Του Παύλου Δεπόλλα
«Δεν αποτελώ πρότυπο. Επειδή καρφώνω μια μπάλα σε ένα καλάθι, δεν σημαίνει ότι τα παιδιά σου πρέπει να με έχουν παράδειγμα. Να το δίνεις εσύ, ο γονιός».
Από τις δεκάδες ατάκες του που “έμειναν”, τη μεγαλύτερη εντύπωση είχε προκαλέσει αυτή. Ίσως επειδή θεωρήθηκε από πολλούς ότι ο Τσαρλς Μπάρκλεϊ απέφευγε τις ευθύνες που συνεπαγόταν η εκτόξευσή του στον γαλαξία των αστέρων του NBA. Επειδή, εκτός από το να βάζει καλάθια και να μαζεύει ριμπάουντ, δεν ήθελε επ’ ουδενί να σταματήσουν και οι υπόλοιποι τρόποι διασκέδασής του. Το ξύλο με αντιπάλους, οι καβγάδες και εκτός γηπέδων, ο τζόγος.
Δεν τα κατάφερε. Ως ένας από τους καλύτερους και πιο επιδραστικούς φόργουορντ της κορυφαίας λίγκας του πλανήτη, ο ούτε δίμετρος «Τσακ» αποτέλεσε ίνδαλμα χιλιάδων, εκατομμυρίων νεαρών που μπίστηξαν μια μπάλα μπάσκετ. Σίγουρα αποτέλεσε παράδειγμα για όσους άκουγαν ότι δεν πρόκειται να φτάσουν στο τοπ επίπεδο λόγω (μη) ύψους. Και συνεχίζει να εμπνέει, να διασκεδάζει κόσμο δεκαετίες τώρα, ως τηλεοπτικός αναλυτής και, κυρίως, σόουμαν. Όπως ήταν άλλωστε και μέσα στις τέσσερεις γραμμές.
Πληθωρική παρουσία, bigger than life persona. Να γίνεται γνωστός και με το λαϊκό υποκοριστικό του, «Chuck», αλλά και με το… ευγενές «Sir».
Βάζοντας στα καλάθια αντιπάλους ένα κεφάλι ψηλότερους, ο ούτε δίμετρος «Σερ» Τσαρλς έφτασε τους Σανς στους τελικούς του NBA, ψηφίστηκε MVP του, έμεινε στην κορυφογραμμή του για μιάμιση δεκαετία και βάλε, ενέπνευσε εν τέλει και κέρδισε τον σεβασμό. Όλων.
Ακόμα και όσων (δικών του) δεν άντεχαν να τον βλέπουν να παραμελεί την προπόνηση και να βάζει περιττά κιλά, όσων (ουδέτερων ή απέναντι) δεν άντεχαν να τον βλέπουν να τσακώνεται για ψύλλου πήδημα.
Η μύγα μέσα σε κάθε γάλα
Ο Τσαρλς Γουέιντ Μπάρκλεϊ ήρθε στον κόσμο στις 20 Φεβρουαρίου 1963. Δεν έχει σημασία τόσο το πότε όσο το πού. Σε μαιευτήριο για… λευκούς στο Λιντς της Αλαμπάμα. Ο παππούς του ήταν επιστάτης κι έτσι έγινε το πρώτο μαυράκι που γεννήθηκε εκεί, σε εποχές ταραχών, με τη γειτονική μητρόπολη Μπέρμιγχαμ να αποκαλείται «Μπόμπιγχαμ» για τις συχνές εκρήξεις βομβών, με θύματα ακτιβιστές κοινωνικών δικαιωμάτων.
Γεννήθηκε με αναιμία ο Μπάρκλεϊ, χρειάστηκε μετάγγιση αίματος, στις έξι βδομάδες η κατάστασή του είχε χαρακτηριστεί κρίσιμη. Την σκαπούλαρε. Ξεπέρασε και την “κοπάνα” του πατέρα του από την οικογένεια, τον θάνατο σε μικρή ηλικία ενός αδερφού του, όταν η μητέρα του ξαναπαντρεύτηκε, τον θάνατο και του πατριού του σε αυτοκινητικό δυστύχημα, όταν ο ίδιος ήταν 11 ετών.
