Του Νίκου Παπαδογιάννη
Ο Θανασάρας, όχι ο Αντετοκούνμπο, αλλά ο άλλος, ο ποιητής του έντεχνου πάλκου, φιλοτέχνησε κάποτε έναν καταπληκτικό στίχο (ανάμεσα σε χιλιάδες άλλους). «Ψάχνουμε», έγραψε, «ένα τραγούδι χαρτοκόπτη, για τις άκοπες σελίδες της ζωής μας».
Αυτό ψάχνει η Εθνική ομάδα, απόψε στην Κωνσταντινούπολη. Ένα πολύτιμο φυλαχτό, όπως εκείνο που ανακάλυψε, πριν από 12 χρόνια, αντιμέτωπη με την ίδια αρκούδα, στο όχι και τόσο μακρινό Βελιγράδι.
Μία νίκη, που θα γίνει χαρτοκόπτης για τις άκοπες σελίδες της ζωής της. Ένα ματς που θα διώξει μεμιάς τα φαντάσματα.
Δεν είναι δα και τόσο πολλά, ούτε τόσο τρομακτικά τα φαντάσματα που μαζεύτηκαν από τα 2009, στα χρόνια που κύλησαν δίχως μετάλλιο.
Θυμηθείτε, όμως, τι κουβαλούσε στους ώμους της η Εθνική που μπήκε στο Μπεογκράντσκα Αρένα για να παίξει εκείνον τον προημιτελικό με τους Ρώσους.
Τον χαμένο προημιτελικό της προηγούμενης χρονιάς, μπροστά σε 20.000 Έλληνες που κρέμονταν σαν σταφύλια από τις κερκίδες του ΟΑΚΑ, απέναντι στους μετέπειτα Ολυμπιονίκες Αργεντινούς.
Τον χαμένο προημιτελικό του Εurobasket 2003, στη Σουηδία, όπου μπήκε να αντιμετωπίσει τους Ιταλούς με ύφος χιλίων καρδιναλίων, δίχως να το δικαιούται.
Το χαμένο νοκ-άουτ του 2001, στην Αττάλεια, όπου η παρέα του Νοβίτσκι τουμπάρισε το ματς από το -22 σε ενάμισυ ημίχρονο.
Τα χαμένα αυγά και πασχάλια του 1999 στη Ντιζόν, το ναδίρ στη σύγχρονη ιστορία της.
Και την αίσθηση ότι δεν μπορεί πια να νικήσει οποιονδήποτε, οποτεδήποτε, οπουδήποτε, σε αναμέτρηση δίχως αύριο.
Όταν οι Έλληνες παίκτες έβαλαν 1 στα 16 σουτ στο ξεκίνημα του προημιτελικού του 2005, τα φαντάσματα έστησαν χορό.
Εκατοντάδες Έλληνες που ρωτούσαν πόσες ώρες απέχει το Βελιγράδι από την Αθήνα ή τη Θεσσαλονίκη ακούμπησαν το δάχτυλο στο πλήκτρο «Cancel».
Ώσπου, οι λεβέντες που έμελλε να κατακτήσουν την Ευρώπη και παρ’ ολίγον τον κόσμο ολόκληρο έπιασαν στα χέρια τους τον χαρτοκόπτη και έκοψαν την άκοπη σελίδα της ζωής τους.
Έχω γράψει αμέτρητες φορές, στα κείμενά μου, ότι η νίκη επί των Ρώσων το 2005 ήταν το κόλπο που άλλαξε τη ροή του ποταμού και ανέβασε ξανά την «επίσημη αγαπημένη» στις επάλξεις.
Όλα τα υπόλοιπα ήρθαν μετά, χάρη στη σπορά εκείνης της βραδιάς.
Δεν με νοιάζει αν συμφωνείτε ή όχι, με νοιάζει που το ένιωσα στο πετσί μου.
Μόλις ολοκλήρωσα τον επίλογό μου στη ραδιοφωνική μετάδοση για τον Σπορ FM, ξέσπασα σε μία ανυποψίαστη καρέκλα και αμέσως μετά βυθίστηκα σε ένα πλατύσκαλο και πλάνταξα στο κλάμα.
