτά. Στο ίδιο λεπτό ο Καρβάλιο έπιασε επικίνδυνο σουτ έξω από την περιοχή που απέκρουσε σε κόρνερ ο Νικοπολίδης. Η Ελλάδα αμυνόταν μαζικά χωρίς να δείχνει διάθεση να κρατήσει την μπάλα, ενώ η Πορτογαλία βρισκόταν συνέχεια στην επίθεση. Η τελευταία καλή στιγμή για την ομάδα του Σκολάρι ήρθε στο 89 ́, όταν ο Φίγκο υποδέχτηκε με πλάτη μέσα στην περιοχή. Ο αρχηγός της Πορτογαλίας κατάφερε να γυρίσει και να σουτάρει υπό πίεση, αλλά η μπάλα βρήκε στο πόδι του Φύσσα και κατέληξε κόρνερ.
Το τελικό σφύριγμα του Μερκ βρήκε την Ελλάδα να πανηγυρίζει την κατάκτηση ενός τίτλου που ούτε ο πιο αισιόδοξος Έλληνας θα μπορούσε πριν την έναρξη της διοργάνωσης να φανταστεί. Ωστόσο, η καλή τακτική προσέγγιση και το σωστό διάβασμα του αντιπάλου από τον Ρεχάγκελ, σε συνδυασμό με την ψυχή που κατέθεταν σε κάθε παιχνίδι οι Έλληνες διεθνείς, οδήγησαν την Ελλάδα πανάξια στον θρόνο της Πρωταθλήτριας Ευρώπης για πρώτη φορά στην ιστορία της”.
Πηγή: Gazzetta