Από τους πρώτους μαύρους μαθητές και στο Δημοτικό του σχολείο, ο Τσαρλς άρχισε σύντομα να ξεχωρίζει και για άλλον λόγο. Επειδή έπαιζε μπάσκετ. Και έπαιζε απρόσμενα καλά, κόντρα στα κιλά του και τα εκατοστά που του έλειπαν. Στο χάισκουλ κόπηκε σε πρώτη φάση, επειδή δεν ήταν ούτε 1.80μ. Έχοντας ξεπεράσει μέσα σε ένα χρόνο το 1.90, επανήλθε κι έγινε το αστέρι του Leeds High School.
Τόσο μεγάλο που στον πολιτειακό ημιτελικό είχε 24 πόντους και 20 ριμπάουντ απέναντι στο κορυφαίο ταλέντο ολόκληρης της Αλαμπάμα, Μπόμπι Λι Χαρτ. Για καλή του τύχη (του «Τσακ»), παρών στο παιχνίδι ήταν ο Χέρμπερτ Γκριν. Βοηθός του Σόνι Σμιθ, προπονητή του κολεγίου Όμπερν.
«Εδώ ένας χοντρός κάνει πλάκα στους πάντες. Στις τέσσερεις πρώτες τάπες που έριξε, η μπάλα κατέληξε στις εξέδρες», το ραπόρτο. Με το πρώτο φως της επόμενης ημέρας, χτυπούσε το κουδούνι της Τζόνι Μέι Έντουαρντς. Της γιαγιάς Μπάρκλεϊ, βράχου της φαμίλιας. Εκείνης που έδωσε το “ok” να γίνει ο νεαρός μέλος των Όμπερν Τάιγκερς.
Δεν άργησε να κάνει χαμό και στο NCAA, να γίνει καλτ φυσιογνωμία στην παραδοσιακά… ποδοσφαιροκρατούμενη (ως προς την προτίμηση του κόσμου για το αμερικανικό football) Αλαμπάμα. Σέντερ έπαιζε, κι ας έφτασε μέχρι τα 198 εκατοστά ως ενήλικας. Το πολύ. Ο ίδιος κατά καιρούς θα πει πως δεν είναι πάνω από 1.94μ.
Οι «Τίγρεις» άρχισαν να γρατζουνίζουν για τα καλά μαζί του. Όταν προστέθηκε στην παρέα και ο Τσακ (ως… βαφτιστικό όνομα δαύτος) Πέρσον, σμολ φόργουορντ με 14 κατοπινά χρόνια στο NBA, το Όμπερν έφτασε πρώτη φορά στο τελικό τουρνουά του κολεγιακού Πρωταθλήματος.
Το κοινό παραληρούσε για τον βραχύσωμο… ψηλό (sic). Αδημονούσε να πάρει την μπάλα από ένα άστοχο σουτ, να διασχίσει όλο το γήπεδο και να καρφώσει με δύναμη στο καλάθι. Η κατάληξη έφερνε την έκρηξη του ενθουσιασμού, μα το ξεκίνημα της προηγούμενης πρότασης έφερε το άλλο γνωστό παρατσούκλι του, πέρα από το «Σερ» Τσαρλς, «Round Mound of Rebound».
Πού να μην ήταν τεμπέλης…
Ο στρογγυλός τύμβος των ριμπάουντ είχε έκτη αίσθηση ως προς το να πάει προς την μπάλα και να την γραπώσει. Ειδικευόταν και στα επιθετικά, χαλούσε του κόσμου τις αντίπαλες επιθέσεις με deflections, στις δικές του (επιθέσεις) έφτανε με κάθε τρόπο στο καλάθι.