Σκούπισα το πρόσωπο, σήκωσα το βλέμμα και είδα να με κοιτάζει απορημένος από απόσταση 5-10 μέτρων ένας αγέρωχος άνδρας με άσπρα μαλλιά. Ήταν ο Τζέρι Ουέστ.
Αγαπημένε μπαρμπα-Τζέρι, καλέ μου Θανασάρα, ακούστε τι έμελλε να μας ξημερώσει, στο Εurobasket που ξεκίνησε με άναρθρες αλλά και έναρθρες κραυγές για «ρεζιλίκια» και «ξεφτίλες».
Δώδεκα χρόνια μετά το Βελιγράδι, μία καινούρια Εθνική ψάχνει να βρει πού παράπεσε εκείνος ο ρημαδιασμένος ο χαρτοκόπτης.
Από κει που λέγαμε ότι θα επιστρέψουμε στο σπίτι μας κολυμπώντας, για να μη πω με λεωφορείο, φτάσαμε να μας χωρίζει από την τετράδα μία νίκη επί ισοδύναμου αντιπάλου.
Πώς είπατε; Ναι, όπως το 2005.
Και μη μου πείτε ότι τώρα δεν έχουμε Παπαλουκά και Διαμαντίδη, διότι ούτε δαύτοι έχουν Κιριλένκο. Τον έχουν, μάλλον, αλλά απόμαχο, με πράσινα πολιτικά.
Συμπτωματικά, στην Εθνική Ελλάδας του 2017 παίζει ο δωδέκατος παίκτης του 2005, ο Μπουρούσης, αλλά και στην Εθνική Ρωσίας του 2017 παίζει ο δωδέκατος παίκτης του 2005.
Θα σταματήσει το μπάσκετ και δεν θα μάθουμε αν τον λένε Φρίτζον ή Φριτζόν.
Είναι όνομα αυτό για Ρώσο; Περισσότερο ταιριάζει σε απόγονο Τζαμαϊκανών σκλάβων.
Θα μου πείτε, ότι ούτε το Τζέι Αρ Χόλντεν είναι όνομα για Ρώσο. Αυτός δεν μας έκανε να κλαίμε το 2007 στη Μαδρίτη, αλλά μας έκανε να γελάμε.
Ακατάσχετα. Για την κηδεία των Ισπανών. Με ξένα κόλλυβα.
Μπήκα στο παλιό, καλό Rockarolla για την τελευταία μπύρα της Δευτέρας, σε ένα σοκάκι που το λένε Κουραμπιέ, και άκουσα να παιανίζει το Final Countdown.
Ο μελαψός ντι-τζέι μου έμοιαζε περισσότερο για τζέι-αρ, παρά για Έλληνα.
Απτόητος, τον υιοθέτησα, μαζί και την ετοιμόγεννη γατούλα που περιφερόταν στο μαγαζί και έψαχνε προστατευμένη γωνίτσα για να φέρει στον κόσμο τα μικρά της.
Το επόμενο μεσημέρι, πέρασα μια βόλτα από το DoRock, περισσότερο για να βρω ίντερνετ, και, τι ακούω;
Το Carpe Diem Baby και το The Memory Remains, διπλό επινίκιο ύμνο που στην συντροφιά μου θα θυμίζει παντοτινά νύχτες Βελιγραδίου με αλκοόλ, βραχνάδα και αόρατες κιθάρες στο μικροσκοπικό μπαράκι Republika της Σκαντάρλια.
Πλάκα μου κάνετε, μωρέ; Παίζετε με τα νεύρα μου; Τι άλλον οιωνό να περιμένω, για να πω στους δικούς μου να τραβήξουν το δάχτυλο από το πλήκτρο «Cancel»;
Απόψε, στην Κωνσταντινούπολη, θα πάω στον υιοθετημένο ντι-τζέι και θα του δώσω το CD για να παίξει τον Χαρτοκόπτη.
Αρκεί να έχουμε στο μεταξύ ξεσκίσει την άκοπη σελίδα της ζωής μας.
Πηγή: Gazzetta