Όταν δεν του έβγαινε το coast to coast, έβαζε πλάτη όποιον δύσμοιρο αναλάμβανε το μαρκάρισμά του και τελείωνε τη φάση από κοντά. Συνηθέστερα με γρήγορο ρολάρισμα προς το καλάθι, ενίοτε με fade away σουτάκι. Καλός σουτέρ μέσης απόστασης, είχε και το τρίποντο στο ρεπερτόριό του. Το θέμα ήταν άλλο. Μπορούσε, τόσο κοντός, να τα βάλει με τα θηρία του NBA;
Μία πρώτη απάντηση ήρθε με την επιλογή του… ψηλά, στο Νο5 του κορυφαίου ίσως ντραφτ όλων των εποχών. Ξέρετε, κάτι Χακίμ Ολάζουον και Μάικλ Τζόρνταν επελέγησαν πιο πάνω το 1984, ένας Τζον Στόκτον λίγο χαμηλότερα. Η δεύτερη και οριστική απάντηση δόθηκε από τον ίδιο πάνω στο παρκέ. Κι ας μην ήταν ο πιο συνεπής επαγγελματίας.
Άφησε το Όμπερν και τις σπουδές στη Διοίκηση Επιχειρήσεων έναν χρόνο πριν το πτυχίο και έγινε παίκτης των Σίξερς. Δεν πολυγούσταρε αρχικά τη ζωή στη Φιλαδέλφεια, εντούτοις, χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια και σε μια ομάδα με Τζούλιους Έρβινγκ και Μόουζες Μαλόουν στη φροντ λάιν, είχε νούμερα στα όρια του νταμπλ-νταμπλ (14 π., 8.6 ρ.) ως ρούκι. Σε 28 λεπτά, τα οποία του φαίνονταν λίγα.
Γκρίνιαζε μάλιστα στις προπονήσεις ότι δεν καταλάβαινε γιατί δεν έπαιζε περισσότερο. «Γιατί είσαι χοντρός και τεμπέλης», τον έβαλε στη θέση του ο σεβάσμιος Μαλόουν.
«Dad» τον αποκαλούσε από ένα σημείο και μετά ο Τσαρλς, ο οποίος καταλάβαινε μια χαρά ότι δεν προσπαθούσε όσο έπρεπε. Οι βετεράνοι σούπερ σταρ έλιωναν στο ποδήλατο και αυτός παράγγελνε πίτσες, φλέρταρε με προπονήτριες, βιαζόταν να πάει στο δωμάτιό του να δει σαπουνόπερες, κατεβάζοντας λίτρα κόκα κόλα.
Οι καλοκαιρινές προπονήσεις με τον μπασκετικό πατέρα του απέδωσαν, τα κιλά του έπεσαν αισθητά κάτω από τα 137 που είχε φτάσει, αυτόματα έγινε ένας από τους καλύτερους ψηλούς (είπαμε, με την ευρεία έννοια) του NBA. Στην πρώτη χρονιά χωρίς τον Μαλόουν έγινε ο κορυφαίος ριμπάουντερ της λίγκας με 14.6 ανά αγώνα (!), την επόμενη σεζόν του 1987-1988 έφτασε να σημειώνει 28.3 πόντους.
Το αντίστοιχο 24-12 το είχε ψωμοτύρι ο δυναμικός (πρωτίστως) πάουερ φόργουορντ και στα πλέι οφ, στα οποία η «Φίλι» αποκλειόταν συνήθως στον δεύτερο γύρο.
Έγινε θαμώνας και των All Star Game, ψηφίστηκε επί τέσσερεις συναπτές περιόδους στην καλύτερη πεντάδα, μέχρι και κανονισμός του Πρωταθλήματος άλλαξε εξαιτίας του.
NBAer που να βάζει πλάτη τον αντίπαλό του για περισσότερα από πέντε δευτερόλεπτα, πηγαίνοντάς τον προς το καλάθι, δεν (επιτρέπεται να) υπάρχει έκτοτε. Διότι απλούστατα ο μίστερ Τσαρλς τραμπούκιζε ακριβώς έτσι τους δικούς του, οι οποίοι δεν μπορούσαν να βρουν τρόπο να σταματήσουν αυτή την ογκώδη και ταυτόχρονα τόσο ευκίνητη μάζα.
Πιο εύστοχος παίκτης του NBA στα δίποντα επί μια συναπτή πενταετία, αυτός που δεν είχε το πρώτο (ούτε το δεύτερο ούτε το τρίτο) μπόι και τέλος πάντων οι περισσότερες προσπάθειές του δεν ήταν καρφώματα, έβλεπε το αφεντικό Χάρολντ Κατζ σχεδόν να σαμποτάρει τη «Φίλι» με τις ακατανόητες μεταγραφικές κινήσεις του. Μπορείς να πεις ότι μια τέτοια ήταν κι εκείνη του 1992 που έστειλε τον «Σερ» Τσαρλς στο Φοίνιξ αντί των Τζεφ Χόρνατσεκ, Άντριου Λανγκ και Τιμ Πέρι.
Απέναντι, δίπλα, ίσα με τον Τζόρνταν
Πήρε και στην Αριζόνα το αγαπημένο του «34». Βασικά επέστρεψε σε αυτό ύστερα από μία και μόνη σεζόν με το «32» στην πλάτη, όταν τίμησε τον Μάτζικ Τζόνσον που είχε ανακοινώσει ότι είναι φορέας του AIDS. Το ίδιο καλοκαίρι άλλωστε, του 1992, σάρωσαν τους πάντες με την ορίτζιναλ «Dream Team».
Στο πιο κουλ παρέακι όλων των εποχών ήταν φυσικά και ο Μάικλ Τζόρνταν. Ο φίλος του, ο μεγάλος αντίπαλος, η Νέμεσή του. Οι ανερχόμενοι Μπουλς ήταν εκείνοι που είχαν αποκλείσει δύο συναπτές φορές σε ποστ σίζον τους Σίξερς του Μπάρκλεϊ, πριν την άσχημη κατάληξη του ’92 που δρομολόγησε την αποχώρησή του.
Στους Ολυμπιακούς της Βαρκελώνης μακράν πρώτος σκόρερ της ομάδας με το περισσότερο ταλέντο στα χρονικά του αθλήματος δεν ήταν ούτε ο «MJ», ούτε ο Μάτζικ, ούτε κανένας άλλος, παρά ο (ενίοτε και σμολ) φόργουορντ των 18 πόντων… και των 7/8 τριπόντων!
Αν έλειπε και μία απρόκλητη αγκωνιά του στον Ερλάντερ Κοΐμπρα, θα ήταν ακόμα καλύτερα. Βέβαια, αν όντως έλειπε εκείνη, δεν θα είχε βάλει η Ανγκόλα τον μοναδικό πόντο της (από το εσκεμμένο -όπως λέγαμε το αντιαθλητικό- φάουλ) στο επιμέρους 46-1 των Αμερικανών…
Πίσω στο Φοίνιξ, ο φίλος μας συστήθηκε με 37 πόντους, 21 ριμπάουντ και 8 ασίστ σε ένα ματς με τους Κλίπερς και συνέχισε έτσι εκκωφαντικά όλη τη χρονιά. Με αποτέλεσμα να οδηγήσει τη νέα του παρέα στο καλύτερο ρεκόρ με 62-20 και στους NBA finals, με αποτέλεσμα να μπει στην ίδια πρόταση με τον Μάικλ Τζόρνταν. Άλλωστε ο ίδιος ήταν που ψηφίστηκε MVP και όχι ο «Μιχαλάκης».
Ως κάτοικος δυτικής πόλης πλέον, ο Μπάρκλεϊ δεν μπορούσε να πετύχει παρά στους τελικούς τον «MJ». Όπερ και εγένετο, υποκύπτοντας εκεί με 4-2 στην αυτοκρατορία των Μπουλς, η οποία ακόμη θεμελιωνόταν. Μέχρι και τριπλ νταμπλ έκανε σε έναν αγώνα της σειράς, εις μάτην.
Τέσσερα χρόνια στην Αριζόνα κάτω από τους 25 πόντους και τα 13 ριμπάουντ στις ισάριθμες ποστ σίζον δεν έπεσε. Του άρεσε το up tempo παιχνίδι του κόουτς Πολ Γουέστφαλ, οι συνεργασίες με τον πόιντ γκαρντ Κέβιν Τζόνσον, η τρέλα που έβγαζε ο Σέντρικ Σεμπάλος, η εμπειρία που προσέδιδε ο Ντάνι Έιντζ. Εκεί άλλωστε, στο προάστιο Σκοτσντέιλ, παραμένει το σπιτικό του.
Μόνο που στο μεταξύ βρέθηκε άλλος κακός δαίμονας. Οι Ρόκετς, οι οποίοι στη διετία αγρανάπαυσης του Τζόρνταν πήραν τους τίτλους στο NBA. Τη μεγαλύτερη αντίσταση την συναντούσαν πριν τις τελικές σειρές. Από τους Σανς του Μπάρκλεϊ, τους οποίους απέκλεισαν στα έβδομα παιχνίδια…
Κι αφού έπεφτε πάντα στους (επικείμενους) Πρωταθλητές, ο Μπάρκλεϊ το τόλμησε. Πίεσε και πέτυχε το τρέιντ που τον έστειλε στο Χιούστον του Ολάζουον. Μπας και φορέσει κι αυτός δαχτυλίδι, να μην είναι ο παραπονεμένος της φουρνιάς του 1984. Τζόρνταν παρόντος κι εδώ φυσικά…
Ό,τι πείτε, κύριε (παρ’ ολίγον) Κυβερνήτα
Για να ντεμπουτάρει βέβαια ο Μπάρκλεϊ σε μια ομάδα, πρέπει απαραιτήτως να έχουν προηγηθεί Ολυμπιακοί. Όπως το 1992, όπως και το 1984, όταν επιβίωσε από κάθε κόψιμο, πριν το Τελικό του Μπομπ Νάιτ. Παρότι κατά τον ίδιο ήταν ο καλύτερος παίκτης στην προετοιμασία…
Εν έτει 1996 τούς έζησε τους Αγώνες στις ΗΠΑ. Όχι στο Λος Άντζελες μα στην Ατλάντα. Δίπλα στην ιδιαίτερη πατρίδα του, στον Νότο. Πάλι πρώτος σκόρερ της Team USA, πάλι Χρυσό μετάλλιο. Παρέα με τον Χακίμ μάλιστα. Στο Χιούστον οι δυο τους είχαν και το παρεάκι τού (Χρυσού το ’92) Κλάιντ Ντρέξλερ.
Αφενός όμως τα χρόνια είχαν περάσει, για όλους τους, αφετέρου είχε γυρίσει ο Τζόρνταν, ο οποίος από ηλικίες και άλλα τέτοια πεζά δεν καταλάβαινε. Όχι ότι ο «Τσακ» πήγαινε πολύ πίσω. Συστήθηκε τούτη τη φορά με ρεκόρ καριέρας 33 ριμπάουντ (!) και κόντρα σε κάθε λογής τραυματισμούς έφτασε μέχρι τους δυτικούς τελικούς με τη Γιούτα το 1997. Έβαζε και 23.5 πόντους στα πλέι οφ του 1999, γεροντάρα 36 ετών.
Στο μεταξύ είχε αποκλειστεί ξανά -το 1998- από τους Τζαζ, τους νέους του κακούς δαίμονες. Τον Δεκέμβριο του ’99 διέλυσε τον αριστερό του τετρακέφαλο, εκεί όπου είχαν ξεκινήσει όλα σε επαγγελματικό επίπεδο. Στη Φιλαδέλφεια.
Για μια περηφάνια ωστόσο ζούσε. Δεν ήθελε η τελευταία του εικόνα πάνω στα παρκέ να τον έχει σφαδάζοντα πάνω σε ένα καροτσάκι. Γύρισε τον Απρίλιο σε ένα ματσάκι με τους Γκρίζλις, πήρε ένα επιθετικό ριμπάουντ, έβαλε το χαρακτηριστικό putback καλάθι του, αποχώρησε μέσα σε αποθέωση. Όρθιος.
Από το προσκήνιο δεν αποχώρησε ποτέ φυσικά. Εξακολουθεί να δίνει σόου, σχολιάζοντας σε τηλεοπτικές εκπομπές παιχνίδια και την επικαιρότητα, δίπλα στον Σακίλ Ο’Νιλ. Οι δυο τους είχαν αρπαχτεί άγρια δύο φορές μέσα στις τέσσερεις γραμμές, ο Τσαρλς Όουκλι ήταν ένας άλλος αγαπημένος… αντίπαλος του Μπάρκλεϊ στις αψιμαχίες.
Δεν είχε κανένα πρόβλημα να τα βάλει και με συμπαίκτες. Πολύ θα θέλαμε να είμαστε μπροστά, όταν είχε μουρλαθεί στο Φοίνιξ με τον Όλιβερ Μίλερ και του είχε κάνει κεφαλοκλείδωμα, ρίχνοντάς τον κάτω. Ο ρούκι σέντερ -που πέρασε και από το Ηράκλειο– ήταν ακόμα πιο τεράστιος (sic), μα έκανε το λάθος να του κουνήσει το δάχτυλο, ύστερα από καλάθι που έβαλε σε προπονητικό διπλό.
Ο «Σερ» Τσαρλς έχει φτύσει κατά λάθος κοριτσάκι, στοχεύοντας πίσω από το καλάθι έναν οπαδό που τον έβριζε. Έχει σπάσει τη μύτη ενός άλλου που τον παρενοχλούσε εκτός γηπέδου, έχει πετάξει έναν παράλλο μέσα από παράθυρο. «Λυπάμαι που δεν βρισκόμασταν σε ψηλότερο όροφο», βρήκε να πει.
Η Μορίν Μπλούμχαρντ, σύζυγός του από το 1989 και μητέρα της κόρης τους, Κριστιάνα, τον έστρωσε κάποια στιγμή. Όσο μπορούσε δηλαδή. Ακόμα και η θεώρησή του για τα πράγματα, οι απόψεις του με την πάροδο των ετών στρογγυλεύτηκαν, κατά το… σωματικό του πρότυπο.
Συμπαθών από μικρούς τους Ρεπουμπλικανούς, σκεφτόταν να κατεβεί με τη στήριξή τους για Κυβερνήτης της Αλαμπάμα στα ’90s. Πλέον τους έχει αποκηρύξει και ειδικά τον Ντόναλντ Τραμπ. Στήριξε Μπαράκ Ομπάμα, κατέληξε ότι ούτε οι Δημοκρατικοί μπορούν να δώσουν απτές λύσεις στα τρέχοντα προβλήματα.
Φανατικός υπέρμαχος της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, φιλάνθρωπος με δωρεές πάσης φύσεως στα μέρη του, στο Λιντς της Αλαμπάμα, και αλλού, δεν είναι από αυτούς που χαϊδεύουν αφτιά. Υπενθυμίζει στα μαύρα αδέρφια του ότι σκοτώνονται και μεταξύ τους, ζητεί αυτοσυγκράτηση, όταν ξεσπούν ταραχές με το φιτίλι να έχει φυλετική αφορμή, θεωρεί ότι «ο ρατσισμός σαφώς και υπάρχει, αλλά δεν πρέπει να τον χρησιμοποιούμε ως δεκανίκι».
Έχοντας μεγαλώσει και σε γειτονιές λευκών, έχοντας πάρει λευκή γυναίκα, διατηρεί κάμποσες αντιπάθειες μέσα στη μαύρη κοινότητα με όσα λέει. Συστήνει προπάντων στα παιδιά να δώσουν προτεραιότητα στο σχολείο και τη μόρφωσή τους σε σχέση με το μπάσκετ και τον αθλητισμό γενικότερα.
Και μετά, παίρνει φόρα με το κουστούμι του και σέρνεται στα πατώματα του στούντιο με τον «Σακ», κάνει χοντροκομμένες πλάκες, φέρεται ως μεγάλο παιδί.
Charles being Charles…
Πηγή: Athletes’ Stories